του Daniel Albarracín1
Καπιταλισμός / Ευρωπαϊκή Ένωση:
Η κρίση που πυροδοτήθηκε από την πανδημία και η πολιτική οικονομία της ΕΕ
Το παρόν άρθρο προσεγγίζει την πανδημική κρίση από την άποψη της πολιτικής οικονομίας και, ιδιαίτερα, των βασικών αποφάσεων που υιοθέτησε η Ευρωπαϊκή Ένωση, της οποίας τα μέτρα θα συγκεκριμενοποιηθούν όταν η θεσμική της διαδικασία θα έχει ολοκληρωθεί.
Πανδημία ή πυροδότηση μιας υφέρπουσας κρίσης
Η πανδημία του Covid-19 έπληξε το είδος μας εξαιτίας του σοκ που προκάλεσε στη δημόσια υγεία, αλλά ακόμα περισσότερο και εξαιτίας του βάθους της οικονομικής ύφεσης που προκάλεσε, οδηγώντας σε μια κοινωνική καταστροφή που μας βυθίζει στην αβεβαιότητα. Η κρίση αυτή, που επιδεινώνεται και επιταχύνεται από την πανδημία, βρίσκεται σε ένα πλαίσιο όπου τα συμπτώματα της εξάντλησης του καπιταλιστικού οικονομικού κύκλου, σύντομου και εύθραυστου που μόλις είχε ψευτο-βγει από την κρίση του 2008, είχαν ήδη εκδηλωθεί2. Η πανδημία αύξησε το μέγεθος αυτών των βαρών: χαμηλή αποδοτικότητα, εξάντληση της αύξησης της παραγωγικότητας, υψηλή χρέωση -αρχικά ιδιωτική και κατόπιν δημόσια3-, άχρηστες επενδύσεις, υψηλή ανεργία και ασταθές και πειθαρχικοποιούμενο πρότυπο εργασίας, παραγωγικό μοντέλο με βάση την ορυκτή ενέργεια, συρρικνωμένες ή και εν μέρει ιδιωτικοποιημένες δημόσιες υπηρεσίες, κλπ.
Ωστόσο, η πανδημία δίνει στην κρίση αυτήν τη δική της μορφή, όχι μόνο εξαιτίας της εφαρμογής μέτρων μερικού εγκλεισμού της οικονομίας, αλλά και εξαιτίας της διαταραχής και αποδιάρθρωσης των διεθνών αλυσίδων εφοδιασμού και των καπιταλιστικών αλυσίδων αξίας. Στην πραγματικότητα, οι δυσκολίες ανάκαμψης της οικονομίας θα είναι σημαντικές σε ένα πλαίσιο όπου το κεφάλαιο δεν περιμένει αποδοτικότητα σε πάρα πολλούς οικονομικούς τομείς, εκτός από τους τομείς που επωφελήθηκαν από την πανδημία εξαιτίας των περιστάσεων που επέβαλαν οι υγειονομικές προφυλάξεις (τεχνολογία, φαρμακευτικά προϊόντα, διαδικτυακή διανομή και διανομή κατ’οίκον, μεταρρυθμίσεις ακίνητης περιουσίας, ορισμένοι τομείς τροφίμων).
Σχήμα: Ποσοστό κέρδους σε % στους G-20
Πηγή: Michael Roberts « A world rate of profit: a new approach »
Οι πιο ρεαλιστικές προβλέψεις αντικρούουν σαφώς την ιδέα ότι οι μακροοικονομικές επιπτώσεις θα πάρουν τη μορφή ενός «V». Η μορφή της μάλλον θα μοιάζει με το λογότυπο της Nike, δηλαδή με μια βαθιά πτώση και μια αργή έξοδο4.
Βρισκόμαστε σαφώς μπροστά σε ένα από αυτά τα γεγονότα που αλλάζουν τη δομή, τόσο διαρρηγνύοντας τις σημερινές ευάλωτες οικονομικές ισορροπίες όσο και εξαιτίας των νέων δογμάτων που εφαρμόζονται. Χωρίς να τεθεί σε αμφισβήτηση η σημερινή τάξη πραγμάτων, τα τελευταία θα αναπτύξουν αυτό που ονομάσαμε έναν κρατικό νεοφιλελευθερισμό.
Σε αυτό είναι που η παρέμβαση των κρατικών θεσμών μοιάζει να είναι κρίσιμη, παίρνοντας ένα νέο ρόλο πρώτου επιπέδου, όχι ως εγκαινίαση μιας νέας σχέσης με το ιδιωτικό, αλλά εξαιτίας της προώθησής του. Απέναντι στην ανάγκη να απαντηθούν οι υγειονομικές, οι κοινωνικές ανάγκες, οι ανάγκες της απασχόλησης, του πληθυσμού, ή του επείγοντος μιας οικολογικής μετάβασης του ενεργειακού και παραγωγικού μοντέλου, με την προώθηση δημοσίων επενδύσεων που να ταιριάζουν με τους στόχους αυτούς, η δημόσια χρηματοδότηση θα χρησιμοποιηθεί μέσω του χρέους και της αντίστροφης φορολόγησης παρασιτώντας μέσα από τις ιδιωτικές επιχειρήσεις, με τη μορφή φτηνών και εγγυημένων δανείων, με άμεσες επιδοτήσεις και μέσα από δημόσιες αγορές κάτω από το πρότυπο συνεργασιών ιδιωτικού – δημοσίου, βάζοντας τους δημόσιους πόρους στην υπηρεσία του ιδιωτικού κέρδους.
Όχι μόνο η πανδημία επιδεινώνει μια προϋπάρχουσα κρίση, αλλά και τα μέτρα που υιοθετούνται για να αντιμετωπιστεί μπορούν να οδηγήσουν σε εντατικοποίηση της συγκεντροποίησης των κεφαλαίων, προωθώντας τις αδιαφανείς και ολιγοπωλιακές «μεγάλες τεχνολογίες» και κλειδώνοντας γεωπολιτικά τις οικονομίες απέναντι στον εμπορικό πόλεμο. Η πανδημία μπορεί, με τη σειρά της, να φιμώσει τον κόσμο της εργασίας, εξαναγκάζοντάς τον να αποδεχτεί συνθήκες εργασίας που θα αυξάνουν το ποσοστό εκμετάλλευσης5 μέσα σε ένα πλαίσιο υψηλής ανεργίας, επέκτασης της τηλεργασίας, χωρίς εγγυήσεις ρυθμίσεων και με συνέχιση των μεταρρυθμίσεων της εργασίας, χωρίς να ξεχνάμε την εισαγωγή νέων επιβλαβών μέτρων στο δικαίωμα της ανεργίας (αυστριακό μοντέλο) και της σύνταξης (αύξηση της πραγματικής ηλικίας συνταξιοδότησης). Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις, πρόκειται για προϋποθέσεις για την αποκατάσταση του ποσοστού αποδοτικότητας του κεφαλαίου, που είναι και ο στόχος των κυρίαρχων τάξεων.
Στο τραπέζι αυτά τα ερωτήματα βρίσκονται. Μόνο μια οργανωμένη απάντηση του κόσμου της εργασίας -με την αναγκαία συνεργασία των κοινωνικών κινημάτων και των τολμηρών πολιτικών δυνάμεων αλλαγής- θα είναι σε θέση να επιβραδύνει τα συμφέροντα μιας προνομιούχας μειονότητας. Μόνο υιοθετώντας μια πολιτική προοπτική ξεπεράσματος, βασισμένης στην οργάνωση της κοινωνίας των πολιτών, θα μπορέσουμε να εγκαθιδρύσουμε έναν τύπο κοινωνίας και οικονομίας που θα είναι σε θέση να ικανοποιήσει τις ανθρώπινες ανάγκες, κοινωνικές και υγειονομικές, και τις ανάγκες του πλανήτη μας.
Η ασπίδα της πολιτικής αρχιτεκτονικής της ΕΕ
Η αντίληψη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, παρά την προπαγάνδα της και τους ιδρυτικούς της μύθους, δεν έχει για στόχο να προστατεύσει τους πολίτες της γενικά και ακόμα λιγότερο τις εργατικές της τάξεις. Ο θεμέλιος λίθος της είναι η υπεράσπιση της ελεύθερης διακίνησης των κεφαλαίων και των εμπορευμάτων και, ενδεχομένως, και την κινητικότητα των ανθρώπων μέσα στα σύνορά της, όταν αυτό είναι χρήσιμο για την αύξηση της αποδοτικότητας και της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεών της. Οι πλευρές συνοχής που μπορεί να διαθέτει απέχουν πολύ από το να αντισταθμίσουν αυτή την προτεραιότητά της.
Ευθυγραμμισμένες στην ανάπτυξη μιας καπιταλιστικής οικονομίας, οι πρακτικές αυτές -που δεν είναι πρακτικά μεταρρυθμίσιμες μετά το σύμφωνο του Μάαστριχτ και το σύμφωνο για τη λειτουργία της ΕΕ- πήραν μια μορφή σύμφωνα με την παγιωμένη θεσμικά φόρμουλα ενός διακυβερνητικού συστήματος, όπου οι ευρωπαϊκές πολιτικές και θεσμοί δεν αντικατοπτρίζουν παρά μόνο αυτό που αποφασίζεται από τα κράτη μέλη. Στην πράξη, οι αποφάσεις αυτές παίρνονται από τις μεγάλες χώρες του eurogroup, ένα όργανο εκτός νόμου και πλήρως αντιδημοκρατικό. Για να υπάρξουν αλλαγές, πρωτοβουλίες με κάποια σημασία απαιτούν ομοφωνία ή ενισχυμένη πλειοψηφία, πράγμα που καταλήγει συχνά σε συμμαχίες μπλοκαρίσματος (γενικά από τα ορντο-φιλελεύθερα κράτη της κεντρικής Ευρώπης και τις σκανδιναβικές χώρες νεοφιλελεύθερου προσανατολισμού που προσπαθούν να αντιστρέψουν τη σοσιαλδημοκρατική τους παράδοση ή από τα κράτη αντιδραστικού προσανατολισμού: τις ανατολικές χώρες της ομάδας του Visegrád). Η τυπική διαδικασία λήψης μιας θεσμικής απόφασης αρχίζει με τις προτάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Ωστόσο, ο τελευταίος λόγος ανήκει στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο μπορεί μόλις να διορθώσει ορισμένες δευτερεύουσες πλευρές, παίζοντας το ρόλο της πολιτικής νομιμοποίησης μέσα σε ένα εξαιρετικά περιορισμένο πλαίσιο.
Με αυτό το μοντέλο λήψης αποφάσεων, η ΕΕ εξασφαλίζει μια λειτουργία που εγγυάται ότι ο οικονομικός της προσανατολισμός θα συνεχίσει με τον αυτόματο πιλότο σε περίπτωση απουσίας συμφωνίας και νέων εξελίξεων. Εάν υπάρξουν μπλοκαρίσματα, η λειτουργία συνεχίζει. Όταν προωθεί πρωτοβουλίες και μεταρρυθμίσεις, πράγμα που είναι πολύ συχνό, το κάνει αφήνοντας άθικτες τις αρχές της, γιατί αυτές πρέπει πάντα να γίνονται σεβαστές.
Η ΕΕ έχει υιοθετήσει μια οικονομική αρχιτεκτονική που συνίσταται στο να συναρθρώνει:
- Την υποτιθέμενα ανεξάρτητη Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), στην υπηρεσία του ιδιωτικού χρηματοπιστωτικού συστήματος και των μεγάλων επιχειρήσεων.
- Έναν ετήσιο ευρωπαϊκό προϋπολογισμό, αστείου ύψους και μειωνόμενο -που περιορίζεται από το Πολυετές Χρηματοδοτικό Πλαίσιο (ΠΧΠ6) για 7-ετείς περιόδους-, και που δεν είναι σε θέση να τονώσει την επένδυση και να εφαρμόσει πραγματικούς μηχανισμούς συνοχής και σύγκλισης.
- Το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης (ΣΣΑ7), τα συνδεόμενα δημοσιονομικά σύμφωνα και το «ευρωπαϊκό εξάμηνο»8 που καθορίζει την εμμονή του ελέγχου των ελλειμμάτων και των δημοσίων δαπανών, και που εμποδίζει τις προοδευτικές φορολογικές μεταρρυθμίσεις, στο όνομα της προτεραιότητας της αποπληρωμής των δημοσίων χρεών.
- Όλα αυτά κάτω από τη σφραγίδα του ενιαίου νομίσματος που οδηγεί σε απόκλιση, για την οποία κανένας ουσιαστικός αντισταθμιστικός ή διορθωτικός μηχανισμός δεν έχει δημιουργηθεί, ανάμεσα αφενός στις κεντρικές χώρες και αφετέρου στο μπλοκ του Νότου και της Ανατολής. Πράγμα που καθιστά τις τελευταίες μια εξαρτημένη περιφέρεια και τις σπρώχνει στην εφαρμογή μιας πολιτικής εσωτερικής υποτίμησης (μείωση των μισθών, των δημοσίων υπηρεσιών και των κοινωνικών δικαιωμάτων και των εργασιακών δικαιωμάτων) ως ανταγωνιστικό μέσο προσαρμογής των οικονομιών τους9.
Η ΕΚΤ είναι το κύριο εργαλείο οικονομικής πολιτικής της ΕΕ στην κρίση αυτή. Η ΕΚΤ συνεχίζει και εμβαθύνει τη νομισματική πολιτική που είναι γνωστή ως ποσοτική χαλάρωση. Πρόκειται για τρομερές διευκολύνσεις σε πιστώσεις, με πραγματικά αρνητικά επιτόκια (και ονομαστικά μηδενικά), στις οποίες έχει πρόσβαση μόνο το ιδιωτικό χρηματοπιστωτικό σύστημα, καθώς και για εξαγορές μεγάλης κλίμακας ομολόγων ιδιωτικών επιχειρήσεων. Στη σημερινή περίοδο, πέρα από τη μαζική δημιουργία χρήματος για την αγορά περιουσιακών στοιχείων και πιστωτικών διευκολύνσεων, πρέπει να υπογραμμιστεί και η δυνατότητα μείωσης του χρηματοδοτικού κόστους και για το δημόσιο τομέα, αλλά κυρίως χώρο δραστηριοποίησης για τις τράπεζες και για αυτούς που διακινούν μεγάλους όγκους δημοσίων ομολόγων στις χρηματοπιστωτικές αγορές. Οι ιδιωτικές τράπεζες που θα συνάψουν δάνεια με αρνητικό επιτόκιο από την ΕΚΤ θα είναι σε θέση να κάνουν ωραίες δουλειές, γιατί είναι οι μόνοι που είναι σε θέση να χρηματοδοτήσουν το δημόσιο τομέα κατά την επόμενη έκδοση χρεών, ευρωπαϊκών ή κρατικών, που αναμένεται να πάρει πρωτόγνωρες διαστάσεις.
Επικεφαλής της ΕΚΤ, η Κριστίν Λαγκάρντ έβαλε σε εφαρμογή ένα πραγματικό μπαζούκα με 750 πρόσθετα δισεκατομμύρια ευρώ, το περίφημο Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης, το οποίο προστίθεται στα προγράμματα που ξεκίνησαν κατά την προηγούμενη κρίση10 και που αποτελεί μια πηγή χρηματοδότησης μεγαλύτερων διαστάσεων από το ευρωπαϊκό ταμείο «Next Generation UE», αφού θα κινητοποιήσει ένα συνολικό 1,4 τρισεκατομμύρια ευρώ, χωρίς τις αιρεσιμότητες που απαιτούνται από τις κυβερνήσεις. Η πολιτική αυτή έχει για στόχο να προωθήσει τις επενδυτικές πιστώσεις, για να αμβλύνει τις επιπτώσεις της ύφεσης. Ωστόσο, όπως το είδαμε και κατά την τελευταία δεκαετία, όποια και να είναι η έκταση των ενέσεων χρήματος από την ΚΤΕ στην οικονομία, εάν οι προσμονές αποδοτικότητας είναι χαμηλές, το χρήμα αυτό τροφοδοτεί τα κυκλώματα αποθησαυρισμού ή κερδοσκοπίας και, κυρίως, καλύπτει τις μεγάλες επιχειρήσεις που πλήττονται από ελλείψεις ρευστότητας στη χρηματοδότηση του παθητικού τους11.
Παρόλο που η πολιτική αυτή δημιουργεί ελάφρυνση στα επιτόκια του δημόσιου χρέους, ευνοεί στην πράξη, αφενός, μια τρομερή διάσωση των μεγάλων ιδιωτικών επιχειρήσεων και, αφετέρου, μια πρωτόγνωρη συγκέντρωση των κεφαλαίων, καθώς η χρηματοδότηση αυτή δε φτάνει στις επιχειρήσεις που βρίσκονται εκτός του δικτύου των υπερεθνικών επιχειρήσεων. Πρόκειται για μια νομισματική πολιτική εξειδικευμένα υπερ-επεκτατική, που δεν ακολουθεί έναν μετα-κεϋνσιανό μονοπάτι εξαιτίας της σαφούς της διάθεσης να σώσει και να χρηματοδοτήσει τον ιδιωτικό τομέα. Ούτε και συγκρίνεται με την πολιτικής της Τράπεζας της Αγγλίας, που διαθέτει την κυριαρχία της λίρας στερλίνας, γιατί αυτή δεν φτάνει ώς του να νομισματοποιεί το χρέος.
Αυτό επιτρέπει να συνδυαστεί μια χρηματοπιστωτική διάσωση των επιχειρήσεων, ιδιαίτερα των κεφαλαίων του κέντρου της Ευρώπης, μαζί με μερικές χρηματοπιστωτικές διευκολύνσεις για την περιφέρεια, έτσι ώστε να υποστηριχτούν οι εξαγωγές των κεντρικών χωρών διατηρώντας, για ορισμένο διάστημα, την αγοραστική δύναμη των αγορών στόχων τους. Αυτό είναι που πρέπει να σκέφτονταν η Μέρκελ και ο Μακρόν όταν άλλαζαν τη γνώμη τους για το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης. Πρέπει να σημειωθεί ότι οι χώρες του Νότου, απουσία μιας δικής τους δημόσιας τράπεζας που να αξίζει το όνομά της, θα είναι πιο εξαρτημένες από τις χρηματοδοτήσεις αυτές, τόσο για τις επιχειρήσεις τους όσο και για τα κράτη τους. Η στάση υποταγής των κυβερνήσεων του Νότου, που ευθυγραμμίστηκαν με τη Γαλλία και τη Γερμανία, είναι εντυπωσιακή. Απέκλεισαν το σχηματισμό μιας εναλλακτικής συμμαχίας με δικής της πρόταση, δείχνοντας για ακόμα μια φορά την αδυναμία τους και την απουσία σχεδίου.
Από τη μεριά του, ο ευρωπαϊκός προϋπολογισμός, τροφοδοτούμενος κυρίως από τις εθνικές συμβολές ανάλογα με το οικονομικό μέγεθος της κάθε χώρας, φτάνει σε ένα επίπεδο σχετικά πολύ αδύναμο, ακόμα πιο αδύναμο μετά την έξοδο του Ηνωμένου Βασιλείου. Οι προϋπολογισμοί πλαισιώνονται, με αυστηρά όρια, από το Πολυετές Χρηματοδοτικό Πλαίσιο (ΠΧΠ). Αναμένοντας την επικύρωσή του από το Κοινοβούλιο, το επόμενο ΠΧΠ δε θα διαθέτει παρά 1.074,3 δισεκατομμύρια ευρώ για την περίοδο 2021-1027, ποσό που είναι χαμηλότερο και από τα 1.134,58 δις ευρώ που ήταν η πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής το Φλεβάρη του 2020 (πράγμα που αντιπροσώπευε ήδη μόλις το 1,11% του ευρωπαϊκού ακαθάριστου εθνικού εισοδήματος)12, καθώς και χαμηλότερο από το ΠΧΠ της περιόδου 2014-2020, που ήταν στο 1,16% του ευρωπαϊκού ακαθάριστου εθνικού εισοδήματος. Στην έκδοσή του από το Συμβούλιο, που είναι ο πιο περιοριστικός από τους ευρωπαϊκούς θεσμούς, ο προϋπολογισμός δεν ξεπερνάει το 1,074% του ΑΕΠ της ΕΕ, μαζί με τις μειώσεις στις επενδύσεις στην υγεία, την έρευνα ή την οικολογική μετάβαση. Είναι πιθανόν να αυξηθεί ελαφρά, αν και απλώς συμβολικά, στην τελική του έκδοση, μετά από τις διαπραγματεύσεις με το ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Πρόκειται για μια μείωση σε απόλυτους όρους13, πιο σημαντική απ’ό,τι αναμενόταν, ενός ΠΧΠ που -μην το ξεχνάμε- περιελάμβανε ήδη μια μείωση κατά 12% του Ταμείου Συνοχής και κατά 14% της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής14.
Ο τρίτος πυλώνας της ευρωπαϊκής οικονομικής αρχιτεκτονικής στηρίζεται στο Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης (ΣΣΑ). Αυτό σημαίνει πολιτικές με στόχο τον περιορισμό του δημοσίου ελλείμματος στο 3% του ΑΕΠ και του δημοσίου χρέους στο 60% του ΑΕΠ -πολιτικές που εξακολουθούν να είναι πιο αυστηρές για τις περιφερειακές χώρες απ’ό,τι για τις κεντρικές χώρες που γενικά δεν τις σέβονται (το οποίο συνήθως δε λέγεται). Ας θυμίσουμε πως το μέσο δημόσιο χρέος στην ΕΕ φτάνει το 80,7% του ΑΕΠ15.
Χωρίς προηγούμενο, και ένδειξη της σοβαρότητας της κρίσης, το Σύμφωνο Σταθερότητας ανεστάλη (ίσως ώς το 2023), ακόμα και αν το πνεύμα του θα συνεχίσει να κυριαρχεί και να εφαρμόζεται μέσα από εργαλεία όπως το «ευρωπαϊκό εξάμηνο», που εποπτεύει τη μακροοικονομική πολιτική των κρατών μελών στο δημοσιονομικό, φορολογικό και μακροοικονομικό χώρο. Εννοείται ότι, όταν λήξει η προσωρινή αυτή αναστολή (που ενέχει ήδη πολλές διαφορετικές παραμέτρους στα κεφάλαια του ελλείμματος και του χρέους, μετά από μια κατάρρευση της μεγέθυνσης και των φορολογικών εσόδων) θα μεταφραστεί πιθανόν από μια σειρά δημοσίων πολιτικών: περικοπές και προσαρμογές στις δημόσιες υπηρεσίες καθώς και στα κοινωνικά δικαιώματα και στα δικαιώματα της εργασίας, και μια πιθανή αύξηση των έμμεσων φόρων, οι οποίοι είναι αυτοί που πλήττουν περισσότερο τις τάξεις που αφιερώνουν το μεγαλύτερο μέρος των εισοδημάτων τους στην κατανάλωση.
Το απόγειο της οικονομικής αυτής αρχιτεκτονικής δεν είναι άλλο από την κυκλοφορία του ενιαίου νομίσματος. Το σύστημα αυτό των ανεπίστρεπτα παγιωμένων ισοτιμιών ωφελεί τις εξαγωγές των ισχυρών της Ευρώπης που βλέπουν έτσι τα νομίσματά τους να φτηναίνουν ενώ αντιπροσωπεύει πρόσθετο κόστος για τις χώρες που έχουν ελλειμματικά ισοζύγια πληρωμών. Είναι ουσιαστικά η κατάσταση των ευρωπαϊκών περιφερειών που υποτάσσονται, με χαμηλότερη παραγωγικότητα, στην ευρωπαϊκή αλυσίδα αξίας, που κυριαρχείται από τη Γερμανία και τη Γαλλία. Το ενιαίο νόμισμα, απουσία προοδευτικής φορολογικής εναρμόνισης, μιας ισχυρής και αναδιανεμητικής κοινής οικονομικής πολιτικής, καθώς και απουσία μιας πραγματικής πολιτικής σύγκλισης που να συμβάλει σε μια κοινή και αλληλέγγυα πολιτική και σε μια πάλη κατά του οικονομικού κύκλου, προκαλεί διαρκή απόκλιση η οποία αυξάνει το χάσμα ανάμεσα στις οικονομίες, ανάμεσα στο εθνικό και στο υπερεθνικό κεφάλαιο, ανάμεσα στις τάξεις.
Η απάντηση των ευρωπαϊκών πολιτικών για τον Covid-19
Η ΕΕ πρότεινε τουλάχιστον τέσσερα εργαλεία, εκ των οποίων μερικά είναι απλώς επέκταση ορισμένων που υπήρχαν ήδη, για να αντιμετωπίσει την κρίση που ξεκίνησε με την πανδημία.
Είναι σημαντικό να σημειώσουμε ότι οι ιλιγγιώδεις αριθμοί που παρουσιάστηκαν από τους ευρωπαϊκούς θεσμούς δεν είναι παρά μαξιμαλιστικές εκτιμήσεις των χρηματοδοτικών δυνατοτήτων (που σημαίνει μια πολλαπλασιαστική επίπτωση των πολύ μικρότερων στην πραγματικότητα ενέσεων σε κεφάλαια). Πρέπει να έχουμε υπόψη μας ότι μια άμεση επένδυση, μια επιδότηση σε δαπάνη ή δάνειο δεν έχει την ίδια επίπτωση, και πρέπει επίσης να μελετήσουμε την πολιτική προσφοράς εγγυήσεων και συνυπογραφής στην έκδοση ομολόγων στις χρηματοπιστωτικές αγορές, στις συνθήκες πρόσβασης ή προορισμού της παραδεκτής τους χρήσης. Τα εν λόγω χρηματοπιστωτικά εργαλεία (που προσφέρουν κεφάλαια για να στηριχτεί μια έκδοση ομολόγων) προσφέρουν γενικά έναν πιο υψηλό χρηματοδοτικό πολλαπλασιαστή, εξού και οι θεαματικοί αριθμοί, παρόλο που στην πράξη σπάνια συγκεκριμενοποιούνται έτσι όπως προαναγγέλλονται. Αυτό προϋποθέτει ένα παιχνίδι με τις τράπεζες, τους κερδοσκόπους και τις επιχειρήσεις, που ενεργούν με χρήμα με τη στήριξη δημόσιων πόρων, αφήνοντας στην άκρη προμήθειες, αποπληρωμές χρεών που έληξαν και μη πραγματοποιηθείσες προτιμητέες δημόσιες επενδύσεις. Επιπλέον, αυτοί που υφίστανται τις επιπτώσεις και αυτοί που επωφελούνται δεν είναι οι ίδιοι, γιατί τα δάνεια επιφέρουν χρέη και ωφελούν γενικά τις ιδιωτικές επιχειρήσεις που μπορούν να έχουν πρόσβαση σε αυτές ευνοώντας τις αποδοτικές λύσεις της αγοράς. Παράλληλα, οι άμεσες δημόσιες επιδοτήσεις και επενδύσεις προσανατολίζονται γενικά προς πολιτικές που δεν υπόκεινται αναγκαστικά στις ιδιωτικές επιχειρήσεις, εκτός αν κινητοποιούνται με σχήματα συνεργασίας δημόσιου – ιδιωτικού.
Απέναντι στην πανδημία, η Ευρωπαϊκή Ένωση υιοθέτησε στην αρχή μια χρηματοδοτική βοήθεια που θα έφτανε έως 540 δισεκατομμύρια, τα οποία θα εξαρτώνταν τελικά από τα αιτήματα των κρατών μελών16. Επρόκειτο για:
- Προγράμματα μέσω της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων (ΕΤΕ). Τα κράτη θα δώσουν επιπλέον 25 δισεκατομμύρια για το πρόγραμμα αυτό. Εκδίδοντας ομόλογα στις αγορές, εγγυημένα με δημόσιο κεφάλαιο, θα μπορούν να επωφεληθούν από πολλαπλασιαστική επίπτωση που θα φτάνει έως 200 δις με τη μορφή εγγυημένων δανείων για τις επιχειρήσεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
- Πρόγραμμα SURE (στήριξη για την άμβλυνση των κινδύνων ανεργίας σε επείγουσες περιπτώσεις): 100 δις ευρώ θα δοθούν για την κάλυψη του κόστους των μισθών από την αναστολή της οικονομικής δραστηριότητας. Στην ισπανική περίπτωση, θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για «κάλυψη του ERTE»17 εισάγοντάς το στο πλαίσιο χρηματοδότησης του προγράμματος βοήθειας της ΕΕ για την ανεργία, με τη στήριξη δημοσίων εγγυήσεων των κρατών σε ύψος 25%. Το πρόγραμμα αυτό δεν έχει σκοπό να γίνει ένα σύστημα ευρωπαϊκής επανασφάλισης της ανεργίας.
- Ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας (ΕΜΣ)18, με 240 δισεκατομμύρια ευρώ δυνητικών δανείων19 και με ένα μέγιστο 2% του ΑΕΠ για κάθε χώρα20. Τα δάνεια αυτά υπόκεινται σε αιρεσιμότητα μέσω ενός πρωτοκόλλου συμφωνίας και ελέγχου από την τρόϊκα, απαιτώντας το σεβασμό της δημοσιονομικής πειθαρχίας και των δαπανών. Η εμπειρία της Ελλάδας το 2015, μεταξύ άλλων, είναι από τις πιο γνωστές. Όλα τα κράτη θα μπορούν να ενταχθούν σε αυτόν με την προϋπόθεση ότι θα αφιερώσουν τα χρήματα στα ζητήματα που σχετίζονται με τις δαπάνες υγείας. Νομίζουμε ότι αυτός ο πόρος θα χρησιμοποιηθεί όταν οι άλλοι θα έχουν εξαντληθεί, γιατί αυτός είναι που επιφέρει περισσότερες δεσμεύσεις.
Στη συνέχεια, και περιμένοντας την επικύρωση και την εξειδίκευση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, το eurogroup κατέληξε τον Ιούλη σε μια συμφωνία για να κινητοποιήσει ένα Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης, με το όνομα «Next Generation EU», που για πρώτη φορά θα χρησιμοποιήσει τον ευρωπαϊκό προϋπολογισμό ως εγγύηση για να εκδώσει ευρωπαϊκό δημόσιο χρέος σε χρηματοδοτικό δυνητικό ύψος 750 δις ευρώ. Με άλλα λόγια, αποφασίστηκε να δημιουργηθεί ένα χρηματοδοτικό μακρο-εργαλείο με την υποστήριξη του ευρωπαϊκού προϋπολογισμού, πράγμα που αποτελεί πρωτοτυπία σε σχέση με το παλαιό διακυβερνητικό σύστημα που διοχετεύεται μέσω της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων.
Από αυτό το ποσό, τα 390 δισεκατομμύρια ευρώ θα δοθούν με τη μορφή μεταβιβάσεων, δηλαδή μόλις το 0,7% της οικονομικής παραγωγής της ΕΕ σε τρία χρόνια21. Το υπόλοιπο θα είναι δάνεια. Αυτά θα χρησιμοποιηθούν λιγότερο, ή αργότερα, γιατί η νομισματική πολιτική της ΕΚΤ επιτρέπει ευκολότερη ή φτηνότερη χρηματοδότηση από τις χρηματοπιστωτικές αγορές.
Τα χρηματοδοτικά πακέτα του «Next Generation EU» θα οργανωθούν σε προγράμματα22. Θα πρόκειται για τα:
- Διευκόλυνση για ανάπτυξη και ανθεκτικότητα (ΔΑΑ)23, που είναι το κυριότερο, με σύνολο 675,5 δις ευρώ, εκ των οποίων τα 360 δις ευρώ σε δάνεια και τα 312,5 δις ευρώ σε μεταβιβάσεις. Θα χρηματοδοτούσε προγράμματα που ορίζουν οι κυβερνήσεις χωρίς συμφωνία των υπόλοιπων κρατών μελών.
- Το REACT-EU (47,5 δις ευρώ) θα στηρίξει πρωτοβουλίες των οποίων το διάγραμμα μόλις που ορίζεται και που θα μπορούσαν να αντικατασταθούν από φόρμουλες του πράσινου καπιταλισμού, να βοηθήσουν την ενέργεια ή τις σχετικές επιχειρήσεις καθώς και την ψηφιακή οικονομία24.
- Το Horizon Europe: 5 δις ευρώ για πρωτοβουλίες έρευνας και επιστήμης.
- Το InvestEU: 5,6 δις ευρώ για να προωθηθεί η επένδυση, κυρίως ιδιωτική, στην ΕΕ. Η εμπειρία δείχνει πως αυτό χρηματοδοτεί τις επενδύσεις που ούτως ή άλλως θα γίνονταν, επικεντρωνόμενες στις πιο αποδοτικές οικονομίες.
- Αγροτική ανάπτυξη: 7,5 δις ευρώ.
- Ταμείο Δίκαιης Μετάβασης (FTJ): 10 δις ευρώ. Αυτό θα ενθαρρύνει τις δημόσιες και ιδιωτικές επενδύσεις που έχουν σχεδιαστεί στο Ευρωπαϊκό Πράσινο Σύμφωνο, σύμφωνα με τις παραμέτρους του πράσινου καπιταλισμού, που τον έχει επικρίνει ο Daniel Tanuro25.
- RescEU: 1,9 δις ευρώ. Πρόκειται για ένα μηχανισμό πολιτικής προστασίας που, αυτή τη φορά, θα προσπαθήσει μεταξύ άλλων να καλύψει το κενό από τις ελλείψεις σε ιατρικό εξοπλισμό μέσα από την παραγωγή, την αγορά και τη συγκεντρωτική αποθήκευση.
Με λίγα λόγια, οι προορισμοί με κοινωνική χρησιμότητα, στο υγειονομικό και οικολογικό χώρο, που είναι όσοι έχουν κάποια προτεραιότητα, δε διαθέτουν παρά 11,9 δις ευρώ για το σύνολο της ΕΕ, και είναι εξάλλου με μια μορφή που ενδέχεται κατά πολύ να γίνουν από την ιδιωτική πρωτοβουλία.
Ο ορισμός νέων πόρων, που να επιβάλλεται για χρηματοδότηση από τον ευρωπαϊκό προϋπολογισμό, μένει να αποφασιστεί. Γίνεται λόγος για έναν φόρο στα πλαστικά, για δικαιώματα ρύπανσης, για δικαιώματα εκπομπής άνθρακα για τις σημαντικές επιχειρήσεις, που σύμφωνα με το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο θα μπορούσαν συνολικά να αποφέρουν 31 δις ευρώ ετησίως. Από μόνα τους δε θα αρκέσουν, δε θα λύσουν το κλιματικό πρόβλημα και αντιπροσωπεύουν και αντιστρόφως προοδευτικούς φόρους. Ο φόρος επί των χρηματοπιστωτικών κινήσεων, ο φόρος Google ή και μια ορισμένη εναρμόνιση της φορολογίας των επιχειρήσεων -που θα ήταν πιο ενδιαφέροντα, έστω και ανεπαρκή και θα απείχαν πολύ από μια προοδευτική φορολόγηση ή από μια εναρμονισμένη φορολογική συνεργασία26– είναι πιο σοβαρά.
Το Ταμείο «Next Generation EU» επιτρέπει στις κυβερνήσεις να προτείνουν το δικό τους οικονομικό πρόγραμμα ενόψει μιας χρηματοδότησης. Η τρόϊκα δε θα συμμετέχει, αλλά το πνεύμα της διαπερνάει όλη την πρωτοβουλία αυτή. Όχι μόνο οι ευρωπαϊκοί θεσμοί θα πρέπει να το επικυρώνουν, αλλά επιπλέον θα υπάρχει και ένα επείγον φρένο που το οποιοδήποτε κράτος μέλος θα μπορεί να το ενεργοποιεί, εάν εκτιμάει ότι κάποια άλλη χώρα παραβιάζει τις αρχές της συμφωνίας, δηλαδή το συνδυασμό ανάμεσα στην ιδιωτική επανενεργοποίηση της οικονομίας και στην ικανότητα αποπληρωμής των χρεών. Το πνεύμα της τρόϊκας δεν ενσαρκώνεται απευθείας στην ΕΚΤ, στο ΔΝΤ ή στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, αλλά θα εδράζεται σε κάθε μία από τις κυβερνήσεις που δυσφορούν, όπως στην Ολλανδία ή στην Αυστρία, τις αγκιστρωμένες στις αρχές της λιτότητας για τις δημόσιες πολιτικές.
Και αν αυτό δεν έφτανε, όχι μόνο θα αλλάζει ο τρόπος με τον οποίο θεωρείται η παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη λέσχη του Visegrád, όπως η Ουγγαρία ή η Πολωνία, αλλά και θα διατηρηθούν οι εκπτώσεις στις συνεισφορές των κεντρικών χωρών προς τον ευρωπαϊκό προϋπολογισμό (που υπήρχαν ήδη με τη μορφή των περίφημων βρετανικών εκπτώσεων που σήμερα έχουν εξαφανιστεί), για να μπορούν να μην συνεισφέρουν όσα θα τους αναλογούσαν. Έως 1,124 δις ευρώ ετησίως θα πάψουν να δίνονται από τις «ενάρετες» χώρες, πράγμα που χρησιμοποιήθηκε για να πειστούν να δεχτούν το κονδύλι αυτό. Αυτή είναι η περίπτωση της Ολλανδίας (που η έκπτωσή της περνάει από τα 1,576 στα 1,921 δις ευρώ), της Δανίας (από 197 σε 377 εκατομμύρια ευρώ), της Αυστρίας (από 237 σε 565 εκατομμύρια ευρώ), της Σουηδίας (από 798 εκατομμύρια σε 1,609 δις ευρώ). Όσο για τη Γερμανία, αυτή περιορίζεται στο να διατηρήσει την έκπτωσή της (3,671 δις ευρώ ετησίως).
Στο σύνολο, υπολογίζουμε ότι η μέγιστη χρηματοδότηση των μέτρων αυτών θα φτάσει τα 1,29 τρις ευρώ, πράγμα που, αν προστεθεί στην πολιτική δανείων και αγορών της ΕΚΤ, θα αντιπροσώπευε δυνητικά 1,94 τρις ευρώ. Στρογγυλοποιώντας, θα μπορούσε αυτό να αντιπροσωπεύει το 13,9% του ευρωπαϊκού ΑΕΠ, με την προϋπόθεση ότι τα κίνητρα αυτά θα λειτουργήσουν για σχεδόν έξι χρόνια χωρίς να μειωθούν στο μισό. Για σύγκριση, σε ετήσια διακύμανση, το ΑΕΠ της ΕΕ μειώθηκε, στο δεύτερο τρίμηνο του 2020, κατά 14,4% σε σχέση με την ίδια περίοδο πέρυσι. Η ανάκαμψη της οικονομίας θα είναι επομένως αργή. Με άλλα λόγια, η ευρωπαϊκή δημόσια πολιτική απέχει πολύ, τόσο σε έκταση όσο και σε περιεχόμενο, από το να μπορέσει να αντιμετωπίσει την τωρινή κρίση ή και αυτές που έρχονται.
Ευρωπαϊκά κονδύλια: ένα μάννα για την κρατική πολιτική;
Ας πάρουμε για παράδειγμα το Ισπανικό Κράτος, που θα έχει πρόσβαση σε 140 δις ευρώ σε έξι χρόνια, από τα οποία τα 72,7 δις σε μεταβιβάσεις27. Είναι αυτό το δεύτερο ποσό που θα πάρει κατά προτεραιότητα και που είναι και το πιο σημαντικό. Είναι σημαντικό, αλλά απέχει και πολύ απ’όσο χρειάζεται, ακόμα περισσότερο που όλη η οικονομική πολιτική που εφαρμόζει η κυβέρνηση αυτή -η οποία θα οδηγήσει το δημόσιο χρέος σε τουλάχιστον 115,6% το 2021, δηλαδή είκοσι εκατοστιαίες μονάδες περισσότερο σε ένα χρόνο- έχει εμπιστευτεί την κάλυψή της στους ευρωπαϊκούς πόρους. Η κυβέρνηση, έτσι, έχει εγκαταλείψει μια αυτόνομη πολιτική με βάση μια σοβαρή προοδευτική φορολογική μεταρρύθμιση (ο φόρος στις μεγάλες περιουσίες ή μια γερή αύξηση του πραγματικού συντελεστή φορολογίας στις επιχειρήσεις έχουν εγκαταλειφθεί), χωρίς να προωθεί μια πολιτική γερής δημόσιας επένδυσης στην υγεία, την εκπαίδευση ή τις αλλαγές στο ενεργειακό μοντέλο, περιοριζόμενη σε ελάχιστα σημαντικές βελτιώσεις και εγκαταλείποντας, για παράδειγμα, την αναθεώρηση των δεσμεύσεων του δημόσιου χρέους ή του άρθρου 135 του Συντάγματος28.
Δεδομένου του ότι οι εθνικές πολιτικές περιμένουν τα ευρωπαϊκά κονδύλια να καλύψουν τις πρωτοβουλίες τους και του ότι καμία φιλόδοξη δημοσιονομική πολιτική δεν προβλέπεται, δεν μπορούμε καθόλου να αναμένουμε από το δημόσιο τομέα να αντιμετωπίσει την οικονομική, την ενεργειακή ή την κλιματική κρίση. Και το ίδιο συμβαίνει και απέναντι στην κρίση που προκαλεί η πανδημία. Φοβούμαστε έντονα μήπως όλα αυτά καταλήξουν σε ένα συνδυασμό δημόσιου χρέους, μελλοντικών μειώσεων των δημοσίων υπηρεσιών, προσαρμογής μισθών, ανεργίας και ίσως και νέων έμμεσων φόρων. Στο χώρο των πολιτικών υγείας, είναι προβλέψιμη μια ενίσχυση της πολιτικής της συνεργασίας ιδιωτικού – δημοσίου, δηλαδή της χρηματοδότησης με δημόσιο χρήμα της παροχής ιδιωτικών υπηρεσιών, που χρησιμοποιείται πολύ από τις περιφερειακές κυβερνήσεις όπως της Μαδρίτης, της Γαλικίας και, όλο και περισσότερο, και της Ανδαλουσίας. Δεδομένων των περιστάσεων, θα έρθει η στιγμή και για το κεντρικό ζήτημα: την αμφισβήτηση των κεκτημένων των εργαζομένων και των κοινωνικών δικαιωμάτων.
Οι αδύναμοι διαθέσιμοι πόροι δεν θα χρησιμοποιηθούν ούτε και για μια μεγάλη πολιτική δημοσίων επενδύσεων στον κοινωνικό και υγειονομικό χώρο, στην περίθαλψη, για την ενεργειακή μετάβαση ή για την αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου. Τα προτεινόμενα μέτρα κοινωνικής προστασίας, ακόμα και αν αποτελούν διαφοροποίηση της ισπανικής κυβέρνησης, δεν επαρκούν, δεν φτάνουν εκεί όπου είχαν προαναγγελθεί, ούτε λύνουν τα ουσιαστικά προβλήματα. Απουσία μιας φορολογικής πολιτικής ή της αμφισβήτησης των χρεών, θα αυξήσουν το χρέος στην επόμενη περίοδο. Και τα σημερινά χρέη θα προκαλέσουν αύριο τις δημοσιονομικές περικοπές και την εμπορευματικοποίηση των κοινών, την επισφάλεια στα εργατικά δικαιώματα, την εντατικοποίηση της εργασίας και την κοινωνική ανισότητα.
Όσο τα προνόμια της καπιταλιστικής μειονότητας και οι πολιτικές που την υπηρετούν δεν καταπολεμούνται γερά, με ρυθμίσεις, με απαλλοτριώσεις και με εκδημοκρατισμό τομέων ολόκληρων, η τάση θα είναι αυτή, σε ένα πλαίσιο όπου το ποσοστό ανεργίας αυξάνει κάθετα και όπου η διαπραγματευτική ισχύς του κόσμου της εργασίας εξασθενίζει.
Η οικονομική κρίση, επιδεινωνόμενη από την πανδημία, δημιούργησε ένα πολύ σοβαρό περιβάλλον κοινωνικοποίησης των ζημιών, του κόστους της εργασίας και των ιδιωτικών χρεών, σε βάρος των δημόσιων ταμείων. Η αναστολή του Συμφώνου Σταθερότητας είναι προσωρινή. Μόλις περάσει η υγειονομική κρίση, τελειώσει η περίοδος έκτακτης ανάγκης και επανέλθει η ισχύς του συμφώνου σταθερότητας και ανάπτυξης, τότε θα επανέλθει και η τρόϊκα ή μια αντίστοιχη πολιτική.
Απουσία επαρκών πόρων αλληλεγγύης, για παράδειγμα ενός ισχυρού, κοινού και αναδιανεμητικού, υπερεθνικού δημόσιου ταμείου, για να προωθηθεί μια πολιτική δημόσιας επένδυσης με άξονα τον κοινωνικό και υγειονομικό τομέα και για την αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου, η κρίση θα είναι γερή και διαρκείας και η αύξηση του δημόσιου χρέους αναπόφευκτη.
Για μια ακόμα φορά, οι εργαζόμενες τάξεις δεν μπορούν να συνεχίσουν να εμπιστεύονται αυτούς που τους έχουν παγιδεύσει στους στενούς τους ορίζοντες, του φόβου, της καχυποψίας απέναντι στις λαϊκές τάξεις και της φτώχειας των ιδεών τους και που δεν οργανώνουν την κοινωνία των πολιτών απέναντι στις προκλήσεις που αντιμετωπίζει, σε όρους μετασχηματισμού. Οι εργαζόμενες και οι εργαζόμενοι πρέπει να εισβάλουν στο προσκήνιο, να οργανωθούν, να αποκτήσουν εμπιστοσύνη στον εαυτό τους ως τάξη, να βγάλουν τα μαθήματα και να παρουσιάσουν μια πρόταση δημοκρατικής πολιτικής που να συνεπάγεται την ιδιοποίηση των οικονομικών πόρων στους χώρους εργασίας, στη δημόσια σφαίρα και στα κοινά αγαθά και να τα κατευθύνουν προς έναν τύπο αλληλέγγυο, διάρκειας, περιεκτικό και εναλλακτικό.
Αντιμετωπίζουμε την πιο μεγάλη από ποτέ κρίση στη λειτουργία του καπιταλισμού. Απέναντι σε αυτή την κατάσταση, η αντίληψη για την αρχιτεκτονική της ΕΕ, τη θεσμική, της λήψης αποφάσεων και την οικονομική, πρέπει να τεθεί σε αμφισβήτηση. Δεν υπάρχει άλλη λύση από το να οικοδομηθεί μια συμμαχία, τόσο σε κρατικό όσο και σε διεθνές επίπεδο, για να πραγματοποιηθούν συνεργατικές λύσεις που να ευνοούν τις λαϊκές τάξεις, τη δημόσια υγεία και τη βιόσφαιρα, παραβιάζοντας με ανυπακοή σε κάθε χώρα τα ευρωπαϊκά σύμφωνα που εμποδίζουν τέτοιες λύσεις. Πρέπει να το κάνουμε στο περιθώριο των ευρωπαϊκών θεσμών, έτσι όπως αυτοί έχουν οριστεί, ξεπερνώντας τους και οικοδομώντας θεσμούς που τους ξεπερνούν, παντού όπου είναι δυνατόν, αρχίζοντας ίσως από τους λαούς της περιφέρειας σε πλατιά συμμαχία με τις εργαζόμενες τάξεις, οργανωμένες και αλληλέγγυες, όπου και να βρίσκονται.
Daniel Albarracín
23 Αυγούστου 2020
Μετάφραση στα ελληνικά: Περιοδικό “4”
- Στα ισπανικά: “La crisis desencadenada por la pandemia y la economía política de la Unión Europea”
- Στα αγγλικά: “Covid-19 pandemic and economy: The crisis triggered by the pandemic and the economic policy of the European Union”, International Viewpoint
- Στα γαλλικά: “Capitalisme/Union européenne: La crise déclenchée par la pandémie et l’économie politique de l’UE”, Inprecor, no 677
Βιβλιογραφία
- Albarracín, D. y Lucia, M. (2020b) “¿Del plan Marshall soñado a la farsa de los Pactos de la Moncloa?”
- Albarracín, D. y Lucia M. (2020c) “El Fondo de Recuperación Europeo: un globo desinflado “
- Albarracín, D: (2020) “¿Qué es el MEDE y porqué debiera importarnos?” 15/04/2020.
- Albarracín, D., Merlo, A. y Lucia M. (2020) “Συνεργατική φορολογική εναρμόνιση και καταγγελία του χρέους Για μια νέα αλληλεγγύη σε μια νέα Ευρώπη”, από το πρωτότυπο: “Cooperación fiscal armonizada y auditorías de la deuda, un nuevo concepto solidario para una nueva Europa” 16/06/2020
- Comisión Europea. “Recovery Plan for Europe”
- European Council. “Conclusions – 17, 18, 19, 20 and 21 July 2020”
- Hernández-Ranera, S. (2020) “España obtendrá 140.000 millones en ayudas de la UE: «La cuestión es si será suficiente» 21 July 2020.
- Husson, M. (2020) “L’économie mondiale en plein chaos” 17 May 2020.
- Kucharz, T. (2020) “La Troika, sentada en el Consejo de Ministros” 23/07/2020
- López, I. (2020) “En cada rostro un Plan Marshall, en cada esquna un New Deal” 23 July 2020
- Lucia M. y Albarracín D., Abril (2020a) “El virus de la obediencia a la arquitectura económica europea” 22 April 2020
- Pérez, M. (2020) “Un salvavides insuficient per a la Unió Europea” 3 August 2020
- Pisarello, G. (2020) “Y tras el acuerdo europeo, ¿Qué?.” 5 August 2020
- Roberts, M. (2020) “Profitability, investment and the pandemic” 17 May 2020
- Roberts, M. (2020b) “A world tax of profit: a new approach” 25 July 2020
- Tanuro, D. (2013) “Green Capitalism: why it can’t work”, Merlin Press/IIRE/Resistance Books
- Toussaint, E. (2020) “The Capitalist Pandemic, Coronavirus and the Economic Crisis” 19 March-10 July 2020 (4 parts)
Σημειώσεις
1Ο Daniel Albarracín, οικονομολόγος και κοινωνιολόγος, συνεργάτης του περιοδικού Viento Sur, είναι μέλος των Anticapitalistas (ισπανικό τμήμα της 4ης Διεθνούς).
2Éric Toussaint, « La pandémie du capitalisme, le coronavirus et la crise économique », Inprecor n° 672/673 Μαρτίου – Απριλίου 2020.
3Όχι μόνο το δημόσιο χρέος των κρατών μελών, αλλά και το ευρωπαϊκό δημόσιο χρέος, γιατί η ΚΤΕ είχε, ήδη από τα τέλη του 2018, εξαγοράσει κάπου 2,1 τρις ευρώ δημόσιου χρέους των διαφόρων χωρών (ανάλογα με το βάρος τους στην οικονομία) στο πλαίσιο των προγραμμάτων ποσοτικής χαλάρωσης. Το χρέος αυτό θα πρέπει να προστεθεί στο χρέος που θα εκδοθεί από το νέο Ταμείο ανάκαμψης.
4M. Lucia και D. Albarracín, « El virus de la obediencia a la arquitectura económica europea » (22/04/2020).
5Μην ξεχνάμε ότι η ΕΕ, ως αγορά, συντρίβεται από τον εμπορικό πόλεμο μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας και ότι ο μόνος δρόμος που δοκιμάζεται είναι η αύξηση του ποσοστού εκμετάλλευσης της εργασίας, μετά από την αποτυχία άλλων πολιτικών εντός του καπιταλισμού.
6ΠΧΠ: Multiannual Financial Framework (MFF), Cadre financier pluriannuel (CFP), Marco Financiero Plurianual (MFP)
7ΣΣΑ: Stability and Growth Pact (SGP), Pacte de stabilité et de croissance (PSC), Pacto de Estabilidad y Crecimiento (PEC)
8Το «ευρωπαϊκό εξάμηνο», που εισήχθη το 2010, στο κέντρο της κρίσης που άρχισε το 2008, είναι ένας μηχανισμός ελέγχου των προϋπολογισμών και των μεταρρυθμιστικών σχεδίων των κρατών μελών. Στο πλαίσιο αυτό, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ασκεί μια δραστηριότητα εποπτείας και συστάσεων. Σε σχέση με τις τελευταίες, ο T.Kucharz γράφει: «Από το 2011 ώς το 2018, έκανε 105 συστάσεις στα κράτη μέλη της ΕΕ για να μειώσουν τις συντάξεις και 50 φορές για να πάρουν μέτρα κατά της αύξησης των μισθών. Σε 63 περιπτώσεις, η Επιτροπή κάλεσε μάλιστα για περικοπές και για ιδιωτικοποίηση των συστημάτων περίθαλψης και υγείας». (T. Kucharz, « La Troika, sentada en el Consejo de Ministros ». (23/07/2020).
9Είναι ενδιαφέρον να τονιστεί ότι τα γερμανικά δικαστήρια είναι διαφορετικής γνώμης, αφού θεωρούν ότι το γερμανικό κεφάλαιο έχει πιο υψηλά πραγματικά επιτόκια από τις χώρες της περιφέρειας, καθώς αυτές έχουν πιο υψηλό πληθωρισμό. Πρέπει να πούμε ότι τα γερμανικά δικαστήρια και η Μπούντεσμπανκ αντικατοπτρίζουν εδώ τα συμφέροντα των γερμανικών κεφαλαίων που λειτουργούν στην εθνική τους αγορά και όχι στην ευρωπαϊκή αγορά και εννοείται πως η υποτιθέμενη άρα ζημιά, προφανώς δευτερεύουσα, αντισταθμίζεται από τα πλεονεκτήματα που αυτό προσφέρει στα γερμανικά κεφάλαια που είναι στραμμένα προς τις εξαγωγές στην Ευρώπη.
10D. Albarracín και M. Lucia, « ¿Del plan Marshall soñado a la farsa de los Pactos de la Moncloa? »/ (23/04/2020).
11Το ιδιωτικό χρέος των επιχειρήσεων αντιπροσωπεύει ήδη το 110% του ΑΕΠ της ευρωζώνης (Michel Husson, « L’économie mondiale en plein chaos », À l’encontre).
12Πρέπει να πάρουμε υπόψη μας το γεγονός ότι, εάν το Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν ποσοτικοποιεί το σύνολο της παραγωγής που πραγματοποιείται σε έναν οικονομικό χώρο ανεξάρτητα από την κατοικία του παραγωγικού συντελεστή που τη δημιουργεί, ενώ το Ακαθάριστο Εθνικό Εισόδημα, αντίθετα, δεν περιλαμβάνει παρά μόνο τα προϊόντα και υπηρεσίες που δημιουργούνται από τους παραγωγικούς συντελεστές κατοίκους στη χώρα.
13Πρέπει να σημειώσουμε ότι σε σχετικούς όρους, είναι δύσκολο να εκτιμηθεί το βάρος τους στην ευρωπαϊκή οικονομία, καθώς το ευρωπαϊκό ακαθάριστο εθνικό εισόδημα τα επόμενα χρόνια είναι δύσκολο να εκτιμηθεί και θα μπορούσε να υποστεί σημαντική μείωση εξαιτίας της σημερινής ύφεσης.
14Δεν πρέπει να ξεχνάμε πως ο νέος προϋπολογισμός προβλέπει κονδύλια για την ασφάλεια και τη στρατιωτικοποίηση της Ευρώπης: 23 δισεκατομμύρια πρόσθετα ευρώ για το κλείσιμο των εξωτερικών συνόρων και 20 πρόσθετα δις ευρώ για τις βιομηχανίες όπλων (βλέπε το άρθρο του T. Kucharz που αναφέρθηκε στην υποσημείωση 8).
15Η Γερμανία «θα έχει χρέος κατά 118,7 δισεκατομμύρια υψηλότερο απ’ό,τι της επιτρέπει ο δημοσιονομικός κανόνας που εγγράφεται στο γερμανικό Σύνταγμα. Επιπλέον το γερμανικό χρέος θα φτάσει το 77% του ΑΕΠ της το 2020, πράγμα που είναι σαφώς υψηλότερο από το όριο του 60% που ορίζει το Σύμφωνο Σταθερότητας της Ευρωπαϊκής Ένωσης» (T. Kucharz, op. cit. υποσημείωση 8).
16D. Albarracín και M. Lucia, op. cit. υποσημείωση 10.
17Το «Expediente de Regulación Temporal de Empleo (ERTE)» είναι μια ισπανική διαδικασία που επιτρέπει σε μια επιχείρηση να αναστείλει την απασχόληση ενός ή περισσότερων εργαζομένων σε εξαιρετικές περιστάσεις, χωρίς αναγκαστικά να τους απολύσει. Ο μισθός τότε καλύπτεται κατά 70% από ένα επίδομα ανεργίας διάρκειας κατά μέγιστο 180 ημερών.
18ΕΜΣ: European Stability Mechanism (ESM), Mécanisme européen de stabilité (MES), Mecanismo Europeo de Estabilidad (MEDE)
19Το ποσό αυτό δόθηκε το Μάρτιο του 2020. Βλέπε: D. Albarracín, « ¿Qué es el MEDE y porqué debiera importarnos? » (15/04/2020).
20Ο ΕΜΣ διαθέτει ένα κεφάλαιο 80 δισεκατομμυρίων ευρώ, πράγμα που του έχει επιτρέψει ώς τώρα να εκδίδει ομόλογα με δυνατότητα δανεισμού ώς 500 δισεκατομμύρια ευρώ.
21T. Kucharz, op. cit. υποσημείωση 8.
22Βλέπε: European Council «Conclusions – 17, 18, 19, 20 and 21 July 2020».
23ΔΑΑ: Recovery and Resilience Facility (RRF), Facilité pour la reprise et la résilience (FRR), Fondo de recuperación y resiliencia (FRR)
24Η ψηφιακή οικονομία αντιπροσωπεύει ένα πλατύ φάσμα από πρωτοβουλίες νέων τεχνολογιών, αυτοματοποίησης, τηλε-εργασίας, ρομποτοποίησης και άλλων διατυπώσεων της «τέταρτης βιομηχανικής επανάστασης» που, αξίζει να επισημανθεί με την ευκαιρία, συνεπάγονται μια κατανάλωση ενέργειας που είναι αδύνατον να εξασφαλιστεί γενικά στο πλαίσιο της ενεργειακής κρίσης.
25Βλέπε Daniel Tanuro, l’Impossible capitalisme vert, La Découverte, Παρίσι 2010.
26D. Albarracín, A. Merlo και M. Lucia, « Cooperación fiscal armonizada y auditorías de la deuda, un nuevo concepto solidario para una nueva Europa » (16/06/2020) [και στα ελληνικά: «Συνεργατική φορολογική εναρμόνιση και καταγγελία του χρέους. Για μια νέα αλληλεγγύη σε μια νέα Ευρώπη»].
27S. Hernández-Ranera, « España obtendrá 140 000 millones en ayudas de la UE : “La cuestión es si será suficiente” », (21/07/2020).
28Το άρθρο 135 του Συντάγματος του Ισπανικού Κράτους τροποποιήθηκε το Σεπτέμβριο του 2011, με πρωτοβουλία της κυβέρνησης του Χοσέ Λουίς Ροντρίγκεθ Θαπατέρο (PSOE -Σοσιαλιστικό Κόμμα), με τη στήριξη του Λαϊκού Κόμματος του Μαριάνο Ραχόϊ, καθιστώντας την αποπληρωμή του χρέους «απόλυτη προτεραιότητα» (άρθρο 135.3). Για αυτό, βλέπε: Jérôme Duval και Fátima Martín, « Le changement constitutionnel du PSOE qui nous soumet à l’esclavage de la dette est illégal ».
[Για «4» τεύχος 6, περιεχόμενα, κλικ εδώ]
[…] […]
[…] Η ίδια η ΕΕ είναι εμβληματική: τα σχέδια οικονομικής αντιμετώπισης της πανδημίας, «απουσία μιας φορολογικής πολιτικής ή της αμφισβήτησης των χρεών,» προγραμματίζουν αμοιβαιοποιημένα αύξηση του «χρέους στην επόμενη περίοδο» που θα μεταφραστεί «σε δημοσιονομικές περικοπές και εμπορευματοποίηση των κοινών, επισφάλεια στα εργατικά δικαιώματα, εντατικοποίηση της εργασίας και κοινωνική ανισότητα» [Daniel Albarracín «Πολιτική οικονομία μιας ΕΕ σε κρίση»]. […]
[…] Daniel Albarracín:Πολιτική οικονομία μιας ΕΕ σε κρίση, σελ.10 […]
[…] L’UE elle-même en est emblématique : les plans de gestion économique de la pandémie, « en l’absence d’une politique fiscale ou de la remise en cause des dettes », visent l’augmentation mutuelle « des dettes de la période suivante » qui vont « se traduiredemain en réductions budgétaires et en marchandisation du commun, enprécarité des droits du travail, en intensification du travail et en inégalité sociale » [Daniel Albarracín « Capitalisme/Union européenne: La crise déclenchée par la pandémie et l’économie politique de … »]. […]
[…] L’UE elle-même en est emblématique : les plans de gestion économique de la pandémie, « en l’absence d’une politique fiscale ou de la remise en cause des dettes », visent l’augmentation mutuelle « des dettes de la période suivante » qui vont « se traduire demain en réductions budgétaires et en marchandisation du commun, en précarité des droits du travail, en intensification du travail et en inégalité sociale » [Daniel Albarracín « Capitalisme/Union européenne: La crise déclenchée par la pandémie et l’économie politique de … »]. […]