Μια καταρρέουσα κυβέρνηση που συνεχίζει…

editorial

«4» τεύχος 15, Νοέμβρης 2025

Μια κυβέρνηση που καταρρέει,

αλλά δεν βρίσκεται κανείς να την αποτελειώσει

Η Συντακτική Επιτροπή του «4»

Ήδη από τα μέσα του 2024 έχει γίνει φανερό ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει μπει σε μια τροχιά φθοράς που, παρά τις αγωνιώδεις προσπάθειες της, όχι μόνο δεν καταφέρνει να ανακόψει αλλά αντίθετα αυτή επιδεινώνεται διαρκώς. Η ακρίβεια καλπάζει, το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού δυσκολεύεται να καλύψει τις βασικές του ανάγκες, το κόστος και τα ενοίκια των κατοικιών έχουν φτάσει σε δυσθεώρητα ύψη. Από την άλλη τα οικονομικά και πολιτικά σκάνδαλα σκάνε το ένα πίσω από το άλλο : παρακολουθήσεις τηλεφώνων, έγκλημα των Τεμπών, σκάνδαλο ΟΠΕΚΕΠΕ. Αλλά εκείνο που εξοργίζει ακόμη περισσότερο από τα σκάνδαλα που διαρκώς αποκαλύπτονται είναι η προκλητική συγκάλυψη τους : στο σκάνδαλο SIEMENS όλοι αθώοι, στο σκάνδαλο NOVARTIS καταδικάζονται μόνο εκείνοι που το αποκάλυψαν, στις τηλεφωνικές υποκλοπές, στα Τέμπη και στον ΟΠΕΚΕΠΕ τα πολιτικά πρόσωπα μένουν στο απυρόβλητο. Η αγανάκτηση ευρύτερων μαζών φαίνεται τόσο από τις δημοσκοπήσεις, όπου τα ποσοστά της Ν.Δ. μειώνονται συνέχεια, όσο και από τις μεγαλειώδεις συγκεντρώσεις της 28/2/2025 σε πανελλήνια κλίμακα όπου εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι αποδοκίμασαν την κυβερνητική πολιτική. Τελευταία εκδήλωση της αγανάκτησης που κυριαρχεί στην κοινωνία ήταν η ευρύτατη στήριξη της απεργίας του Πάνου Ρούτσι που ανάγκασε την κυβέρνηση να υποχωρήσει άτακτα στα αιτήματα του.

Απέναντι σε αυτή την κατάσταση η κυβέρνηση καταφεύγει στο τελευταίο αλλά πιο αγαπημένο της μέσο, την άγρια και χωρίς όρια καταστολή. Η εντατικοποίηση της καταστολής, ο περιορισμός των δημοκρατικών δικαιωμάτων και το βίαιο χτύπημα κάθε κινητοποίησης είχε ξεκινήσει από την πρώτη μέρα που η Ν.Δ. έγινε κυβέρνηση αλλά τώρα πια έχει ξεπεραστεί κάθε όριο. Σε οποιαδήποτε κινητοποίηση στο δρόμο το χτύπημα είναι δεδομένο με τελευταίο κρούσμα τα δακρυγόνα σε γονείς και μαθητές του Δημοτικού που διαμαρτύρονταν για τις συγχωνεύσεις τμημάτων στα δημοτικά σχολεία. Στα Πανεπιστήμια μπαινοβγαίνει καθημερινά η αστυνομία χτυπώντας στη γένεση της κάθε κινητοποίηση, όπως έγινε με την πρόσφατη σύλληψη και παραπομπή των 15 φοιτητών/τριών του Πολυτεχνείου. Εκπαιδευτικοί και γενικότερα δημόσιοι υπάλληλοι παραπέμπονται στα Πειθαρχικά με απειλή απόλυσης για οποιαδήποτε συνδικαλιστική διεκδίκηση, για διαμαρτυρία για υπηρεσιακά ζητήματα ή ακόμη και για έκφραση γνώμης για γενικότερα θέματα (π.χ. καταγγελία της γενοκτονίας στη Γάζα). Εντείνεται η ρατσιστική πολιτική απέναντι στους μετανάστες με τις επαναπροωθήσεις στο Αιγαίο και το νέο νόμο Πλεύρη κατάργησης του δικαιώματος ασύλου και ποινικοποίησης κάθε εισόδου μετανάστη ή πρόσφυγα στην Ελλάδα.

Ταυτόχρονα η κυβέρνηση βλέποντας το χρόνο της να τελειώνει έχει αποδυθεί σε έναν αγώνα δρόμου να τελειώσει τη «βρώμικη δουλειά». Προωθεί την ιδιωτικοποίηση όσων δημόσιων αγαθών έχουν απομείνει (π.χ. νερό). Ολοκληρώνει τη διάλυση των νοσοκομείων και των λοιπών φορέων δημόσιας υγείας ώστε να υποχρεώσει τους πολίτες να καταφεύγουν όλο και περισσότερο στους ιδιωτικούς φορείς υγείας. Κλείνει δημόσιες υπηρεσίες, όπως τα παραρτήματα των ΕΛΤΑ που εξυπηρετούν κυρίως ευάλωτες ομάδες. Υποβαθμίζει και κλείνει συνέχεια, μέσω των συμπτύξεων, τμήματα των δημοσίων σχολείων και Α.Ε.Ι. ωθώντας τον κόσμο προς την ιδιωτική εκπαίδευση όλων των βαθμίδων, ενώ ταυτόχρονα δίνει άδειες λειτουργίας ιδιωτικών πανεπιστημίων σε διάφορους απίθανους, παραβιάζοντας ανοιχτά το σύνταγμα. Προωθεί την χωρίς όρια εκμετάλλευση των εργαζομένων με αποκορύφωμα την πρόσφατη νομιμοποίηση της 13ωρης εργασίας. Περιορίζει συνέχεια τους πόρους και τις αρμοδιότητες των Δήμων με τελευταίο μέτρο την αφαίρεση από αυτούς τις εισπράξεις από τις τροχαίες παραβάσεις και την απόδοση τους στο ταμείο σύνταξης των ενστόλων.

Απέναντι σε αυτή την κατάσταση τα κόμματα της Αντιπολίτευσης, και ιδιαίτερα αυτά που δηλώνουν ότι ανήκουν στην Αριστερά, δείχνουν μια πλήρη αδυναμία να εκμεταλλευθούν τη φθορά της κυβέρνησης και να προβάλουν σαν εναλλακτική λύση γιατί έχουν περιπέσει σε απόλυτη αναξιοπιστία. Η μεγάλη πλειοψηφία εκείνων που κινητοποιούνται ενάντια στην κυβέρνηση δεν τα εμπιστεύεται. Οι λόγοι της αναξιοπιστίας τους είναι τόσο η συμπεριφορά της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ την περίοδο 2015-19 που πρόδωσε τις ελπίδες εκείνων που την είχαν στηρίξει, όσο και η υποτονική, μέχρι ανυπαρξίας, αντιπολίτευση που κάνουν. Απέναντι σε μια κυβέρνηση που επιτίθεται καθημερινά στο σύνολο της κοινωνίας τα κόμματα αυτά αρκούνται σε λεκτικές καταγγελίες, ακόμη και σε μια ντροπαλή στήριξη μέρους της κυβερνητικής πολιτικής (π.χ. ψήφιση του αμυντικού προϋπολογισμού και των αγορών οπλικών συστημάτων), χωρίς να συγκρούονται μετωπικά με αυτήν και χωρίς να αναλαμβάνουν τη δέσμευση ότι αν εκλεγούν θα ακυρώσουν άμεσα το σύνολο των αντιλαϊκών και αντικοινωνικών μέτρων που έχει επιβάλει η κυβέρνηση της Ν.Δ.. Γιαυτό και δημοσκοπικά ενώ η κυβέρνηση καταρρέει η αντιπολίτευση παραμένει σε εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα.

Μπροστά στην κατάσταση αυτή και επιθυμώντας την συνέχιση ενός δικομματικού συστήματος επιχειρηματικοί κύκλοι προωθούν την ανάδειξη νέων κομμάτων. Επενδύουν κυρίως σε ένα κόμμα που θα καλύψει το χώρο της κοινοβουλευτικής αριστεράς, αλλά που δεν θα έχει εξαρτήσεις από κινήματα και μαζικούς χώρους και θα είναι σε θέση αφενός να συσπειρώσει ευρύτερες μάζες με ένα αριστερό προσωπείο και από την άλλη να ασκήσει χωρίς κλυδωνισμούς μια πολιτική σύμφωνα με τα συμφέροντα της αστικής τάξης. Ένα τέτοιο κόμμα δείχνει ότι θα είναι το «κόμμα Τσίπρα» όπου το Α και το Ω θα είναι ο αρχηγός, απαλλαγμένος από κομματικούς μηχανισμούς, ρεφορμιστικού έστω τύπου, που θα μπορεί ανεξέλεγκτα να περνάει από τη μια θέση στην άλλη. Θα μπορέσει να αποκτήσει την εκλογική υποστήριξη ευρύτερων μαζών στη βάση του «ή εμείς ή ο Μητσοτάκης» χωρίς ουσιαστικές δεσμεύσεις απέναντι τους και χωρίς να αναλαμβάνει την υποχρέωση ότι θα ακυρώσει τα μέτρα της τωρινής κυβέρνησης. Υπάρχουν και σκέψεις για ένα κόμμα κοινοβουλευτικό στα δεξιά της Ν.Δ. που θα συγκεντρώσει τους απογοητευμένους δεξιούς και τμήμα της ακροδεξιάς αλλά αυτό δεν φαίνεται να προχωράει για την ώρα.

Όλη αυτή η κατάσταση κάνει περισσότερο από ποτέ αναγκαία την παρουσία μιας αντικαπιταλιστικής αριστεράς που θα έχει μια στοιχειώδη αριθμητική και πολιτική αξιοπιστία και θα μπορέσει να συνδεθεί με τους μαζικούς αγώνες προβάλλοντας συνθήματα που θα μπορούν να γίνουν δεκτά και να προωθήσουν αυτούς τους αγώνες σε ανώτερο επίπεδο. Κάτι τέτοιο είναι αδύνατο να γίνει από καθεμιά από τις πολιτικές οργανώσεις του χώρου αυτού, ενώ θα ήταν δυνατόν αν ένα αξιόλογο μέρος του δυναμικού του, οργανωμένου και ανοργάνωτου, στρατευθεί σε μια κοινή προσπάθεια για ενιαία παρέμβαση στο κίνημα.

Μια προσπάθεια στην κατεύθυνση αυτή είναι η πορεία για τη δημιουργία της Πολιτικής Κίνησης των οργανώσεων Αναμέτρηση, ΑΠΟ, ΔΕΑ, ΚΕΜΑ, Μετάβαση και Ξεκίνημα που εκφράστηκε δημόσια με την εκδήλωση της 11/10/2025 στην Πάντειο. Ο δρόμος στην κατεύθυνση αυτή είναι ακόμη μακρύς αλλά αν η διαδικασία αυτή προχωρήσει και μπορέσει να διευρυνθεί και με άλλες δυνάμεις του χώρου μοιάζει να είναι ο μόνος που μπορεί να οδηγήσει σε μια στοιχειωδώς μαζική και αξιόπιστη παρέμβαση απέναντι σε μια δεξιά που καταρρέει αλλά συνεχίζει να επιτίθεται στην κοινωνία και σε μια ρεφορμιστική αριστερά που απλά δημιουργεί τις προϋποθέσεις για νέους οδυνηρούς συμβιβασμούς. Είναι επιτακτική η ανάγκη μιας ενιαίας δράσης στο κίνημα για τα πολιτικά, συνδικαλιστικά και κοινωνικά δικαιώματα,.

Η Συντακτική Επιτροπή του «4»

«4» τεύχος 15, Νοέμβρης 2025


https://tpt4.org/?p=10481

There is one comment

Σχολιάστε