Μανιφέστο για μια οικοσοσιαλιστική επανάσταση:
Μια αναγκαία προγραμματική ανανέωση
του Daniel Tanuro
Για μια άνιση και συνδυασμένη απο-ανάπτυξη
Πιθανές συνέπειες για τις Φιλιππίνες
[Το παρόν κείμενο αποτελεί εισήγηση του σ.Daniel Tanuro με θέμα: «Μανιφέστο για μια οικοσοσιαλιστική επανάσταση: Πιθανές συνέπειες στις Φιλιππίνες» σε δημόσια εκδήλωση, που συνδιοργανώθηκε στις Φιλιππίνες, από το IIRE-Philippines και το Partido Manggagawa τον Σεπτέμβριο του 2025, για το Μανιφέστου της 4ης Διεθνούς για μια οικοσοσιαλιστική επανάσταση – Ρήξη με την καπιταλιστική ανάπτυξη. Στην ίδια εκδήλωση η σ.Maral Jefroudi ανάπτυξε το θέμα: «Εισαγωγή στο Μανιφέστο για μια οικοσοσιαλιστική επανάσταση: Λιγότερη εργασία, καλύτερη ζωή».]
Μετάφραση ΤΠΤ – “4” από το International Viewpoint: “Manifesto for an Ecosocialist Revolution: Possible consequences in the Philippines”, Friday 31 October 2025, by Daniel Tanuro.
Στο τελευταίο παγκόσμιο συνέδριό της, η 4η Διεθνής υιοθέτησε ένα έγγραφο με τίτλο «Μανιφέστο για μια οικοσοσιαλιστική επανάσταση – Ρήξη με την καπιταλιστική ανάπτυξη». Σκοπός αυτής της εισήγησης δεν είναι να εισέλθει στις λεπτομέρειες αυτού του κειμένου, αλλά να παρουσιάσει προβλήματα που έχει να αντιμετωπίσει. Καταληκτικά, θα προτείνω ορισμένα σημεία για μια ενδεχόμενη συγκεκριμενοποίησή του στις Φιλιππίνες.
Αφετηρία: η τεράστια απειλή της «οικολογικής κρίσης»
Αφετηρία είναι η λεγόμενη «παγκόσμια οικολογική κρίση». Κατά τη γνώμη μας, αυτή η κρίση μας φέρνει αντιμέτωπους με μια κατάσταση υπαρξιακής απειλής χωρίς ιστορικό προηγούμενο, όχι μόνο στην ιστορία του καπιταλισμού, αλλά και στην ιστορία της ανθρωπότητας.
Οι επιστήμονες προσδιορίζουν εννέα παραμέτρους για τη βιωσιμότητα του ανθρώπου στον πλανήτη Γη. Αυτές είναι:
- Η κλιματική αλλαγή (κυρίως λόγω της συγκέντρωσης CO2 στην ατμόσφαιρα, που οφείλεται κυρίως στην καύση ορυκτών καυσίμων).
- Η απώλεια βιοποικιλότητας (ο ρυθμός αυτής της απώλειας είναι σήμερα υψηλότερος από ό,τι όταν εξαφανίστηκαν οι δεινόσαυροι, πριν από 60 εκατομμύρια χρόνια).
- Η ατμοσφαιρική ρύπανση από σωματίδια (αιτία πολυάριθμων αναπνευστικών παθήσεων).
- Η δηλητηρίαση των οικοσυστημάτων από «νέες χημικές ουσίες» (ραδιενεργά νουκλεΐδια, φυτοφάρμακα, PFAS [περι- και πολυφθοριωμένες αλκυλικές ουσίες] … κυρίως καρκινογόνες, μερικές από τις οποίες συσσωρεύονται καθώς δεν μπορούν -ή μπορούν μόνο πολύ αργά- να καταστραφούν με φυσικούς τρόπους).
- Η αλλαγή στη χρήση της γης και η υποβάθμιση των εδαφών (αποδάσωση, διάβρωση, απώλεια θρεπτικών ουσιών, καταστροφή των υγροτόπων…)
- Η οξίνιση των ωκεανών (με αποτέλεσμα τον θάνατο των κοραλλιογενών υφάλων, που αποτελούν κέντρα βιοποικιλότητας).
- Οι πηγές φρέσκου νερού.
- Η διαταραχή των κύκλων του αζώτου και του φωσφόρου (η υπερβολική χρήση νιτρικών και φωσφορικών αλάτων στη γεωργία προκαλεί ένα φαινόμενο γνωστό ως ευτροφισμός: η υπερβολική ανάπτυξη φυκιών εξαντλεί το οξυγόνο που υπάρχει στο νερό).
- Η κατάσταση του στρώματος του όζοντος στη στρατόσφαιρα (που μας προστατεύει από τις υπεριώδεις ακτίνες).
Για κάθε μία από αυτές τις παραμέτρους, οι επιστήμονες καθόρισαν ένα «όριο» βιωσιμότητας. Το όριο αυτό δεν είναι ένα αυστηρό όριο, αλλά η υπέρβασή του σημαίνει ότι εισερχόμαστε σε μια επικίνδυνη, μη βιώσιμη ζώνη. Πριν από δεκαπέντε χρόνια, οι ερευνητές υπολόγισαν ότι είχαμε ήδη υπερβεί τρία από αυτά όρια: το CO2, τη βιοποικιλότητα και το άζωτο. Αυτή τη στιγμή, υπολογίζουν ότι έχουμε υπερβεί επτά όρια. Ο μόνος δείκτης που εξελίχθηκε θετικά είναι η κατάσταση του στρώματος του όζοντος (επειδή πάρθηκαν μερικά αποτελεσματικά μέτρα, που δεν ήταν νεοφιλελεύθερα, για συγκεκριμένους λόγους που δεν θα αναπτυχθούν εδώ). Για την ατμοσφαιρική ρύπανση από σωματίδια δεν έχει καθοριστεί ακόμη σαφές όριο.
Αρκεί να διαβάσει κανείς αυτόν τον κατάλογο παραμέτρων για να καταλάβει ότι η λεγόμενη «οικολογική κρίση» είναι ταυτόχρονα μια τεράστια κοινωνική κρίση με ενδεχόμενες τεράστιες συνέπειες. Οι επιπτώσεις αυτές είναι γνωστές, ιδιαίτερα στη χώρα σας: πιο βίαιοι τυφώνες, πιο έντονες βροχοπτώσεις, περισσότερες ξηρασίες, περισσότερα κύματα καύσωνα, περισσότερες κατολισθήσεις, περισσότερες πλημμύρες σε παράκτιες και παραποτάμιες περιοχές, άνοδος της στάθμης της θάλασσας κ.λπ. Όλα αυτά τα φαινόμενα επιδεινώνονται και θα συνεχίσουν να επιδεινώνονται αν δεν αλλάξει τίποτα.
Αν εξαιρέσουμε το στρώμα του όζοντος, τα άλλα ζητήματα είναι πολύ αλληλένδετα και η κλιματική αλλαγή διαδραματίζει κεντρικό ρόλο στο σύνολο αυτό. Η υπερθέρμανση του πλανήτη επιταχύνει την απώλεια της βιοποικιλότητας, η καύση ορυκτών καυσίμων είναι μια σημαντική αιτία της ατμοσφαιρικής ρύπανσης από σωματίδια, η οξίνιση των ωκεανών είναι αποτέλεσμα της αυξανόμενης συγκέντρωσης CO2 στην ατμόσφαιρα, η αποδάσωση είναι η δεύτερη πηγή εκπομπών CO2, οι υπερβολικές ποσότητες νιτρικών συγκεντρώνονται σε ένα ισχυρό αέριο θερμοκηπίου (το υποξείδιο του αζώτου), τα φυτοφάρμακα και τα PFAS είναι προϊόντα της βιομηχανίας ορυκτών (πετροχημικά)…
Οι επιστήμονες προειδοποιούν εδώ και δεκαετίες για την καταστροφή, αλλά οι κυβερνήσεις δεν έκαναν τίποτα -ή σχεδόν τίποτα. Σήμερα, ορισμένοι αρχηγοί κρατών, όπως ο Τραμπ και ο Μιλέι, αρνούνται ανοιχτά την πραγματικότητα. Άλλοι λαμβάνουν μέτρα που είναι εντελώς ανεπαρκή, αναποτελεσματικά και μπορούν ακόμη και να επιδεινώνουν την κατάσταση. Επιπλέον, αυτή τη στιγμή, φτάνουν ακόμα και να τα αμφισβητούν στο όνομα της ανταγωνιστικότητας.
Ως αποτέλεσμα αυτής της στάσης, η καταστροφή δεν είναι πλέον απλώς πιθανότητα. Στην πραγματικότητα, έχουμε εισέλθει στην καταστροφή, η οποία εξελίσσεται όλο και πιο γρήγορα. Αν δεν αλλάξει τίποτα, αν δεν εφαρμοστεί ένα σχέδιο έκτακτης ανάγκης, θα είναι εκτός ελέγχου. Η φυσική κατάσταση της Γης θα αλλάξει και καμία αναστροφή δεν θα είναι δυνατή. Η καταστροφή θα μετατραπεί σε κατακλυσμό, συγκρίσιμο με αυτόν που προκάλεσε την εξαφάνιση των δεινοσαύρων. Σύμφωνα με πρόσφατες έρευνες, μια σειρά «θετικών ανατροφοδοτήσεων», που ξεκινούν από τους +2 °C υπερθέρμανσης, μπορεί να αρκέσει για να ωθήσει τον πλανήτη σε αυτή την μη αναστρέψιμη πορεία.
Παρόλο που δεν φέρουν καμία ευθύνη, οι φτωχοί είναι τα κύρια θύματα, ειδικά στις φτωχότερες χώρες. Προς το παρόν, σύμφωνα με την IPCC [Διακυβερνητική Επιτροπή για την Κλιματική Αλλαγή] (AR6, ομάδα εργασίας 2, πλήρης έκθεση), τα τρία τέταρτα των καλλιεργούμενων εκτάσεων παγκοσμίως υφίστανται ήδη απώλειες παραγωγής που προκαλούνται από μετεωρολογική ξηρασία. Τρία με τρισίμισι δισεκατομμύρια άνθρωποι επηρεάζονται σοβαρά από την κλιματική αλλαγή. Τέσσερα δισεκατομμύρια άνθρωποι αντιμετωπίζουν σοβαρή έλλειψη νερού για τουλάχιστον ένα τμήμα του έτους. Οι περισσότεροι από αυτούς τους ανθρώπους είναι φτωχοί στις φτωχότερες χώρες. Η ίδια η ύπαρξη αυτών των ανθρώπων βρίσκεται σε κίνδυνο.
Ένας διακεκριμένος κλιματολόγος, πρώην συμπρόεδρος της ομάδας εργασίας 1 της IPCC, δήλωσε πρόσφατα σε μια συνέντευξή του: Με τους σημερινού ρυθμούς, κατευθυνόμαστε προς μια αύξηση της μέσης παγκόσμιας θερμοκρασίας κατά 4 °C τις επόμενες δεκαετίες. Κανείς δεν ξέρει ακριβώς πώς θα είναι η Γη σε αυτή την περίπτωση, αλλά ένα πράγμα είναι απολύτως βέβαιο: Ένας τόσο ζεστός πλανήτης δεν θα μπορέσει να στηρίξει τη ζωή 8 δισεκατομμυρίων ανθρώπων. Ίσως να μπορούσε να στηρίξει τον μισό από αυτόν τον πληθυσμό.
Η πιο στοιχειώδης κοινή λογική θα έλεγε ότι θα έπρεπε να παρθούν επειγόντως δραστικά μέτρα κοινωνικής και οικολογικής δικαιοσύνης. Γιατί δεν λαμβάνονται; Τι είναι πιο ισχυρό από τη στοιχειώδη κοινή λογική, πιο ισχυρό από το ένστικτο για συλλογική επιβίωση; Η απάντηση είναι ξεκάθαρη: αυτό που το εμποδίζει είναι ο αγώνας για το κέρδος, ο οποίος αναπόφευκτα συνεπάγεται την παραγωγή όλο και περισσότερων εμπορευμάτων, με όλο και χαμηλότερο κόστος, δημιουργώντας έτσι όλο και περισσότερες κοινωνικές ανισότητες και διακρίσεις.
Η απλή αλήθεια είναι ότι ο καπιταλισμός είναι ένα παραγωγικίστικο σύστημα, και αυτός ο παραγωγισμός είναι καταστροφικός. Κοινωνικός καπιταλισμός δεν υπάρχει. Πράσινος καπιταλισμός δεν υπάρχει, για τον ίδιο λόγο. Πρέπει να προσπαθήσουμε να απαλλαγούμε από αυτό το παράλογο σύστημα. Αν δεν το κάνουμε, αυτό θα συντρίψει τις λαϊκές τάξεις και πιθανώς θα καταστρέψει την ανθρωπότητα και τη φύση της οποίας αποτελεί μέρος.
Μια επανάσταση -μια παγκόσμια κοινωνική, οικολογική, φεμινιστική, αντικαπιταλιστική επανάσταση- είναι αντικειμενικά απαραίτητη. Αυτό είναι το σημείο εκκίνησης του Μανιφέστου μας.
Μια ανανεωμένη παγκόσμια ιστορική προοπτική
Αυτό το σημείο εκκίνησης δεν είναι καινούργιο. Αλλά υπονοεί μια ανανεωμένη παγκόσμια ιστορική προοπτική. Στο Κομμουνιστικό Μανιφέστο, ο Μαρξ και ο Ένγκελς έγραψαν ότι το προλεταριάτο πρέπει να πάρει την πολιτική εξουσία «για να αυξήσει τις συνολικές παραγωγικές δυνάμεις όσο το δυνατόν γρηγορότερα». Αυτό δεν αποτελεί πλέον επιλογή σε παγκόσμιο επίπεδο. Ούτε ακόμα και μια στάσιμη οικονομία δεν αποτελεί πλέον επιλογή. Σε παγκόσμιο επίπεδο, το γεγονός ότι έχουν ξεπεραστεί τα όρια της βιωσιμότητας σημαίνει ότι ο καπιταλισμός μας έχει οδηγήσει πολύ μακριά. Πρέπει να γυρίσουμε πίσω, τελεία και παύλα. Η αύξηση των παραγωγικών δυνάμεων είναι αυτό που κάνει ο καπιταλισμός. Αυτές πρέπει να μειωθούν σε παγκόσμιο επίπεδο. Με άλλα λόγια, η αποανάπτυξη είναι αντικειμενικά αναγκαία. Η αποανάπτυξη δεν είναι ένα σχέδιο κοινωνίας -το δικό μας σχέδιο είναι ο οικοσοσιαλισμός. Δεν είναι καν αίτημα. Είναι περιορισμός, που πρέπει να πάρουμε υπόψη μας στη μετάβαση προς μια άλλη κοινωνία.
Αυτή η προοπτική της αποανάπτυξης παγκοσμίως μοιάζει να έρχεται σε πλήρη αντίθεση με την κατάσταση σε μια χώρα όπως οι Φιλιππίνες και άλλες φτωχές χώρες. Πράγματι, ένα τεράστιο μέρος των κοινωνικών αναγκών παραμένει ανικανοποίητο. Το ένα τέταρτο του πληθυσμού δεν έχει αρκετή τροφή. Πρέπει να αναπτυχθεί το εκπαιδευτικό σύστημα, το σύστημα υγείας, ένα σύστημα διανομής που θα παρέχει πόσιμο νερό σε όλους, και ούτω καθεξής.
Αυτές οι ανάγκες είναι απολύτως θεμιτές. Κανείς δεν μπορεί να τις αρνηθεί, πρέπει να ικανοποιηθούν. Προφανώς, αυτό συνεπάγεται ένα ορισμένο είδος οικονομικής ανάπτυξης. Χρειάζεται τσιμέντο για να χτιστούν αξιοπρεπείς κατοικίες για όλους. Χρειάζεται ενέργεια για την παραγωγή αυτού του τσιμέντου. Χρειάζονται παραγωγικές δυνατότητες για να αντιμετωπιστούν όλες αυτές οι προκλήσεις, προς το συμφέρον των φτωχών.
Με άλλα λόγια, η ανθρωπότητα μπορεί να αντιμετωπίσει την κοινωνικο-οικολογική κρίση μόνο με τον σεβασμό της θεμελιώδους αρχής για «κοινές αλλά διαφοροποιημένες ευθύνες και ικανότητες», όπως διατυπώνονται στην UNFCCC [Σύμβαση-Πλαίσιο των Ηνωμένων Εθνών για την Κλιματική Αλλαγή, ήδη από το 1992]. Οι ανεπτυγμένες χώρες είναι υπεύθυνες για την κρίση, πρέπει να πληρώσουν για αυτήν. Διαθέτουν τις ικανότητες και πρέπει να τις μεταφέρουν. Πρέπει να μειώσουν τις εκπομπές τους κατά 15% ετησίως. Αυτό είναι δυνατό μόνο μέσω μιας ριζικής οικονομικής αποανάπτυξης, που να παίρνει υπόψη της και τους φτωχούς σε αυτές τις χώρες.
Αλλά η πρόκληση της αποανάπτυξης αφορά και τις ίδιες τις φτωχές χώρες. Πράγματι, η «αρχή των κοινών αλλά διαφοροποιημένων ευθυνών και ικανοτήτων» δεν σημαίνει ότι αυτές οι χώρες μπορούν να ακολουθήσουν το μοντέλο ανάπτυξης που ακολούθησαν οι ανεπτυγμένες χώρες.
Αυτό το μοντέλο βασιζόταν -και εξακολουθεί να βασίζεται- στα ορυκτά καύσιμα και την αγροτική βιομηχανία. Η παγκόσμια άρχουσα τάξη και οι καπιταλιστικές «ελίτ» στον παγκόσμιο Νότο ισχυρίζονται ότι αυτό το μοντέλο εκμετάλλευσης των φυσικών πόρων θα επιτρέψει ακόμη και στις φτωχότερες χώρες να καλύψουν τη διαφορά τους από τις πιο ανεπτυγμένες χώρες. Αυτό είναι εντελώς αναληθές. Η αλήθεια είναι ότι, αν οι φτωχές χώρες συνεχίσουν να εφαρμόζουν αυτό το μοντέλο «ανάπτυξης» -όπως κάνει η Κίνα-, θα επιδεινώσουν την καταστροφή που υφίστανται οι ίδιοι οι φτωχοί, επιταχύνοντας μάλιστα τη μετατροπή της καταστροφής σε κατακλυσμό. Είναι προφανές ότι αυτή δεν αποτελεί λογική προοπτική!
Συνέπειες για τις φτωχότερες χώρες
Αυτό οδηγεί το Μανιφέστο μας σε ένα σημαντικό συμπέρασμα. Απόσπασμα:
«Η ιδέα του «catch-up», δηλαδή να φτάσει ο Νότος το Βορρά, δεν είναι παρά μια χίμαιρα, ένα προπέτασμα καπνού για να συγκαλυφθεί η συνέχιση της καπιταλιστικής και ιμπεριαλιστικής εκμετάλλευσης που διευρύνει τις ανισότητες. Με την αύξηση των οικολογικών καταστροφών, αυτή η ιδέα χάνει αντικειμενικά κάθε αξιοπιστία. (…) Δεν είναι η ώρα για «catch-up» αλλά για πλανητική αναδιανομή. (…) Για να ικανοποιήσουν τις ανάγκες τους, οι πληθυσμοί των κυριαρχούμενων χωρών χρειάζονται ένα μοντέλο ανάπτυξης ριζικά αντίθετο από εκείνο του ιμπεριαλισμού και του παραγωγισμού. Ένα μοντέλο που θα δίνει προτεραιότητα στις δημόσιες υπηρεσίες (υγεία, εκπαίδευση, κατοικία, μεταφορές, αποχετευτικό σύστημα, ηλεκτρισμός, πόσιμο νερό) για τη μεγάλη πλειονότητα του πληθυσμού, αντί για την εξαγωγική παραγωγή για την παγκόσμια αγορά. Ένα αντικαπιταλιστικό και αντιιμπεριαλιστικό μοντέλο, που θα απαλλοτριώσει τα μονοπώλια του χρηματοπιστωτικού, του εξορυκτικού και του ενεργειακού τομέα και της αγροτοβιομηχνίας και θα τα κοινωνικοποιήσει θέτοντάς τα κάτω από δημοκρατικό έλεγχο» [Μανιφέστο, σελ. 40 & 41].
Το Μανιφέστο προχωράει ακόμη πιο μακριά. Διαφοροποιεί τις λεγόμενες «αναδυόμενες» χώρες από τις φτωχότερες χώρες, όπως οι Φιλιππίνες, που εκπέμπουν ετησίως κατά μέσο όρο 1,4 tCO2/κατά κεφαλήν (λιγότερο από τις μέσες εκπομπές ανά κάτοικο που απαιτούνται παγκοσμίως για να τηρηθεί η συμφωνία του Παρισιού). Απόσπασμα:
«Ιδιαίτερα για τις φτωχότερες χώρες, η ανάγκη να ικανοποιηθούν οι ανάγκες του πληθυσμού απαιτεί για μια ορισμένη περίοδο την αύξηση της υλικής παραγωγής και της κατανάλωσης ενέργειας. Μέσα σε ένα εναλλακτικό αναπτυξιακό μοντέλο και ένα διαφορετικό σύστημα διεθνών ανταλλαγών, η συμβολή των χωρών αυτών στην παγκόσμια οικοσοσιαλιστική αποανάπτυξη και τη διατήρηση των οικολογικών ισορροπιών περιλαμβάνει:
- την επιβολή στις ιμπεριαλιστικές χώρες μιας δίκαιης υποχρέωσης αποκατάστασης/αποζημίωσης,
- την οριστική κατάργηση της επιδεικτικής κατανάλωσης της παρασιτικής ελίτ,
- την ακύρωση των μεγάλων οικοκτόνων έργων και «mega-projects», που προωθούν οι νεοφιλελεύθερες καπιταλιστικές πολιτικές, όπως γιγαντιαίοι αγωγοί, φαραωνικά ορυχεία, νέα αεροδρόμια, υποθαλάσσιες πετρελαιοπηγές, μεγάλα υδροηλεκτρικά φράγματα και τεράστιες τουριστικές υποδομές που υφαρπάζουν τη φυσική και πολιτιστική κληρονομιά σε όφελος των πλουσίων,
- στην προώθηση μιας οικολογικής αγροτικής μεταρρύθμισης για να αντικατασταθεί η αγροτοβιομηχανική καλλιέργεια,
- στην αποτροπή της καταστροφής των μεγα-οικοσυστημάτων από την εκτροφή ζώων, την καλλιέργεια φοινικέλαιου και γενικά από την αγροτοβιομηχανία και την εξορυκτική βιομηχανία, καθώς και τις «δασικές αποζημιώσεις» (σχέδια REDD και REDD+) και τις «συμφωνίες αλιείας» που προσφέρουν τις αλιευτικές πηγές στις πολυεθνικές της βιομηχανικής αλιείας κ.λπ..» [Μανιφέστο, σελ. 41-42].
Έχουμε δει ότι αυτή η πορεία ανάπτυξης (οικοσοσιαλιστική αποανάπτυξη) είναι αντιφατική με την παραγωγικίστικη προσέγγιση του Κομμουνιστικού Μανιφέστου. Αλλά δεν είναι καθόλου αντίθετη με τον μαρξισμό. Πράγματι, ο ίδιος ο Μαρξ άλλαξε γνώμη. Ο Μαρξ του Κομμουνιστικού Μανιφέστου έβλεπε την απελευθέρωση των εκμεταλλευόμενων και καταπιεσμένων ως εξαρτώμενη από την αύξηση των παραγωγικών δυνάμεων. Είκοσι χρόνια αργότερα, στο Κεφάλαιο, ο Μαρξ βλέπει τη χειραφέτηση («μόνη δυνατή ελευθερία») ως εξαρτώμενη από την ορθολογική διαχείριση της ανταλλαγής ύλης μεταξύ της ανθρωπότητας και της υπόλοιπης φύσης. Δεν είναι πλέον παραγωγιστής ούτε θαυμαστής της τεχνολογίας γενικά. Αντίθετα, καταγγέλλει τη συμμαχία μεταξύ της αγροτικής βιομηχανίας και της μεγάλης βιομηχανίας, που «καταστρέφει τις δύο πηγές κάθε πλούτου -τη φύση και τον εργάτη». Και αυτή δεν είναι η τελευταία λέξη της εξέλιξής του. Στο τέλος της ζωής του, στην επιστολή του προς τη ρωσίδα λαϊκίστρια Βέρα Ζασούλιτς, ο Μαρξ δηλώνει σαφώς ότι η «αγροτική κοινότητα», όπου αυτή υπάρχει, και σε συμμαχία με την εργατική τάξη των ανεπτυγμένων χωρών, καθιστά δυνατή την οικοδόμηση μιας σοσιαλιστικής κοινωνίας χωρίς να περάσει από τον καπιταλισμό. Αυτή η τελευταία εξέλιξη της σκέψης του έχει τεράστια σημασία σήμερα, ιδίως υπό το πρίσμα των αγώνων των αυτοχθόνων πληθυσμών. Έτσι, θεωρούμε το Μανιφέστο μας ως επέκταση και εμβάθυνση της συνεχούς εξέλιξης του Μαρξ.
Ένα ανανεωμένο Μεταβατικό Πρόγραμμα: γυναίκες, αγρότες, αυτόχθονες πληθυσμοί
Η νέα, αντιπαραγωγικίστικη προοπτική του Μανιφέστου συνεπάγεται μια προσπάθεια ανανέωσης του προγράμματός μας, δηλαδή της αντίληψής μας για τον κόσμο για τον οποίο αγωνιζόμαστε, των αιτημάτων μας και της στρατηγικής μας. Δεν μπορώ εδώ να αναπτύξω όλες αυτές τις πτυχές λεπτομερώς. Ο κόσμος για τον οποίο αγωνιζόμαστε είναι το θέμα του σημαντικού δεύτερου κεφαλαίου του ντοκουμέντου μας. Βασίζεται στην ιδέα ότι, με την προϋπόθεση οι θεμελιώδεις ανάγκες να ικανοποιούνται δημοκρατικά, το «είναι» είναι πιο σημαντικό από το «έχειν». [Μανιφέστο, σελ. 23].
Όσον αφορά τα μεταβατικά αιτήματα, που αποτελούν γέφυρα προς τη νέα κοινωνία, παραμένουμε πιστοί στη μέθοδο που περιέγραψε ο Λέων Τρότσκι και αναλαμβάνουμε πλήρως τα αιτήματα που έθεσε εκείνος, όπως για την απαλλοτρίωση των μεγάλων καπιταλιστικών ομίλων, τη μείωση του χρόνου εργασίας, τον εργατικό έλεγχο, κ.λπ. Αλλά διευρύνουμε το πεδίο εφαρμογής τους. Διευρύνουμε το πεδίο εφαρμογής τους επειδή θεωρούμε ότι όλα τα κοινωνικά κινήματα αποτελούν μέρος της ταξικής πάλης. Απόσπασμα:
«Η ταξική πάλη δεν είναι μια ψυχρή αφαίρεση. «Το πραγματικό κίνημα που καταργεί την τρέχουσα κατάσταση πραγμάτων» (Μαρξ) την καθορίζει και ορίζει τους φορείς της. Οι αγώνες των γυναικών, των ΛΟΑΤΚΙ, των καταπιεσμένων λαών, των φυλετικοποιημένων ανθρώπων, των μεταναστριών-ών, των ακτημόνων και των αυτοχθόνων λαών για τα δικαιώματά τους δεν παρατάσσονται απλά δίπλα στους αγώνες των εργαζομένων ενάντια στην εκμετάλλευση της εργασίας από τα αφεντικά. Αποτελούν μέρος της ζωντανής ταξικής πάλης.
Αποτελούν μέρος της γιατί ο καπιταλισμός χρειάζεται την πατριαρχική καταπίεση των γυναικών για να μεγιστοποιεί την υπεραξία και να εξασφαλίζει την κοινωνική αναπαραγωγή με μικρότερο κόστος. Χρειάζεται τις διακρίσεις κατά των ΛΟΑΤΚΙ ατόμων για να επικυρώνει και να διατηρεί την πατριαρχία. Χρειάζεται τον δομικό ρατσισμό για να δικαιολογεί τη λεηλασία της περιφέρειας από το κέντρο, χρειάζεται τις απάνθρωπες «πολιτικές ασύλου» για να ρυθμίζει τον βιομηχανικό εφεδρικό στρατό, χρειάζεται να υποβάλλει τους ακτήμονες στις επιταγές μιας αγροτοβιομηχανικής παραγωγής τροφίμων-σκουπιδιών για να μπορεί να συμπιέζει την τιμή της εργατικής δύναμης. Και χρειάζεται να διαρρήξει τη σχέση σεβασμού που οι ανθρώπινες κοινότητες διατηρούν ακόμα με τους εαυτούς τους και με τη φύση, για να την αντικαταστήσει με την ατομιστική ιδεολογία κυριαρχίας, που μετατρέπει το συλλογικό σε «αυτόματο» και τα έμβια σε νεκρά αντικείμενα». [Μανιφέστο, σελ. 46].
Το Μανιφέστο δίνει κεντρική θέση στα φεμινιστικά αιτήματα. Οι γυναίκες φροντίζουν περισσότερο από τους άνδρες. Οι λόγοι συζητούνται μεταξύ των φεμινιστριών: οφείλεται στη φύση τους ή στην πατριαρχική καταπίεση; Πιστεύουμε ότι η πατριαρχική καταπίεση είναι ο βασικός παράγοντας, αλλά αυτό δεν είναι το θέμα εδώ. Το θέμα είναι ότι «η φροντίδα» είναι αυτό που χρειαζόμαστε επειγόντως για να καταπολεμήσουμε την οικοκοινωνική καταστροφή: πράγματι, πρέπει να φροντίσουμε τους ανθρώπους και τη φύση.
Η φροντίδα συνεπάγεται την αναγνώριση της κεντρικής σημασίας της κοινωνικής αναπαραγωγής σε σύγκριση με την παραγωγή. Αυτή η σημασία μπορεί μόνο να αυξηθεί στο πλαίσιο της απαραίτητης στροφής προς μια δίκαιη, οικοσοσιαλιστική αποανάπτυξη. Σήμερα, δεν είναι τυχαίο ότι η δεξιά, η ακροδεξιά και οι αντιδραστικές δυνάμεις γενικά επιτίθενται σφοδρά στα δικαιώματα των γυναικών, ιδίως στο δικαίωμά τους να ελέγχουν το σώμα τους, τις αναπαραγωγικές τους ικανότητες. Η ανδροκρατία και ο ματσισμός χρησιμοποιούνται και ενθαρρύνονται από την ακροδεξιά ως όπλα κυριαρχίας επί των γυναικών. Αυτή η κυριαρχία επί των γυναικών αποτελεί μέρος ενός ευρύτερου αντιδραστικού σχεδίου κυριαρχίας επί της κοινωνίας και οικειοποίησης της φύσης από το κεφάλαιο. Τελικά, η αυξανόμενη βία κατά των γυναικών (και κατά των LGBT+) είναι έκφραση του γεγονότος ότι η άρχουσα τάξη είναι αποφασισμένη να υπερασπιστεί με κάθε μέσον το σύστημα εκμετάλλευσής της, τόσο των ανθρώπων όσο και της φύσης.
Η σημασία που αποδίδεται στους αυτόχθονες πληθυσμούς είναι ένα άλλο παράδειγμα της ανανεωμένης προσέγγισής μας στο μεταβατικό πρόγραμμα. Ακόμα και αν αποτελούν μειονότητα του παγκόσμιου πληθυσμού, οι αυτόχθονες πληθυσμοί αποδεικνύουν ότι είναι δυνατή μια άλλη σχέση μεταξύ της ανθρωπότητας και της υπόλοιπης φύσης. Η μαρτυρία τους έχει τεράστια ιδεολογική σημασία. Απόσπασμα: «Ιδιαίτερα οι ιθαγενικοί λαοί και οι παραδοσιακές κοινότητες βρίσκονται στην πρώτη γραμμή του αγώνα ενάντια στην καταστροφική κυριαρχία του καπιταλισμού πάνω στα σώματά τους και πάνω στη γη τους. Σε πολλές περιοχές αναδεικνύονται ακόμα και στην πρωτοπορία νέων επαναστατικών κινημάτων των υποτελών τάξεων. Για αυτό αναγνωρίζουμε ότι αποτελούν θεμελιώδες κομμάτι του επαναστατικού υποκειμένου του 21ου αιώνα». [Μανιφέστο, σελ. 46].
Για τους ίδιους λόγους, το Μανιφέστο αποδίδει επίσης μεγάλη σημασία στους αγώνες και τα αιτήματα των μικρών αγροτών ενάντια στην αγροτοβιομηχανία. Απόσπασμα: «Απαιτούνται ενεργές πολιτικές πρόληψης για να σταματήσει η αποψίλωση των δασών και για να αντικατασταθούν η αγροτοβιομηχανία, η βιομηχανική δεντροκαλλιέργεια και η μεγάλης κλίμακας αλιεία από την τοπική αγροτοοικολογία των μικρών παραγωγών, την οικο-δασοπονία και την μικρής κλίμακας αλιεία.. (…) Οι αγρότες και οι ψαράδες πρέπει να αποζημιώνονται επαρκώς από την κοινότητα, όχι μόνο για τη συνεισφορά τους στην ανθρώπινη διατροφή, αλλά και για την οικολογική τους συνεισφορά. (…) Η επισιτιστική αυτάρκεια, σύμφωνα τις προτάσεις της (διεθνούς οργάνωσης των ακτημόνων) Via Campesina, είναι ένας στόχος-κλειδί και απαιτεί μια ριζική αγροτική μεταρρύθμιση: να δοθεί η γη σε αυτές-ούς που τη δουλεύουν και ιδιαίτερα στις γυναίκες. Απαλλοτρίωση των μεγάλων γαιοκτημόνων και της καπιταλιστικής αγροτοβιομηχανίας που παράγουν για την παγκόσμια αγορά. Διανομή της γης στους αγρότες-ισσες και τις-τους ακτήμονες χωρίς γη (οικογένειες ή συνεταιρισμούς) για βιολογική αγροτική παραγωγή». [Μανιφέστο, σελ. 30-31].
Μια ανανεωμένη στρατηγική
Ένα ανανεωμένο πρόγραμμα συνεπάγεται λογικά και μια ανανεωμένη στρατηγική. Το Μανιφέστο σπάει με τη δογματική άποψη της ταξικής πάλης ως της αποκλειστικής δράσης μιας αντικειμενοποιημένης, ιδεοποιημένης, βιομηχανικής, κυρίως ανδρικής, εργατικής τάξης. Οι αγώνες των γυναικών, των νέων, των αυτοχθόνων πληθυσμών, των μικρών αγροτών, των μεταναστών και των LGBT+ ατόμων δεν είναι μόνο τμήμα της ταξικής πάλης, αλλά παίζουν και καθοριστικό ρόλο σε ορισμένες περιστάσεις. Ας δούμε την Greta Thunberg που διέσχισε τον Ατλαντικό με ιστιοπλοϊκό και κινητοποίησε μια διαδήλωση για το κλίμα με 500.000 άτομα στο Μόντρεαλ, ή που πήγε ώς τη Γάζα με ιστιοπλοϊκό για να σπάσει τον αποκλεισμό του Ισραήλ: με αυτές τις ενέργειες, βρίσκεται στην πρώτη γραμμή της ταξικής πάλης!
Επιπλέον, αυτοί οι αγώνες συμβάλλουν και στην καταπολέμηση της παραγωγικίστικης ιδεολογίας μέσα στην εργατική τάξη. Παρεμπιπτόντως, αυτό το σημείο είχε επισημανθεί και από τον Λένιν στον αγώνα του ενάντια στον «εργατισμό» και τον «οικονομισμό» (στο «Τι να κάνουμε;»): «Η ταξική πολιτική συνείδηση μπορεί να μεταδοθεί στους εργάτες μόνο από έξω, δηλαδή μόνο από έξω από τον οικονομικό αγώνα, από έξω από τη σφαίρα των σχέσεων μεταξύ εργατών και εργοδοτών». Γι’ αυτό και το Μανιφέστο, στο τελευταίο του κεφάλαιο, επιμένει στη σημασία μιας στρατηγικής που να βασίζεται στη σύγκλιση και την συνάρθρωση των αγώνων. Δεν είναι ένας εύκολος δρόμος, γιατί κάθε κοινωνικό κίνημα έχει τους δικούς του ρυθμούς και τις δικές του ιδιαιτερότητες. Παρεμπιπτόντως, γι’ αυτό είναι ζωτικής σημασίας να οικοδομήσουμε πολιτικά κόμματα με μέλη που δραστηριοποιούνται στα διάφορα κοινωνικά κινήματα.
Ένα σχέδιο έκτακτης ανάγκης για το κλίμα και την κοινωνική δικαιοσύνη στις Φιλιππίνες;
Το Κομμουνιστικό Μανιφέστο δεν είναι το τελικό σημείο, αλλά η αφετηρία της σκέψης του Μαρξ και του Ένγκελς.
Το ίδιο ισχύει και για το Οικοσοσιαλιστικό Μανιφέστο μας, αν και φυσικά δεν έχει την ίδια ιστορική φιλοδοξία! Το Μανιφέστο μας, στην πραγματικότητα, δεν είναι παρά μια διάγνωση, μια προοπτική που προκύπτει από αυτήν και μερικές στρατηγικές και προγραμματικές κατευθυντήριες γραμμές. Αυτές οι κατευθυντήριες γραμμές πρέπει να συγκεκριμενοποιηθούν και να εμβαθυνθούν στο επίπεδο των διαφόρων χωρών και ομάδων χωρών.
Σύμφωνα με την παγκόσμια έκθεση για τους κινδύνους (World Risk Report 2017), οι Φιλιππίνες είναι η τρίτη πιο ευάλωτη χώρα στην κλιματική αλλαγή. Όχι μόνο οι φτωχοί θα είναι τα κύρια θύματα, αλλά η καταστροφή θα δημιουργήσει και νέους φτωχούς και θα δημιουργήσει και μια σπείρα ευαλωτότητας στις καταστροφές και κοινωνικές ανισότητες. Σε αυτό το πλαίσιο, η συγκεκριμενοποίηση του Μανιφέστου θα μπορούσε να συνίσταται στην εκπόνηση ενός «Σχεδίου έκτακτης ανάγκης για το κλίμα και την κοινωνική δικαιοσύνη». Ο στόχος θα έπρεπε να είναι να αντιμετωπιστούν τα βασικά και συνδυασμένα κοινωνικά και οικολογικά προβλήματα, λαμβάνοντας υπόψη την εξαιρετικά επείγουσα ανάγκη για μια συνεκτική, σχεδιασμένη και άμεση απάντηση.
Υπάρχει ένα γνωστό βιβλίο του Eduardo Galeano με τίτλο Οι ανοιχτές φλέβες της Λατινικής Αμερικής». Στην πραγματικότητα, οι φλέβες των Φιλιππίνων είναι και αυτές ανοιχτές και για τους ίδιους λόγους: αποικιοκρατία (και μάλιστα από τον ίδιο αποικιοκράτη…) και ιμπεριαλιστική λεηλασία με τη συνενοχή των διεφθαρμένων τοπικών «ελίτ». Η κατάσταση είναι ακόμη χειρότερη και από αυτή που περιγράφει ο Γκαλεάνο, διότι όχι μόνο λεηλατούνται το εργατικό δυναμικό και οι φυσικοί πόροι σας, αλλά, ως «ανταπόδοση», υποφέρετε και από τις συνέπειες της οικοκοινωνικής καταστροφής που προκαλούν οι καπιταλιστικές δυνάμεις.
Πώς θα μπορούσε να είναι ένα σχέδιο έκτακτης ανάγκης για το κλίμα και την κοινωνική δικαιοσύνη; Με βάση όσα έχουμε δει και μάθει τις τελευταίες ημέρες, ο πυρήνας της εναλλακτικής θα μπορούσε να είναι μια ριζοσπαστική αγροτική μεταρρύθμιση με στόχο τη γενίκευση της αγροτο-οικολογίας -παίρνοντας υπόψη τα δικαιώματα των αυτοχθόνων πληθυσμών και την προστασία της βιοποικιλότητας. Το 20% του ενεργού πληθυσμού εργάζεται στη γεωργία, το 60% στον (ευρέως άτυπο) τομέα των υπηρεσιών. Για το ζήτημα της γης είναι καθοριστικό για να σταματήσουν -και ενδεχομένως να αντιστραφεί- η εξόδος από την ύπαιθρο, η μη βιώσιμη διόγκωση μιας μεγαλούπολης όπως η Μανίλα και οι παραγκουπόλεις της, η μετανάστευση εκατομμυρίων νέων (κυρίως γυναικών) στον Κόλπο και σε άλλες χώρες, καθώς και τα προβλήματα υγείας που προκύπτουν από τη δηλητηρίαση και την καταστροφή του περιβάλλοντος.
Οι προκλήσεις είναι τεράστιες και δεν πρέπει να υποτιμηθούν. Απαιτούν δομικές απαντήσεις. Κατά τη γνώμη μου, μια ριζοσπαστική, δημοκρατική αγροτική μεταρρύθμιση θα μπορούσε να αποτελέσει τον κεντρικό πυλώνα ενός σχεδίου που θα ανταποκρίνεται στις βασικές ανάγκες σε θέματα υγείας, ύδρευσης, στέγασης, αποχέτευσης και εκπαίδευσης.
Ας πάρουμε ως παράδειγμα τις απειλές για τη Μανίλα και την περιοχή της. Αυτές προκύπτουν από τον συνδυασμό της συσσώρευσης της φτώχειας (λόγω του καπιταλιστικού τρόπου ανάπτυξης) με την επιταχυνόμενη καθίζηση του εδάφους (λόγω της υπερβολικής άντλησης των υπόγειων υδάτων), την άνοδο της στάθμης της θάλασσας και την αυξανόμενη βία των τυφώνων (και τα δύο λόγω της κλιματικής αλλαγής). Η «σχετική άνοδος της στάθμης της θάλασσας» συνοψίζει από μόνη της τις επιπτώσεις της παγκόσμιας ανόδου της στάθμης της θάλασσας, των καταιγίδων και της καθίζησης του εδάφους. Οι επιστήμονες εκτιμούν ότι η σχετική άνοδος της στάθμης της θάλασσας στον κόλπο της Μανίλα κατά τον τελευταίο αιώνα ήταν 60 εκατοστά (τρεις φορές η παγκόσμια άνοδος της στάθμης της θάλασσας). Μέχρι το 2050 θα μπορούσε να φτάσει τα 2,04 μέτρα. Μια τέτοια άνοδος θα πλημμύριζε μόνιμα 60-80 τετραγωνικά χιλιόμετρα μόνο στην Μητροπολιτική Μανίλα. Σημειώστε ότι τα στοιχεία αυτά δεν περιλαμβάνουν τους αυξανόμενους κινδύνους πλημμύρας των ποταμών, λόγω των συχνότερων ισχυρών βροχοπτώσεων και της κακής χρήσης της γης (αποδάσωση κ.λπ.), ούτε τις πιθανές επιπτώσεις της (πιθανής) μετατόπισης τμημάτων των παγετώνων της Ανταρκτικής!
Ένα μεγάλο ποσοστό των “άτυπων” κατοίκων ζει στις πιο ευάλωτες περιοχές του κόλπου της Μανίλα. Εκατομμύρια φτωχοί άνθρωποι διατρέχουν κίνδυνο, ειδικά γυναίκες, παιδιά και ηλικιωμένοι. Τα καταλύματα και τα αναχώματα δεν αρκούν για να αποτρέψουν τον κίνδυνο. Και στο άλλο άκρο, μια απάντηση τύπου «business as usual» θα μπορούσε να αυξήσει τον κίνδυνο (αυτό είναι που η IPCC αποκαλεί τυπικά «κακο-προσαρμογή», δηλαδή μια προσαρμογή που αυξάνει τους κινδύνους), ειδικά αν εφαρμοστεί τεχνοκρατικά, χωρίς δημοκρατικό έλεγχο και συμμετοχή των κοινοτήτων.
Η μετεγκατάσταση μοιάζει να είναι αναπόφευκτη. Ωστόσο, και η μετεγκατάσταση πρέπει να οργανωθεί κοινωνικά και δημοκρατικά. Πολύ συχνά, οι καταστροφές χρησιμοποιούνται από τις κυβερνήσεις ως στρατηγική για την έξωση των φτωχών. Από ό,τι γνωρίζω, αυτό φαίνεται να συμβαίνει και στη Μανίλα. Σύμφωνα με ορισμένες μελέτες, 6.000 νοικοκυριά έχουν μετεγκατασταθεί σε περιοχές που στερούνται πρόσβασης σε βασικές ανάγκες, μετατρέποντάς τις σε νέες παραγκουπόλεις. Η τελευταία έκθεση της IPCC αναφέρει το γεγονός ότι, στη Μανίλα, «ο κατακερματισμός των αστικών υποδομών με σκοπό την προώθηση της ανθεκτικότητας στο κλίμα είχε ως αποτέλεσμα μια απλώς οριακή μείωση της ευπάθειας, με την αυξημένη ευπάθεια των αποκλεισμένων κοινοτήτων να υπερκαλύπτει τη μείωση της ευπάθειας των πιο εύπορων κοινοτήτων». Ο λόγος είναι πολιτικός: «τα σχέδια προσαρμογής αξιολογήθηκαν κυρίως μέσω του πρίσματος της οικονομικής/χρηματοοικονομικής βιωσιμότητας».
Η μετεγκατάσταση και άλλα μέτρα προσαρμογής είναι άμεσες απαιτήσεις που χρειάζονται μια σαφή δέσμευση για κοινωνική δικαιοσύνη, οικολογία και δημοκρατία. Η μετεγκατάσταση ειδικότερα προϋποθέτει σχεδιασμό, δημόσια ιδιοκτησία της γης, δημόσιες επιχειρήσεις για την κατασκευή αξιοπρεπών κατοικιών σε καλό αστικό περιβάλλον και λαϊκό έλεγχο για την πρόληψη των σκανδάλων διαφθοράς. Ευρύτερα, η μετεγκατάσταση συνεπάγεται ένα μοντέλο ανάπτυξης που να σπάει με τις διάφορες μορφές εκμετάλλευσης (εξόρυξη, αγροτική βιομηχανία και βιομηχανική αλιεία), οι οποίες ακριβώς τροφοδοτούν την κακή, άνιση υπανάπτυξη (το γεγονός ότι οι Φιλιππίνες δεν είναι αυτάρκεις στην παραγωγή ρυζιού μιλά από μόνο του). Με άλλα λόγια, η καταπολέμηση των κοινωνικο-οικολογικών απειλών απαιτεί μέτρα που αρχίζουν να παραβιάζουν τους καπιταλιστικούς κανόνες.
Ένας αγώνας για την πολιτική εξουσία
Η ανάδειξη των άμεσων επειγόντων προβλημάτων και η σύνδεσή τους με αντικαπιταλιστικές λύσεις είναι η μεταβατική μέθοδος που εφάρμοσε ο Λένιν στο περίφημο κείμενό του «Η καταστροφή που μας απειλεί και πως πρέπει να την καταπολεμήσουμε». Όλοι μας θα πρέπει να το ξαναδιαβάσουμε, καθώς αποτελεί πηγή έμπνευσης.
Ένα τέτοιο σχέδιο έκτακτης ανάγκης, βασισμένο στα κύρια άμεσα οικοκοινωνικά προβλήματα και απειλές, μπορεί να φαίνεται υπερβολικό ή μη ρεαλιστικό. Αλλά, δυστυχώς, η εξέλιξη της καταστροφής θα δείξει την ορθότητα και την επείγουσα ανάγκη του στα μάτια ενός αυξανόμενου μέρους του πληθυσμού.
Αυτή η εξέλιξη της συνείδησης μπορεί να είναι πιο αργή από ό,τι στη Ρωσία μεταξύ Ιουλίου και Οκτωβρίου 1917 (ο Λένιν έγραψε το «Η καταστροφή που μας απειλεί...» τον Ιούλιο). Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι ο ρυθμός της οικοκοινωνικής καταστροφής είναι ακόμα σχετικά αργός αυτή τη στιγμή. Αλλά ο ρυθμός αυτός δεν είναι γραμμικός, πράγμα που σημαίνει ότι είναι πιθανή μια ξαφνική επιτάχυνση. Πρέπει να κρούσουμε δυνατά τον κώδωνα του κινδύνου.
Στην περίπτωση της ανόδου της στάθμης της θάλασσας, όπως το είπα και πριν, υπάρχει πολύ μεγάλη πιθανότητα διάλυσης ενός τεράστιου παγετώνα στην Ανταρκτική (π.χ. του παγετώνα Totten). Κανείς δεν ξέρει πότε θα συμβεί αυτό, αλλά οι επιστήμονες το θεωρούν αναπόφευκτο και θα προκαλέσει άμεση άνοδο της στάθμης των ωκεανών κατά τουλάχιστον 1,5 m…
Για να δώσω δύο άλλα παραδείγματα: σύμφωνα με την IPCC, λόγω της υπερθέρμανσης του πλανήτη και του θανάτου των κοραλλιογενών υφάλων, το μέγιστο δυναμικό αλιευμάτων στις θάλασσες των Φιλιππίνων θα μπορούσε να μειωθεί κατά 50% έως το 2050, σε σύγκριση με τα επίπεδα του 2001-2010. Σύμφωνα με το World Resource Institute, η χώρα θα υποστεί σοβαρή έλλειψη νερού έως το 2040, με αρνητικές συνέπειες ειδικά στον τομέα της γεωργίας (-10% απόδοση ρυζιού με αύξηση της θερμοκρασίας κατά 1°C).
Φυσικά, ένα τέτοιο σχέδιο έκτακτης ανάγκης για κοινωνική και οικολογική δικαιοσύνη είναι εφικτό μόνο αν συνδεθεί με τον αγώνα για την πολιτική εξουσία. Στην πραγματικότητα, η υλοποίηση του σχεδίου προϋποθέτει μια κυβέρνηση βασισμένη στις ανάγκες και την κινητοποίηση των λαϊκών τάξεων, που θα σπάσει με τα καπιταλιστικά δόγματα, τη διαφθορά, τον εξορυκτικισμό και τη δικτατορία του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου.
Μια τέτοια κυβέρνηση δεν θα μπορούσε να αντισταθεί εύκολα στον ιμπεριαλισμό αν παρέμενε απομονωμένη, αλλά η μεγάλη ομοιότητα των καταστάσεων στη Νοτιοανατολική Ασία (οι καταστάσεις στην Τζακάρτα και στην πόλη Χο Τσι Μινχ [τέως Σαϊγκόν] είναι πολύ παρόμοιες με την κατάσταση της Μανίλα) μας επιτρέπει να ελπίζουμε ότι θα είναι δυνατή η επέκταση του αγώνα σε διάφορες χώρες.
Η μεγαλύτερη επιθυμία μας είναι το Μανιφέστο μας να ενθαρρύνει την αριστερά και τα κοινωνικά κινήματα να αναπτύξουν μια τέτοια εναλλακτική και να ενωθούν γύρω από αυτήν.
Daniel Tanuro
Σεπτέμβριος 2025
Μετάφραση ΤΠΤ – “4” από το: Daniel Tanuro, Ecosocialism, Manifesto for an Ecosocialist Revolution: Possible consequences in the Philippines, International Viewpoint, 31/10/2025και αναδημοσίευση Daniel Tanuro, Manifesto for an ecosocialist revolution: Possible consequences in the Philippines, LINKS, 13/11/2025.
Ο Daniel Tanuro είναι ειδικός αγρονόμος και οικοσοσιαλιστής περιβαλλοντολόγος, μέλος της 4ης Διεθνούς και του βελγικού της τμήματος (Gauche Anticapitaliste – SAP Antikapitalisten), καθώς και της επιτροπής περιβάλλοντος της 4ης Διεθνούς, που έχει προετοιμάσει το Μανιφέστο. Έχει συγγράψει, μεταξύ άλλων το “The Impossibility of Green Capitallism”, (Resistance Books, Merlin and IIRE, 2010) καθώς και το “Le moment Trump” (Demopolis, 2018).
[…] Daniel Tanuro: «Μια αναγκαία προγραμματική ανανέωση. Για μια άνιση και…». […]