Ο πόλεμος των χωρικών στη Γερμανία

Αγροτικές εξεγέρσεις του 1525

του Laurent Ripart

Ο πόλεμος των χωρικών στη Γερμανία

Πριν από 500 χρόνια η Γερμανία καιγόταν από μια μεγάλη αγροτική εξέγερση, που θα παραμείνει γνωστή με το όνομα Bauernkrieg (Ο πόλεμος των χωρικών). Οι στρατιές των χωρικών, συγκεντρώνοντας μέχρι 300.000 άνδρες, συντάραξαν την κυριαρχία των ευγενών, πριν συντριβούν σε ένα φοβερό λουτρό αίματος.

«4» τεύχος 15, Νοέμβρης 2025 Inprecor 734-735 – juillet-août 2025

[Στο ίδιο θέμα, «500 χρόνια από τις αγροτικές εξεγέρσεις του 1525«, βλέπε, στο ίδιο τεύχος 15 του «4», και: «Thomas Müntzer 1525 – 2025» του Michael Lowy.]


Η Ευρώπη, αφού γνώρισε τον 15ο αιώνα μια μεγάλη πληθυσμιακή αύξηση, που της επέτρεψε να καλύψει το δημογραφικό σοκ που προκλήθηκε από την μαύρη πανούκλα του 1348 και τις διάφορες αναζωπυρώσεις της, μπήκε στις αρχές του 16ου αιώνα σε μια πιο δύσκολη συγκυρία. Σε έναν χώρο που ξαναγέμισε, η δημογραφική αύξηση συγκρουόταν με τα όρια των αγροτικών αποδόσεων που μειωνόταν, επειδή οι εκχερσώσεις που συνόδευαν την αύξηση του πληθυσμού γινόταν στα λιγότερο εύφορα χωράφια. Αυτή η υποβάθμιση των διαθέσιμων εσόδων προκάλεσε μια σκλήρυνση των απαιτήσεων των ευγενών, επειδή η μεγάλη γονιμότητα των φεουδαρχικών οικογενειών, σε συνδυασμό με το αυξανόμενο βάρος των φορολογικών απαιτήσεων των καινούργιων μοντέρνων κρατών, προκαλούσε μια τάση φτωχοποίησης της αριστοκρατίας, αλλά επίσης και των μοναστικών ταγμάτων που ήταν μεγάλοι ιδιοκτήτες γης.

Ένα πλαίσιο κοινωνικών εντάσεων

Παντού, οι αριστοκράτες προσπαθούσαν να αυξήσουν τις αγγαρείες και τις αποδόσεις των χρεών, να φανούν πιο απαιτητικοί τόσο στην απόδοση της δεκάτης όσο και στον πολλαπλασιασμό των δικών για την αναγνώριση της δουλοπαροικίας των αγροτών τους. Αυτή η διαδικασία της αντίδρασης των ευγενών συγκρουόταν με την αντίσταση των χωρικών : το 1489 εξεγέρθηκαν οι χωρικοί της Βρετάνης, ακολούθησαν το 1492 οι «κόκκινες φορεσιές» του Fausigny (Σαβοΐα). Η εξέγερση πήρε πανευρωπαϊκή έκταση, γεγονός που μαρτυρεί η πολύ ισχυρή Ουγγρική εξέγερση του 1514, κατά την οποία περί τις 100.000 χωρικοί εντάχθηκαν στον λαϊκό στρατό του Gyorgy Dosza. Η Γερμανία θίχθηκε ιδιαίτερα από το κύμα εξεγέρσεων : το 1493 οι χωρικοί της Αλσατίας εντάχθηκαν στη συνομωσία του Bundschuh (το παπούτσι με κορδόνια), στη συνέχεια η εξέγερση αναζωπυρώθηκε το 1502 στην περιοχή του Brisach, προτού πυροδοτήσει τις επαρχίες του Fribourgeois το 1513.

Ο θρησκευτικός αναβρασμός

Στο πλαίσιο μιας χριστιανικής κοινωνίας, κάθε κοινωνική ή πολιτική διεκδίκηση παίρνει αναγκαστικά μια θρησκευτική μορφή. Οι εξεγέρσεις των χωρικών δεν ξέφευγαν από αυτό και συχνά πρόβαλαν διεκδικήσεις θρησκευτικής φύσης, παράδειγμα οι χωρικοί της Αλσατίας με το Bundschuh, που το Μάρτιο 1493 συγκεντρώθηκαν στο αλσατικό βουνό Ungersberg, για να απαιτήσουν την κατάργηση της συσσώρευσης των εκκλησιαστικών κερδών και την απέλαση των εβραίων. Σε κάθε περίπτωση, μέσα στο πλαίσιο του πολέμου των χωρικών, το θρησκευτικό ζήτημα ήταν τόσο περισσότερο έντονο, ώστε η Γερμανία έγινε μια κύρια εστία αναταραχής, με την εξέγερση ενάντια στις γερμανικές αρχές.

Το 1517 ο Λούθηρος δημοσίευσε στη Βυρτεμβέργη τις 95 Θέσεις του, που απέρριπταν την εξουσία του πάπα και του κλήρου και καλούσε σε μια επιστροφή στο αυθεντικό ευαγγελικό μήνυμα. Καταδικασμένος το 1521 από τον αυτοκράτορα, ο Λούθηρος είχε ωστόσο την προστασία του εκλέκτορα της Σαξονίας1 και μπόρεσε έτσι να ιδρύσει μια νέα Εκκλησία, όπου προσχώρησαν πολλοί πιστοί σε ολόκληρη τη Γερμανία. Έτσι η λουθηρανική μεταρρύθμιση άνοιξε μια μεγάλη ρωγμή στην ιδεολογία της φεουδαρχίας, στο βαθμό που η εκκλησιαστική εξουσία ήταν εγγυήτρια της κοινωνικής τάξης.

Η εξέγερση

Τον Ιούνιο 1524, η επιθυμία ορισμένων ευγενών της κομητείας του Stuhlingen και του Lupfen, στα νότια του Μέλανα Δρυμού, να επιβάλουν στους χωρικούς τους μια νέα αγγαρεία συλλογής σαλιγκαριών προκάλεσε μια τοπική αναταραχή των αγροτών. Αρνούμενοι να αποδεχθούν αυτό το νέο σύμβολο δουλοπαροικίας, οι αγρότες συνωμότησαν και πήραν τα όπλα για να αμυνθούν. Η εξέγερση εξαπλώθηκε αργά κατά το καλοκαίρι και στη συνέχεια το Φθινόπωρο, παραμένοντας ωστόσο ακόμη περιορισμένη στα νότια του Μέλανα Δρυμού και στα δυτικά της Σουαβίας.

Τον Ιανουάριο του 1525, η εξέγερση των χωρικών του Σουαβικού αβαείου του Kempten έδωσε στο κίνημα μια νέα ώθηση. Κατά τον Φεβρουάριο, η εξέγερση εξαπλώθηκε πολύ γρήγορα σε ολόκληρη τη Γερμανία, όπου οι χωρικοί οργανώθηκαν σε ένοπλες ομάδες, τόσο ισχυρότερες ώστε συχνά ενώθηκαν με αυτές και βιοτέχνες των πόλεων. Από την Αρχή του Μαρτίου, η εξεγερμένη αγροτιά είχε γίνει μια μεγάλη δύναμη, ικανή να καταλάβει πολλές πόλεις. Ολόκληρη η κοινωνία βρέθηκε σε αναβρασμό, η παρουσία γυναικών ανάμεσα στους εξεγερμένους μαρτυρά την κοινωνική ευρύτητα που έπαιρνε το κίνημα.

Τα Δώδεκα Άρθρα του Memmingen

Στις 19 Μαρτίου 1525 οι εκπρόσωποι των εξεγερμένων συγκεντρώθηκαν στην πόλη του Memmingen (περίπου 50 χλμ δυτικά του Μονάχου) για να δημοσιεύσουν το πρόγραμμα τους, γραμμένο στη γερμανική γλώσσα από τον συντεχνιακό γουνοποιό Sebastian Lotzer2. Το κείμενο τυπώθηκε αμέσως με τίτλο Δώδεκα άρθρα της αγροτιάς και γνώρισε μια εντυπωσιακή διάδοση, δεδομένου ότι τυπώθηκε σε τουλάχιστον 25 διαφορετικές εκδόσεις, σε δεκάδες χιλιάδες αντίτυπα, στα οποία πρέπει να προσθέσουμε τα πολλά χειρόγραφα αντίγραφα, που συχνά διαβάζονταν δημόσια στα χωριά της Γερμανίας. Αυτά τα Δώδεκα Άρθρα, των οποίων υπάρχουν πολλές εκδοχές αλλά με περιορισμένες διαφορές, μαρτυρούν τη βία του φεουδαρχικού συστήματος και τις επιθυμίες της αγροτιάς να ζήσει μια λιγότερο σκληρή ζωή.

Στην πραγματικότητα τα Δώδεκα Άρθρα στόχευαν στην κατάλυση της δουλοπαροικίας, που για τους χωρικούς παρέμενε μια ατιμωτική και ανυπόφορη σφραγίδα. Το άρθρο 3, αναμφίβολα το ριζοσπαστικότερο, απαιτούσε την απελευθέρωση των δουλοπαροίκων, ενώ το άρθρο 11 ζητούσε την κατάργηση του λεγομένου δικαιώματος επί των «αδιαθέτων», δηλαδή της δυνατότητας των ευγενών να ιδιοποιούνται μέρος ή όλα τα αγαθά των δουλοπαροίκων τους μετά το θάνατο τους. Κατά τα λοιπά τα Δώδεκα Άρθρα δεν αποτελούσαν ένα επαναστατικό πρόγραμμα, αλλά επέμειναν στον περιορισμό της βίας και της αυθαιρεσίας του φεουδαρχικού καθεστώτος. Οι χωρικοί του Memmingen δέχονταν να πληρώσουν τα χρέη, αλλά ζητούσαν να μην μπορούν αυτά να αυξάνονται αυθαίρετα. Κυρίως διεκδικούσαν το δικαίωμα τους να ζουν από την εργασία τους, ζητώντας τα χρέη να αναθεωρηθούν έτσι ώστε κανένας αγρότης να μην φορτώνεται με ένα χρέος τόσο βαρύ που να μην μπορεί να το πληρώσει. Αυτή η μετριοπάθεια στις διεκδικήσεις ήταν αντανάκλαση της εικόνας ενός κινήματος όπου ήταν σχετικά περιορισμένη, η πλειοψηφία των χωρικών αναζητούσε μια συμφωνία με τους ευγενείς αντί για την πραγματική ανατροπή του φεουδαρχικού καθεστώτος.

Ένα σημαντικό τμήμα των Δώδεκα Άρθρων ήταν αφιερωμένο στα δικαιώματα χρήσης των κοινών αγαθών, δηλαδή του νερού και των δασών, ζητώντας οι χωρικοί να έχουν πρόσβαση σε αυτά. Ωστόσο οι χωρικοί σεβόμενοι το δικαίωμα της ιδιοκτησίας περιόριζαν τις απαιτήσεις τους στους κοινοτικούς αγρούς, αφού τα Δώδεκα Άρθρα καθόριζαν ότι δεν αφορούσαν τα δάση ή τα ποτάμια που οι ευγενείς είχαν αγοράσει νόμιμα. Άλλωστε σε όλο το μήκος του κειμένου, οι χωρικοί δήλωναν το σεβασμό τους στην τάξη και την ιεραρχία, για παράδειγμα εξηγώντας ότι αν δεν ήθελαν να είναι πια δουλοπάροικοι, «αυτό δεν σημαίνει ότι επιθυμούμε να είμαστε απόλυτα ελεύθεροι και χωρίς αρχές».

Η απόρριψη του φεουδαρχικού καθεστώτος

Η εξέγερση των Γερμανών χωρικών δεν θα είχε λοιπόν τίποτα το εντυπωσιακό αν δεν υπήρχε η έκταση του. Στην πραγματικότητα η ιστορία του Μεσαίωνα και του Παλαιού Καθεστώτος δεν είναι τίποτα άλλο από μια μακριά λιτανεία αγροτικών εξεγέρσεων. Από τους Γάλλους Ζακ στους Τουσέν του Λανγκεντόκ ή του Πεδεμόντιου, περνώντας από τους Άγγλους Γεωργούς, τους Ταβορίτες της Βοημίας, ή τους Κροκάν της Ακουιτανίας, η συνεχής επανάληψη των αγροτικών εξεγέρσεων μαρτυρά μια βαθιά απόρριψη της φεουδαρχικής τάξης, την οποία οι ιστορικοί μπορούν επίσης να διαπιστώσουν και με πολλές άλλες μορφές, μέσα από πολλά σαμποτάζ, απόπειρες φόνου, δίκες ή διαμάχες για χρήση, που χαρακτηρίζουν πάντα την αντίσταση των αγροτών στην κοινωνική κυριαρχία.

Αντίθετα από ότι συνεχίζουν να διδάσκουν πολλοί ιστορικοί/ές η φεουδαρχία δεν είχε ποτέ κανένα στοιχείο μιας κατάστασης ηρεμίας. Θεμελιωμένη πάνω στη βία και τον εκβιασμό, το φεουδαρχικό καθεστώς συγκρουόταν πάντα με την αντίσταση των αγροτών, με τον πανάρχαιο αγώνα τους ενάντια στην αυθαιρεσία και την κυριαρχία, με την ικανότητα τους να λαθροκυνηγούν για να πάρουν πίσω τα δικαιώματα που τους είχαν αφαιρέσει. Από την άποψη αυτή, η ωραία και μεγάλη εξέγερση της αγροτιάς στη Γαλλία που το 1789 έβαλε τέλος στο φεουδαρχικό καθεστώς δεν αποτελεί παρά μια τελική αποθέωση, την τελευταία πράξη του πανάρχαιου αγώνα του αγροτικού κόσμου ενάντια σε μια άδικη τάξη, στον οποίο εγγράφονται οι Γερμανοί χωρικοί του 1525.

Θρησκεία και πάλη των τάξεων

Στη μελέτη για τον πόλεμο των χωρικών που έγραψε το 1850 ο Φρίντριχ Ένγκελς προσπάθησε να αποδείξει ότι ο κοινωνικός αγώνας της αγροτιάς εναντίον της φεουδαρχικής τάξης διαθλάται στις θρησκευτικές ιδέες, που αντιλαμβανόταν σαν το ιδεολογικό πεδίο της ταξικής πάλης. Σε κάθε περίπτωση τα Δώδεκα Άρθρα μαρτυρούν την ισχυρή θρησκευτική διάσταση που είχε πάρει η εξέγερση των Γερμανών χωρικών, στο βαθμό που όλο το κείμενο είναι δομημένο σαν ένα ευαγγελικό μανιφέστο, που είχε στόχο να καταγγείλει τους ασεβείς άρχοντες που αρνιόταν να θέσουν σε εφαρμογή το λόγο του Θεού. Για παράδειγμα το πρώτο άρθρο ζητάει οι ιερείς να εκλέγονται από τις κοινότητες, ενώ το δεύτερο απαιτεί να ρυθμίζεται η δεκάτη σύμφωνα με τις διαδικασίες που καθορίζονται από τη Βίβλο και όχι από τις φεουδαρχικές συνήθειες.

Όλες οι κοινωνικές διεκδικήσεις των χωρικών ήθελαν να είναι σύμφωνες με τα Ευαγγέλια, σε σημείο που το άρθρο 12 καθόριζε ότι αν οι αντίπαλοι τους μπορούσαν να αποδείξουν ότι αυτό ή εκείνο το κομμάτι του προγράμματος τους ήταν αντίθετο με τις γραφές θα δεχόταν να το εγκαταλείψουν. Έτσι οι χωρικοί απαιτούσαν την κατάργηση της δουλοπαροικίας, με το επιχείρημα ότι ο Χριστός με τη θυσία του εξαγόρασε όλους τους ανθρώπους και επομένως θα έπρεπε να απελευθερωθούν. Ομοίως οι χωρικοί απαιτούσαν τη δυνατότητα να σκοτώνουν τα θηράματα που έτρωγαν τη σοδειά τους, εξηγώντας ότι αυτά τα παράλογα ζώα κατέστρεφαν ό,τι έκανε ο θεός να φυτρώσει για να το χρησιμοποιούν οι άνθρωποι. Επικαλούνταν επίσης το κεφάλαιο 1 της Γένεσης για να υπενθυμίσουν ότι ο Θεός είχε δώσει στον άνθρωπο εξουσία επάνω στα πτηνά του ουρανού και τα ψάρια του νερού, για να καταλήξουν στο ότι η θεότητα είχε λοιπόν δώσει στους ανθρώπους ένα παγκόσμιο δικαίωμα ψαρέματος και κυνηγιού το οποίο δεν μπορούσαν να τους αφαιρέσουν οι ευγενείς.

Οι αγροτικές εξεγέρσεις του Μεσαίωνα ήταν πάντοτε διαποτισμένες με ευαγγελισμό, στο μέτρο που η κοινωνική οργάνωση ήταν βασισμένη στις Γραφές, δεν θα μπορούσε να αμφισβητηθεί παρά μόνο μέσω μιας θρησκευτικής επιχειρηματολογίας. Έτσι οι Άγγλοι Γεωργοί του 14ου αιώνα νομιμοποίησαν την εξέγερση τους επικαλούμενοι τη Γένεση για να ζητήσουν : «Όταν ο Αδάμ έσκαβε και η Εύα έγνεθε, ποιος ήταν λοιπόν ο αριστοκράτης;» Στην αντίθετη πλευρά, οι εκκλησιαστικές αρχές ζητούσαν πάντοτε την καταστολή των εξεγέρσεων, αναφέροντας ιδιαίτερα το κεφάλαιο 13 της επιστολής του Παύλου Προς Ρωμαίους, που ανέφερε ότι «εκείνος που αντιτίθεται στην αρχή ανθίσταται στην τάξη που εγκαθίδρυσε ο Θεός». Σε κάθε περίπτωση ο πόλεμος των χωρικών στη Γερμανία πήρε μια ακόμη ισχυρότερη θρησκευτική διάσταση, στο βαθμό που διαρθρώθηκε με την ευαγγελική επανάσταση που προωθούσε ο Λούθηρος.

Το κάλεσμα του Λούθηρου για καταστολή

Γρήγορα οι χωρικοί απογοητεύθηκαν, διαπιστώνοντας ότι ο Λούθηρος σε καμία περίπτωση δεν αποσκοπούσε στη μετατροπή της εκκλησιολογικής του μεταρρύθμισης σε κοινωνική εξέγερση. Ο Λούθηρος υπενθυμίζοντας ότι η υποταγή στην κοινωνική τάξη και τις αρχές αποτελούσε το θεμέλιο των Γραφών, καταδίκασε με τη μεγαλύτερη ενεργητικότητα την εξέγερση των χωρικών. Το Μάιο του 1525 δημοσίευσε το Εναντίον των εγκληματικών και λεηλατητικών ορδών των χωρικών όπου καλούσε την αριστοκρατία σε μια κοινωνική σταυροφορία εναντίον της αγροτιάς. Ο Λούθηρος χρησιμοποίησε έναν ιδιαίτερα βίαιο τόνο, καταλήγοντας την πρόταση του έτσι : «Πρέπει να τους κομματιάσετε, να τους στραγγαλίσετε, κρυφά και δημόσια. Γιαυτό αγαπητοί μου ευγενείς … αν πέσετε στον αγώνα, ποτέ δεν θα έχετε έναν πιο άγιο θάνατο!».

Ο Λούθηρος καταδικάζοντας τους χωρικούς, αποφάσιζε επίσης τη ρήξη με ένα τμήμα των υποστηρικτών του, ιδιαίτερα με τους ευαγγελικούς ιεροκήρυκες που συνόδευαν τους χωρικούς και νομιμοποιούσαν τις πράξεις τους. Ο πιο γνωστός από αυτούς ήταν ο Τόμας Μύντζερ, που προέτρεπε τους χωρικούς να πάρουν τα όπλα αναφέροντας το κεφάλαιο 10 του Κατά Ματθαίον Ευαγγελίου : «δεν ήρθα να φέρω ειρήνη, αλλά μάχαιρα». Αυτή η αντιδικία ανάμεσα στον Μύντζερ και τον Λούθηρο έγινε το κλειδί της ερμηνείας στο έργο του Ένγκελς για τον πόλεμο των χωρικών, στο βαθμό που είδε μια προαπεικόνιση της πολικο-κοινωνικής δομής της Γερμανίας, που εκφράστηκε στην επανάσταση του 1848. Για τον Ένγκελς, ο Λούθηρος αποτελούσε την ενσάρκωση του «αστικού μεταρρυθμιστικού» στρατοπέδου, που μπορούσε να φαίνεται εχθρικό στην φεουδαρχική αριστοκρατία, αλλά ωστόσο κατέληγε να συνταχθεί μαζί της όταν αισθανόταν ότι απειλείται από την κοινωνική επανάσταση. Αντίθετα, ο Ένγκελς θεωρούσε τον Μύντζερ σαν «έναν θεωρητικό εκπρόσωπο του αγροτικού κομμουνιστικού κόμματος», βλέποντας στο ριζοσπαστικό ευαγγελισμό του την ιδεολογική έκφραση των υλικών συμφερόντων της γερμανικής αγροτιάς.

Το τέλος

Οι Γερμανοί ευγενείς δεν περίμεναν το Λούθηρο για να κινητοποιηθούν. Από τον Απρίλιο του 1525, οι πρίγκηπες είχαν καταφέρει να συγκεντρώσουν στρατό, που συνέτριψε τους άπειρους και με φτωχό οπλισμό αγρότες. Ακόμη και όταν είχαν αριθμητική υπεροχή, οι δυνάμεις των αγροτών δεν μπορούσαν να αντισταθούν στους επαγγελματικούς στρατούς και η αγροτική επανάσταση αποσυντέθηκε σε μερικές εβδομάδες, με μοναδική εξαίρεση εκείνης στο Τυρόλο όπου οι συγκρούσεις συνεχίστηκαν μέχρι το 1527. Η καταστολή ήταν τρομερή, δεδομένου ότι οι ιστορικοί εκτιμούν ότι περίπου 100.000 χωρικοί σκοτώθηκαν, ενώ πολλοί άλλοι βασανίστηκαν ή ακρωτηριάστηκαν. Ωστόσο για τη γερμανική αγροτιά, ο απολογισμός της εξέγερσης δεν ήταν τελείως αρνητικός, δεδομένου ότι από τότε οι ευγενείς τρομοκρατημένοι φάνηκαν πιο μετριοπαθείς, γεγονός που της επέτρεψε να μην βουλιάξει σε μια βαθιά δουλοπαροικία, όπως συνέβη στην Ανατολική Ευρώπη.

Laurent Ripart

29 Ιουνίου 2025

«4» τεύχος 15, Νοέμβρης 2025

Μετάφραση ΤΠΤ – “4” από το Inprecor 734-735 – juillet-août 2025: Laurent Ripart “La guerre des paysans allemands”

Ο Laurent Ripart είναι μέλος της ηγεσίας του NPA-L’ Anticapitaliste (οργάνωση μέλος της 4ης Διεθνούς), Ιστορικός του Μεσαίωνα και πρώην δημοτικός σύμβουλος. Είναι συγγραφέας πολλών βιβλίων για τη μεσαιωνική ιστορία.

[Στο ίδιο θέμα, «500 χρόνια από τις αγροτικές εξεγέρσεις του 1525«, βλέπε, στο ίδιο τεύχος 15 του «4», και: «Thomas Müntzer 1525 – 2025» του Michael Lowy.]


Σημειώσεις:

1Πρίγκηπας ενός μικρού γερμανικού κρατιδίου με πρωτεύουσα τη Βιρτεμβέργη.

2Quelen zur Geschichte des Bauernkrieges, εκδόσεις G. Franz, , Ντάρμσταντ 1963 σελ.. 174-179 με μετάφραση στα Αγγλικά J. H. Robinson, Readings in European History, A collection of extracts from the sources chosen with the purpose of illustrating the progress of culture in Western Europe since the German Invasions, Βοστώνη, Νέα Υόρκη, Σικάγο, Λονδίνο, 1904-1906, τ. 2, σελ.. 94-99.


https://tpt4.org/?p=10519

There are 2 comments

Αφήστε απάντηση στον/στην «4»: Κυκλοφορεί το νέο τεύχος 15 (Νοέμβρης 2025) | ΤΠΤ - "4" Cancel