Editorial («4» – 2): «Πού πάμε;»

«4» τεύχος 2, Φλεβάρης 2019

Editorial

1. Διανύουμε μια φάση αντιδραστικών πολιτικών εξελίξεων σε παγκόσμια κλίμακα. Η άνοδος της λαϊκίστικης και άκρας δεξιάς, μετά την εκλογή Τραμπ, είναι στην ημερήσια διάταξη. Η επικράτηση στη Βραζιλία του Μπολσονάρο, νοσταλγού της δικτατορίας, είναι ένα σημείο καμπής στην παγκόσμια συγκυρία και σταθμός στη γενικότερη δεξιόστροφη τάση αλλαγής των πολιτικών συσχετισμών στη Λατινική Αμερική. Το κυοφορούμενο πραξικόπημα στη Βενεζουέλα είναι ενδεικτικό με την απομόνωση της κυβέρνησης Μαδούρο όχι μόνο από ΗΠΑ και ΕΕ αλλά και τις περισσότερες λατινοαμερικάνικες κυβερνήσεις. Μια αντιδραστική δεξιά που θέλει να παραδώσει ενέργεια και φυσικούς πόρους, ιθαγενικά δικαιώματα, δημόσια αγαθά στις πολυεθνικές της βόρειας Αμερικής και στις τοπικές ελίτ εμφανίζεται ως δύναμη κάθαρσης και διασφάλισης της τάξης απέναντι στη διαφθορά και την καταστροφική οικονομική αποτυχία μερικών εκ των “αριστερών πειραμάτων” της προηγούμενης εικοσαετίας στην ήπειρο. Ο Μπολσονάρο θέτει σαν στόχο να ξεριζώσει την “μαρξιστική κουλτούρα” από τη βραζιλιάνικη κοινωνία και ο Τραμπ στον ετήσιο επίσημο προεδρικό λόγο του κηρύσσει πόλεμο στο “σοσιαλισμό”. Ιδεολογικά ακονισμένη, η αντίδραση επιδιώκει ό,τι είναι δυνατό να επιτύχει και για όσο χρόνο έχει τη δύναμη να το κάνει. Η κυβερνητική αριστερά που διαχειρίστηκε την κρίση του καπιταλισμού τους άνοιξε το δρόμο, η γενικευμένη ανασφάλεια από τη διαρκή επίθεση στο βιοτικό τους επίπεδο προκαλεί διαιρέσεις μέσα στην καταπιεζόμενη κοινωνική πλειοψηφία. Τυχοδιωκτικές μερίδες της αστικής τάξης αλλάζουν τους κανόνες του πολιτικού παιχνιδιού αναβαπτίζοντας ακόμα και «πληβειακές μάζες» που τόσο απεχθάνονταν όσο τα παραδοσιακά τους οχήματα αστικής πολιτικής λειτουργούσαν. Απέναντι σ’ αυτές τις εξελίξεις στέκεται το καινοφανές αντιφατικό κίνημα των κίτρινων γιλέκων που συγκλόνισε τη Γαλλία και ο απόηχός του έγινε αισθητός σε μεγάλο μέρος της Ευρώπης και πιο πέρα. Είναι εικόνα του μέλλοντος από το επαναστατικό εργαστήριο της Γαλλίας;

2. Η ελληνική πολιτική κατάσταση δεν είναι απόλυτα συντονισμένη με τη διεθνή αλλά ο αέρας της δεξιόστροφης μετατόπισης έχει σηκωθεί και στα μέρη μας. Ναι, η ελληνική κοινωνία υπήρξε “πρωτοποριακό” πεδίο δοκιμών. Οι εργαζόμενοι και οι εργαζόμενες έχουν πίσω τους την ξεχωριστή εμπειρία των αγώνων του 2009-2013. Ωστόσο η περίοδος που άνοιξε με την αναίμακτη ανατροπή του αποτελέσματος του δημοψηφίσματος το καλοκαίρι του ‘15 θα κλείσει με το κατά πάσα πιθανότητα τέλος της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ και την επιφανειακή επιστροφή σε μια διπολική “κανονικότητα” κεντροαριστεράς / κεντροδεξιάς, όπου τα μεταλλαγμένα εργατικά κόμματα διεκδικούν το “ακραίο κέντρο” από μια υποτιθέμενα «μετριοπαθή» και όλο και πιο δεξιόστροφη δεξιά. Η ρευστοποίηση των ετερογενών κομμάτων διαμαρτυρίας που προέκυψαν από την κρίση του πολιτικού συστήματος το πρώτο μισό της δεκαετίας και η εν μέρει αναρρόφησή τους από τους δύο μεγάλους συνασπισμούς σηματοδοτεί το τέλος της μνημονιακής Ελλάδας ως εξαίρεσης και την αρχή της μνημονιακής Ελλάδας ως μόνιμης συνθήκης. Το διαζύγιο του ΣΥΡΙΖΑ με τον Καμμένο παρουσιάζεται σαν φυσική εξέλιξη και αποκατάσταση της κανονικής τάξης πραγμάτων με την ίδια ευκολία με την οποία οι ΑΝΕΛ είχαν θεωρηθεί φυσικός σύμμαχος της αριστεράς στην πάλη της κατά του μνημονίου. Η χειριστική ικανότητα του πολιτικού προσωπικού που σήμερα μας κυβερνά είναι αξιοθαύμαστη. Τώρα που θα εκδιωχθούν από την κυβέρνηση, βάλθηκαν να εφαρμόσουν το “πραγματικό” τους πρόγραμμα χωρίς ακροδεξιά “βαρίδια”, αν και με τη συνδρομή μισής ντουζίνας βουλευτών προερχόμενων από τους ΑΝΕΛ και την Παπακώστα της ΝΔ. Η παρατεταμένη προεκλογική περίοδος καθορίζεται από μια στημένη, αλλά ίσως και ανεξέλεγκτη, πόλωση την οποία έχει επιτυχημένα επεξεργαστεί -μέχρι τώρα τουλάχιστο- ο ΣΥΡΙΖΑ έστω κι αν δεν πρόκειται να εξασφαλίσει κάποια εκλογική νίκη.

3. Η επιστροφή στο παρελθόν όμως είναι ανέφικτη. Η κοινωνική κρίση δεν μπορεί να παραμείνει ανέκφραστη. Οι “αγανακτισμένοι” του χθες δεν έχουν εκτονώσει την οργή τους, την έχουν απωθήσει. Η ζωή δεν είναι καλή με κανέναν και καμιά. Στο πεδίο της κοινωνικής αντιπολίτευσης τείνει να επικρατήσει η ιστορική συνέχεια της “πάνω πλατείας” του 2011. Υπερδεξιοί και εκκλησιαστικοί κύκλοι κατεβάζουν πούλμαν απ’ όλη την Ελλάδα στο κέντρο της Αθήνας. Οι φασίστες της Χρυσής Αυγής οργανώνουν μαθητικές καταλήψεις. Οι συγκρίσεις με τις μακεδονομαχικές κινητοποιήσεις του 1992 είναι παρελκυστικές καθότι συγκρίνονται ανόμοιοι τύποι κινητοποίησης. Οι μαύρες αυτές δυνάμεις κινητοποιούν “τμήμα του λαού” εντός, εκτός και ανεξάρτητα από τους παραδοσιακούς κομματικούς μηχανισμούς. Ο αντίκτυπος, η συζήτηση που προκαλούν είναι μεγαλύτερα από την επίδραση των κύριων αγωνιστικών κινητοποιήσεων της τελευταίας περιόδου, π.χ. στην εκπαίδευση. Η κοινωνική πόλωση που καταγράφηκε ήταν αυτή ανάμεσα σε μια “λαϊκή δεξιά” και ένα αστικό “μέτωπο λογικής” γύρω από το Μακεδονικό. Ο χώρος για μια ισχυρή άκρα δεξιά στην ελληνική κοινωνία υπάρχει. Λείπει η χαρισματική ηγεσία που θα τον ενώσει και θα τον εκφράσει, ο Έλληνας Τραμπ. Η ιδιότυπη ομηρεία της Χρυσής Αυγής, μετά τη δολοφονία Φύσσα και τη δίκη της ηγεσίας της, έχει παγώσει τις εξελίξεις. Η εκλογή ενός ακόμη ακροδεξιού πολιτικού σχηματισμού με σημαία τις μακεδονομαχικές κινητοποιήσεις θα μεταβάλλει τους συσχετισμούς στο ελληνικό πολιτικό σύστημα και θα το παρασύρει στα δεξιά. Κι αυτό θα συμβεί ανεξάρτητα από το γεγονός ότι μια ακροδεξιά σφήνα θα εξυπηρετούσε το βραχυπρόθεσμο σχεδιασμό του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και ανεξάρτητα από την τελική ικανότητα ενός νέου ακροδεξιού μορφώματος να καλύψει άμεσα το υπαρκτό πολιτικό κενό στα δεξιά του συστήματος.

4. Τα κομμάτια της αριστεράς, στα αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ, βρίσκονται αντιμέτωπα με τη δική τους αδυναμία να προσφέρουν μια εναλλακτική πρόταση στο ΣΥΡΙΖΑ πέρα από το διαρκή εξορκισμό του. Οι κινητοποιήσεις του ΚΚΕ και ΠΑΜΕ είναι καθαρά εθιμοτυπικές. Το μαζικότερο κόμμα της αριστεράς δεν έχει συνδεθεί με κάποια “απειλή” στην κυβέρνηση, με μια κινητοποίηση που να έχει ασκήσει πραγματική πίεση. Η στάση του στο μακεδονικό υπήρξε τελείως απολογητική και ευθυγραμμισμένη με τις κυρίαρχες αντιλήψεις. Η ΛΑΕ και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ έχουν προσπαθήσει σε λίγα μεμονωμένα κινήματα να δημιουργήσουν πραγματική πίεση. Η πρώτη στο κίνημα κατά των πλειστηριασμών, η δεύτερη εμμέσως στις κινητοποιήσεις των εκπαιδευτικών. Οι “φιλολαϊκές” όμως προεκλογικές εξαγγελίες της κυβέρνησης δεν είναι σίγουρο ότι θα αποτελέσουν ανάχωμα στη δεξιά όσο ανάχωμα στις δυνάμεις που βρίσκονται στα αριστερά της. Η αύξηση του κατώτατου μισθού από το 2019, τα σχέδια για παράταση της προστασίας της πρώτης κατοικίας, η επάνοδος των συλλογικών συμβάσεων ενδεχομένως δεν θα λάβουν χώρα ποτέ καθώς είναι αρκετά πιθανό η επόμενη κυβέρνηση να σχηματιστεί από τη Νέα Δημοκρατία. Ωστόσο αν είχαν εφαρμοστεί στην αρχή της κυβερνητικής θητείας του ΣΥΡΙΖΑ δεν θα είχαν θεωρηθεί “στάχτη στα μάτια” των εργαζομένων αλλά “ριζοσπαστικά αντιμνημονιακά μέτρα”. Οι νυν Συριζαίοι μπορεί να αφαιρέσουν το χαλί κάτω από τα πόδια των πάλαι ποτέ. Τα επικοινωνιακά παιχνίδια της Κωνσταντοπούλου στα μακεδονομαχικά συλλαλητήρια και οι ήξεις-αφίξεις της ΛΑΕ γύρω από το θέμα αυτό δεν πρόκειται να αποσπάσουν ψηφοφόρους που φεύγουν προς τα δεξιά, δεν μπορούν να “ακουμπήσουν” πάνω στη δεξιά κοινωνική διαμαρτυρία. Ο σχεδιασμός του ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να μην εξασφαλίσει την επανεκλογή του στη βάση του μπλοκ κοινωνικών δυνάμεων που τον έφερε στην εξουσία αλλά μπορεί να αποδυναμώσει για άλλη μια φορά τις κριτικές φωνές από τα αριστερά. Το πρόβλημα που αντιμετωπίζει η αριστερά που εμμένει στη σύμφυση του “εθνικού ακροατηρίου” με το “ταξικό ακροατήριο” είναι ότι το πρώτο πια κερδίζεται καθαρά από τη δεξιά ενώ το δεύτερο δεν μπορεί να αποσπασθεί με επιτυχία από το ΣΥΡΙΖΑ.

5. Η αριστερά δεν πρέπει να αναζητήσει ένα νέο αφήγημα όπως λέγεται, ένα πειστικό παραμύθι για τις μάζες, μετά τη χρεοκοπία του αριστερού αντιμνημονιακού αφηγήματος. Ζητούμενο είναι μια νέα πρακτική ώστε να μην υπάρξει επάνοδος σε καμία πολιτική κανονικότητα, με άνοδο της αγωνιστικής αυτενέργειας των εργαζομένων και όχι άνοδο του εθνολαϊκισμού σε μια ελληνική εκδοχή του. Ο αγώνας για την ανάκτηση / επαναπροσδιορισμό δικαιωμάτων πρέπει να ξεπεράσει τα όρια των image makers και των δημοσκόπων που ορίζουν την πολιτική των κοινοβουλευτικών κομμάτων. Η ανελέητη μάχη κατά του εθνικισμού, του ρατσισμού και του σεξισμού να μην μπαίνει στην άκρη για να χαϊδευτούν τα εθνικά ακροατήρια των συντηρητικών διαδηλωτών των μακεδονομαχικών συλλαλητηρίων για παράδειγμα. Το κοινωνικό ζήτημα θα παραμείνει κυρίαρχο. Να μη θαφτεί από την “διαχείριση της φτώχειας” και τη “διόρθωση ακροτήτων” που εκφράζει ο ΣΥΡΙΖΑ, να μην εκτραπεί σε σκιαμαχίες με γειτονικούς λαούς και την καλλιέργεια του εθνικού μίσους, να μη γίνει πάτημα για το δηλητήριο της άκρας δεξιάς και του εθνολαϊκισμού. Ο ρόλος μιας διεθνιστικής αντικαπιταλιστικής αριστεράς θα μπορούσε να είναι κρίσιμος.

[Βλ. και Περιεχόμενα τεύχους 2]

https://wp.me/p6Uul6-kI

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s