Γαλλία:
Συμπεράσματα από τις εκλογές του Μάρτη 2004
του Χρήστου Ιωνά
Τον περασμένο Μάρτιο έγιναν στη Γαλλία περιφερειακές και νομαρχιακές εκλογές. Τα αποτελέσματα τους δημιουργούν τις προοπτικές για ριζικές αλλαγές στο γαλλικό πολιτικό σκηνικό. Στο άρθρο αυτό ο Χρήστος Ιωνάς παρουσιάζει και αναλύει τα αποτελέσματα εκφράζοντας τις απόψεις του γύρω από τις δυνατότητες της επαναστατικής αριστεράς στη χώρα.
Στα τέλη του Μάρτη έγιναν στη Γαλλία δύο εκλογές: οι περιφερειακές, για την εκλογή των περιφερειακών συμβουλίων (σε καθεμία από τις 22 περιφέρειες της χώρας, το συμβούλιο διαχειρίζεται την κατασκευή των δημοσίων κτιρίων, τις επιχορηγήσεις στις επιχειρήσεις κλπ.) και οι νομαρχιακές για την εκλογή των νομαρχιακών συμβουλίων (95 νομοί σστο μητροπολιτικό έδαφος και οι νομοί των πρώην αποικιών). Αν οι δύο αυτές εκλογές είναι σημαντικές στο επίπεδο της εφαρμογής της αποκέντρωσης, αυτή τη φορά είχαν μιά πολύ μεγαλύτερη σημασία: δύο χρόνια μετά από την ιστορική ήττα της «πλουραλιστικής αριστεράς», αποτελούσαν μιά δοκιμασία όχι τόσο της δημοτικότητας της κυβέρνησης του φιλελεύθερου Ραφαρέν (από καιρό οι σφυγμομετρήσεις δείχνουν την πολιτική της απόρριψη), αλλά κυρίως της κατάστασης των δυνάμεων της αριστεράς, ρεφορμιστικής και επαναστατικής. Από κάθε άποψη, τα αποτελέσματα είναι πολύ ενδιαφέροντα! Ας παρατηρήσουμε τα αποτελέσματα των περιφερειακών, που θεωρούνται περισσότερα πολιτικά από εκείνα των νομαρχιακών:
- Για το 37% (34% στον πρώτο γύρο) της δεξιάς μπορούμε να μιλάμε όχι απλά για μιά υποχώρηση αλλά για μιά καταστροφή.
- Παρά τις αντίθετες προβλέψεις, η ρεφορμιστική αριστερά, όλων των τάσεων συμπεριλαμβανομένων, είχε μιά εντυπωσιακή άνοδο παίρνοντας 40,31% στον πρώτο γύρο. Στο δεύτερο γύρο συνέβη ένα σημαντικό πολιτικό γεγονός : για πρώτη φορά από το 1981, η αριστερά, ενισχυόμενη από ψηφοφόρους της άκρας αριστεράς και κάποιους που απείχαν στον πρώτο γύρο, πήρε περισσότερο από 50% των ψήφων. Συμβολικά αυτό σημαίνει ότι η αριστερά ξαναβρήκε την απόλυτη πλειοψηφία στη Γαλλία και ότι η είσοδος της στο δεύτερο γύρο και η νίκη της απέναντι στη δεξιά δεν οφείλεται στο Εθνικό Μέτωπο του Λεπέν. Αν αυτό το συμβολικό γεγονός επιβεβαιωνόταν, θα μπορούσε να είναι μιά μεγάλη ενθάρρυνση στον αγώνα για την μείωση της επιρροής των φασιστών.
- Δυστυχώς, και αυτό δεν υπογραμμίστηκε αρκετά, το κόμμα του Λεπέν παρέμεινε στο 15% και το σύνολο των φασιστικών ομάδων πήρε 16,6%. Επιπλέον, με βάση τον πρώτο γύρο, το Εθνικό Μέτωπο μπόρεσε να διατηρήσει εκλεγμένους σε 17 από τις 22 περιφέρειες, αυξάνοντας την επιρροή του στους αγρότες, ενώ είχε μείωση στους εργάτες.
- Οι ενιαίες λίστες της LCR και της LUTTE OUVRIERE πήραν λίγο λιγότερο από το 5% των ψήφων, το αποτέλεσμα αυτό εμφανίστηκε σαν έκπληξη και σαν υποχώρηση, κάτι που είναι προφανές αν το συγκρίνουμε με τις προεδρικές εκλογές που 2002 (όπου οι ξεχωριστές υποψηφιότητες της Arlette Laguuiller και του Olivier Besancenot ξεπέρασαν συνολικά το 10%)
Μελέτη των αριθμών και των κινητοποιήσεων
Από τους αριθμούς αυτούς, και πριν να επανέλθουμε στα αποτελέσματα της ρεφορμιστικής και της επαναστατικής αριστεράς, μπορούμε ήδη να δούμε το παράδοξο της πολιτικής κατάστασης : η δεξιά, αν και διατηρεί την προεδρία και την απόλυτη πλειοψηφία στη Βουλή, ξανααντιμετωπίζει το βασικό της πρόβλημα : τα 82% του Σιράκ στον β’ γύρο των προεδρικών του Απρίλη 2002 είναι πιά μακριά, ξαναγύρισε στα 19% του α’ γύρου των εκλογών αυτών. Η κρίση της δεξιάς ξαναήρθε στο προσκήνιο : το κόμμα του προέδρου, η UMP, διαπερνιέται από συγκρούσεις με σημαντικότερη εκείνη ανάμεσα στον Σιράκ και τον φιλελεύθερο Σαρκοζύ. Η UMP δεν μπόρεσε να μονοπωλήσει το δεξιό χώρο: η UDF (φιλελεύθερη μη γκωλλική τάση) παραμένει σαν αγκάθι. Η καταστροφή επιβεβαιώνεται όχι μόνο από την ήττα όλων των υπουργών που ήταν υποψήφιοι στις περιφερειακές εκλογές, αλλά και από το γεγονός ότι ο Σιράκ δεν είχε άλλη επιλογή από την ανάθεση της πρωθυπουργίας πάλι στον Ραφαρέν, που είχε σοβαρή μείωση της εκλογικής του απήχησης στην περιφέρεια του Poitou. Η πολιτική που εξάγγειλε, τόσο λόγω της ιδεολογίας του όσο και από ανάγκη, είναι η ίδια αντικοινωνική πολιτική που μόλις καταδικάστηκε, όσο λίγες άλλες στην πρόσφατη ιστορία.
Το κύριο ερώτημα είναι, όπως πάντα, εκείνο των προοπτικών προς τα αριστερά. Προτού να επανέλθουμε στα αποτελέσματα, πρέπει να διαπιστώσουμε ότι στο κοινωνικό και συνδικαλιστικό πεδίο, η κατάσταση είναι κάπως αντιφατική. Πράγματι, βρισκόμαστε μπροστά σε πολύ αποφασιστικούς αγώνες: οι προσωρινά απασχολούμενοι στο χώρο του θεάματος συνεχίζουν την κινητοποίηση τους, οι επιστημονικοί ερευνητές μόλις πέτυχαν μια εντυπωσιακή νίκη ενάντια στην κατάργηση θέσεων, η ημέρα κινητοποίησης ενάντια στα σχέδια για ιδιωτικοποίηση της EDF (Ηλεκτρισμός) είχε επιτυχία, έγιναν εντυπωσιακές ενέργειες ενάντια στην κατάργηση καθηγητικών θέσεων.… Αλλά ταυτόχρονα, οι ενέργειες σε εθνικό επίπεδο, όπως η διαδήλωση για την κοινωνική Ευρώπη, που κινητοποίησε εκατοντάδες χιλιάδες άτομα στη Γερμανία και στην Ιταλία, δεν μάζεψε παρά μερικές δεκάδες χιλιάδες διαδηλωτών στη Γαλλία. Ομοίως οι ημέρες δράσης στη δημόσια εκπαίδευση δεν έχουν, για την ώρα, παρά μόνο περιορισμένη επιτυχία. Επομένως καταγράφεται μια αγωνιστικότητα σε συνέχεια του εντυπωσιακού κινήματος της Ανοιξης 2003, αλλά χωρίς, για την ώρα, προοπτική γενίκευσης. Η μάχη που ξεκινάει τώρα για την υπεράσπιση της κοινωνικής ασφάλισης θα είναι ίσως η ευκαιρία για ένα συνολικό κίνημα, στη βάση της εκλογικής νίκης ενάντια στη δεξιά.
Σε κάθε περίπτωση, μπορούμε να επιβεβαιώσουμε στο συνδικαλιστικό επίπεδο το βάθος της διαδικασίας που παρουσιάσαμε σε προηγούμενα άρθρα μας. Πράγματι το συνδικάτο σύμβολο της συνενοχής με την εργοδοσία είναι σήμερα σε κρίση: η CFDT είδε τις δυνάμεις της να μειώνονται κατά τις συνδικαλιστικές εκλογές. Η μεγαλύτερη της μείωση ήταν 11% στην SNCF (σιδηρόδρομος), αλλά εξίσου μεγάλη ήταν και η μείωση της στην EDF (ηλεκτρισμός) και στα νοσοκομεία. Τον τελευταίο καιρό την εγκατέλειψαν χιλιάδες μέλη της πηγαίνοντας είτε στη CGT (που ο λόγος της είναι πιο μαχητικός από ότι η πρακτική της), είτε στο FSU ή στο SUD, που είναι ιδιαίτερα δραστήρια. Οι πιστοί στην ηγεσία της CFDT ανησυχούν ανοιχτά για μιά κατάσταση που απειλεί όχι μόνο το συνδικάτο τους αλλά και γενικότερα το συνδικαλισμό ταξικής συνεργασίας. Γιατί πράγματι, εκείνο που εκδηλώνεται όλο και περισσότερο σε αυτή τη διαδικασία, είναι η μαζική απαίτηση για δημοκρατία. Αλλά, σήμερα, για να περάσει τις φιλελεύθερες απόψεις του, ο συνδικαλισμός της ταξικής συνεργασίας, δεν μπορεί παρά να χρησιμοποιήσει αυταρχικές μεθόδους, στον αντίποδα της οργάνωσης των πρόσφατων μαζικών κινητοποιήσεων. Αυτό παίζεται σήμερα στο συνδικαλιστικό κίνημα.
Τα αποτελέσματα της ρεφορμιστικής αριστεράς
Σε αυτό το πλαίσιο θα εξετάσουμε τα αποτελέσματα των κομμάτων της αριστεράς, γιατί προφανώς οι συνδικαλιστικές και πολιτικές εξελίξεις αλληλοεπηρρεάζονται. Άλλωστε, εκείνα που εφημερίδες όπως η Monde και η Liberation παρουσιάζουν σαν δεδομένα, μετά τις εκλογές, είναι στην πραγματικότητα τάσεις, πολύ συχνά αντιφατικές, και η κατάσταση απαιτεί να ξεπεράσουμε κάθε εντυπωσιασμό!
Σοσιαλιστικό Κόμμα
Είναι προφανώς ο μεγάλος νικητής των εκλογών αυτών (έχει την προεδρία σχεδόν σε όλα τα περιφερειακά συμβούλια), αυτό για πολλούς λόγους : το τραύμα της 21 Απριλίου 2002 (ο Ζοσπέν 3ος σε απόσταση μόλις 6% από την επαναστατική αριστερά) έχει ξεπεραστεί: ξαναβρήκε μιά μεγάλη λαϊκή συμπάθεια, σε εμφανή ρήξη με την εικόνα φιλελεύθερων, ξεκομμένων από το λαό τεχνοκρατών που έδινε μέχρι τώρα. Σε πολλές περιπτώσεις πέτυχε επίσης να επιβάλλει μια συμμαχία με άρωμα “πλουραλιστικής αριστεράς” στο Κομμουνιστικό Κόμμα και στους Πράσινους, εκμεταλλευόμενο επιδέξια την ανάγκη ενότητας στην αριστερά για να νικηθεί η δεξιά (το βλέπουμε στην περίπτωση αυτή: οι σοσιαλιστές ηγέτες που προέρχονται από την επαναστατική αριστερά είναι, δυστυχώς, έξοχοι στην τακτική ανακοπής της μαχητικότητας των μαζών!). Στις νομαρχιακές εκλογές, το ΣΚ συνεχίζει να “ροκανίζει” τους εκλεγμένους του ΚΚΓ, συνεχίζοντας τη μάχη για την ηγεμονία του ρεφορμιστικού στρατοπέδου που ξεκίνησε, πριν από πολλά χρόνια, ο Φρανσουά Μιτεράν. Τέλος το ΣΚ έχει καταλάβει καλά ότι πρέπει να διαχειρισθεί έξυπνα αυτή τη μεγάλη νίκη, βρίσκοντας μιά ισορροπία ανάμεσα στη θριαμβολογία και την απραξία. Έτσι ο γενικός γραμματέας του Francois Hollande, από τη μιά δηλώνει ικανοποιημένος από εκείνο που αποκαλεί αποτυχία της LO και της LCR, τις οποίες χαρακτηρίζει ανενεργές (!!!) και ισχυρίζεται ότι το μόνο που κάνουν είναι να διαμαρτύρονται£ από την άλλη υπόσχεται να μετατρέψει τις περιφερειακές διοικήσεις σε “εργαστήρια” για την αριστερά (οι περιφέρειες διαθέτουν μόλις το 1% του κρατικού προϋπολογισμού), που θα αντισταθούν στα καταστρεπτικά σχέδια της δεξιάς. Για να αποδείξει τη σοβαρότητα της “νέας ζωής” του ΣΚ, ο Hollande εξηγεί, χωρίς να γελάει, ότι το ζήτημα δεν είναι να ξαναδημιουργηθεί η «πλουραλιστική αριστερά», αλλά προσκαλεί από τώρα τους Πράσινους και το ΚΚΓ να συμμετέχουν σε μιά επιτροπή συνεργασίας για να προετοιμάσουν το πρόγραμμα της επόμενης κυβέρνησης του 2007, που η βάση της θα είναι βέβαια η σοσιαλφιλελεύθερη φιλοσοφία του ΣΚ: όπως, για παράδειγμα, στο θέμα του απαράδεκτου νόμου για τις συντάξεις.
Αλλά όλα αυτά βάζουν στην πραγματικότητα μεγάλα προβλήματα στο ΣΚ: πρώτα πρώτα γιατί η επιτυχία άνοιξε την όρεξη σε διάφορους στην προοπτική των προεδρικών εκλογών του 2007 (Hollande, Lang, Fabius) και είναι ήδη δύσκολο να διαχειριστούν την επιτυχία (τοπικές συγκρούσεις με το ΚΚΓ ή τους Πράσινους, γραφειοκρατικές μανούβρες για τις λίστες των Ευρωεκλογών). Αλλά κυρίως γιατί η επιτυχία του ΣΚ οφείλεται, κατά βάθος, στη λαική επιθυμία να νικηθεί η δεξιά, και είμαστε βέβαιοι ότι η νίκη της αριστεράς στην Ισπανία, μια βδομάδα νωρίτερα, ενίσχυσε το ρεύμα για ψήφο στο ΣΚ και τη ρεφορμιστική αριστερά.… Στην πραγματικότητα όμως δεν άλλαξε τίποτα: μέχρι την παραμονή των εκλογών όλες οι σφυγμομετρήσεις έδειχναν ότι οι εκλογείς θεωρούσαν ότι δεν υπάρχει καμιά ουσιαστική διαφορά ανάμεσα στο πρόγραμμα του ΣΚ και σ’ εκείνο της δεξιάς. Πολλές μαρτυρίες το επιβεβαιώνουν: οι νέοι και οι εργαζόμενοι ψήφισαν «χρήσιμα» για να μην ξαναβρεθούν στην ίδια κατάσταση με το 2002, αλλά λίγοι έχουν αυταπάτες για το ΣΚ. Θα μπορέσει το ΣΚ, μέχρι το 2007, να πείσει εκατοντάδες χιλιάδες εκλογείς ότι μπορούν να βασίζονται στο ότι αυτό θα πάρει αντικαπιταλιστικά μέτρα!!! Οι εξελίξεις θα μπορούσαν να επηρρεάσουν τη διαμάχη για τον προσανατολισμό των συνδικάτων ακόμη περισσότερο τώρα που το ΣΚ δεν έχει άλλη στρατηγική από εκείνη της πλουραλιστικής αριστεράς (όπου η θέση του θα είναι ακόμη περισσότερο ηγεμονική). Περιμένοντας, ο Hollande, εκφράζει ανοιχτά την ανησυχία του για τους επόμενους μήνες: μιλώντας για τη δεξιά που συνεχίζει την ίδια πολιτική, φοβάται ότι «αυτή η εμμονή, έστω και καλυμμένη με φθαρμένα ρούχα, θα δημιουργήσει συγκρούσεις, απογοητεύσεις, οργή» (Liberation, 3 Απρίλη). Αυτό είναι το πραγματικό πρόβλημα αυτού του μεγάλου στρατηγού των εκλογών: η οργή των εργαζόμενων για τη νεοφιλελεύθερη πολιτική! Και αυτό του είναι τόσο ανυπόφορο ώστε να δηλώνει ότι “το αποτέλεσμα μας δείχνει ότι δεν μας χρειάζεται ένας λόγος “περισσότερο στα αριστερά”. Μας αρκεί ο λόγος στα αριστερά”. Αυτό είναι το πρόβλημα του ΣΚ : κατήγγειλε την πολιτική της δεξιάς με αριστερό λόγο – και αναγκάστηκε να υιοθετήσει το λόγο αυτό, απέναντι στην απειλή μιάς επιτυχίας LCR-LO ώστε το ΣΚ να μαζέψει εκατοντάδες χιλιάδες ψήφους που διαφορετικά θα πήγαιναν στο ΚΚΓ ή στην LCR-LO! Καθώς δεν έχει την πρόθεση να εγκαταλείψει τον σοσιαλφιλελευθερισμό κινδυνεύει, στα 3 χρόνια μέχρι τις προεδρικές εκλογές, να αναγκαστεί είτε να πει πολλά ψέματα, είτε να αποδείξει στους εργαζόμενους και τους νέους ότι έχουν δίκιο να μην βλέπουν διαφορά ανάμεσα στο πρόγραμμα του και σ’ εκείνο της δεξιάς.
Οι Πράσινοι
Τείνουμε να υποτιμήσουμε το εκλογικό τους βάρος: αλλά όπου κατέβηκαν αυτόνομα, οι Πράσινοι, είχαν αποτελέσματα ανάμεσα στο 5% και το 10%. Αλλά η εκλογική τους ύπαρξη δεν μπορεί να καλύψει το βασικό πρόβλημα: την πραγματική ύπαρξη του κόμματος αυτού. Από τη συμμετοχή τους στην κυβέρνηση Ζοσπέν, όπου δεν υιοθετήθηκε κανένα οικολογικό μέτρο, οι Πράσινοι πάνε από κρίση σε κρίση, και το πρόβλημα φάνηκε και σε αυτές τις εκλογές: ενώ η ηγεσία τους, που δηλώνει αριστερή, καλούσε για αυτόνομες λίστες, αυτή η εθνική κατεύθυνση αμφισβητήθηκε σε πολλές περιοχές. Γιατί ; Πολύ απλά γιατί το ΣΚ πίεζε για «ενωτικές» λίστες και προσέφερε εκλόγιμες θέσεις! Μπροστά σε μια τέτοια προοπτική, οι μεγάλοι υπερασπιστές των αρχών, όπως δηλώνουν οι Πράσινοι, ήρθαν κατά πλειοψηφία σε ρήξη με την εθνική τους απόφαση, για να έχουν εκλεγμένους που στην πραγματικότητα θα έχουν ελάχιστες δυνατότητες να επιβάλουν οικολογικά μέτρα! Κατά βάθος οι Πράσινοι έχουν μετατραπεί σε μιά ομάδα πίεσης, χρήσιμη στο ΣΚ.
Το ΚΚΓ
Μπροστά στα αποτελέσματα που πέτυχαν οι λίγοι αυτόνομοι συνδυασμοί του, οι σχολιαστές υπογραμμίζουν το εκλογικό «ξύπνημα» του ΚΚΓ. Αλλά αυτό είναι πολύ συζητήσιμο: πρώτα γιατί το ξύπνημα προϋποθέτει κάποιον που κοιμάται. Παρ’ όλ’ αυτά δεν υπήρξε ενιαία γραμμή σε αυτές τις εκλογές, όπου οι τοπικές οργανώσεις έκαναν ό,τι ήθελαν, είτε δημιουργώντας αυτόνομους συνδυασμούς με αριστερή γενικά γλώσσα (ενάντια στη δεξιά και στο σοσιαλφιλελευθερισμό) είτε ευθυγραμμιζόμενες με το ΣΚ από τον πρώτο γύρο. Σε όλες τις περιπτώσεις, υπήρξε συγχώνευση με το ΣΚ για το δεύτερο γύρο. Επομένως δεν είναι δυνατόν να δούμε το «ξύπνημα» παρά μόνο σε 8 περιφέρειες, και αν σε 5 από αυτές τα αποτελέσματα κινούνται ανάμεσα σε 7 και 11%, σε 3 άλλες είναι κάτω από 5% : Ακουιτανία 4,35% έναντι 4,1% για LCR-LO, Φρανς Κοντέ 4,7% για LCR-LO έναντι 4,3% για το ΚΚΓ, Αλσατία 3,7% για το ΚΚΓ έναντι 3% για LCR-LO. Άλλωστε οι αυτόνομοι συνδυασμοί είναι χωρίς ενότητα: στην Πικαρδία (ΚΚΓ 11% έναντι LCR-LO 6,6%) ο νοσταλγός του σταλινισμού Γκρεμέτζ επωφελήθηκε πολύ από τις ψήφους των πολύ αντιδραστικών κυνηγών (συμφωνία μαζύ τους ώστε να μην κατεβάσουν συνδυασμό ενώ, στην περιοχή αυτή, είχαν πάρει 10% στις προηγούμενες εκλογές). Αντίθετα στο Ιλ ντε Φρανς, η ηγέτης του ΚΚΓ Μαρί Ζωρζ Μπυφφέ κατάφερε μιά ενωτική και με ριζοσπαστικό τόνο καμπάνια, σε συμμαχία με αγωνιστές/-τριες του κοινωνικού κινήματος, και οι ψήφοι του (7,2% έναντι 4% για LCR-LO) περιλαμβάνουν φανερά και ένα τμήμα εκείνων που το 2002 είχαν ψηφίσει LCR-LO.
Αλλωστε, αυτά τα κάποια αποτελέσματα, δεν πρέπει να καλύψουν ότι στις νομαρχιακές εκλογές, το ΚΚΓ συνεχίζει να χάνει εκλεγμένους στα παλιά οχυρά του, σε όφελος του ΣΚ. Το διαπιστώνουμε στην παλιά “κόκκινη ζώνη” γύρω από το Παρίσι (Aubervilliers, Montreuil, Argenteuil). Αυτή η κατάσταση ενός «δημοτικού κομμουνισμού» υπό εξαφάνιση δεν μπορεί παρά να μεγαλώσει τις εντάσεις ανάμεσα στους μεν και τους δε μέσα στο κόμμα. Μπορούμε να σκεφτούμε ότι ο Ρομπέρ Υ θα πιέσει για συμμαχία με το ΣΚ, ενώ οι ανανεωτές, όπως ο µαρκά, θα συνεχίσουν τις προσπάθειες τους για μιά ανοιχτή ριζοσπαστική αριστερά, που καταδικάζουν οι νοσταλγοί, όπως ο Γκρεμέτζ και ο Μποκιέ, που καυχώνται ότι μπορούν να εξαφανίσουν εκλογικά την άκρα αριστερά. Σε κάθε περίπτωση, σε πρώτη φάση, μπορέσαμε να διαπιστώσουμε την επανεμφάνιση των εγκαταλελειμένων σταλινικών πρακτικών: σχισμένες αφίσες των LCR-LO, επίθεση ενάντια σε μιά αγωνίστρια της επαναστατικής αριστεράς, ακόμη και εξαφάνιση από μιά φωτογραφία της προεκλογικής εκστρατείας του προσώπου της συνεργάτιδας της Μαρί Ζωρζ Μπυφφέ, Κλαιρ Βιλλιέ, από τους ιδρυτές της «Δράσης Ενάντια στην Ανεργία», που θεωρήθηκε πολύ “αριστερίστρια” από ορισμένους νοσταλγούς του σταλινισμού.
Τα αποτελέσματα της Επαναστατικής Αριστεράς
Εκείνο που εντυπωσιάζει είναι η έκπληξη ορισμένων για τα αποτελέσματα της επαναστατικής αριστεράς και η παρουσίαση τους σαν αποτυχία! Ωστόσο είχαμε προβλέψει από καιρό τέτοια αποτελέσματα, γύρω στο 5 με 6%. Τις προβλέψεις αυτές, που κυκλοφορούν εδώ και πολλούς μήνες, οι πολιτικοί αναλυτές της Γαλλίας τους ήξεραν. Οι λόγοι που έπρεπε κανείς να περιμένει αυτά τα αποτελέσματα και όχι το 10% είναι οι παρακάτω:
- η τροποποίηση του εκλογικού νόμου από την κυβέρνηση µοσπέν και στη συνέχεια από τη δεξιά, με πρόσχημα την απομόνωση του Εθνικού Μετώπου. Αποτέλεσμα: ενώ το 1998 οι LCR και LO, με περίπου 4,5% των ψήφων, εξέλεξαν περίπου 40 άτομα, το 2004, με περίπου 5%, οι οργανώσεις αυτές δεν εξέλεξαν κανέναν (κάτι που δεν συμβαίνει με το Εθνικό Μέτωπο). µήτω η δημοκρατική συμμαχία της πλουραλιστικής αριστεράς με τη φιλελεύθερη δεξιά!
- η μακρόπνοη εκστρατεία ενάντια στη ριζοσπαστική και επαναστατική αριστερά: είναι φανερό ότι τα αποτελέσματα του 2002 ανησύχησαν την αστική τάξη και τους εκπροσώπους της. Κατά τους τελευταίους μήνες εμφανίζονται αμέτρητα άρθρα ή παράγραφοι τους για την εξτρεμιστική, αντιδημοκρατική αριστερά που την εμφανίζουν ακόμη και σύμμαχο των φασιστών (η ηγεσία της CFDT πέτυχε το κατόρθωμα να βγάλει ένα ψήφισμα που καλούσε για την καταψήφιση του Εθνικού Μετώπου και των …LCR-LO). Η συμμαχία LCR-LO παρουσιαζόταν σαν αναχρονιστική, χωρίς προοπτική και πρόταση.
- η τραυματική εμπειρία του 1ου γύρου των προεδρικών εκλογών (που αξιοποιήθηκε από μιά καμπάνια που παρουσίαζε τις υποψηφιότητες της επαναστατικής αριστεράς σαν υπεύθυνες για τον αποκλεισμό του µοσπέν σε όφελος του Λεπέν) και η λογική της “χρήσιμης ψήφου”. Αυτά τα 2 στοιχεία συνδέονται γιατί και στις δύο περιπτώσεις ο μεγάλος κερδισμένος ήταν το ΣΚ, που άλλωστε χρησιμοποίησε τους αναμορφωμένους πρώην τροτσκιστές του για να δώσει μαθήματα επαναστατικής πολιτικής συμπεριφοράς. Με αυτό το δεδομένο είναι ιδιαίτερα θετικές οι μαρτυρίες που εμφανίστηκαν στον τύπο για έναν μεγάλο αριθμό ατόμων που ψήφισε ΣΚ εκφράζοντας ταυτόχρονα τη συμπάθεια του για την LCR και τον Olivier Besancenot. Από την άλλη, εκείνο που είναι βέβαιο, είναι ότι αυτή η λογική της χρήσιμης ψήφου προκάλεσε μιά ευχάριστη έκπληξη σε αυτές τις εκλογές: τη συμμετοχή εκείνων που απείχαν (+3%) και ψήφισαν ΣΚ συμβάλλοντας στην αύξηση της διαφοράς της ρεφορμιστικής αριστεράς με τη δεξιά (…αλλά δυστυχώς και με τους επαναστάτες).
Σε αυτές τις συνθήκες, ήταν πράγματι πολύ δύσκολο να περιμένει κανείς περισσότερα. Μπορούμε, ωστόσο, να προσθέσουμε και άλλον ένα λόγο, που έχει σχέση με το πλαίσιο της συμφωνίας ανάμεσα στην LCR και την LO, που φαίνεται ότι έπαιξε ρόλο, στερώντας από τους συνδυασμούς 1 έως 2% σε εθνικό επίπεδο, που ίσως ήταν μεγαλύτερο σε ορισμένες περιοχές: το γεγονός ότι για το δεύτερο γύρο επιβλήθηκε στη συμφωνία η θέση της LO, τροποποιημένη λίγο από την LCR, αποτέλεσε μάλλον ένα πολιτικό λάθος. Μη δίνοντας γραμμή για καταψήφιση της δεξιάς και της άκρας δεξιάς στο δεύτερο γύρο, οι LCR-LO επέτρεψαν μιά εκστρατεία της ρεφορμιστικής αριστεράς εναντίον τους, στην πολύ απλή βάση ότι οι εργαζόμενοι και οι νέοι θεωρούν διαφορετικές τη δεξιά και την αριστερά και θέλουν να τιμωρήσουν τη δεξιά για να ανακόψουν τις επιθέσεις της. Τη στιγμή που η κυβέρνηση Ραφαρέν επιτίθεται στα κοινωνικά κεκτημένα, το επιχείρημα αυτό βρήκε απήχηση, και ενισχύθηκε εκεί όπου είχαν δημιουργηθεί συνδυασμοί ανοιχτοί σε αγωνιστές του κοινωνικού κινήματος (οι συνδυασμοί αυτοί ξεπέρασαν τους LCR-LO στο Ιλ ντε Φρανς, στο Μιντι-Πυρενέ). Από την άποψη αυτή, η δημόσια έκκληση της μειοψηφίας της LCR για ψήφο στην αριστερά στο δεύτερο γύρο, ενέργεια που επιτρέπεται από το καταστατικό της LCR, εγγράφεται στην κλασσική λογική που λέει ότι για το νικηφόρο αγώνα ενάντια στα καπιταλιστικά μέτρα, πρέπει να οικοδομηθεί η πλατύτερη δυνατή ενότητα στην αριστερά, και το ότι δεν δόθηκε γραμμή για αντιδεξιά ψήφο στο δεύτερο γύρο, θεωρήθηκε (και εκμεταλλεύθηκε) σαν άρνηση ή ανικανότητα ανάληψης των πολιτικών τους ευθυνών σε μιά στιγμή όπου οι εργαζόμενοι έδειχναν ότι ήθελαν να τσακίσουν εκλογικά τη δεξιά.
Πρέπει, επίσης, να υπογραμμίσουμε ορισμένα σημαντικά στοιχεία:
- τη σημασία των ψήφων για τους συνδυασμούς LCR-LO, περίπου ένα εκατομμύριο κάτω από δύσκολες συνθήκες, πρόκειται για ένα τεράστιο δυναμικό για τους αγώνες και την οικοδόμηση του επαναστατικού κόμματος.
- τις καλές επιδόσεις που καταγράφτηκαν σε ορισμένες περιφέρειες, που ξεπέρασαν το 6%, ακόμη και το 7% στη Σαρτρ (Λε Μαν, βιομηχανική πόλη). Έχει ενδιαφέρον η μελέτη των νομαρχιακών εκλογών: εκεί υπήρχαν είτε συνδυασμοί της LO (πολλοί) είτε συνδυασμοί της LCR (λιγότεροι). Παρατηρούμε ότι κατά κανόνα η LCR πέτυχε αποτελέσματα που ξεπερνούσαν το 5% (περισσότερο από 8% στο Κλερμον Φεράν, πόλη των εργοστασίων Μισελέν) γεγονός που επιβεβαιώνει το τοπικό ρίζωμα της LCR σε πολλές περιοχές.
- Πρέπει, τέλος, να υπενθυμίσουμε ότι η διεξαγωγή της προεκλογικής εκστρατείας θεωρήθηκε ομόφωνα σαν εξαιρετικά επιτυχής: δεκάδες χιλιάδες νέοι και εργαζόμενοι συμμετείχαν στις κοινές και στις συνοικιακές συγκεντρώσεις. Σε μιά πόλη όπως η Τουρ, μιά ισχυρή κινητοποίηση ενάντια στον Σαρκοζύ, με πρωτοβουλία της LCR, κατέληξε σε μιά πρωτότυπη διαδήλωση και σε μιά καλή τοπική επίδοση. Γενικά, η LCR κατέγραψε πολλές αιτήσεις επαφής.
Παρατηρούμε ότι, γενικά, η προεκλογική εκστρατεία και τα αποτελέσματα δεν αποτελούν καθόλου την αποτυχία που παρουσιάζουν εκείνοι που ονειρεύονται την εξαφάνιση της ριζοσπαστικής αριστεράς. Πρέπει άλλωστε να περιμένουμε τη συνέχεια της λυσσασμένης εκστρατείας ενάντια στις επαναστατικές δυνάμεις που έχει αρχίσει από το 2002, και πρέπει να πάρουμε υπόψη μας αυτό τον ιδεολογικό παράγοντα στην προσέγγιση μας της γαλλικής πολιτικής πραγματικότητας.
Με αυτά τα δεδομένα, η κοινωνική και πολιτική κατάσταση είναι πολύ πολύπλοκη, και το πλαίσιο της συμφωνίας σε εθνικό επίπεδο των LCR και LO, που ισχύει και για τις ευρωεκλογές, παρουσιάζει ορισμένα προβλήματα. Μπορούμε από τώρα να προβλέψουμε ότι ένας από τους άξονες της επίθεσης ενάντια στην LCR για τις εκλογές αυτές θα είναι η συμμαχία με μιά οργάνωση, όπως η LO που υποτιμά τις αντιπαγκοσμιοποιητικές κινητοποιήσεις. Αυτός είναι ένας ακόμη λόγος που η LCR πρέπει να παραμείνει στην αιχμή των όσο γίνεται πλατύτερων αντικαπιταλιστικών και διεθνιστικών κινητοποιήσεων, συνδεόμενη με τους αγωνιστές του κοινωνικού κινήματος.
Χρήστος Ιωνάς
Απρίλιος 2004
[…] Γαλλία: Συμπεράσματα από τις εκλογές του Μάρτη 2004 […]
[…] [en grec- το ίδιο στα ελληνικά ] […]