Η ΔΕΑ και η δημοκρατία:
Μοιρολατρεία εργαλειακού βερμπαλισμού
Κριτική στη βερμπαλιστική ουσιοκρατία της ΔΕΑ μέσα από τις επικρίσεις του σ.Πετράκου(*) στο θέμα της δικτατορίας του προλεταριάτου(**). Ή άρνηση δεσμευτικής σαφήνειας, αλλά και πράξης, στα θέματα εργατικής δημοκρατίας.
Τάσος Αναστασιάδης
Η κριτική που μας κάνει ο σύντροφος Πετράκος, στο όνομα της ΔΕΑ, με αφορμή τη συζήτηση για τη διχτατορία του προλεταριάτου και την αναγκαιότητα της διατύπωσής της στο καταστατικό μιας επαναστατικής οργάνωσης, ξεπερνάει το θέμα αυτό καθαυτό και θέτει και ορισμένα άλλα ζητήματα στα οποία μια συζήτηση θα έπρεπε κανονικά να αναφερθεί. Για το πρώτο σκέλος, παραπέμπουμε στην αρθρογραφία του Α.Κλόκε και, κυρίως, του Π.Σηφογιωργάκη στο Σπάρτακο αρ.74, Μάης 2004.
Για το δεύτερο σκέλος, μπορούμε να κρατηθούμε από τα τρία επιχειρήματα στα οποία έχει ο ίδιος ανάγει την επιχειρηματολογία του σ.Ολιβιέ. Παρόλο που συχνά η συζήτηση επικεντρώνεται στο τρίτο (αν η χρήση του όρου είναι σήμερα «απαράδεκτη» ή όχι), μια πιο ουσιαστική συζήτηση θα έπρεπε να θέσει και τα τρία, γιατί είναι μεταξύ τους συνεκτικά και εξίσου προβληματικά (και τα θέματα αυτά είναι, άλλωστε, από τα -λίγα, αλλά- κρίσιμα ζητήματα διαφωνιών μεταξύ της ΔΕΑ και της 4ης Διεθνούς):
1. Μοιρολατρεία
Στο επιχείρημα 1 ο σ.Πετράκος παρουσιάζει την ιστορία ως μοιρολατρεία: ο εκφυλισμός ήταν αναπόφευκτος (λόγω απομόνωσης) και, άρα, δεν είναι τα λάθη των μπολσεβίκων που τον εξηγούν. Αποφεύγει, έτσι, να μας πει αν «τα κατασταλτικά μέτρα» που πήραν οι μπολσεβίκοι ήταν σωστά ή λαθεμένα (ή αν υπάρχει κάποιος απολογισμός που πρέπει να γίνει). Το μόνο που λέει ήταν ότι ήταν «αυστηρά προσωρινού χαρακτήρα» (υποθέτουμε ότι εννοεί πως στα μάτια των ίδιων ήταν «προσωρινά», γιατί στην πράξη καθόλου «προσωρινά» δεν ήταν -για 70 χρόνια, ώς την κατάρρευση των καθεστώτων εξακολούθησαν να ισχύουν και μάλιστα επεκτάθηκαν και στις υπόλοιπες χώρες της ανατολικής Ευρώπης μετά τον πόλεμο).
Η ιδέα αυτής της «ιστορίας ως νομοτέλειας» δεν είναι καινούργια (π.χ. την ξαναβρίσκουμε στην κριτική που κάνει ο Κάουτσκυ στους μπολσεβίκους, και όχι μόνο, όπως π.χ. και σε ορισμένους αριστεριστές της δεκαετίας του ‘30). Η διαφωνία μας, ωστόσο, δεν είναι μόνο μεθοδολογική, είναι κυρίως οι πολιτικές της επιπτώσεις: έχουμε άραγε ως πολιτικό υποκείμενο, ως πρόγραμμα, να αντλήσουμε πορίσματα ή όχι; Αν ναι, σε κάθε περίπτωση πρέπει να τα πούμε.
Αλλά, ακόμα και από τη μοιρολατρική σκοπιά του σ.Πετράκου (=«ο εκφυλισμός ήταν αναπόφευκτος») και, ίσως, ακόμα περισσότερο σε αυτήν (παραδόξως!), τα «κατασταλτικά μέτρα» (δηλαδή ο περιορισμός της εργατικής δημοκρατίας), μην μπορώντας να εμποδίσουν τον εκφυλισμό, δεν έχουν κανένα λόγο να δικαιωθούν και, άρα, ο σ. Πετράκος θα έπρεπε να τα καταγγείλει -και δεν το κάνει!- αν θεωρούνται πράγματι ως «περιορισμός της εργατικής δημοκρατίας»: γιατί θα ήταν όχι μόνο άχρηστα, αλλά και αναποτελεσματικά.
Εκτός, βέβαια, αν -αντίστροφα- ο σ.Πετράκος τα θεωρεί (μαζί με τη σταλινική χυδαιότητα) ως έκφραση της εργατικής δημοκρατίας! Προφανώς, δεν το λέει αυτό, αλλά η μοιρολατρική του σκοπιά εκεί θα καταλήξει, αν δεν το προσέξει! Εμείς, από τη σκοπιά μας, βγάζουμε ακριβώς το αντίστροφο συμπέρασμα: τα «κατασταλτικά μέτρα», όχι μόνο δεν εμποδίζουν, αλλά και διευκολύνουν τον εκφυλισμό (ακόμα και αν δεν τον εξηγούν!).
2. Βερμπαλισμός
Το επιχείρημα 2 περιέχει ένα προφανές πραγματολογικό λάθος, που μπορεί να θέλει να δικαιώσει μια ad hoc θεωρία (την «κρατικοκαπιταλστική»), όμως καταλήγει στην προγραμματική απογύμνωση από την πάλη ενάντια στον εκφυλισμό. Υποτίθεται, έτσι, πως ο σταλινισμός χρησιμοποίησε απλώς μεταβατικά τον όρο «διχτατορία του προλεταριάτου» και μετά τον πέταξε στα σκουπίδια, έτσι ώστε αυτός στην ουσία να μην έχει φθαρεί από τη σταλινική χρήση.
Προφανώς, αυτό δεν είναι αλήθεια: οποιοδήποτε κομματικό εγχειρίδιο, σε οποιαδήποτε φάση, ακόμα ύστερη (ακόμα και επί Γκορμπατσόφ), περιέχει τελετουργικά και τη «διχτατορία του προλεταριάτου» και όλα τα άλλα του «μαρξισμού-λενινισμού», του «ιστορικού υλισμού» και της «diamat». Είναι αλήθεια πως αυτό το σταλινικό ευαγγέλιο ήταν απλώς για απομνημόνευση στις σχολές των κούτβηδων, όπως και όλοι οι καλοί χριστιανοί μαθαίνουν «να αγαπούν αλλήλους» και ταυτόχρονα να ευλογούν τα στρατά που το καταπατούν. Γιατί, όμως, τότε ο σ.Πετράκος θέλει σώνει και καλά να μας πείσει πως τη «διχτατορία του προλεταριάτου» την εγκατέλειψαν οριστικά οι σταλινικοί με το «κράτος όλου του λαού» ή με τη «λαϊκή δημοκρατία»;
– Μήπως πριν την «εγκαταλείψουν» (πριν το Β΄Παγκόσμιο Πόλεμο) την υπηρετούσαν (και για αυτό και δεν χρειάζεται να πάρουμε θέση ακόμα και για τα «κατασταλτικά μέτρα» των μπολσεβίκων που τότε η σταλινική γραφειοκρατία απλώς θα την εφάρμοζε -ώς το Β΄Παγκόσμιο Πόλεμο;)!!!
– Μήπως, όταν την «εγκατέλειψαν», αλλά μόνο τότε, απέκτησαν «ταξικό, εκμεταλλευτικό, χαρακτήρα, οι κοινωνίες αυτές» -και γιατί όχι πιο πριν; Τί το εμπόδιζε; Η αναφορά στη «διχτατορία του προλεταριάτου» μήπως; (Πρόσθετο πρόβλημα όμως ακόμα: η κοινωνία που περιέγραψε ο Τρότσκυ στην Προδομένη Επανάσταση, βαθιά «εκμεταλλευτική και ταξική», μήπως κατά τον σ.Πετράκο δεν ήταν τόσο;!)!!!
– Ή μήπως το βάθος της σκέψης αυτής είναι το αντίστροφο; Ότι δηλαδή δεν την «εγκατέλειψαν», αλλά υιοθετώντας «κατόπιν» μια πρόσθετη θεωρία, έπαψαν οι ίδιοι να αντλούν τη δύναμή τους από την πολιτική απαλλοτρίωση της εργατικής τάξης (άρα τα ζητήματα της εργατικής δημοκρατίας έπαψαν να είναι πλέον σημαντικά). Το ζήτημα της ημερομηνίας έχει, βέβαια, μια σημασία (γιατί να βάλουμε το Β΄παγκόσμιο πόλεμο ως χρονολογία καμπής και να μην πούμε π.χ. για τα λαϊκά μέτωπα ή το 1933;), αλλά -ξεπερνώντας το- η ιδέα της αναγκαίας «θεωρητικής» αναθεώρησης από το σταλινισμό συνοδεύεται από την αντίληψη ότι οι μάζες πλέον, ήδη από το Β΄Παγκόσμιο Πόλεμο, έχουν αποσυνδέσει πλήρως και με σαφήνεια το σταλινισμό από τις καταβολές της ρωσικής επανάστασης.
Και στη μια και στην άλλη περίπτωση, έτσι, κατά το σ.Πετράκο, η ιστορία θα είχε μια τέτοια διαφάνεια που θα αρκούσε η αναφορά στη «διχτατορία του προλεταριάτου» για να διαχωριστεί υποκειμενικά από τα προβλήματα ενδεχόμενου εκφυλισμού μιας επανάστασης. Έτσι, όχι μόνο ο «εκφυλισμός» ή όχι θα ήταν αντικειμενικά γραμμένος από τη νομοτέλεια της ιστορίας (επιχείρημα 1) αλλά και υποκειμενικά οι αναφορές, οι σημαίες, τα προγράμματα, δεν χρειάζονται περαιτέρω επεξεργασίες, κριτικές, πολεμικές, μάχες. Ο «Λόγος» από μόνος του θα μπορούσε να «αποκαλύπτεται» στους ανθρώπους ή στις μάζες, κατά την κλασική εβραιοχριστιανική παράδοση, χωρίς άλλη διευκρίνιση ούτε μεσολάβηση από του ιερατείου (του κόμματος). Και θα αρκούσε η αντιπαράθεση των προφητών (ή των κομμάτων), για να συλληφθεί από τις μάζες ο φορέας του «καλού» και του «κακού». Άλλωστε, προφανώς, το ένα στηρίζει το άλλο: αν η μοίρα το αποφασίζει, ποιός ο λόγος να κάνουμε περίτεχνες αναλύσεις; (ή να ασκούμε και περίτεχνες λειτουργικές ή οργανωτικές εξασφαλίσεις -στο εσωτερικό των κομμάτων ή των μαζών;)
3. Εργαλειοποίηση
«Οι πολιτικοί όροι από μόνοι τους δεν έχουν καμία δύναμη», γράφει ο σ.Πετράκος, ξεχνώντας ωστόσο να πει το ουσιαστικό, ότι δηλαδή το βασικό με τους «όρους» είναι το περιεχόμενο. Χωρίς το τελευταίο, το γλίστρημα στον απέραντο οπορτουνισμό είναι εύκολο: «το σημαντικό είναι ποιές κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις τους χρησιμοποιούν και για ποιό σκοπό»!
Για παράδειγμα, το ζήτημα με τη «διχτατορία του προλεταριάτου» ή, έστω ένα από τα κεντρικά ζητήματα που θέτει και άσχετα από τη λέξη με την οποία θα περιγραφεί, είναι αν συνεπάγεται την απαγόρευση του άλλου (άλλων κομμάτων, άλλων ιδεών, άλλων τάσεων, άλλων φραξιών, κλπ.). Εμείς έχουμε βγάλει το πόρισμα με μεγάλη σαφήνεια: είμαστε ενάντιοι στην απαγόρευση όχι μόνο των «εργατικών» αλλά και των «αστικών, ακόμα και των αντιδραστικών, κομμάτων» (δεν χρειάζεται εδώ να παραπέμψουμε στην επιχειρηματολογία, κλπ.). Και, γενικότερα, σε κάθε περίπτωση, η εργατική δημοκρατία δεν μπορεί να είναι πιο περιορισμένη από την αστική!
Είναι ένα κρίσιμο ζήτημα που συνήθως δεν απαντάται από τους επικριτές μας, εκτός από φλυαρίες για «δημοκρατία χωρίς όρια», για την ανάγκη της ταξικής «διχτατορίας» (χωρίς να διευκρινίζεται πως αυτή θα παραμείνει διχτατορία της τάξης και όχι επί της τάξης), κλπ. Η 4η Διεθνής εδώ και δυο τουλάχιστον δεκαετίες έχει επεξεργαστεί και διατυπώσει τα αντίστοιχα πορίσματα σε ένα προγραμματικό κείμενο «για τη σοσιαλιστική δημοκρατία και τη διχτατορία του προλεταριάτου». Ακριβώς επειδή είδαμε τα προφανή να μετατρέπονται στο αντίθετό τους, δεν αρκούν οι βερμπαλιστικές αναφορές. Έτσι, η κλασική ανάλυση και κριτική που κάναμε (ήδη από τον Μαρξ) στην αστική δημοκρατία ήταν πως η ίδια είναι πολύ «περιορισμένη», ότι είναι «τυπική», ότι στην πραγματικότητα (δηλαδή αναλύοντας πώς πράγματι δουλεύει) είναι μια «ταξική διχτατορία»: ποτέ δεν ήταν μια κριτική για το ότι είναι «δημοκρατία»!!!
Και όμως, βρέθηκε στην ιστορία, τη δική μας ιστορία, ιδίως με το σταλινικό εκφυλισμό, να αναδυθεί η αντίληψη πως π.χ., αφού κατακρίνουμε την αστική δημοκρατία ως «τυπική», εμείς θα κάνουμε μια «ουσιαστική» δημοκρατία, χωρίς «τύπους» (δηλαδή στην ουσία χωρίς εξασφαλίσεις)!!! Και ότι άρα δεν χρειάζεται να δεσμευόμαστε με τυπικότητες: η «σημασία» των «όρων» καθορίζεται από το «ποιός» και «με ποιό σκοπό»! Έτσι, η «διχτατορία του προλεταριάτου» δεν έχει «σημασία» τί λέει αλλά μόνο ποιός το λέει και γιατί.
Η ίδια αυτή αντίληψη, για την κοινωνία, μεταφράζεται αναγκαστικά και στο εσωτερικό της «επαναστατικής» δραστηριότητας: δεν έχει σημασία να καθοριστούν οι όροι της εργατικής δημοκρατίας (ή της λειτουργίας μιας δημοκρατικής οργάνωσης, των τάσεών της, των απόψεών της): αυτό που έχει «σημασία» είναι «ποιός» το λέει και «γιατί». Από τη σκοπιά αυτήν, οι ίδιοι οι όροι γίνονται απλώς θρησκευτικές αναφορές, τελετουργικά προσκηνήματα και χάνουν την κριτική τους, επαναστατική, διάσταση. Ως τέτοια, καμία σχέση με τον επαναστατικό μαρξισμό δεν έχουν και περισσότερο τη σταλινική χυδαιότητα προσεγγίζουν. Η οποία, προφανώς, δεν είναι ζήτημα «τύπου», γιατί καταλήγει σε «ουσία» (όπως γίνεται και με την αστική δημοκρατία!). Και η διαφορά δεν είναι πλέον (μετά την εμπειρία του εκφυλισμού) απλώς «λάθος»: ένας Μπουχάριν, ένας Τρέπερ, κλπ., που «δεν ήξερε», δικαιολογείται ίσως από την «άγνοιά» του. Σήμερα πλέον όμως όχι μόνο καμία τέτοια «άγνοια» δεν δικαιολογείται, αλλά και συνεπάγεται οριοθέτηση και επιλογή, ακόμα και «ταξική» (ταξική επί της ουσίας, και όχι επί του τύπου). Γιατί η πολιτική απαλλοτρίωση της εργατικής τάξης από τη γραφειοκρατία ήταν και είναι ταξική, πολύ πριν να εμφανιστούν «αστοί», ιδιωτικό ή κρατικο καπιταλιστές -αν δεχτούμε πως τέτοιοι μπορεί ποτέ να υπάρξουν!
Σε αυτό μια ουσιοκρατία χωρίς μορφές αποτελεί, όχι μόνο θεωρητική υποχώρηση από τις επεξεργασίες ενός Μαρξ, αλλά και εργαλειοποίηση της ίδιας της τάξης. Η άμορφη αυθαιρεσία των ειδικών, των γραφειοκρατών, του κόμματος, της πρωτοπορίας, κλπ., εκ κατασκευής είναι που αναπαράγει την ταξική κυριαρχία επί της εργατικής τάξης και, έτσι, διευκολύνει -αν δεν εισάγει η ίδια- τον εκφυλισμό των πολιτικών μορφών (οργανώσεων, κράτους, κλπ.). Και αντίστροφα: η εργατική δημοκρατία και η προγραμματική δέσμευση και πρακτική της δεν είναι απλώς μια σάλτσα στο κύριο γεύμα, που θα μπορούσε και να του αφαιρεθεί! Αν η χειραφέτηση των εργαζομένων δεν μπορεί να είναι παρά δικό τους έργο, τότε καμία εκ των έξω επιβολή δεν μπορεί να λύσει, στη δική τους θέση ή στο όνομά τους, τις πραγματικές δυσκολίες, αντιφάσεις, προβλήματα συγκρότησής τους σε υποκείμενο της ιστορίας.
Τάσος Αναστασιάδης
Σημειώσεις ^
(*) «Η άποψη της ΔΕΑ» του Χρήστου Πετράκου, Διεθνιστική Αριστερά αρ.3, Γενάρης 2004, σελ.38.
(**) Το παρόν κείμενο επρόκειτο να συνοδεύσει το κείμενο του Παναγιώτη Σηφογιωργάκη για τη «Δημοκρατία του προλεταριάτου», Σπάρτακος 74, Μάιος 2004, ως ιδιαίτερο σημείωμα επί ενός ειδικού θέματος. Καθώς, για λόγους τεχνικούς, δεν συμπεριελήφθη στο φάκελο του Σπάρτακου, το δημοσιεύουμε στην ιστοσελίδα μας.
[…] [Στο ίδιο θέμα, άρθρο που δεν δημοσιεύτηκε, αλλά μπορείτ… Τάσος Αναστασιάδης «Η ΔΕΑ και η δημοκρατία: Μοιρολατρεία εργαλειακού βερμπαλισμού ή κριτική στο σ.Πετράκο» ] […]