Ο Μιλόσεβιτς στο διεθνές δικαστήριο της Χάγης

Σπάρτακος 63, Γενάρης 2002 & Σπάρτακος 64, Απρίλης 2002


Η υπόθεση Μιλόσεβιτς ξανάφερε σε συζήτηση το θέμα του Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου της Χάγης. Αν υπάρχει ανάγκη και δυνατότητα ύπαρξης ενός τέτοιου δικαστηρίου, τι ρόλο παίζει το συγκεκριμένο δικαστήριο.

Παρακάτω παρουσιάζονται δύο άρθρα για την τοποθέτηση της αριστεράς απέναντι στη δίκη Μιλόσεβιτς.

– Το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο της Χάγης, του Ν.Συμεωνίδη

– Ο Μιλόσεβιτς στη Χάγη και η κρυφή γοητεία του σταλινισμού, του Α.Κλόκε

– Επίσης, σε σχέση με τις κριτικές στον σ.Σάββα Μιχαήλ, βλέπε πιο κάτω επανόρθωση στο επόμενο τεύχος του Σπάρτακου, αρ. 64]


Το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο της Χάγης

του Νίκου Συμεωνίδη

Στο πρώτο ερώτημα θα μπορούσε κανείς, κάνοντας αφαίρεση της σημερινής κατάστασης και του παγκόσμιου συσχετισμού δύναμης να απαντήσει θετικά. Θα ήταν ωραίο να υπήρχε ένα έντιμο, ουδέτερο και ανεπηρρέαστο από οποιαδήποτε πηγή ισχύος διεθνές δικαστήριο που θα δίκαζε τους αρχηγούς κρατών και τους άμεσους συνεργάτες τους που έχουν διαπράξει εγκλήματα κατά των λαών τους ή κατά άλλων λαών, όπως ο Πινοσέτ της Χιλής ή ο Βιντέλα της Αργεντινής. Αυτό θα ικανοποιούσε την επιθυμία όλων μας για δικαιοσύνη που προκαλείται βλέποντας αυτούς τους αιματοβαμένους εγκληματίες να αποφεύγουν την τιμωρία, εκμεταλλευόμενοι το συσχετισμό δυνάμεων στις χώρες τους και την, άμεση ή έμμεση, προστασία που τους παρέχουν οι ιμπεριαλιστικές κυβερνήσεις. Ωστόσο εδώ αρχίζουν τα δύσκολα. Συμφωνούμε όλοι να δικαστούν αυτοί. Δεν θα πρέπει όμως να δικαστούν και αρχηγοί κρατών όπως η Θάτσερ, για τον πολύνεκρο πόλεμο των Φώλκλαντς που προκάλεσε, ή ο Ρήγκαν για τις φονικές επιθέσεις των Κόντρας στη Νικαράγουα που πατρόναρε, ή ο Μπους πατέρας για τον δολοφονικό πόλεμο κατά του Ιράκ και ο κατάλογος έχει και συνέχεια που αγγίζει σχεδόν όλους τους ηγέτες της “πολιτισμένης” Δύσης; Πως λοιπόν μπορεί να στηθεί ένα τέτοιο δικαστήριο σήμερα, ποιος θα του παρέξει τους πόρους για τη λειτουργία του, πως θα διοριστούν και σε ποιόν θα λογοδοτούν οι δικαστές του, ποιος θα καθορίσει το νομικό πλαίσιο στο οποίο θα βασίζονται αυτοί οι δικαστές για να απαγγείλουν κατηγορίες και να δικάσουν; Η μόνη απάντηση είναι “η διεθνής κοινότητα”, δηλαδή ο ΟΗΕ. Ο οργανισμός αυτός όμως σήμερα έχει αποδειχθεί ότι εκφράζει ολοκληρωτικά και ξετσίπωτα τα ιμπεριαλιστικά συμφέροντα. Επομένως και ένα δικαστήριο ελεγχόμενο από αυτόν θα έκανε το ίδιο. Καταλαβαίνουμε όλοι ότι σήμερα ένα διεθνές δικαστήριο, όπως το ονειρεύονται ορισμένοι, δεν μπορεί να υπάρξει.

Από τα παραπάνω προκύπτει και ο ρόλος που παίζει το συγκεκριμένο Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο της Χάγης απαρτίζεται από δικαστές που ελέγχονται άμεσα από τις κυβερνήσεις των σημαντικότερων ιμπεριαλιστικών χωρών και δικάζει ουσιαστικά χωρίς νομοθετικό υπόβαθρο. Πρόκειται δηλαδή γιά ένα δικαστήριο που η σκοπιμότητα και η αυθαιρεσία του ξεπερνούν τα στρατοδικεία της δικτατορίας που ζήσαμε την περίοδο 1967- 74. Δεν πρέπει να αναγνωρίζουμε λοιπόν σε ένα τέτοιο δικαστήριο καμιά εξουσία και καμιά νομιμότητα να κρίνει τον οποιονδήποτε.

Η υπόθεση Μιλόσεβιτς

Συνέπεια των παραπάνω είναι και η θέση που πρέπει να έχουμε στην υπόθεση Μιλόσεβιτς ξεκαθαρίζοντας ότι η δίκη του Μιλόσεβιτς από το δικαστήριο αυτό δεν έχει καμιά ηθική βάση. Ποιος τον παρέπεμψε εκεί; Οι λαοί της Γιουγκοσλαβίας που υπέφεραν από αυτόν ή οι ιμπεριαλιστές που αφού υπέθαλψαν με κάθε τρόπο τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας επενέβησαν άμεσα δύο φορές, βομβαρδίζοντας αρχικά στη Βοσνία και στη συνέχεια το Κόσοβο και τη Σερβία; Ποιός τον παρέδωσε στο Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο της Χάγης; Ο πράκτορας του ιμπεριαλισμού Τζίτζιτς, που είχε επικροτήσει τους ιμπεριαλιστικούς βομβαρδισμούς στη Γιουγκοσλαβία, παρακάμπτοντας όχι μόνο τους γιουγκοσλάβους δικαστές, αλλά και τη Βουλή και τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και τους πάντες. Δικαιολογούμενος μετά γιά την άθλια αυτή ενέργεια του δήλωσε ότι έτσι εξασφάλισε οικονομική βοήθεια για τη Γιουγκοσλαβία. Ωραία δικαιοσύνη, όπου οι κατηγορούμενοι πουλιούνται για οικονομική βοήθεια!

Αλλά και αυτά που γίνονται στη Χάγη με το Μιλόσεβιτς δεν έχουν καμιά σχέση ούτε καν με την αστική δικαιοσύνη. Φυσικά αποκλείστηκε κάθε ιδέα δίκης των ηγετών των ιμπεριαλιστικών κρατών γιά τους φονικούς βομβαρδισμούς στη Γιουγκοσλαβία.

Ο κατηγορούμενος έχει καθεστώς ουσιαστικά αιχμαλώτου πολέμου και αντιμετωπίζει ένα δικαστήριο που, ουσιαστικά, δεν δεσμεύεται από δικονομικούς κανόνες, διαμορφώνει το κατηγορητήριο κατά την κρίση του και δεν του αναγνωρίζει κανένα από τα δικαιώματα που η αστική δικαιοσύνη παραχωρεί ακόμη και στο χειρότερο εγκληματία.

Επομένως πρόκειται για μια παρωδία δίκης, που γίνεται από δικαστές υπαλλήλους των κυβερνήσεων εκείνων που έχουν τεράστιες ευθύνες για όσα υπέφερε η Γιουγκοσλαβία. Οι κυβερνήσεις αυτές είναι οι τελευταίοι που έχουν δικαίωμα να κρίνουν ό,τι έκανε ο Μιλόσεβιτς και θα έπρεπε να κάθονται δίπλα του στο εδώλιο του κατηγορουμένου για ό,τι συνέβη στη Γιουγκοσλαβία την τελευταία δεκαετία.

Οι απολογητές του Μιλόσεβιτς

Όλα τα παραπάνω όμως δεν δικαιώνουν με κανέναν τρόπο τον Μιλόσεβιτς και την πολιτική του στη Γιουγκοσλαβία. Αν και εκλεγόταν, κυβέρνησε αυταρχικά, καλλιέργησε στο έπακρο το μεγαλοσέρβικο σωβινισμό εναντίον των άλλων εθνοτήτων της Γιουγκοσλαβίας και βάθυνε, αντί να προσπαθήσει να γεφυρώσει τους εθνικούς ανταγωνισμούς στη χώρα του με αποτέλεσμα να συμβάλλει και αυτός στη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας. Συνδέθηκε με ένα τμήμα της σέρβικης γραφειοκρατίας που προωθούσε την ανάδειξη του σε νέα αστική τάξη ανταγωνιστικά με άλλα ανάλογα τμήματα της στην Κροατία και τη Βοσνία και οδήγησε τη χώρα σε άγριους και πολύνεκρους πόλεμους. Δε δίστασε να υποθάλψει εγκληματικές ακροδεξιές συμμορίες, όπως αυτή του Αρκάν, που προχώρησαν σε σφαγές σε βάρος αθώων αμάχων στη Βοσνία και στο Κόσσοβο. Προώθησε ιδιωτικοποιήσεις επιχειρήσεων στη Γιουγκοσλαβία σε βάρος των συμφερόντων των εργαζομένων της χώρας του συνεργαζόμενος με ξένα κεφάλαια και μαφιόζικα τμήματα της ντόπιας γραφειοκρατίας και βρέθηκε, ο ίδιος και η οικογένεια του, με τεράστια περιουσία.

Δεν παύει λοιπόν να είναι υπόλογος απέναντι στους λαούς της Γιουγκοσλαβίας, μόνους άλλωστε αρμόδιους να τον δικάσουν.

Προκαλεί λοιπόν έκπληξη το άρθρο του Σάββα Μιχαήλ στο Ριζοσπάστη της 30-12-2001 «Θα τους βγει μπούμερανγκ», [Βλέπε: Επανόρθωση, «Μια κριτική χωρίς νόημα», της κριτικής στο σ.Σάββα Μιχαήλ, στο επόμενο τεύχος του Σπάρτακου, αρ. 64] όπου δεν καταγγέλλεται απλά η δίκη του Μιλόσεβιτς στη Χάγη, κάτι για το οποίο θα συμφωνούσαμε, αλλά υπερασπίζεται συνολικά το Μιλόσεβιτς, αναφερόμενος σε «δήθεν εγκλήματα» του και σε «ψεύτικες κατηγορίες» εναντίον του, και φθάνει στο σημείο να τον συγκρίνει με το Δημητρώφ για τη δίκη του το 1933 από τους ναζί.

Ο Σάββας Μιχαήλ θα έπρεπε να γνωρίζει ότι ο Δημητρώφ ήταν ένας ηγέτης του κομμουνιστικού κινήματος, έντονα σταλινικός και υπεύθυνος γιά πολλές από τις καταστρεπτικές πολιτικές που υιοθέτησε το ρεύμα αυτό, όπως τα Λαϊκά Μέτωπα, αλλά δεν έπαψε ποτέ να είναι πιστός στο χώρο αυτό και αγωνίστηκε με θάρρος ενάντια στις κατηγορίες των ναζί. Ο Μιλόσεβιτς είναι ένας γραφειοκράτης που συνέβαλε στην καταστροφή των κοινωνικών κεκτημένων των εργαζόμενων στης Γιουγκοσλαβίας με αιματηρό για αυτούς τρόπο και με το αζημίωτο. Τέτοιοι παραλληλισμοί λοιπόν είναι τουλάχιστον ατυχείς, ιδιαίτερα όταν προέρχονται από αγωνιστές που αναφέρονται ακόμη στον τροτσκιστικό χώρο.

Νίκου Συμεωνίδη

Ιανουάριος 2002

[Βλέπε πιο κάτω και: Επανόρθωση, «Μια κριτική χωρίς νόημα«, της κριτικής στο σ.Σάββα Μιχαήλ, στο επόμενο τεύχος του Σπάρτακου, αρ. 64]


Ο Μιλόσεβιτς στη Χάγη και η κρυφή γοητεία του σταλινισμού

Δημοσιεύουμε εδώ μια κριτική στο άρθρο του Σάββα Μιχαήλ στο Ριζοσπάστη της 30-12-01 με τίτλο «Θα τους βγει μπούμερανγκ!». [Βλέπε πιο κάτω: Επανόρθωση, «Μια κριτική χωρίς νόημα«, της κριτικής στο σ.Σάββα Μιχαήλ, στο επόμενο τεύχος του Σπάρτακου, αρ. 64]

του Ανδρέα Κλόκε

Συνηθίσαμε στη δεκαετία του ’90 στην Ελλάδα την πλατιά συναίνεση της Ακροδεξιάς. Έλληνες φασίστες καμάρωσαν για τη συμμετοχή τους στην κατάκτηση της Σρεμπρένιτσα το 1995 -που οδήγησε στη σφαγή τουλάχιστον 6000 ανδρών από τις εκτελεστικές μονάδες του στρατηγού Ρ. Μλάντιτς-, των κυβερνητικών κομμάτων ΝΔ και ΠΑΣΟΚ, του ΣΥΝ, ειδικά του ΚΚΕ και μεγάλου μέρους της Άκρας Αριστεράς υπέρ του δήθεν αντιιμπεριαλιστικού καθεστώτος του Σ. Μιλόσεβιτς και των σερβοβοσνίων ηγετών Ρ. Κάρατζιτς και Ρ. Μλάντιτς. Η στάση αυτή ανταποκρίθηκε μέχρι το 1999 πλήρως στα συμφέροντα της ελληνικής αστικής τάξης που με την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης και το τέλος του «Ψυχρού Πολέμου» θεώρησε τη Σερβία κύριο σύμμαχο στη διαδικασία της αναδιανομής των «σφαιρών επιρροής» και των νέων αγορών στα Βαλκάνια και στους δολοφονικούς πολέμους που συνόδευσαν τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας.

Η άρχουσα τάξη της Ελλάδας και η κυβέρνησή της δεν είχαν μετά τους βομβαρδισμούς της Γιουγκοσλαβίας και του Κοσσυφοπεδίου το 1999 κανένα πρόβλημα να αλλάξουν τη στάση τους και να υποστηρίξουν την αστική αντιπολίτευση των Τζίτζιτς και Κοστούνιτσα, αφού έβλεπαν ότι το τέλος του καθεστώτος του Μιλόσεβιτς πλησίαζε και για να εξασφαλίσουν και μελλοντικά την «επιρροή» της καπιταλιστικής Ελλάδας στη Σερβία. Βέβαια υπάρχουν στην Ελλάδα ακόμα κάποιες δυνάμεις, που συμπαραστέκονται πιστά στον εντωμεταξύ φυλακισμένο Μιλόσεβιτς. Κυρίως σε κύκλους της σταλινογενούς Αριστεράς, που παραμένει καθηλωμένη στον τραγικά λανθασμένο προσανατολισμό του «εθνικοαπελευθερωτικού» αγώνα της Ελλάδας ενάντια στον ιμπεριαλισμό (σαν να υπάρχει αυτός μόνο στο εξωτερικό!) και στην Ε.Ε. Και εδώ το ΚΚΕ παίζει αναμφίβολα ηγετικό ρόλο.

Έτσι δεν εκπλήσσει κανέναν ότι η ηγεσία του ΚΚΕ εξακολουθεί να αγνοεί το γεγονός ότι η σωβινιστική και πολεμοκάπηλη πολιτική του Μιλόσεβιτς με την κατάργηση της αυτονομίας του Κοσσυφοπεδίου και της Βοϊβοντίνα (1989) και τους ακόλουθους αιματηρούς πολέμους, πρώτα ενάντια στην Κροατία, ύστερα τη βίαιη συντριβή και το διαμελισμό της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης μέχρι τη στρατιωτική καταστολή της αντίστασης των αλβανών Κοσοβάρων ενάντια στη σεβική κατοχή στα 1998-9 προκάλεσε τη διάλυση της πρώην Γιουγκοσλαβίας και μια ολόκηρη σειρά μαζικών εγκλημάτων σε βάρος όλων των λαών της, όπως και την απόλυτη εξαθλίωσή τους.

Το δικαστήριο της Χάγης

Ωστόσο μπορεί ακόμα σήμερα να φαίνεται αξιοσημείωτο ότι ο Σ. Μιχαήλ, ο ηγέτης μιας ομάδας που επικαλείται τον επαναστατικό μαρξισμό και τον τροτσκισμό, αξιοποίησε την ευκαιρία να εξυμνήσει στις στήλες του Ριζοσπάστη της 30-12-01 τον «αντιιμπεριαλισμό» του Μιλόσεβιτς και το (υποτιθέμενο ή όχι) μαρτύριό του στη Χάγη [Βλέπε πιο κάτω: Επανόρθωση, «Μια κριτική χωρίς νόημα», της κριτικής στο σ.Σάββα Μιχαήλ, στο επόμενο τεύχος του Σπάρτακου, αρ. 64]. Ο Σ. Μιχαήλ παίρνει ανεπιφύλακτα το μέρος του Μιλόσεβιτς υποστηρίζοντας ότι πρόκειται για «δήθεν εγκλήματα που του καταλογίζουν οι αρχιεγκληματίες Αμερικανοί» και για «ψεύτικες κατηγορίες» που του καταλογίζει το δικαστήριο της Χάγης.

Προφανώς είναι άλλο το να αμφισβητήσεις την αρμοδιότητα αυτού του δικαστηρίου (που αποκάλυψε σαφέστατα τη φιλοϊμπεριαλιστική στάση του με την απόφαση να μη διεξαγάγει δίκη ενάντια στις κυβερνήσεις των νατοϊκών κρατών για τους βομβαρδισμούς του 1999) και το να απαιτήσεις ότι μόνο τα θύματα της δικτατορίας του Μιλόσεβιτς δικαιούνται να τον δικάσουν, άλλο όμως να ταχθείς υπέρ της αθωότητας του Μιλόσεβιτς και να τον παρουσιάσεις σαν ήρωα του αντιιμπεριαλιστικού αγώνα. Όσον αφορά το δικαστήριο της Χάγης πρέπει να προστεθεί σήμερα ότι τηρεί σιωπή και για τους εγκληματικούς -και μετά την ανατροπή των Ταλιμπάν εντελώς ανόητους- βομβαρδισμούς του Αφγανιστάν.

Δεν υπάρχει όμως αμφιβολία ότι το δικαστήριο της Χάγης θα χρησιμοποιήσει και αληθινές κατηγορίες ενάντια στο Μιλόσεβιτς για να τον καταδικάσει. Κι όμως δε θα μπορέσει να κρύψει ότι η δίκη διεξάγεται κυρίως για να συγκαλυφθούν τα εγκλήματα των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων τόσο των βομβαρδισμών του 1999 όσο και της τουλάχιστον έμμεσης συνεργασίας με το καθεστώς του Μιλόσεβιτς πριν και μετά τη Συνθήκη του Ντέιτον (1995). Παραμένει γεγονός ότι η «διεθνής κοινότητα κρατών», δηλαδή κυρίως οι κυβερνήσεις των ΗΠΑ και της Δυτικής Ευρώπης, συμμετείχε επί χρόνια (1992-5) ενεργά στη συντριβή της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης προτείνοντας το ένα σχέδιο διαμελισμού της χώρας μετά το άλλο και ανταμείβοντας έτσι τις στρατιωτικές «επιτυχίες» των σερβοβοσνίων και σ’ ένα βαθμό επίσης των κροατών σωβινιστών. Μετά τους βομβαρδισμούς θέσεων των σερβοβοσνιακών στρατευμάτων το 1995, οι οποίοι οδήγησαν για ένα διάστημα στην πλήρη διάλυσή τους, ήταν η «διεθνής κοινότητα», δηλαδή βασικά η κυβέρνηση του Κλίντον, που εμπόδισε το βοσνιακό στρατό να καταλάβει όλα τα εδάφη που είχαν κατακτηθεί από τους σερβοβόσνιους επιτιθέντες και έσωσε έτσι το κρατίδιο του Πάλε.

Ακόμη ένα «έγκλημα» του Μιλόσεβιτς

Ο Μιλόσεβιτς ήταν για τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις απαραίτητος για την επιβολή της Συνθήκης του Ντέιτον. Η συνεχιζόμενη ανελέητη καταπίεση των Αλβανών Κοσοβάρων, που είχαν στερηθεί απ’ όλα τα δημοκρατικά και κοινωνικά δικαιώματά τους, φαίνεται να μην ενδιέφερε καμιά από τις κυβερνήσεις της Δύσης. Τελικά όμως, το 1998, ο Κλίντον αποφάσισε να βάλει τέρμα στη σερβική κυριαρχία στο Κοσσυφοπέδιο και να το μετατρέψει σε νατοϊκό προτεκτοράτο. Αυτή ήταν η στιγμή που ο Μιλόσεβιτς κατά την άποψη των ιμπεριαλιστικών κυβερνήσεων έγινε εγκληματίας αφού αρνήθηκε να υπογράψει τη Συνθήκη του Ραμπουγέ.

Έτσι ο Μιλόσεβιτς βρέθηκε τότε πραγματικά σε δύσκολη θέση. Αν απέσυρε τα σερβικά στρατεύματα από το Κοσσυφοπέδιο παρέχοντας βασικά την εθνική αυτοδιάθεση στους αλβανούς Κοσοβάρους, θα είχε ανατραπεί αμέσως από τις εθνικιστικές δυνάμεις του σερβικού κρατικού μηχανισμού. Αρνούμενος όμως την υπογραφή του στο Ραμπουγέ έδωσε το επιθυμητό πρόσχημα για τους νατοϊκούς βομβαρδισμούς.

Σημασία έχει -και αυτό ξεφεύγει, όπως φαίνεται, από την προσοχή της ηγεσίας του ΚΚΕ και του Σ. Μιχαήλ- ότι η δικτατορία του Μιλόσεβιτς ανατράπηκε τελικά από μια λαϊκή εξέγερση. Πλατύτατα στρώματα του σερβικού λαού απλά δεν άντεξαν πια τις απάτες, την καταπίεση, το νεποτισμό και την αλαζονεία της δικτατορίας. Όσον αφορά το «γκαγκστερικό τρόπο» της «παράνομης» σύλληψης και παράδοσης του Μιλόσεβιτς, τον οποίο αναφέρει ο Σ. Μιχαήλ, πρέπει να επισημανθεί ότι οι τότε δικαστές της Σερβίας είχαν διοριστεί από το ίδιο το καθεστώς του Μιλόσεβιτς.

Επομένως δεν ήταν πιο «αντικειμενικοί» ή «ανεξάρτητοι» από τη νέα κυρίαρχη κλίκα του Βελιγραδίου ή το δικαστήριο της Χάγης.

Η καπιταλιστική παλινόρθωση

Το γεγονός ότι ο Μιλόσεβιτς είναι ένας από τους κύριους υπεύθυνους των πάνω από 200.000 νεκρών των πολέμων στην πρώην Γιουγκοσλαβία στα 1991-5. Συνδέεται όχι τυχαία με την παλινόρθωση του καπιταλισμού, που ξεκίνησε από τα μέσα της δεκαετίας του ’80 με τη συστηματική καταστολή της εργατικής αντίστασης. Ο Μιλόσεβιτς είναι έτσι επίσης ο κύριος υπεύθυνος για τη διάλυση όλων των εργατικών και αντικαπιταλιστικών κεκτημένων που επιτεύχθηκαν στις δεκαετίες της κυριαρχίας του Τίτο. Αυτό δεν αμφισβητείται ούτε καν από την ηγεσία του ΚΚΕ.

Έτσι ας επιτραπεί το ερώτημα στους ηγέτες του ΚΚΕ και τον Σ. Μιχαήλ: πώς είναι δυνατό να αγωνιστούμε για την ειρηνική συνύπαρξη των λαών των Βαλκανίων, για δημοκρατία και σοσιαλισμό, ακόμα και για τη «σοσιαλιστική ομοσπονδία των λαών των Βαλκανίων» που προπαγανδίζεται και από την ομάδα στην οποία ανήκει ο Σ. Μιχαήλ, όταν ταυτόχρονα υποστηρίζουμε τους χειρότερους πολεμοκάπηλους σωβινιστές και υπαίτιους για την παλινόρθωση του καπιταλισμού στην πρώην Γιουγκοσλαβία;

Για να στηρίξει την άποψή του, ο Σ. Μιχαήλ συγκρίνει το Μιλόσεβιτς με το Δημητρώφ που κατηγορούμενος το 1933 για τον εμπρησμό του Ράιχσταγκ υπερασπίστηκε τον εαυτόν του πειστικά και επιτυχώς ενάντια στους ναζί. Η διαφορά είναι μόνο ότι ο Δημητρώφ πραγματικά δεν είχε καμια σχέση με αυτό για το οποίο κατηγορήθηκε. Ο Δημητρώφ υπήρξε πεπεισμένος σταλινικός και έπαιξε όχι ασήμαντο ρόλο στο 7ο Συνέδριο της Κομμουνιστικής Διεθνούς του 1935, όταν αυτή μεταβλήθηκε οριστικά σε πειθήνιο όργανο της σταλινικής γραφειοκρατίας, του ιδιόρρυθμου σταλινικού ρεφορμισμού και της αντεπαναστατικής πολιτικής του «Λαϊκού Μετώπου».

Ο Σ. Μιχαήλ, ξέροντας ότι όσοι παλιοί ηγέτες των ΚΚ δεν ήρθαν ποτέ σε ουσιαστική αντίθεση με το Στάλιν χαίρουν της ιδιαίτερης εκτίμησης της σημερινής ηγεσίας του ΚΚΕ, βαφτίζει το Δημητρώφ «μεγάλο κομμουνιστή». Μένει ανοιχτό το ερώτημα αν πρόκειται απλά για απαράδεκτο οπορτουνισμό του Σ. Μιχαήλ ή για γνήσια ομογένεια της πολιτικής αντίληψής του με παλιούς ή σημερινούς ηγέτες σταλινικών κομμάτων.

Ανδρέας Κλόκε

[Βλέπε πιο κάτω και: Επανόρθωση, «Μια κριτική χωρίς νόημα«, της κριτικής στο σ.Σάββα Μιχαήλ, στο επόμενο τεύχος του Σπάρτακου, αρ. 64]


Επανόρθωση:

ΜΙΑ ΚΡΙΤΙΚΗ ΜΑΣ ΧΩΡΙΣ ΝΟΗΜΑ ΣΤΟ σ. ΣΑΒΒΑ ΜΙΧΑΗΛ

της Σύνταξης

Στο προηγούμενο τεύχος του Σπάρτακου (No 63) δημοσιεύθηκαν δύο άρθρα (Το διεθνές δικαστήριο της Χάγης και η περίπτωση Μιλόσεβιτς & Ο Μιλόσεβιτς στη Χάγη και η κρυφή γοητεία του σταλινισμού [βλ.πιο πάνω]) όπου ασκείτο κριτική στο άρθρο “Θα τους βγει μπούμερανγκ” που δημοσιεύτηκε στο Ριζοσπάστη της 30-12-2001 με την υπογραφή Σάββας Μιχαήλ. Η κριτική στο άρθρο αυτό επικεντρωνόταν στο γεγονός ότι για το θέμα της δίκης Μιλόσεβιτς δεν περιοριζόταν στην καταδίκη της διαδικασίας του ΔΠΔ της Χάγης αλλά προχωρούσε σε υπεράσπιση της πολιτικής Μιλόσεβιτς, συγκρίνοντας τον με το Δημητρώφ. Μας είχε ξαφνιάσει το ότι το άρθρο αυτό, με θέσεις του χώρου του ΚΚΕ, είχε την υπογραφή Σάββας Μιχαήλ και θεωρώντας ότι πρόκειται για το σύντροφο του ΕΕΚ, προχωρήσαμε στην κριτική αυτή.

Μετά την κυκλοφορία του Σπάρτακου οι σύντροφοι του ΕΕΚ μας ενημέρωσαν, τόσο προφορικά όσο και με σχόλιο στο έντυπο τους (Νέα Προοπτική), ότι ο συγγραφέας του συγκεκριμένου άρθρου του Ριζοσπάστη δεν είναι ο σύντροφος Σ. Μιχαήλ του ΕΕΚ αλλά κάποιο μέλος της ΚΝΕ από το Ρέθυμνο με το ίδιο όνομα. Το ίδιο μας δηλώθηκε και από το σύντροφο του ΕΕΚ που χαιρέτησε, σαν εκπρόσωπος της οργάνωσης του, τη Συνδιάσκεψη μας της 2- 3 Μάρτη 2002.

Λυπούμαστε ειλικρινά για την παρεξήγηση που έγινε και ζητάμε συγνώμη από το σύντροφο Σ. Μιχαήλ και από το ΕΕΚ για την κριτική που τους ασκήσαμε χωρίς να υπάρχει πραγματικός λόγος. Τους διαβεβαιώνουμε ότι πρόθεση μας δεν ήταν να τους μειώσουμε με καμία έννοια. Ωστόσο χαιρόμαστε για το ότι διαπιστώσαμε ότι οι σύντροφοι αντιμετωπίζουν αυτό το θέμα, της δίκης Μιλόσεβιτς, με αφορμή την οποία πολλοί εδώ στην Ελλάδα έχουν μετατραπεί σε άκριτους υπερασπιστές της πολιτικής του, από μια σωστή σκοπιά.

Πιστεύουμε ότι ο καλύτερος τρόπος για να αποφύγουμε στο μέλλον ανάλογες παρεξηγήσεις είναι η μεγαλύτερη προσέγγιση των οργανώσεων μας. Κάπου στην προηγούμενη πορεία μας απομακρυνθήκαμε υπερβολικά. Θεωρούμε ότι οι συνθήκες έχουν ωριμάσει για να μη συναντιόμαστε μόνο στις κινητοποιήσεις, από Αθήνα μέχρι Γένοβα, αλλά να αναπτύξουμε ένα διμερή διάλογο και συνεργασία ανάμεσα σε δύο οργανώσεις που πολλά από αυτά που τις χώριζαν έχουν εκλείψει και, ας μην το ξεχνάμε, προέρχονται από τον ίδιο πολιτικό χώρο.

Σχετικά με κάποιους αυτόκλητους υπερασπιστές

Στο ΠΡΙΝ της 10-3-2002 διαβάσαμε ένα ανυπόγραφο σχόλιο για το παραπάνω ζήτημα με τίτλο «Χυδαιότητες κατά Σ. Μιχαήλ» όπου ο αρθρογράφος μετατρεπόταν σε αυτόκλητο υπερασπιστή του σ. Σάββα Μιχαήλ και μας κατήγγειλε για τα συγκεκριμένα άρθρα, χωρίς τουλάχιστον να μπει στον κόπο να δει αν στον επόμενο ΣΠΑΡΤΑΚΟ θα δημοσιεύαμε ή όχι κάποια επανόρθωση. Σε αντίθεση μάλιστα τόσο με το σχετικό σημείωμα της Νέας Προοπτικής όσο και με την παρέμβαση του συντρόφου του ΕΕΚ στη συνδιάσκεψη μας, που χαρακτηρίζονταν από κοσμιότητα και συντροφικότητα, ο αρθρογράφος του ΠΡΙΝ αναφέρεται σε εμάς υβριστικά χαρακτηρίζοντας τα άρθρα μας «χυδαιότητα» που «οδηγεί στη γελοιότητα».

Προκαλούμε το σ. αρθρογράφο να μας υποδείξει ποια σημεία των υπόψη άρθρων ξεφεύγουν από τα όρια της κριτικής, έστω και αν αυτή έγινε με λάθος δεδομένα, και μπορούν να χαρακτηριστούν “χυδαιότητα” και να μας εξηγήσει γιατί χαρακτηρίζει ένα λάθος, που μάλιστα αποκαθίσταται στο επόμενο τεύχος του εντύπου μας, “γελοιότητα”. Ο ανώνυμος σ. αρθρογράφος αλλά και οι σύντροφοι της Συντακτικής Επιτροπής του ΠΡΙΝ θα πρέπει να μάθουν ότι η κριτική όταν γίνεται με πολιτικούς όρους, ακόμη και αν είναι σε λάθος βάση, δεν χαρακτηρίζεται ποτέ «χυδαιότητα». Εκτός βέβαια από εκείνους που δεν αντέχουν τον παραμικρό διάλογο και τον υποκαθιστούν με βρισιές όπως αυτές του σχόλιου του ΠΡΙΝ. Θα συνιστούσαμε λοιπόν στους συντρόφους να πάρουν κάποια μαθήματα του πως γίνεται μια κριτική από τον ίδιο το σ. Σάββα Μιχαήλ που σίγουρα δεν έχει καμιά ανάγκη από τη συνηγορία τους, και ειδικά όταν είναι αυτού του επιπέδου.

Εμείς πάντως, επειδή έχουμε δει στην καθημερινή μας πρακτική ότι οι σύντροφοι του ΝΑΡ δεν δείχνουν γενικά τη συμπεριφορά του ανώνυμου αρθρογράφου του ΠΡΙΝ θα συνεχίσουμε να συνεργαζόμαστε μαζί τους σε μια σειρά χώρων και να προσπαθούμε, σε πείσμα ίσως συντρόφων όπως ο παραπάνω, να επεκτείνουμε τη συνεργασία μας.

Η ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΟΥ ΣΠΑΡΤΑΚΟΥ


Σπάρτακος 63, Γενάρης 2002 & Σπάρτακος 64, Απρίλης 2002

Αρχείο Σπάρτακου


https://tpt4.org/?p=2872

There are 2 comments

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Twitter

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Twitter. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s