NPA: Οργανώνοντας νικηφόρα τον πολιτικό αγώνα κατά του Μακρόν

Νέο Αντικαπιταλιστικό Κόμμα (NPA), CPN του NPA, 12 και 13 Μαρτίου

[Αναδημοσίευση από elaliberta]

Δημοσιεύουμε την πολιτική απόφαση που υιοθετήθηκε1 από το CPN [Κεντρική Επιτροπή του NPA] στις 12 και 13 Μαρτίου σχετικά με την κοινωνική κατάσταση στη Γαλλία και τους προσανατολισμούς του NPA για την οικοδόμηση του κινήματος. [Γράφτηκε πριν από την προσφυγή στο άρθρο 49.3 -δηλαδή την υιοθέτηση της μεταρρύθμισης χωρίς ψήφιση από τη Βουλή] [1]

Οργανώνοντας την απεργία και κερδίζοντας τον πολιτικό αγώνα κατά του Μακρόν

Το κίνημα στο οποίο παρεμβαίνουμε είναι ιστορικό, λόγω της κλίμακας των διαδηλώσεων, της έκτασης τους στις πόλεις, της διάρκειάς του, της ενότητας των οργανώσεων του εργατικού κινήματος που το χαρακτηρίζει, αλλά και του βάθους της αγανάκτησης που υπάρχει σε μεγάλα στρώματα του πληθυσμού απέναντι στην κυβέρνηση. Κάτω από τα χτυπήματα της κυρίαρχης τάξης, το προλεταριάτο τείνει να συγκροτηθεί ως τάξη: Ξεκινώντας από την ετερογένειά του, από την αδυναμία των οργανώσεών του, βλέπουμε να ανασυγκροτεί τα συνδικάτα του, τα οποία μάλιστα στρατολογούν, και να προωθεί συζητήσεις σε όλα τα επίπεδα για το πώς θα αντιμετωπιστεί αυτή η μεταρρύθμιση.

Η νίκη ή η ήττα αυτού του κινήματος θα αφήσει βαθιά ίχνη. Για εμάς, η πρόκληση είναι να συμβάλουμε στην ανασυγκρότηση της ταξικής συνείδησης και σε μια αντιπαράθεση μεταξύ των τάξεων σχετικά με το ζήτημα της εξουσίας.

Οι πολιτικές επιπτώσεις του κινήματος

Κατά τη διάρκεια των σχολικών διακοπών στο Παρίσι, η μάχη για τη μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος πολώθηκε εν μέρει από την κοινοβουλευτική συζήτηση. Το κύριο πλεονέκτημα αυτής της συγκυρίας ήταν να καταδείξει ότι δεν μπορούσε να προκύψει τίποτα από την τελευταία. Η διαμάχη για τα 1.200 ευρώ έδειξε το μέγεθος των ψεμάτων της κυβέρνησης. Η μάχη των τροπολογιών έδειξε τον αδιαφανή και αντιδημοκρατικό χαρακτήρα της συζήτησης. Η δυνατότητα χρήσης του άρθρου 49-3, στη συνέχεια του 47-1, όπως και στη Γερουσία της χρήσης του άρθρου 44.3 για ψήφους από τις κοινοβουλευτικές ομάδες έδειξε τον αυταρχισμό της κυβέρνησης. Όλα αυτά έδωσαν μια θλιβερή εικόνα της αστικής δημοκρατίας, επιβεβαίωσαν την έλλειψη νομιμοποίησης της εξουσίας του Μακρόν.

Ωστόσο, ο τελευταίος θέλει οπωσδήποτε να προχωρήσει σε αυτή τη μεταρρύθμιση και να έρθει αντιμέτωπος με το εργατικό κίνημα. Αυτό μπορεί να γίνει κατανοητό μόνο σε ένα ευρύτερο πλαίσιο: το ζήτημα αυτής της μεταρρύθμισης δεν είναι η ηλικία των 64 χρόνων ή των εισφορών για 44 χρόνια, αλλά το γεγονός ότι η κυβέρνηση θέλει να πολλαπλασιάσει τα περιθώρια ελιγμών της επιβάλλοντας μια ήττα στο εργατικό κίνημα και τις οργανώσεις του, στο πλαίσιο ενός κόσμου που βρίσκεται σε βαθιά κρίση, είτε στο πλαίσιο του διεθνούς ανταγωνισμού, είτε του πολέμου στην Ουκρανία. Ένας άλλος δείκτης της ενίσχυσης του αυταρχικού κράτους είναι η αύξηση του στρατιωτικού προϋπολογισμού, οι νόμοι κατά των ελευθερίων που πολλαπλασιάζονται και η άνοδος της ακροδεξιάς.

Σε αυτό διακυβεύεται η ύπαρξή του. Λέει ότι ζυγίζει το ενδεχόμενο διάλυσης της Εθνοσυνέλευσης, διότι μια ήττα θα σήμαινε γι’ αυτόν την αδυναμία συνέχισης της πολιτικής του. Δεν φοβόμαστε μια ήττα της κυβέρνησης, μια διάλυση της Βουλής, πιστεύουμε αντίθετα ότι θα συγκεκριμενοποιούσε μια νίκη του προλεταριάτου και θα μπορούσε να ανοίξει μια φάση αντεπίθεσης.

Αξιολόγηση της 7ης-8ης-9ης Μαρτίου

Παρά και/ή χάρη στις δύο εβδομάδες κενού μεταξύ της κινητοποίησης της 16ης Φεβρουαρίου και της επόμενης, η κινητοποίηση της 7ης Μαρτίου ήταν μεγαλύτερη από τις προηγούμενες όσον αφορά τον αριθμό των διαδηλωτών (3,5 εκατομμύρια κατά την CGT έναντι 2,5 στις 31 Ιανουαρίου). Βασίστηκε στις επαναλαμβανόμενες απεργίες που είχαν ξεκινήσει το προηγούμενο Σαββατοκύριακο, ιδίως στον τομέα της ενέργειας, στις αγωνιστικές ανακοινώσεις εμβληματικών τομέων όπως οι μεταφορές, των Solidaires και ορισμένων ομοσπονδιών της CGT. Σε αυτά προστέθηκαν και άλλα κλαδικά καλέσματα για την ανανέωση ή τη συνέχιση των κινητοποιήσεων, όπως το δια-συνδικαλιστικό κάλεσμα στην εκπαίδευση.

Η ημέρα της 8ης Μαρτίου, ημέρα φεμινιστικών απεργιών με αφορμή τη διεθνή ημέρα αγώνα για τα δικαιώματα των γυναικών, αποτέλεσε σημείο ενίσχυσης αλλά και με μία δυσκολία. Σημείο ενίσχυσης επειδή προσέφερε μια συνέχεια, δυσκολία επειδή δεν είχε απαραίτητα αναδυθεί παντού ως ημερομηνία κινητοποίησης για τις συντάξεις. Η ημέρα ήταν σημαντικά πιο μαζική από τις προηγούμενες, αλλά η άρθρωση με το υπόλοιπο κοινωνικό κίνημα διέφερε ανάλογα με τους δεσμούς που υπήρχαν σε τοπικό επίπεδο μεταξύ του φεμινιστικού κινήματος και των συνδικαλιστικών οργανώσεων, μεταξύ άλλων. Σε μέρη όπου υπήρχε μακρά ιστορία δουλειάς βάσης, που συχνά προωθήθηκε από το ρεύμα μας, η σύγκλιση ήταν ισχυρότερη. Με τους άλλους πολιτικούς και συνδικαλιστικούς φορείς, πρέπει να εργαστούμε για να συνδέσουμε τα φεμινιστικά αιτήματα και την κινητοποίηση κατά της συνταξιοδοτικής μεταρρύθμισης. Επιδεινώνοντας περαιτέρω τις μισθολογικές ανισότητες μεταξύ ανδρών και γυναικών, η μεταρρύθμιση αποκτά και σεξιστικό χαρακτήρα. Η ζωτικότητα των φεμινιστικών κινημάτων θα μπορούσε επομένως να αποτελέσει ένα πρόσθετο σημείο στήριξης για την ενίσχυση και την επέκταση της κινητοποίησης.

Απέναντι στην αδυναμία να μπορούμε να στηριχτούμε στους κλάδους που θα μπορούσαν να μπλοκάρουν την οικονομία, είναι απαραίτητο να εργαστούμε για μια βαθμιαία διεύρυνση των κλάδων που απεργούν. Στην SNCF [σιδηρόδρομοι], η κινητοποίηση ήταν έντονη στις 7 και 8 του μήνα, αλλά η επανάληψη της απεργίας δυσκολεύεται να ριζώσει, παρόλο που τα ποσοστά των απεργών εξακολουθούν να είναι σημαντικά και το Σαββατοκύριακο. Όπως και σε άλλους κλάδους, το επίπεδο της αυτοοργάνωσης εξακολουθεί να είναι χαμηλό και η δυναμική των συνελεύσεων δυσκολεύεται να εμπλέξει περισσότερους από τον πυρήνα των συνδικαλισμένων και των ενεργών ακτιβιστών. Στον τομέα της ενέργειας, φαίνεται να υπάρχει μια ανοδική φάση με συνέπειες που αρχίζουν να γίνονται ορατές. Στα διυλιστήρια, η πίεση διατηρείται επίσης a priori μέχρι τις 15 Μαρτίου. Οι δημόσιες μεταφορές και οι αερομεταφορές κινητοποιούνται και πέραν της ημέρας της 7ης Μαρτίου. Στην εκπαίδευση, η ανανέωση της απεργίας είναι έργο των μαχητικών ομάδων της μειοψηφίας, αλλά τη χρησιμοποιούν ως μέσον για να επεκταθεί και να οργανωθεί. Δράσεις αποκλεισμού, οδοφράγματα, μοιράσματα… έλαβαν χώρα σχεδόν παντού. Η μέρα της 9ης Μαρτίου σημαδεύτηκε από πολύ μικρότερες διαδηλώσεις. Η κινητοποίηση μεταξύ των νέων εξακολουθεί να είναι αδύναμη και η υποστήριξη της δια-συνδικαλιστικής ήταν ανεπαρκής για να εξασφαλίσει σημαντική συμμετοχή, ακόμη και μεταξύ των συνδικαλιστών.

Οι διαδηλώσεις του Σαββάτου 11 Μαρτίου ήταν πολύ λιγότερο μαζικές, αλλά και πάλι σημαντικές, μαρτυρώντας τη δύναμη του κινήματος. Η κυβέρνηση δεν θα παραλείψει να επισημάνει τη μείωση του αριθμού των διαδηλωτών. Πρέπει να αντικρούσουμε τα στοιχεία αποθάρρυνσης αναδεικνύοντας τη συνέχιση των απεργιακών δράσεων ή των μπλόκων: SNCF, RATP, υδροηλεκτρικά φράγματα, διυλιστήρια, απορριμματοφόρα… επιτροπές περιφρούρησης, απεργιακές επιτροπές, μοιράσματα σε κυκλικούς κόμβους… οι πραγματικοί μοχλοί στήριξης παραμένουν πολυάριθμα και πρέπει να συμμετέχουμε στη δημοσιοποίηση και την προβολή τους μέσω των κοινωνικών μας δικτύων και των εντύπων μας ειδικότερα.

Η οργάνωση της απεργίας και του αποκλεισμού της χώρας

Μετά την αλληλουχία της 7ης-8ης-9ης Μαρτίου, το ζήτημα είναι να στηριχτούμε στους σχετικούς τομείς ή κομμάτια τους, για να εκλαϊκεύσουμε την επαναλαμβανόμενη και ενεργητική απεργία, για να την καταστήσουμε ρεαλιστική. Ούτε οι ημερήσιες κινητοποιήσεις , ακόμη και οι πολύ μαζικές, ούτε η επιβράδυνση της εθνικής οικονομίας θα είναι αρκετές για να κάνουν την κυβέρνηση να λυγίσει. Πράγματι, η αστική τάξη μπορεί να απορροφήσει ένα μικρό πλήγμα που θα παρέμενε περιορισμένο. Το θέμα είναι να υπάρξει μια καμπή τέτοια που η κυβέρνηση να αισθανθεί ότι έχει περισσότερα να χάσει από την παγίωση της σύγκρουσης παρά από την απόσυρση των μεταρρυθμίσεων. Αυτό σημαίνει ότι η προοπτική των καταλήψεων, του ελέγχου της κυκλοφορίας, του μπλοκαρίσματος της κυκλοφορίας του κεφαλαίου, της σημαντικής επιβράδυνσης των παραγωγικών τομέων, πρέπει να γίνει αισθητή. Είναι η πρακτική εφαρμογή μέσω της απεργίας της αμφισβήτησης της εξουσίας των αφεντικών και της αστικής τάξης να ελέγχουν και να αποφασίζουν για την παραγωγή και τη ζωή μας. Είναι ένα πρώτο αναγκαίο βήμα για την πολιτική χειραφέτηση του προλεταριάτου, η απεργία μας επιτρέπει να βγούμε από την αλλοτρίωση και να θέσουμε το πρόβλημα μιας εναλλακτικής λειτουργίας της κοινωνίας. Χωρίς να αυταπατόμαστε για τα πισωγυρίσματα της τάξης μας όσον αφορά τη συνείδηση και τη συγκρότησή της, είναι ωστόσο η πρώτη φορά από το 1968 που αυτή η προοπτική φαίνεται εφικτή, έστω και αν είναι πολύ αβέβαιη. Σε κάθε περίπτωση, πρέπει να είμαστε έτοιμοι γι’ αυτό στο βαθμό που η έλλειψη νομιμοποίησης της εξουσίας, η λανθάνουσα πολιτική κρίση, μπορεί να επιτρέψει σημαντικές επιταχύνσεις.

Η πρόταση για την ημερομηνία του Σαββάτου είναι ένα θετικό στοιχείο στην αντιπαράθεση με την εξουσία. Πόσο μάλλον αν με αυτήν προετοιμάζεται μια νέα πολυήμερη απεργιακή συνέχεια την επόμενη εβδομάδα.

Η ημερομηνία της 15ης Μαρτίου που επέβαλε η διασυνδικαλιστική (ημέρα της κοινής επιτροπής) είναι από αυτή την άποψη ανεπαρκής και ένα βήμα πίσω από την πρώτη πρόταση της 14-16-18 που φάνηκε να αναδύεται. Ωστόσο, θα πρέπει να χρησιμεύσει ως σημείο στήριξης για να φέρει κοντά τους τομείς που είναι πιο προχωρημένοι και εκείνους που δυσκολεύονται να μπουν στα σκληρά του κινήματος. Οι ενδιάμεσες ημέρες μεταξύ δύο εθνικών ημερομηνιών πρέπει να χρησιμοποιηθούν ως χρόνοι για την οικοδόμηση της απεργίας, ιδίως από τις μειοψηφικές ομάδες που απεργούν. Πρέπει να επιτρέψουν την ανάληψη τοπικών πρωτοβουλιών, την οργάνωση περιοδειών με αφετηρία τους κινητοποιημένους τόπους, τη συγκεκριμένη οργάνωση του μπλοκαρίσματος της οικονομίας.

Ανάπτυξη μιας ενιαίας πλατφόρμας αιτημάτων

Για να εδραιωθεί η κινητοποίηση, είναι απαραίτητο να συνδεθεί με τις καθημερινές ανησυχίες των εργαζομένων και του πληθυσμού. Ειδικότερα, το ζήτημα των μισθών και των εισοδημάτων είναι κεντρικό υπό το πρίσμα του πληθωρισμού. Προβάλλουμε την ανάγκη για μια γενική αύξηση 400 €, όπως υποστηρίξαμε κατά τη διάρκεια της προεδρικής εκστρατείας. Από την άλλη πλευρά, η διασφάλιση και η ανάπτυξη των δημόσιων υπηρεσιών πρέπει επίσης να προταχθεί γιατί είναι απαραίτητες για την καθημερινή ζωή και γιατί αποτελούν τη συγκεκριμένη υλοποίηση ενός κοινωνικοποιημένου μέρους του μισθού: υγεία επειγόντως, αλλά και σχολείο, φροντίδα για ευάλωτα άτομα, μεταφορές, νερό, ενέργεια…

Η διατήρηση του μισθού, σε όλες τις συνθήκες (ανεργία, ασθένεια, συντάξεις…) πρέπει να προβληθεί, ως απάντηση στην παγκόσμια επίθεση που συνιστούν οι μεταρρυθμίσεις της ασφάλισης ανεργίας και των συνταξιοδοτικών δικαιωμάτων.

Όσον αφορά τις συντάξεις, το σύνθημα της συνταξιοδότησης στα 60 υιοθετείται ευρέως. Πρέπει να το συνδέσουμε με το ζήτημα της διάρκειας των εισφορών και την επιστροφή στα 37,5 χρόνια ως κανόνα, υποστηρίζοντας πάνω απ’ όλα το ενιαίο αίτημα για την απόσυρση του νόμου, η επίτευξη του οποίου θα άνοιγε το δρόμο για την κατοχύρωση των άλλων αιτημάτων.

Τα αιτήματα αυτά πρέπει να διευκολύνουν τη σύνδεση με τις υπάρχουσες κινητοποιήσεις: μισθοί, απολύσεις, δημόσιες υπηρεσίες… Επίσης, δημιουργούν τη σύνδεση με τις πιο επισφαλείς κατηγορίες του πληθυσμού που βρέθηκαν κυρίως στην κινητοποίηση των Κίτρινων Γιλέκων το 2019.

Κάνουμε επίσης τη σύνδεση με άλλους σημαντικούς αγώνες της περιόδου: το ζήτημα της στέγασης με τον προτεινόμενο νόμο που διευκολύνει τις εξώσεις για απλήρωτα ενοίκια, ή το νόμο Νταρμανέν κατά των μεταναστών, το ζήτημα της αναγκαίας μείωσης του χρόνου εργασίας: – στην ολοένα αυξανόμενη εκμετάλλευση των ανθρώπων και των φυσικών πόρων, εμείς αντιτάσσουμε το “λιγότερη δουλειά, καλύτερη δουλειά και δουλειά για όλους/ες”. Η υιοθέτηση αυτών των διαφορετικών αιτημάτων και ανησυχιών από τις ίδιες τις μάζες είναι ένα μέτρο της δυνατότητας μετατροπής ενός κοινωνικού κινήματος σε πολιτικό κίνημα κατά της εξουσίας.

Κινητοποίηση της νεολαίας: κατάσταση και προοπτικές

Η μαζική συμμετοχή των νέων στην κινητοποίηση θα μπορούσε να αποτελέσει αποφασιστικό στοιχείο. Μέχρι στιγμής, οι νέοι έχουν δείξει την αποφασιστικότητα τους ως προς τη διαμαρτυρία και την ικανότητά τους να συνδέουν την απόρριψη της αντιμεταρρύθμισης με άλλα αιτήματα (ενάντια στην επισφάλεια, την υποβάθμιση των συνθηκών σπουδών, την επιλογή, την πρόσβαση στη στέγαση και τον καταμερισμό της εργασίας…) μεταφέροντας μια πιο σφαιρική διαμαρτυρία ενάντια στην παραγωγιστική λογική που επιδεινώνεται από τη μεταρρύθμιση και τους σπόρους ενός νέου σχεδίου για μια οικολογική κοινωνία. Αν και η συμμετοχή της νεολαίας εξακολουθεί να περιορίζεται στους πιο πολιτικοποιημένους κύκλους, οι διάφορες δράσεις που πραγματοποιήθηκαν τις τελευταίες εβδομάδες -συμπεριλαμβανομένων των καταλήψεων, οι οποίες οδήγησαν σε πολύ ισχυρή καταστολή- και ο πολλαπλασιασμός των εκκλήσεων για κινητοποίηση από τις οργανώσεις νεολαίας, δίνουν ένα θετικό μήνυμα.

Θα πρέπει να πολλαπλασιάσουμε τους χώρους για συζήτηση και συνάντηση, για να ενθαρρυνθεί η δημιουργία ενός μαζικού κινήματος στη βάση. Είναι απαραίτητο να αποφύγουμε την παγίδα των μειοψηφικών καταλήψεων, που επιτρέπουν στις διοικήσεις να κλείνουν τα ιδρύματα αποκόπτοντας τη μάζα των μαθητών (και φοιτητών), και να προωθήσουμε δράσεις κατάληψης και αυτοοργάνωσης στα λύκεια καθώς και στα πανεπιστήμια, όταν η κινητοποίηση φτάσει σε επαρκές επίπεδο. Μπορούν επίσης να επιχειρηθούν συγκλίσεις μεταξύ των δράσεων των φοιτητών και του προσωπικού (διδακτικού, διοικητικού), όπου αυτό είναι δυνατό (άνοιγμα των απεργιακών ταμείων στους φοιτητές υπαλλήλους, συμβολικές δράσεις, μπλόκα, οδοφράγματα, κοινές συνελεύσεις…). Η φοιτητική νεολαία πρέπει να επιτύχει στις δράσεις της για να αποκτήσει αυτοπεποίθηση. Όποια και αν είναι η μορφή της κινητοποίησης, ο στόχος είναι να συμπαρασύρει την πλειοψηφία των φοιτητών, ώστε να διασφαλιστεί ότι θα αναλάβουν την ευθύνη του κινήματος και θα προβάλουν συγκεκριμένα αιτήματα. Η νεολαία αποτελεί επίσης βασικό στοιχείο στην επιδείνωση της πολιτικής κρίσης και στη διαδικασία απονομιμοποίησης του μακρονισμού.

Οργανώνοντας την κινητοποίηση από τα κάτω προς τα πάνω

Το κίνημα μπορεί να οικοδομηθεί σε όλα τα μέτωπα, ανεξάρτητα από την κατάστασή μας. Ξεκινά από τους χώρους εργασίας. Και ξέρουμε ότι κάποιοι από αυτούς παίζουν πολύ σημαντικό ρόλο και ότι τα κινήματα εκεί ασκούν πολύ ισχυρή πίεση στην άρχουσα τάξη, επειδή είναι ικανά να μπλοκάρουν την παραγωγή ή την κυκλοφορία του κεφαλαίου και επομένως να εμποδίσουν την υλοποίηση της αξίας: βιομηχανία, μεταφορές, ενέργεια… Αλλά η απεργία σε όλους τους χώρους εργασίας παράγει πολιτική πίεση, συμβάλλει στο μπλοκάρισμα της οικονομίας, συμβάλλει στην ενότητα του προλεταριάτου. Και, πέρα από αυτό, η συμμετοχή όλων των κοινωνικών στρωμάτων στο κίνημα συμβάλλει επίσης σε αυτή την ενότητα, είτε πρόκειται για τους συνταξιούχους, είτε για τους βιβλιοπώλες, σε ad hoc επιτροπές, σε διεπαγγελματικές επιτροπές, σε λαϊκές συνελεύσεις σε επίπεδο περιφέρειας ή πόλης…

Μετά τις 7 Μαρτίου, η επαναλαμβανόμενη απεργία είναι μειοψηφική, αλλά παραμένει ισχυρή σε μια σειρά από κλάδους: στην εκπαίδευση, τις μεταφορές, την ενέργεια, την καθαριότητα σε ορισμένες πόλεις κ.λπ. Πρέπει να εισέλθουμε σε ένα είδος «απεργίας διεύρυνσης», δηλαδή με τους απεργούς να θέτουν ως στόχο τη διεύρυνση του κινήματος, την κινητοποίηση των κλάδων που δεν απεργούν ακόμη. Σε ορισμένες περιπτώσεις, πρέπει να καταπολεμήσουμε τις μειοψηφικές δράσεις που θέλουν να περιορίσουν τον αγώνα σε αυτούς που είναι ήδη πεποισμένοι.

Υπάρχει μια σημαντική υποχώρηση στην πεποίθηση των μεθόδων της απεργίας και της αυτοοργάνωσης. Δεν τίθενται πια επί της αρχής αλλά σε σχέση με τις πρακτικές ανάγκες. Χτίζουμε την απεργία επειδή έχει πρακτική χρησιμότητα για την πραγματοποίηση δράσεων: μαζική διαδήλωση, αποκλεισμός κόμβων ή περιφερειακών δρόμων, σταθμών, λιμανιών, βιομηχανικών κέντρων, σε συντονισμό με τις κατάλληλες συνδικαλιστικές δομές, ή πραγματοποίηση περιοδειών για κινητοποίηση.

Χτίζουμε επίσης δομές αυτοοργάνωσης όχι ως φετίχ ή από δημοκρατική αρχή, αλλά ως εργαλεία που είναι συγκεκριμένα χρήσιμα για την οργάνωση της κινητοποίησης: να επιλέξουμε πότε να απεργήσουμε, να οργανώσουμε μια πορεία, να βάλουμε αφίσες, να μοιράσουμε φυλλάδια. Για εμάς, είναι σημαντικό να συναρθρωθεί η αυτοοργάνωση και η διατήρηση της ενότητας: προσπαθούμε να αποφύγουμε τις αντιπαραθέσεις μεταξύ των συνδικαλιστικών μηχανισμών και των δομών αυτοοργάνωσης, υποστηρίζουμε τις δια-συνδικαλιστικές πορείες ανά κλάδο ή επιχείρηση, τις γενικές συνελεύσεις και τους διεπαγγελματικούς συνδέσμους. Μια ενεργή απεργία πρέπει να εμπλέκει τους εργαζόμενους στην υλοποίηση των δράσεων, όχι μόνο τους ακτιβιστές.

Σύνδεση της απεργιακής δράσης με τον πολιτικό αγώνα κατά του Μακρόν

Το κίνημα δεν είναι ακόμη πραγματικά πολιτικό κίνημα, με την έννοια ότι δεν θέτει υποκειμενικά το ζήτημα της εξουσίας. Αλλά ήδη, αντικειμενικά, είναι η ενσάρκωση μιας ταξικής αντιπαράθεσης μεταξύ μιας αστικής τάξης που συσπειρώνεται, θέλοντας και μη, πίσω από τον Μακρόν και μιας εργατικής τάξης που τείνει να ανασυγκροτηθεί ως τάξη για τον εαυτό της, μέσα από τη δυναμική του αγώνα και στηριζόμενη σε ένα ολοκληρωμένο ενιαίο μέτωπο, από τη CFDT και το PS (Σοσιαλιστικό Κόμμα) μέχρι τις οργανώσεις της άκρας αριστεράς.

Αυτή η σύγκρουση πρέπει να ενταθεί, διότι η κυβέρνηση θέλει να πετύχει μια νίκη, ενώ οι οργανώσεις του εργατικού κινήματος δεν μπορούν να αντέξουν μια ήττα και ο συμβιβασμός φαίνεται αδύνατος. Και καθώς εντείνεται, θα πρέπει να θέτει όλο και περισσότερο από τη μια πλευρά το ζήτημα της νομιμότητας μιας μειοψηφικής εξουσίας που δεν θέλει να δεχτεί να ακούσει την πλειοψηφία του πληθυσμού, και από την άλλη το πρόβλημα της στρατηγικής του κινήματος για τη νίκη.

Προς το παρόν, το προλεταριάτο εξεγείρεται ενάντια στη μεταρρύθμιση, ενάντια στις γενικότερες συνθήκες ύπαρξής του, αλλά εξακολουθεί να ακολουθεί σταθερά τις συνδικαλιστικές εντολές. Η στρατηγική που έχει χαράξει η δια-συνδικαλιστική είναι η αντανάκλαση του επιπέδου συνείδησης των μαζών χωρίς να προσπαθεί πραγματικά να τραβήξει προς τα πάνω, να κάνει τους ρυθμούς να συγκλίνουν με την υποστήριξη των πιο κινητοποιημένων κλάδων. Γι’ αυτό εμείς προσπαθούμε να δράσουμε πάνω σε αυτή τη στρατηγική, μεταξύ άλλων συζητώντας την, ή προτείνοντας επιταχύνσεις του ημερολογίου ή ημερομηνίες για την ανάπτυξη της κινητοποίησης, όταν μας φαίνεται σκόπιμο, κυρίως μέσω των εκπροσώπων μας.

Επιπλέον, η σημερινή ανάθεση της λήψης αποφάσεων από τους εργαζόμενους στη διασυνδικαλιστική, στους συνδικαλιστικούς ηγέτες των συνδικάτων, των εργατικών κέντρων ή των ομοσπονδιών έρχεται σε αντίθεση με την αυτοοργάνωση και τη δημοκρατία στους αγώνες. Για να πιέσουμε και να προσπεράσουμε τους συνδικαλιστικούς μηχανισμούς, είναι απαραίτητο να οικοδομήσουμε τα πλαίσια της αυτοοργάνωσης, μέσα από πρακτικές δράσεις.

Από το Σάββατο 11 του μηνός, τα συνδικάτα είναι ενωμένα στο αίτημά τους (προς τον Μακρόν) για διαβούλευση με τους πολίτες σχετικά με τη μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος. Αυτό είναι επίσης σύμφωνο με την πρόταση του Ζαν-Λυκ Μελανσόν που διατυπώθηκε την Τρίτη 7 του μηνός για τη διοργάνωση δημοψηφίσματος ως πιθανή διέξοδο για την κυβέρνηση Μακρόν. Είναι η έκφραση των αντιφάσεων της στιγμής στην οποία βρισκόμαστε, με τις δυσκολίες του πραγματικού αποκλεισμού της χώρας. Η πιθανή άρνηση της κυβέρνησης να υποχωρήσει σε τέτοια αιτήματα θα ήταν ένα ισχυρό σύμβολο άρνησης της δημοκρατίας, που θα μπορούσε να ανεβάσει τη λαϊκή οργή ένα σκαλί πιο ψηλά, γεγονός που θα συνέβαλε επίσης στην ενίσχυση της διασυνδικαλιστικής αλληλεγγύης ενόψει της ψήφισης του νόμου στην Εθνοσυνέλευση. Όμως, στην τρέχουσα εξέλιξη, που παραμένει αυτή της προετοιμασίας της απεργίας, αυτή η μάχη στο θεσμικό πεδίο μπορεί επίσης να αποσπάσει ένα μέρος των αγωνιστικών δυνάμεων από αυτόν τον στόχο. Τονίζουμε την έλλειψη νομιμότητας μιας εξουσίας που δεν συμβουλεύεται τον πληθυσμό και επαναβεβαιώνουμε ότι μόνο μέσω της κινητοποίησης, της διαμόρφωσης ισορροπίας δυνάμεων μέσω απεργιών και διαδηλώσεων, μπορούμε να νικήσουμε.

Η συζήτηση για τη στρατηγική νίκης θα πρέπει να οδηγήσει, έστω και αργά, στην ενίσχυση των απεργιών και των δομών αυτοοργάνωσης, ενώ θα εντείνεται και η έλλειψη νομιμοποίησης της εξουσίας.

Από την πλευρά μας, θέλουμε να ενισχύσουμε την πολιτική αυτοπεποίθηση του προλεταριάτου ώστε να συγκροτήσει εναλλακτική λύση στην αστική εξουσία. Η κλασική φόρμουλα είναι αυτή της «εργατικής κυβέρνησης», που σήμερα λέγεται και «κυβέρνηση των εργαζομένων», η οποία υποδηλώνει ότι θέλουμε μια εξουσία που να έρχεται αντιμέτωπη με την άρχουσα τάξη, να υλοποιεί τα αιτήματα των λαϊκών τάξεων, διατηρώντας ωστόσο μια αμφισημία σε σχέση που συνδέεται με τον μεταβατικό της χαρακτήρα [2], σχετικά με το ποιος συγκροτεί αυτή την κυβέρνηση: είναι οι οργανώσεις του εργατικού κινήματος ή οι δομές αυτοοργάνωσής του; Σε κάθε περίπτωση, η συζήτηση αυτή διεξάγεται σταδιακά, ανάλογα με την εξέλιξη του κινήματος και της συνείδησης, αλλά εμείς προβάλλουμε την έλλειψη νομιμοποίησης της κυβέρνησης, την απαίτηση να φύγει και να αντικατασταθεί από μια κυβέρνηση των εργαζομένων.

Συνεπώς, αγωνιζόμαστε ενάντια στο διαχωρισμό μεταξύ του κοινωνικού και του πολιτικού, όπως επιδιώκεται από τις ρεφορμιστικές οργανώσεις (πολιτικές ή συνδικαλιστικές). Όλες οι οργανώσεις, όλες οι δομές νομιμοποιούνται να θέτουν το ζήτημα της εξουσίας. Προτείνουμε, λοιπόν, να συνεχίσουμε τις ενωτικές συγκεντρώσεις, συσπειρώνοντας κόμματα (σε πολλές περιπτώσεις με την υποστήριξη του NUPES), συνδικάτα, ενώσεις, φεμινιστικές, ΛΟΑΤΚΙ ή περιβαλλοντικές ομάδες κ.λπ. Και ειδικότερα μια ενιαία εθνική συγκέντρωση ενάντια στον Μακρόν. Όπως είμαστε υπέρ μιας πανεθνικής διαδήλωσης στο Παρίσι, που θα έθετε το ζήτημα της εξουσίας. Είμαστε υπέρ της πληρέστερης ενότητας, υπερασπιζόμενοι παράλληλα τις δικές μας προοπτικές και το δικό μας πρόγραμμα, είτε πρόκειται για την καταγγελία του νόμου Τουρέν είτε για το ζήτημα της εξουσίας και της αναγκαίας παγκόσμιας εναλλακτικής απέναντι στον καπιταλισμό.

Οικοδόμηση του NPA

Το κίνημα αποτελεί επίσης μια ευκαιρία για την (αν)οικοδόμηση του NPA. Όχι ως παράσιτου οργανισμού, αλλά ως εργαλείου για την οικοδόμηση του κινήματος με την υπεράσπιση ενός συγκεκριμένου προσανατολισμού. Πρέπει να εκμεταλλευτούμε την απήχησή μας στο κοινωνικό κίνημα και στους κινητοποιημένους τομείς για να αναλάβουμε πρωτοβουλίες, σε τοπικό ή εθνικό επίπεδο, και να συζητήσουμε τις προοπτικές μας, το επαναστατικό μας σχέδιο, προκειμένου να προχωρήσουμε στην ανασυγκρότηση της οργάνωσής μας.

Η συνάντηση των εργαζομένων του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα την 1η και 2α Απριλίου είναι ένα σημαντικό εργαλείο για να φέρουμε κοντά τους ακτιβιστές και τους υποστηρικτές μας στους χώρους εργασίας, για να ξεκινήσουμε την ανασυγκρότηση. […] Ο Τύπος μας είναι επίσης ένα εργαλείο για να δείξουμε τη χρησιμότητά μας στην οικοδόμηση του κινήματος, αναμεταδίδοντας πληροφορίες για το κίνημα […]. Εκλαϊκεύουμε τους προσανατολισμούς μας στον αγώνα, προβάλλοντας πληροφορίες και αναλύσεις σχετικά με τις μεθόδους συγκρότησης του αγώνα, την αυτοοργάνωση, τον τρόπο τοποθέτησης πρόσθετων πολιτικών σημείων κ.λπ.

Συμμετέχουμε επίσης στη διοργάνωση δημόσιων πολιτικών συγκεντρώσεων, ενωτικών ή δικών μας, σε όσο το δυνατόν περισσότερες πόλεις. Ο στόχος είναι να ευαισθητοποιήσουμε τον κόσμο για τις πολιτικές συζητήσεις –δηλαδή για το ζήτημα της εξουσίας– που διεξάγονται γύρω από αυτό το κίνημα, έτσι ώστε οι μάζες να το πάρουν στα χέρια τους. Ο καλύτερος τρόπος, στο πλαίσιο ενός κινήματος, για να διατηρηθεί η ενότητά του είναι να μπορούμε να συγκρίνουμε τους διαφορετικούς προσανατολισμούς, να τους θέσουμε σε αντιπαράθεση με συντροφικό τρόπο. Η NUPES συχνά λειτουργεί ενισχυτικά σε ενωτικές συναντήσεις, στις οποίες μαζεύεται κόσμος. […]

Εξετάζουμε τη δυνατότητα διοργάνωσης μιας δημόσιας συνάντησης τύπου «φόρουμ για τον αντικαπιταλισμό» την άνοιξη. Μια τέτοια πρωτοβουλία (η μορφή της οποίας θα προσαρμοστεί ανάλογα με τις δυνατότητες), απευθύνεται σε μη οργανωμένα άτομα ή σε όσους έχουν αποστασιοποιηθεί από άλλες οργανώσεις, σε ρεύματα και οργανώσεις που διεκδικούν μια επαναστατική ρήξη με τον καπιταλισμό. Από τα πολιτικά ζητήματα που θέτει ο σημερινός αγώνας για τις συντάξεις, η πρόκληση είναι να ενισχυθούν οι παρεμβάσεις που είναι κοινές σε διαφορετικά ρεύματα, ή ακόμα και να μετρηθούν οι δυνατότητες οργανωτικών αλμάτων. […]

Nouveau Parti anticapitaliste (NPA)

« Construire la grève et gagner le combat politique contre Macron », NPA (Nouveau Parti anticapitaliste),

16 Μαρτίου 2023

[1]   Το ψηφισμένο κείμενο, το οποίο είναι διαθέσιμο στον δικτυακό τόπο του NPA, έχει υποστεί κάποιες μικρές συντακτικές προσαρμογές για την παρούσα δημοσίευση.

[2]  Βλέπε σχετικά François Sabado, «Μεταβατική Προσέγγιση, Ενιαίο Μέτωπο, Εργατική Κυβέρνηση», [François Sabado, « Démarche transitoire, Front unique, gouvernement ouvrier », Europe Solidaire Sans Frontières, 30 Σεπτεμβρίου 2005].

Μετάφραση: elaliberta.gr από: Construire la grève et gagner le combat politique contre Macron


https://tpt4.org/?p=8484

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s