της Aurore Lancereau
Από το 2016, η απεργία βρίσκεται στο κέντρο του τέταρτου κύματος φεμινισμού: από την Πολωνία ώς την Αργεντινή, χρησιμοποιείται ως όπλο για την ισότητα μισθών και για το σταμάτημα των γυναικοκτονιών. Και κυρίως, από το 2017, η αργεντίνικη συλλογικότητα Ni Una Menos καλεί σε μια διεθνή φεμινιστική ημέρα απεργίας για τις 8 Μαρτίου, που επεκτείνεται βαθμιαία σε όλο και περισσότερες χώρες. Στο Ισπανικό κράτος, έχει πάρει ιδιαίτερα μεγάλη έκταση, με 5 εκατομμύρια ανθρώπους στους δρόμους στις 8 Μαρτίου 2018 και 6 εκατομμύρια στις 8 Μαρτίου 2019.
L’Anticapitaliste (NPA), 23/11/2019
Η επικαιρότητα της φεμινιστικής απεργίας πρέπει να μας κάνει να θέσουμε εκ νέου το ζήτημα της στρατηγικής που θα πρέπει να υιοθετήσει σήμερα το φεμινιστικό κίνημα. Ποιές είναι οι ιδιαιτερότητες της φεμινιστικής απεργίας; Ποιές στρατηγικές συζητήσεις συνδέονται μαζί της;
Η φεμινιστική απεργία: μια απεργία της παραγωγικής και της αναπαραγωγικής εργασίας
Προωθώντας μια φεμινιστική απεργία, το τέταρτο κύμα1 εγγράφεται σε μια ολόκληρη γκάμα δράσεων που έχουν κληρονομηθεί από το εργατικό κίνημα. Με αυτό, ξαναθέτει την εργασία στο κέντρο, ορίζοντάς την έτσι ως το επίκεντρο της καταπίεσης των γυναικών. Αλλά ταυτόχρονα μας βοηθάει να επεξεργαστούμε πάλι το ζήτημα της εργασίας και της απεργίας. Πράγματι, εάν στο εργατικό κίνημα η απεργία είχε συλληφθεί ως μια απεργία της παραγωγικής εργασίας, δηλαδή απεργία από την παραγωγή και τη διακίνηση εμπορευμάτων και υπηρεσιών, που διεξάγεται στους χώρους εργασίας, η φεμινιστική απεργία περιλαμβάνει και άλλα στοιχεία. Η φεμινιστική απεργία είναι ολοκληρωτική απεργία: είναι ταυτόχρονα και απεργία της παραγωγικής εργασίας και απεργία της αναπαραγωγικής εργασίας.
Ακολουθώντας την Lise Vogel, την αμερικανίδα συγγραφέα του «Marxism and the oppression of women» (1983) και κεντρική θεωρητικό της θεωρίας της κοινωνικής αναπαραγωγής, η αναπαραγωγική εργασία περιλαμβάνει το σύνολο των έργων που επιτρέπουν την παραγωγή και την αναπαραγωγή της εργατικής δύναμης, στα δύο επίπεδα, και στο καθημερινό και στο διαγενεακό. Σύμφωνα με αυτή τη θεωρία, είναι η απόδοση των γυναικών στην αναπαραγωγική εργασία που θεμελιώνει την καταπίεσή τους. Σήμερα, η αναπαραγωγική εργασία ξεδιπλώνεται σε τρεις χώρους.
- Κεντρικός χώρος της αναπαραγωγικής εργασίας παραμένει η οικογένεια. Το ουσιαστικό τμήμα των καθηκόντων της αναπαραγωγής της εργατικής δύναμης δε διεξάγεται μέσα από την αγορά, αλλά μέσα στην ιδιωτική σφαίρα, όπου διεξάγεται δωρεάν από τις γυναίκες (εκπαίδευση των παιδιών, συντήρηση του σπιτιού, προετοιμασία των γευμάτων, εργασία φροντίδας γενικά, κλπ.). Είναι αυτό που το φεμινιστικό κίνημα είχε ονομάσει, στη δεκαετία του 1970, οικιακή εργασία.
- Όμως, η οικογένεια δεν είναι ο μόνος χώρος αναπαραγωγικής εργασίας. Πράγματι, ένα σύνολο έργων που χαρακτηρίζουν την αναπαραγωγή της εργατικής δύναμης συλλογικοποιήθηκαν με την ανάδυση του κράτους πρόνοιας και με την πίεση των κοινωνικών αγώνων και έχουν αναληφθεί, έτσι, σήμερα από τις κοινωνικές υπηρεσίες -ας σκεφτούμε για παράδειγμα τους βρεφικούς σταθμούς, τα σχολεία ή τα νοσοκομεία. Επισημαίνουμε εξάλλου ότι οι χώροι αυτοί παραμένουν επίσης εξαιρετικά γυναικείοι χώροι, παρά την έξοδό τους από την οικογενειακή σφαίρα.
- Τέλος, μια πιο πρόσφατη εξέλιξη είδε την αναπαραγωγική εργασία να αναπτύσσεται όλο και περισσότερο προς έναν τρίτο χώρο, το χώρο της μισθωτής εργασίας. Πράγματι, διαπιστώνουμε ότι, σε συνδυασμό με την εξέλιξη της απασχόλησης στον τριτογενή τομέα και με τις νεοφιλελεύθερες επιθέσεις κατά των δημοσίων υπηρεσιών, η αναπαραγωγική εργασία βγαίνει από την ιδιωτική και τη συλλογική σφαίρα και εισέρχεται στην αγορά, ιδιαίτερα με τη μορφή υπηρεσιών σε πρόσωπα. Σε αυτό το πλαίσιο, η αναπαραγωγική εργασία μπορεί επιπλέον και να ουμπεροποιηθεί2 (και τότε σημαδεύεται από την αυτο-απασχόληση και από το βάρος των ψηφιακών πλατφορμών). Διαπιστώνουμε, εξάλλου, ότι αυτός ο τελευταίος χώρος είναι ίσως και αυτός όπου ο καταμερισμός της εργασίας ανά φύλο έχει μειωθεί και το περισσότερο, προς όφελος ενός καταμερισμού της εργασίας με άξονα τη φυλή.
Θέτοντας το ζήτημα της απεργίας της αναπαραγωγικής εργασίας την θέτουμε, έτσι, σε αυτούς τους πολύ διαφορετικούς τρεις χώρους. Τελικά, είναι στο πλαίσιο των δημοσίων υπηρεσιών όπου το ζήτημα της φεμινιστικής απεργίας πλησιάζει το περισσότερο τις πιο κλασικές μορφές της απεργίας: αυτή η απεργία της αναπαραγωγικής εργασίας είναι μια απεργία της μισθωτής εργασίας. Το ίδιο είναι επίσης και η περίπτωση ενός τμήματος της μισθωτής αναπαραγωγικής εργασίας στις υπηρεσίες σε πρόσωπα. Αντίστροφα, το ζήτημα γίνεται εξαιρετικά κρίσιμο όταν αγγίζει το τμήμα αυτής της κατηγορίας που είναι ουμπεροποιημένο. Αλλά το ζήτημα είναι λιγότερο ειδικά φεμινιστικό, αφού αγγίζει αυτό που θέτει γενικότερα η ιδιαίτερα επισφαλής εργασία: μοιάζει πιο δύσκολο να κάνει κανείς απεργία όταν δεν έχει ούτε σύμβαση εργασίας ούτε και τη θέση μισθωτού. Πράγμα που δεν σημαίνει ότι είναι αδύνατον, όπως το απέδειξαν οι σημαντικές κινητοποιήσεις στον κλάδο -ιδιαίτερα από τους μεταφορείς με ποδήλατα. Αλλά εκεί όπου τίθεται με πιο ανανεωμένο τρόπο το ζήτημα είναι στην πραγματικότητα στο πρώτο πλαίσιο που παρουσιάσαμε, δηλαδή στην οικογενειακή σφαίρα.
Πράγματι, η φεμινιστική απεργία περιλαμβάνει μια απεργία της μη μισθωτής αναπαραγωγικής εργασίας, άσχετα άλλωστε και από το αν οι γυναίκες εργάζονται στο μισθωτό τομέα ή όχι: περιλαμβάνει, επομένως στην απεργία το σύνολο των καθηκόντων που υποτιμώνται το πιο συχνό ως εργασία, αθέατη και δωρεάν, ιδιαίτερα τη φροντίδα των παιδιών, του σπιτιού, της οικογένειας… Αλλά περιλαμβάνει επίσης στην απεργία και το σύνολο των δραστηριοτήτων φροντίδας που ανατίθενται στις γυναίκες και που είναι κεντρικά στοιχεία της κοινωνικοποίησής τους, ως φύλο, και της καταπίεσής τους. Περιλαμβάνοντας αυτό το νέο χώρο στην απεργία μας οδηγεί, έτσι, σε νέες στρατηγικές συζητήσεις.
Διακυβεύματα και συζητήσεις σχετικά με τη φεμινιστική απεργία
Ποιά είναι η δύναμη αυτού του τύπου απεργίας; Από τη μια, δείχνει πόσο η κυριαρχία επί των γυναικών, αντίθετα από τις εικόνες που έτειναν να επιβληθούν τις τελευταίες δεκαετίες, καθόλου δεν παραμένει σε απλώς συμβολικό επίπεδο ούτε και τείνει να αμβλυνθεί -το ουσιαστικό θα είχε γίνει και θα αρκούσε απλώς να περιμένουμε την ανάπτυξη του καπιταλισμού για να δούμε να σβήνουν και τα τελευταία πατριαρχικά απομεινάρια μιας (ξε)περασμένης κοινωνίας. Η καταπίεση των γυναικών έχει υλική βάση και είναι κεντρική στο καπιταλιστικό σύστημα. Κάθε τρόπος παραγωγής είναι ταυτόχρονα και ένας τρόπος για να οργανωθεί η αναπαραγωγή της εργατικής δύναμης. Για να εξασφαλιστεί η παραγωγή της αξίας και της υπεραξίας, ο καπιταλισμός χρειάζεται να μπορεί να διαθέτει φτηνή εργατική δύναμη. Η ανάθεση στις γυναίκες της κοινωνικής αναπαραγωγής μέσα στο οικογενειακό πλαίσιο είναι, επομένως, θεμελιακή για τη λειτουργία του καπιταλιστικού συστήματος.
Έτσι, η οργάνωση της απεργίας στην αναπαραγωγική εργασία σημαίνει να έρθει στην επιφάνεια το ότι ακριβώς η ανάθεση στις γυναίκες της αναπαραγωγικής εργασίας είναι που θεμελιώνει την καταπίεσή τους, αλλά είναι επίσης και για να έρθει στην επιφάνεια το πόσο ο καπιταλισμός και γενικότερα ολόκληρη η κοινωνική οργάνωση εξαρτώνται από αυτή την αναπαραγωγική εργασία και από τη διεκπεραίωσή της από τις γυναίκες. Σε αυτό, πρόκειται για μια εξαιρετικά πολιτική απεργία, που μεταφράζει μια πολύ προωθημένη κατάσταση φεμινιστικής συνείδησης.
Από την άλλη, όπως και σε κάθε τύπο απεργίας, η φεμινιστική απεργία επιτρέπει στις γυναίκες να απελευθερώσουν χρόνο και να ανοίξουν έναν χώρο για αυτο-οργάνωση του φεμινιστικού αγώνα. Πολύ συχνά, στο πλαίσιο των κοινωνικών κινημάτων, διαπιστώνουμε ότι αρκετές γυναίκες έχουν λιγότερο τη δυνατότητα να κάνουν απεργία ή, όταν το μπορούν, έχουν λιγότερες δυνατότητες να επενδυθούν σε πλαίσια αυτο-οργάνωσης και να αναδυθούν ως ηγέτριες της απεργίας, μόνο και μόνο επειδή έχουν το βάρος της οικογένειάς τους. Η ολοκληρωτική απεργία επιτρέπει την απελευθέρωση από τη διπλή ημέρα εργασίας και την είσοδο στην απεργία του τουλάχιστον μισού των εργαζομένων. Είναι, επομένως, για εμάς ένα κύριο στρατηγικό ζήτημα, πέρα από το ζήτημα του φεμινιστικού κινήματος εξάλλου, που αφορά εξίσου και την παραγωγική σφαίρα: η απεργία της αναπαραγωγικής εργασίας μπορεί να επιτρέψει και μια νέα εμπλοκή του τουλάχιστον ήμισυ των εργαζομένων του παραγωγικού τομέα.
Ωστόσο, οι δυσκολίες που συνδέονται με αυτόν τον τύπο απεργίας δεν πρέπει να υποτιμούνται.
- Η κύρια είναι το ζήτημα της διασποράς: η οικογενειακή σφαίρα έχει την ιδιομορφία ότι είναι ακριβώς ιδιωτική. Όπως το επισημαίνει ο ύμνος των γυναικών, «dans toutes les maisons, les femmes, hors du monde reléguées, […] l’une de l’autre ignorée»3. Αντίθετα απ’ό,τι συμβαίνει στους χώρους εργασίας, που επιτρέπουν τη συγκέντρωση στο χρόνο και στο χώρο των εργαζομένων, η αναπαραγωγική εργασία, που γίνεται στο οικογενειακό πλαίσιο, είναι διασπασμένη, διασκορπισμένη, ατομικοποιημένη. Σε αυτό, θέτει ανάλογα προβλήματα, σε κάποιο βαθμό, με την επισφαλή και/ή ουμπεροποιημένη εργασία. Πράγμα που απαιτεί ειδικές διευθετήσεις για να τα απαντήσουμε: για παράδειγμα την ανάπτυξη ενός τοπικού ριζώματος βάζοντας στο κέντρο τη συνοικία για να οργανωθεί η απεργία της αναπαραγωγικής εργασίας, δημιουργώντας τοπικές απεργιακές επιτροπές, από πριν και κατά τη διάρκεια της απεργίας.
- Μια άλλη δυσκολία αφορά την ίδια τη φύση της εργασίας που διεξάγεται. Καθώς πρόκειται για εργασία επί της ίδιας της ζωής, εργασία που παράγει και αναπαράγει τη ζωή, μια απεργία της αναπαραγωγικής εργασίας μακροχρόνια (ζήτημα που τίθεται μόλις ξεπεραστεί το περιορισμένο όριο μιας συμβολικής ημέρας) θα απαιτούσε πολύ γρήγορα μια αυτο-οργάνωση της αναπαραγωγής από τους(-τις) αγωνιζόμενους(-ες) εργαζόμενους(-ες) και πιθανόν πολύ πιο γρήγορα απ’ό,τι στην περίπτωση των απεργιών του παραγωγικού τομέα. Όμως, η αυτο-οργάνωση δεν αναδύεται από τη μια μέρα στην άλλη. Ο ετεροχρονισμός αυτός θα μπορούσε να σημαίνει μια σχετικά σύντομη επάνοδο στην εργασία, η οποία θα οδηγούσε σε αποτυχία μια πραγματική απεργία της αναπαραγωγικής εργασίας, είτε σημαίνοντας ότι η ίδια η απεργία θα ήταν περισσότερο το αποτέλεσμα μιας πολύ προχωρημένης φεμινιστικής κινητοποίησης παρά η αφετηρία της.
Τέλος, η φεμινιστική απεργία θέτει εκ νέου έναν αριθμό στρατηγικών και τακτικών ερωτημάτων. Από τη μια, είναι αναμφίβολο ότι η αναπαραγωγική εργασία ως τέτοια είναι εξίσου κεντρική για την καπιταλιστική λειτουργία όσο και η παραγωγική εργασία και, επομένως, η στρατηγική της κεντρικότητα είναι πραγματική. Από την άλλη, ωστόσο, τακτικά, η αναπαραγωγική εργασία δεν αγγίζει κανέναν τομέα κλειδί της οικονομίας. Αντίθετα από άλλους τομείς, όπως η πετροχημεία, η μεταλλουργία ή οι συγκοινωνίες, για παράδειγμα, μια απεργία στην εκπαίδευση, στην υγεία, στο νοικοκυριό, δεν κινδυνεύει να παραλύσει τη χώρα. Εάν η συνεχής παραγωγή και αναπαραγωγή της εργατικής δύναμης είναι κεντρικές για την καπιταλιστική λειτουργία, η απεργία από αυτές έχει επιπτώσεις που διαφοροποιούνται πολύ στο χρόνο: σταματώντας την παραγωγή και την εκπαίδευση νέων εργαζομένων, για παράδειγμα, αυτό δεν θα έχει επιπτώσεις παρά μόνο μακροχρόνια. Και είναι, τελικά, η απεργία της καθημερινής αναπαραγωγής της εργατικής δύναμης που έχει άμεσες επιπτώσεις, οι οποίες όμως είναι από κάθε πλευρά παρόμοιες με τις επιπτώσεις μιας απεργίας στην παραγωγική εργασία. Από αυτό τη σκοπιά, γιατί να μην οικοδομήσουμε άμεσα μια απεργία στην παραγωγική εργασία;
Ορισμένοι(-ες) θα καταλήξουν ίσως από τις σκέψεις αυτές στην απόδοση δευτερεύουσας σημασίας στην απεργία της αναπαραγωγικής εργασίας σε σχέση με την απεργία στην παραγωγική εργασία. Αλλά ταυτόχρονα, εκεί όπου η απεργία στην αναπαραγωγική εργασία χάνει από τακτική σκοπιά κερδίζει σε συμβολική δύναμη, επειδή ακριβώς οι κοινωνίες μας είναι πλήρως εξαρτημένες από μια ορισμένη οργάνωση της οικογένειας και των έμφυλων ρόλων.
Και κυρίως, πρέπει εδώ να σκεφτούμε μαζί την αναπαραγωγή και την παραγωγή: η διοργάνωση της απεργίας στην αναπαραγωγική εργασία σημαίνει τη διοργάνωση της απεργίας στην παραγωγική εργασία -και το αντίστροφο. Πράγματι, οι δύο σφαίρες είναι στενά εξαρτώμενες. Ένα τμήμα της αναπαραγωγικής εργασίας είναι παραγωγικό (στις δημόσιες υπηρεσίες, στις υπηρεσίες προς άτομα). Το σύνολο της παραγωγικής εργασίας εξαρτάται από την αναπαραγωγική εργασία (για να μπορέσει η εργατική δύναμη να παραχθεί και να είναι διαθέσιμη για την παραγωγική εργασία). Και το ήμισι των εργαζομένων στον παραγωγικό τομέα κάνει ταυτόχρονα και μια αναπαραγωγική εργασία (οι γυναίκες). Επομένως, ένα συνεπές κάλεσμα για απεργία στην παραγωγική εργασία σημαίνει επίσης κάλεσμα για απεργία και στην αναπαραγωγική εργασία. Και μια φεμινιστική απεργία που θέλει να είναι νικηφόρα δεν θα μπορέσει να γίνει παρά μόνο αν κερδίσει κάποια στιγμή και τον παραγωγικό τομέα.
Νά γιατί πρέπει ήδη από σήμερα να κάνουμε κατανοητό ότι μια ολοκληρωτική απεργία που θέλει να νικήσει πρέπει να γίνει γενική απεργία.
Aurore Lancereau
Μετάφραση στα ελληνικά, περιοδικό «Τέσσερα»
από το γαλλικό πρωτότυπο: Aurore Lancereau, « La grève des femmes comme élément stratégique », L’Anticapitaliste, 23/11/2019: https://npa2009.org/idees/feminisme/la-greve-des-femmes-comme-element-strategique
1Έχει ονομαστεί (από μερικές θεωρητικοποιήσεις) «τέταρτο κύμα φεμινισμού» το κίνημα που ξεκίνησε τα τελευταία χρόνια, μετά την κρίση του 2008, παραπέμποντας, σύμφωνα με τη σχετική περιοδολόγηση, σε ένα «πρώτο κύμα» το φεμινισμό του 19ο αιώνα, ένα «δεύτερο κύμα» της δεκαετία του 1960 και μετά, και ένα «τρίτο κύμα» της δεκαετίας του 1990 και του 2000 [Σ.τ.Μ].
2«Ουμπεροποίηση»: Από την Uber, που μεταφέρει μεγάλο κόστος του κεφαλαίου στον ατομικοποιημένο, «αυτο-απασχολούμενο», εργαζόμενο, αποδίδοντάς του επίσης αμοιβή με το κομμάτι, μέσα από μια συγκεντροποιημένη διαδικτυακή εφαρμογή [Σ.τ.Μ.].
3 «Σε όλα τα σπίτια, οι γυναίκες, περιθωριοποιημένες, […] αλληλο-αγνοούνται». Από τον λεγόμενο «Ύμνο των γυναικών» ή «Ύμνο του MLF», δηλαδή του γαλλικού Κινήματος για την Απελευθέρωση των Γυναικών, της δεκαετίας του 1970 [Σ.τ.Μ.].