Κρίση της αντικαπιταλιστικής αριστεράς στις εκλογές

OI ΔΗΜΟΤΙΚΕΣ ΕΚΛΟΓΕΣ ΤΟΥ 2019 ΦΕΡΝΟΥΝ ΣΤΗΝ ΕΠΙΦΑΝΕΙΑ ΤΗΝ ΚΡΙΣΗ ΤΗΣ ΑΝΤΙΚΑΠΙΤΑΛΙΣΤΙΚΗΣ ΑΡΙΣΤΕΡΑΣ

του Νίκου Συμεωνίδη

Το γεγονός ότι οι Δημοτικές εκλογές του 2019 γίνονται ταυτόχρονα με τις Περιφερειακές και τις Ευρωεκλογές, όπως άλλωστε είχε συμβεί και το 2014, περιορίζει το ρόλο τους σαν «μεγάλη δημοσκόπηση» ενόψει των βουλευτικών εκλογών που φαίνεται ότι θα γίνουν το Φθινόπωρο. Ωστόσο φέρνουν στην επιφάνεια μια σειρά θέματα που αφορούν τόσο τις τοπικές κοινωνίες όσο και την κεντρική πολιτική σκηνή.

Μετά από μια δεκαετία μνημονιακών πολιτικών, η κατάσταση στους δήμους έχει επιδεινωθεί δραματικά:

Δήμοι σε καπιταλιστική αναδιάρθρωση

Η κρατική επιδότηση σε αυτούς έχει μειωθεί αισθητά και συνεχίζει να μειώνεται με τάση μηδενισμού της. Οι δήμοι ωθούνται να αναζητήσουν πόρους φορολογώντας τους δημότες, που ήδη πιέζονται οικονομικά από τα μέτρα λιτότητας και την κρατική φορολογία. Οι δημοτικοί προϋπολογισμοί ελέγχονται από το Παρατηρητήριο και, αν δεν πληρούν τους μνημονιακούς, ή μετα-μνημονιακούς, κανόνες, απορρίπτονται. Οι δήμοι που, στα οικονομικά και τη λειτουργία τους, δεν ακολουθούν τις κεντρικές κυβερνητικές κατευθύνσεις κινδυνεύουν με πλήρη διακοπή της όποιας κρατικής χρηματοδότησης και των επιδοτήσεων, δηλαδή με οικονομικό στραγγαλισμό, και οι δήμαρχοι τους με ποινική δίωξη για απιστία. Οι δημοτικές υπηρεσίες έχουν αποστελεχωθεί, αφού εδώ και πάνω από 10 χρόνια δεν έχει προσληφθεί κανένας, ενώ πολλοί υπάλληλοι έχουν συνταξιοδοτηθεί. Για να λυθεί το πρόβλημα της λειτουργίας τους, προτείνεται η πρόσληψη προσωπικού με συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου ή/και «ωφελούμενων» από τα κοινωνικά προγράμματα του ΟΑΕΔ, καθώς και η ανάθεση όσο γίνεται περισσότερων από τις δραστηριότητές τους σε ιδιωτικές εταιρίες. Ο στόχος είναι σαφής, ο περιορισμός στο ελάχιστο του μόνιμου προσωπικού και η λειτουργία των δήμων με προσωπικό χωρίς μόνιμη εργασιακή σχέση και με εργολάβους.

Ταυτόχρονα, ένα άλλο σοβαρό πρόβλημα είναι η αύξηση των εκδηλώσεων ρατσισμού και ξενοφοβίας σε μια σειρά περιοχές σε συνδυασμό με κρούσματα υπερεθνικιστικής υστερίας, ιδιαίτερα στη Β. Ελλάδα, μετά τη συμφωνία των Πρεσπών. Έτσι έχουμε επιθέσεις κατά κατοικιών προσφύγων, σε κάποιες περιπτώσεις και με την υπόθαλψη των τοπικών δημοτικών αρχών, κινητοποιήσεις «επιτροπών κατοίκων» που ζητούν μεγαλύτερη και σκληρότερη αστυνόμευση και τραμπουκισμούς ενάντια σε οποιονδήποτε δεν υιοθετεί τις εθνικιστικές θέσεις για το Μακεδονικό. Όλα αυτά έχουν σαν βάση ένα κλίμα ανασφάλειας, που καλλιεργείται από τα ΜΜΕ και τη δεξιά, ότι οι άνθρωποι κινδυνεύουν από τους μετανάστες, τους ακροαριστερούς, τους σλαβομακεδόνες κλπ.

Προσαρμοσμένες πολιτικές

Απέναντι σε αυτή την κατάσταση οι αντιδράσεις των πολιτικών δυνάμεων είναι αντίστοιχες με την κεντρική πολιτική τους γραμμή.

  • Η Ν.Δ. θεωρεί αυτή την κατάσταση θετική και σύμφωνη με τη νεοφιλελεύθερη γραμμή που γενικά ακολουθεί υπερτονίζοντας ταυτόχρονα και το θέμα «ανασφάλεια» που πρακτικά σημαίνει την πρόθεσή της για αύξηση της αστυνόμευσης και της παρουσίας των δυνάμεων καταστολής παντού.
  • Το ΚΙΝΑΛ (πρώην ΠΑΣΟΚ) συμπλέει με τη Ν.Δ.
  • Οι εκτός Ν.Δ. ακροδεξιοί, με βασικό εκφραστή τη Χρυσή Αυγή, προβάλουν και αυτοί το θέμα της ανασφάλειας και της ξενοφοβίας και προτείνουν να λυθούν αυτά με νομιμοποίηση των ομάδων κρούσης τους σε συνεργασία με την αστυνομία.
  • Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει να απολογηθεί για την όλη κατάσταση στους Δήμους που παρέτεινε και επιδείνωσε το 3ο Μνημόνιο και έτσι, πέρα από απειροελάχιστες εξαιρέσεις, αδρανεί.
  • Το ΚΚΕ υιοθετεί μια κριτική απέναντι στην κατάσταση αυτή, αλλά στους δήμους που ελέγχει ακολουθεί την ίδια πολιτική διαχείρισης (προσλήψεις προσωπικού ορισμένου χρόνου, φορολογία των δημοτών, κλπ) και, βέβαια, αρνείται κάθε κοινή δράση με άλλους αγωνιζόμενους φορείς.

Έτσι, το πεδίο για κινητοποιήσεις ενάντια σε αυτή την κατάσταση μένει αντικειμενικά στην πέρα από τον ΣΥΡΙΖΑ αριστερά και ιδιαίτερα στις διάφορες αριστερές δημοτικές κινήσεις, στις οποίες κατά κανόνα σημαντικό ρόλο παίζουν οι δυνάμεις της ΑΝΤΑΡΣΥΑς.

Αγωνιστές που θέλουν να παλέψουν

Ιδιαίτερη σημασία έχει το γεγονός της εμφάνισης σε τοπικό επίπεδο ατόμων και ομάδων που προέρχονται από το ΣΥΡΙΖΑ και έχουν έρθει σε ρήξη με αυτόν εξαιτίας της μνημονιακής πολιτικής που ακολουθεί τόσο κεντρικά όσο και, αναπόφευκτα, τοπικά. Είναι σίγουρα προς το συμφέρον τόσο της ΑΝΤΑΡΣΥΑς όσο και του κινήματος γενικότερα η προσέγγιση των ανθρώπων αυτών, η δράση από κοινού μαζί τους στα τοπικά ζητήματα και η προσπάθεια ένταξής τους στις συλλογικότητες του χώρου. Σε ορισμένους δήμους έχει γίνει μια τέτοια προσπάθεια. Ανασχετικός παράγοντας στις προσπάθειες αυτές είναι τόσο ο σεκταρισμός τμημάτων της ΑΝΤΑΡΣΥΑς όσο και, κυρίως, η στάση της ηγεσίας της ΛΑΕ που θεωρεί αυτονόητη την ηγεμονία της στο χώρο, χωρίς καν να έχει μια προηγούμενη παρουσία στα τοπικά κινήματα.

Αλλά το σοβαρότερο πρόβλημα για την αντικαπιταλιστική αριστερά και ιδιαίτερα για την ΑΝΤΑΡΣΥΑ είναι η ρήξη που εκδηλώθηκε στο εσωτερικό της σε σημαντικό αριθμό δήμων με κορυφαία περίπτωση εκείνη στο δήμο της Αθήνας όπου έχουμε 2 αντιμαχόμενους συνδυασμούς προωθούμενους ο ένας από το ΣΕΚ και ο άλλος από το ΝΑΡ. Δεν θα σταθούμε σε μια ανάλυση των ευθυνών για την ρήξη αυτή, θεωρούμε ότι και οι δύο πλευρές έχουν τις ευθύνες τους. Αυτό πάντως που είναι περισσότερο από βέβαιο είναι ότι η κατάσταση αυτή λειτουργεί απωθητικά για οποιονδήποτε θέλει να προσεγγίσει τον χώρο και δημιουργεί σοβαρά προβλήματα στην περαιτέρω πολιτική συνεργασία των δυνάμεων που μετέχουν σε αυτήν.

Έτσι, σε μια φάση που ανοίγονται κάποιες δυνατότητες αύξησης της επιρροής της αντικαπιταλιστικής αριστεράς βλέπουμε τις εσωτερικές της αντιφάσεις να την οδηγούν σε μια εσωστρέφεια που τραυματίζει την εξωτερική της εικόνα και δυσχεραίνει τη λειτουργία της.

Και τώρα;

Όλα αυτά δεν σημαίνουν ότι η ΑΝΤΑΡΣΥΑ έχει τελειώσει. Οι δυσμενείς συνέπειες της κατάστασης που έχει δημιουργηθεί απαιτούν μια σοβαρή αποτίμηση με διάθεση να εξακολουθήσει η ύπαρξή της. Αυτό θα πρέπει να συνδυαστεί με την υιοθέτηση μιας λογικής επέκτασής της όπου και όσο είναι δυνατόν, χωρίς να αλλοιωθεί η βασική της φυσιογνωμία. Αν γίνουν αυτά, τότε η ΑΝΤΑΡΣΥΑ θα συνεχίσει να υπάρχει ουσιαστικά προς το συμφέρον του κινήματος. Όλα είναι ανοιχτά και οι ευθύνες των βασικών της συνιστωσών μεγάλες.

Απρίλιος 2019

https://tpt4.org/?p=3117

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s