Η κυβέρνηση της ΝΔ στην πορεία του άγριου νεοφιλελευθερισμού
Του Άγγελου Καλοδούκα
Μόλις λίγες βδομάδες πριν η κυβέρνηση ανοίξει το ασφαλιστικό και την επιβολή των ελαστικών σχέσεων εργασίας, εμαίνετο ένας ιδιότυπος πόλεμος στην αντιπολίτευση (δυστυχώς συμπεριλαμβανομένης και της Αριστεράς): αν η κυβέρνηση θα ακολουθούσε την «ήπια προσαρμογή» (χωρίς ιδιαίτερες επιθέσεις στους εργαζόμενους) ή την «βίαιη προσαρμογή» (ακολουθώντας το «παράδειγμα» της κυβέρνησης Μητσοτάκη του 1990-93). Οι απόψεις έκλιναν μάλλον προς την «ήπια προσαρμογή», μιας και «η ελληνική οικονομία αναπτύσσεται με ικανοποιητικούς ρυθμούς».
Λίγους μήνες πριν γράφαμε στον Σπάρτακο (Νο 77, Νοέμβριος 2004, Ελληνική οικονομία και προϋπολογισμός) ότι «το δίλημμα αποτελεί στην πραγματικότητα ψευδοπρόβλημα» . Η εφαρμογή της «σκληρής» ή «ήπιας» γραμμής εξαρτιόταν από το κατά πόσο οι αντιστάσεις του εργατικού κινήματος θα «φρενάρουν» ή θα διευκολύνουν τις έτσι και αλλιώς αναγκαίες για το κεφάλαιο επιθέσεις ενάντια στα εργατικά δικαιώματα.
Σήμερα οι απόψεις μας επιβεβαιώνονται πλήρως. Η κυβέρνηση προχώρησε στην πιο σκληρή ταξική πολιτική υπέρ του κεφαλαίου από την εποχή της διακυβέρνησης Μητσοτάκη.
Άγριος καπιταλισμός
Με πρόσχημα την «αύξηση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας» και της «μείωσης του εργατικού κόστους» επιδιώκεται αφαίρεση εργασιακών δικαιωμάτων, πάγωμα των μισθών και μείωση των συντάξεων. Έτσι προτείνονται:
Α) Το «διευθυντικό δικαίωμα» που επιτρέπει την επέκταση του ωραρίου πέραν του 8ωρου (10 ή 12 ώρες), με την «υποχρέωση» των εργοδοτών να επιστρέφουν αυτόν τον χρόνο με τη μορφή μειωμένου ωραρίου (6ωρο) ή της πρόσθετης άδειας, με χρόνο συμψηφισμού το 12μηνο.
Β) Μείωση της υπερωριακής αμοιβής από 50% έως 150%, που είναι σήμερα, στο 25%-50%. Με αυτόν τον τρόπο η ανεργία (που επίσημα βρίσκεται στο 12,2%) θα αυξηθεί, αφού οι επιχειρήσεις δεν θα έχουν κανένα λόγο να προσλαμβάνουν. Υπερωρίες δεν θα πληρώνουν (ή τουλάχιστον θα περικοπούν δραστικά) μέσω του ελαστικού ωραρίου και όσες υπερωρίες θα πληρώνουν θα είναι μειωμένες κατά τουλάχιστον 50%.
Αν περάσουν τα μέτρα αυτά η επιδείνωση του βιοτικού επιπέδου των εργαζομένων θα είναι δραματική: ήδη χωρίς αυτά τα μέτρα, με δεδομένους τους μισθούς πείνας και αυξανόμενη ακρίβεια, οι εργαζόμενοι καταφεύγουν στον δανεισμό (πιστωτικές κάρτες και καταναλωτικά δάνεια). Τα νοικοκυριά είναι καταχρεωμένα στις τράπεζες για να τα φέρουν βόλτα. Σύμφωνα με στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδας, ένας στους τέσσερις οικονομικά ενεργούς έλληνες αδυνατεί πλέον να αποπληρώσει τα χρέη του.
Ενώ τα χρέη πνίγουν του μισθοσυντήρητους, η κυβέρνηση δωρίζει χρήματα στους καπιταλιστές. Η κυβέρνηση της ΝΔ, φρόντισε να κάνει ακόμα πιο χαλαρούς τους ελεγκτικούς φορολογικούς μηχανισμούς για το κεφάλαιο και το αποτέλεσμα είναι ένας στους τρεις (!) επιχειρηματίες να φοροδιαφεύγουν.
Γ) Σαρωτικές αποκρατικοποιήσεις (ακόμα και σε δρόμους, αεροδρόμια και λιμάνια!) και επιβολή ιδιωτικοοικονομικών κριτηρίων στη λειτουργία των ΔΕΚΟ. Παραχώρηση του μάνατζμεντ των ΔΕΚΟ σε ιδιώτες και κατάργηση κάθε τιμολογιακής πολιτικής για κοινωνικούς λόγους (όπως για παράδειγμα «φθηνά» εισιτήρια στα μέσα μαζικής συγκοινωνίας). Ο ορατός απώτερος στόχος αφορά στην κατάργηση της μονιμότητας στο δημόσιο τομέα με την επιβολή ποικιλίας ατομικών συμβάσεων για τους νεοπροσλαμβανόμενους (αορίστου χρόνου, ορισμένου χρόνου, μερικής απασχόλησης, έργου κ.λπ.).
Δ) Ενοποιήσεις ταμείων και ένταξή τους στο ΙΚΑ με κουτσουρεμένα συνταξιοδοτικά δικαιώματα, αύξηση των ορίων συνταξιοδότησης, ουσιαστική κατάργηση των πρόωρων συνταξιοδοτήσεων και δραστικό περιορισμό των αναπηρικών συντάξεων. Η βιαιότητα αυτής της ταξικής πολιτικής γίνεται φανερή αν λάβουμε υπ’ όψιν ότι σύμφωνα με τη μελέτη του ΙΝΕ/ΣΣΕΕ τα πράγματα είναι πλέον τραγικά για τους συνταξιούχους: το 64,8% των συνταξιούχων παίρνει μηνιαία σύνταξη κάτω από 500 ευρώ, το 20% από 500-799 και μόλις το 9% άνω των 1.000 ευρώ.
Φθορά της ΝΔ
Με δεδομένο το μέγεθος της επίθεσης ενάντια στους εργαζόμενους, δεν είναι να απορεί κανείς για την, πράγματι, ραγδαία φθορά της κυβέρνησης σε μόλις ένα χρόνο από τη νίκη της ΝΔ στις εκλογές. Οι προεκλογικές της υποσχέσεις αποδείχθηκαν άνευ αντικρίσματος, απλές ψηφοθηρικές δημαγωγίες. Η ΝΔ είχε υποσχεθεί την πρόσληψη 250.000 συμβασιούχων, εξήγγειλε την πρόσληψη μόλις 30.000 και σήμερα κινδυνεύουν να μην προσληφθούν ούτε αυτοί. Είχε υποσχεθεί μείωση φόρων, αλλά αυτό ισχύει μόνο για το κεφάλαιο ενώ για τους μισθωτούς ισχύει η αύξηση του ΦΠΑ η οποία αυξάνει τις τιμές των καταναλωτικών προϊόντων. Είχε υποσχεθεί μείωση της ανεργίας και το αποτέλεσμα των μέτρων που παίρνει αυξάνουν την ανεργία. Είχε υποσχεθεί «σεμνά και ταπεινά» και ήδη η οσμή των σκανδάλων (μόλις ένα χρόνο μετά!) είναι έντονη: Η άσκηση βέτο κατά της απόφασης της Ε.Ε. για την απόσυρση των μονοπύθμενων καραβιών (εξαιρετικά επικίνδυνων για τα πληρώματα αλλά και υπεύθυνων οικολογικών καταστροφών) αποτελεί εγκληματικό δώρο τόσο γενικά στους Έλληνες εφοπλιστές όσο και ειδικότερα στους ημέτερους της ΝΔ (λέγε με Αλαφούζο!). Η απαλλαγή της Εκκλησίας από την φορολογία των εσόδων της, η ακύρωση διαγωνισμών για δημόσια έργα και η επαναπροκήρυξη νέων με «φωτογραφικές» διατάξεις υπέρ «δικών μας» επιχειρηματιών είναι μόνο μερικά δείγματα της σκανδαλώδους άγριας ταξικής πολιτικής υπέρ του μεγάλου κεφαλαίου.
Η διάψευση των όποιων αυταπατών μετά την νίκη της ΝΔ έχει οδηγήσει σε βαθιά απαισιοδοξία τους εργαζόμενους ως προς το προσδοκώμενο βιοτικό επίπεδο. Σε δημοσκόπηση της GFK Market Analysis το Μάρτη 2005, το 43% των ερωτηθέντων δηλώνει ότι η οικονομική κατάσταση του νοικοκυριού του έχει επιδεινωθεί τους τελευταίους μήνες ενώ μόλις το 9% είδε βελτίωση. Το 45% προσδοκά χειροτέρευση της οικονομικής κατάστασης τους επόμενους δώδεκα μήνες, ενώ το 74% αναμένει νέες αυξήσεις τιμών σε καταναλωτικά προϊόντα το επόμενο δωδεκάμηνο. Φυσιολογικά λοιπόν η διαφορά από (το ανύπαρκτο αντιπολιτευτικά ΠΑΣΟΚ!) κυμαίνεται πλέον, όπως καταγράφουν οι δημοσκοπήσεις, μεταξύ 1,4-3%, στα όρια δηλαδή του στατιστικού λάθους.
Ακρίβεια
Σε μεγάλη κοροϊδία των εργαζομένων εξελίσσεται ο εικονικός πληθωρισμός που παρουσιάζει η κυβέρνηση. Ενώ ο επίσημος πληθωρισμός εμφανίζεται γύρω στο 3% η πραγματικότητα για τη μέση ελληνική οικογένεια είναι εντελώς διαφορετική. Σύμφωνα με την οργάνωση καταναλωτών ΕΚΠΟΙΖΩ η μέση αύξηση των τιμών από τον προηγούμενο χρόνο ανέρχεται περίπου στο 10% ενώ από τις αρχές του 2005 βρίσκονται σε εξέλιξη εκατοντάδες ανατιμήσεις. Τα απλά καθημερινά έξοδα (εφημερίδα, καφές, τσιγάρα, ένα σάντουιτς, έξοδα μετακίνησης) ανέρχονται σε 11 έως 15 ευρώ ενώ τα ελάχιστα πάγια έξοδα μιας τετραμελούς οικογένειας υπερβαίνουν τα 2.000 ευρώ όταν ο κατώτατος μισθός βρίσκεται στα 605 ευρώ και ο μέσος στα 900.
Η πηγή της ακρίβειας βρίσκεται σ’ έναν απλό λόγο: για να μεγιστοποιήσουν τα κέρδη τους οι Έλληνες καπιταλιστές πωλούν τα προϊόντα τους σε χαμηλές τιμές στις διεθνείς αγορές ενώ τα ίδια προϊόντα τα πωλούν κατά πολύ ακριβότερα στην Ελλάδα. Η κυβέρνηση, φυσικά, όχι απλώς παρακολουθεί απαθώς αλλά και υποθάλπει αυτήν την σκανδαλώδη αισχροκέρδεια. Χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι τα γαλακτοκομικά και γενικότερα τα τρόφιμα και τα είδη υγιεινής ελληνικής παραγωγής (δηλαδή όσα επιβαρύνουν κατά κύριο λόγο τον οικογενειακό προϋπολογισμό), που πωλούνται φθηνότερα στη δυτικά Ευρώπη παρ’ ότι οι μισθοί είναι κατά μέσο όρο τουλάχιστον 30% υψηλότεροι απ’ ότι στην Ελλάδα.
Η κυβέρνηση με πρόσχημα την κάλυψη του δημοσιονομικού ελλείμματος (που η ίδια το παρουσίασε διογκωμένο για να δικαιολογήσει τα σκληρά μέτρα λιτότητας) από το 6,1% το 2004 κάτω από το 3% το 2006, προχώρησε σε «φορολογική καταιγίδα» αυξάνοντας τον ΦΠΑ κατά 1%. Έτσι τα πλουσιοπάροχα δώρα προς τους καπιταλιστές (φοροαπαλλαγές, ελαστικές σχέσεις εργασίας κ.λπ.) συνδυάσθηκαν με την αύξηση της έμμεσης φορολογίας που ασφαλώς πλήττει τους πιο αδύναμους οικονομικά (δηλαδή τους εργαζόμενους και συνταξιούχους) για να καλυφθούν ελλείμματα που δημιουργήθηκαν από την σκανδαλώδη πολιτική της κυβέρνησης των φοροαπαλλαγών και των επιδοτήσεων προς το μεγάλο κεφάλαιο. Η αύξηση του ΦΠΑ είχε σαν άμεσο αποτέλεσμα την άνοδο των τιμών σε 25.000 προϊόντα των σούπερ μάρκετ. Και ασφαλώς με την μέθοδο των «στρογγυλοποιήσεων προς τα πάνω» (λόγω ευρώ) θα αυξηθεί το κόστος ζωής όχι κατά 0,5-0,8% που υπολογίζει ψευδώς η κυβέρνηση, αλλά σύμφωνα με την ΣΣΕΕ τουλάχιστον 1,5% εξανεμίζοντας σχεδόν τις μίζερες αυξήσεις κατά 3% που «υπόσχεται» η κυβέρνηση.
Όλα αυτά ενώ το 20% του ελληνικού πληθυσμού διαβιεί κάτω του «ορίου φτώχιας», το δεύτερο υψηλότερο ποσοστό στο σύνολο των 25 κρατών-μελών της Ε.Ε. Την ίδια στιγμή, σύμφωνα με μελέτη της Εθνικής Τράπεζας, οι πέντε μεγαλύτερες ελληνικές τράπεζες εμφάνισαν αύξηση κερδών κατά 21%. Οι εμπορικές ΑΕ και ΕΠΕ βελτίωσαν την κερδοφορία τους κατά 33,6%!
Η Διεθνής οικονομία
Όσοι πόνταραν (και διαψεύστηκαν!) την προηγούμενη περίοδο στο σενάριο της «ήπιας προσαρμογής» ανέμεναν ότι η παγκόσμια οικονομία βρισκόταν σε περίοδο οικονομικής ανάκαμψης και επομένως υπήρχαν τα περιθώρια για μια πιο «ευέλικτη» οικονομική πολιτική στην Ελλάδα.
Και πράγματι, οι προβλέψεις για την ανάπτυξη της παγκόσμιας οικονομίας ήταν μόλις πριν λίγους μήνες εξαιρετικά αισιόδοξες. Προέβλεπαν ανάπτυξη 3,2% για τις ΗΠΑ, 2,3% για την Ιαπωνία και 2,3% για την Ευρωζώνη. Στις αρχές Απριλίου ο Ντάου Τζόουνς στο χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης φλερτάριζε με τις 11.000 μονάδες για πρώτη φορά από το 2001 (μετά ακολούθησε η ύφεση του 2002-3). Ωστόσο οι πρόσφατες εξελίξεις στην παγκόσμια οικονομία δεν επιβεβαιώνουν τα αισιόδοξα σενάρια, αποδεικνύοντας ότι η κρίση υπερπαραγωγής και υπερσυσσώρευσης δεν έχει ξεπεραστεί. Άρκεσαν οι ανακοινώσεις για μειωμένες πωλήσεις εταιριών υψηλής τεχνολογίας (IBM) καθώς και οι μειωμένες πωλήσεις «παραδοσιακών» κλάδων (όπως των αυτοκινητοβιομηχανιών General Motors και Ford) για να κατρακυλήσει ο Ντάου Τζόουνς ξανά στις 10.000 μονάδες.
Ο Αλαν Γκρίνσπαν προειδοποίηση ότι η αμερικανική οικονομία μπορεί να οδηγηθεί σε στασιμότητα αν δεν αντιμετωπιστεί το δημοσιονομικό έλλειμμα (υπερέβη το 5% του ΑΕΠ). Πράγματι αν το έλλειμμα συνεχιστεί τα επιτόκια πρέπει να συνεχίσουν να αυξάνουν (για να προσελκυσθούν ξένα κεφάλαια στις ΗΠΑ για να καλυφθεί το έλλειμμα) πράγμα που κινδυνεύει να φρενάρει την οικονομία. Ήδη τα επιτόκια αυξήθηκαν στο 2,75% (από 1% μόλις πριν λίγους μήνες) ενώ προβλέπεται ότι ως τα τέλη του τρέχοντος έτους θα ξεπεράσουν το 4%.
Στις αρχές Απριλίου η ιαπωνική κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι η οικονομία της χώρας συρρικνώθηκε για τρίτο κατά σειρά τρίμηνο και εισήλθε και τυπικά σε ύφεση για τέταρτη φορά εντός μια δεκαετίας. Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο προβλέπει ρυθμό οικονομικής ανάπτυξης για εφέτος μόλις 0,8% (από 2,3% που ήταν η προηγούμενη πρόβλεψη).
Αλλά και για την ευρωζώνη τα νέα δεν είναι καθόλου καλά. Η οικονομία της αναμένεται να αναπτυχθεί μόλις κατά 1,6% το 2005.
Αποτέλεσμα της επιδείνωσης των οικονομικών συνθηκών είναι οι καπιταλιστές σε παγκόσμια κλίμακα να προσπαθούν να ρίξουν τα βάρη της κρίσης στις πλάτες των εργαζομένων και με αυτόν τον τρόπο να αυξήσουν τη δική τους κερδοφορία.
Στις ΗΠΑ παρά την ανάπτυξη κοντά στο 4,2% το 2004 οι μισθοί μειώθηκαν κατά 1,5%. Η ανεργία που επίσημα βρίσκεται λίγο πάνω από το 5% (στην πραγματικότητα βρίσκεται σe ευρωπαϊκά επίπεδα, γύρω από το 10%, αν συμπεριληφθεί η «μαύρη εργασία», η μερική (και συχνά διακοπτόμενη) απασχόληση με μισθούς κάτω από το όριο επιβίωσης) βοηθάει τις αμερικανικές επιχειρήσεις στην αύξηση των κερδών τους μέσω του ξεζουμίσματος των εργαζομένων. Η αλυσίδα λιανικού εμπορίου Wal-Mart, διαβόητη για τους χαμηλούς μισθούς που προσφέρει, αντέδρασε πρόσφατα στις επικρίσεις που δέχεται ανακοινώνοντας ότι για κάθε νέα θέση εργασίας που προσφέρει δέχεται δέκα αιτήσεις…
Στη Γαλλία οι μεγάλες εισημγένες στο χρηματιστήριο εταιρείες ανακοίνωσαν κέρδη για το 2004 αυξημένα κατά 55% σε σχέση με το 2003. Την ίδια περίοδο οι μισθοί των εργαζομένων αυξήθηκαν μόλις κατά 1,79%. Η ανεργία αυξήθηκε στο 10,1%, υψηλότερο επίπεδο από το 2000, την ίδια ώρα που η κυβέρνηση Ραφαρέν ξηλώνει το 35ωρο.
Ίδια εικόνα και στη Γερμανία. Παρά την «Ατζέντα 2010», το πρόγραμμα κατεδάφισης του «κοινωνικού κράτους» (με το οποίο ήταν συνδεδεμένη η ιστορία της Γερμανίας), και την «ελαστικοποίηση» των σχέσεων εργασίας η ανεργία αυξάνει διαρκώς ενώ η οικονομία βρίσκεται σε στασιμότητα. Την ίδια στιγμή που οι γερμανικές επιχειρήσεις ανακοινώνουν κέρδη ρεκόρ η ανεργία έφτασε τα 5,2 εκατομμύρια, το 12% του οικονομικά ενεργού πληθυσμού, επίπεδο που είναι το υψηλότερο από τη δεκαετία του 1930!
Συμπερασματικά: για τους καπιταλιστές η οικονομική κρίση οδηγεί σε μονόδρομο, στην παραπέρα προώθηση σκληρών νεοφιλελεύθερων μέτρων. Παντού προωθούνται προγράμματα αποκρατικοποιήσεων, κατεδάφισης του κοινωνικού κράτους και των ταμείων ανεργίας, ελαστικές σχέσεις εργασίας και αύξηση των ορίων συνταξιοδότησης. Στο Ευρωκοινοβούλιο πέρασε νόμος που επιτρέπει μέγιστο χρόνο απασχόλησης «σε οποιαδήποτε εβδομάδα» τις 65 (!) ώρες, όταν από το 1919 ισχύουν οι 48 ώρες!
Η ελληνική οικονομία
Η εικόνα του ελληνικού καπιταλισμού εμφανίζεται αντιφατική. Η ανάπτυξη της οικονομίας ήταν υψηλότερη του μέσου όρου της Ε.Ε. κατά την προηγούμενη οκταετία, ενώ ανοδική ήταν και η πορεία των παραγωγικών επενδύσεων, αλλά και σήμερα η ελληνική οικονομία αναπτύσσεται με μεγαλύτερους ρυθμούς από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Ωστόσο σε συνθήκες επιδείνωσης του οικονομικού κλίματος παγκόσμια και την όξυνση των οικονομικών ανταγωνισμών που αυτό συνεπάγεται, τα προβλήματα του ελληνικού καπιταλισμού έρχονται στην επιφάνεια:
Α) Η ελληνική οικονομία εισέρχεται σε περίοδο επιβράδυνσης της οικονομικής ανάπτυξης. Αντί του 3,9% που υπολόγιζε στον προϋπολογισμό η κυβέρνηση, η Κομισιόν τον κατεβάζει στο 2,9%, ενώ μελέτες διεθνών οργανισμών τον πάνε ακόμα πιο κάτω, στο 2,4%. Τρεις κρίσιμη τομείς της οικονομίας βρίσκονται σε φθίνουσα τροχιά: οι κατασκευές (ιδιαίτερα μετά το τέλος των μεγάλων έργων και της Ολυμπιάδας), ο κλάδος της πληροφορικής και της υφαντουργίας.
Β) Η επιδείνωση του οικονομικού και πολιτικού κλίματος στην Ε.Ε., το πάγωμα του κοινοτικού προϋπολογισμού στο 1% του ευρωπαϊκού ΑΕΠ, η διεύρυνση της Ε.Ε. με τα νέα μέλη σηματοδοτούν τη μείωση των κοινοτικών εισροών προς την Ελλάδα. Η Ελλάδα έλαβε περί τα 25 δισ. ευρώ από το Γ’ Κοινοτικό Πλαίσιο Στήριξης, ενώ αντίθετα από το Δ’ ΚΠΣ υπολογίζεται να εισπράξει μεταξύ 12-15 δισ. Πρόκειται για κολοσσιαία απώλεια πόρων αν επαληθευτεί…
Γ) Το έλλειμμα του εμπορικού ισοζυγίου συνεχίζει να διευρύνεται και το 2004. Το ποσοστό εξαγωγών προς εισαγωγές διαμορφώθηκε σε 28,3% και αποτελεί το χαμηλότερο της τελευταίας πενταετίας (έλλειμμα 18,6 δισ. ευρώ).
Το πρόβλημα απορρόφησης των ελληνικών προϊόντων επιδεινώνει και η πτώση της εσωτερικής κατανάλωσης λόγω του διαρκώς συρρικνούμενου εισοδήματος με το πάγωμα των μισθών και την αυξανόμενη ακρίβεια. Σύμφωνα με στοιχεία του ΙΟΒΕ πάνω από το 1/3 της ελληνικής βιομηχανίας πλήττεται από ανεπάρκεια ζήτησης, ενώ στον τομέα των καταναλωτικών αγαθών το ποσοστό ανέρχεται στο 36%.
Ωστόσο, την ίδια στιγμή που οι εργαζόμενοι υπόκεινται σε σκληρή λιτότητα, η κυβέρνηση φροντίζει ώστε η οικονομική κρίση να μην ακουμπήσει τα κέρδη των καπιταλιστών. Με τις περικοπές των φορολογικών συντελεστών για τα κέρδη των επιχειρήσεων, υπολογίζεται ότι το όφελος για τις ΑΕ και ΕΠΕ θα υπερβεί τα 90 εκατομμύρια το 2005, θα αυξηθεί σε πάνω από 180 εκατομμύρια το 2006 και θα ξεπεράσει τα 300 εκατομμύρια το 2007. Σε διάστημα δέκα ετών με άλλα λόγια, το κεφαλαιακό απόθεμα που θα δημιουργηθεί μόνο για τους βιομήχανους (εξαιρουμένων δηλαδή των άλλων κλάδων επιχειρηματικής δραστηριότητας) λόγω της μείωσης του φορολογικού συντελεστή θα ανέρχεται σε 2,7 δισ. ευρώ!! Δεν χρειάζεται λοιπόν να απορεί κανείς για την «έλλειψη πόρων» για τα ασφαλιστικά ταμεία των εργαζομένων.
Επομένως, όπως παγκόσμια έτσι και για τους Έλληνες καπιταλιστές, η επιβολή νεοφιλελεύθερων μέτρων και σκληρής λιτότητας αποτελεί μονόδρομο και η κυβέρνηση της ΝΔ διεκπεραιώνει με την πολιτική της αυτήν τους την ανάγκη.
Η πάλη ενάντια στην κυβέρνηση
Στην προσπάθειά τους να αντιμετωπίσουν τις κυβερνητικές επιθέσεις το σίγουρο είναι ότι οι εργαζόμενοι δεν θα βρουν στήριξη στην αξιωματική αντιπολίτευση, στο επίσημο ΠΑΣΟΚ. Άλλωστε στη διάρκεια της οκταετίας Σημίτη η Ελλάδα είχε καταχτήσει τον τίτλο του πρωταθλητή των ιδιωτικοποιήσεων σ’ ολόκληρη την Ευρώπη. Η νέα ηγεσία υπό τον Γ. Παπανδρέου παγίωσε τη δεξιά στροφή του κόμματος. Στο συνέδριο του Μαρτίου το κόμμα μετατράπηκε σε αρχηγικό στο πρότυπο του Δημοκρατικού κόμματος των ΗΠΑ (για να εξανεμισθεί η όποια επιρροή των συνδικαλιστών στο κόμμα) και οριστικοποίησε το πάντρεμα της σοσιαλδημοκρατίας με το νεοφιλελευθερισμό. Η πάλη «ενάντια στον κρατισμό» (!) έγινε η σημαία του συνεδρίου (εν μέσω ιδιωτικοποιήσεων και ανεργίας!) από τα ηγετικά στελέχη με πρώτο τον Γ. Παπανδρέου, ο οποίος έθεσε ως στόχο του κόμματος την «κατοχύρωση της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων» και την «εμπέδωση της ελευθερίας των επιχειρήσεων»!
Η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ ακολουθώντας τη λογική του «ώριμου φρούτου» (ότι δηλαδή η κυβέρνηση θα φθαρεί ανεπανόρθωτα από την ίδια της την αντιλαϊκή πολιτική) και αγκαλιάζοντας ανοικτά νεοφιλελεύθερες πολιτικές ουσιαστικά επιτρέπει να περάσουν τα αντεργατικά μέτρα ενώ δίνει χρόνο στην κυβέρνηση για να ανακάμψει. Παρά τη ραγδαία φθορά της κυβέρνησης, το ΠΑΣΟΚ δεν «εισπράττει». Στις δημοσκοπήσεις ο Καραμανλής εξακολουθεί να θεωρείται καταλληλότερος πρωθυπουργός από τον Γ. Παπανδρέου με διαφορά 8%, ενώ η ΝΔ θεωρείται ικανότερη του ΠΑΣΟΚ για το χειρισμό της οικονομίας, της ανεργίας και της ακρίβειας!
Η Αριστερά, δυστυχώς μοιάζει και αυτή εγκλωβισμένη σε αδιέξοδες πολιτικές. Ο ΣΥΝ αντί να προωθεί την πάλη των εργαζομένων ακολουθεί «θεσμική αντιπολίτευση». Η πολιτική του στο θέμα του βασικού μετόχου για τα ΜΜΕ ήταν απαράδεκτη. Ένας νόμος που έχει σαν στόχο την προώθηση φιλικών προς την ΝΔ επιχειρηματιών (Αλαφούζος, Βαρδινογιάννης) μετατράπηκε από τον ΣΥΝ σε νόμο για την υπεράσπιση του Συντάγματος! Εν μέσω κινητοποιήσεων σε ΔΕΚΟ, τράπεζες, νοσοκομειακούς, συμβασιούχους και εκπαιδευτικούς οι συνδικαλιστές του ΣΥΝ επιμένουν στην καραμέλα ότι ο «κόσμος δεν τραβάει».
Το ΚΚΕ ενώ στα λόγια εμφανίζεται πολύ πιο μαχητικό, η διασπαστική του πολιτική (ξεχωριστές συγκεντρώσεις και κινητοποιήσεις), η εξίσωση «ΚΚΕ ίσον το κίνημα», δεν μπορεί να προσφέρει την αναγκαία συσπείρωση δυνάμεων για να αντιμετωπισθεί η κυβερνητική νεοφιλελεύθερη λαίλαπα.
Η ιστορική εμπειρία έχει αποδείξει ότι κυβερνήσεις και αντεργατικά προγράμματα ανατρέπονται μόνο χάρις στις κινητοποιήσεις των ίδιων των εργαζομένων. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη 1990-93, κατέρρευσε όχι από την (ανύπαρκτη) αντιπολιτευτική πολιτική του τότε ΠΑΣΟΚ, αλλά από τους αγώνες των εργαζομένων στις αστικές συγκοινωνίες (ΕΑΣ) που πυροδότησαν ένα μαζικό κίνημα και προκάλεσε ρήξη στο εσωτερικό της ΝΔ (αποχώρηση Σαμαρά). Το 2001 η απόπειρα της κυβέρνησης Σημίτη να πετσοκόψει τις συντάξεις και να αυξήσει τα όρια ηλικίας για συνταξιοδότηση κατέρρευσε από τη γενική απεργία που παρέλυσε κάθε οικονομική δραστηριότητα. Αυτός είναι και σήμερα ο δρόμος για να ανατραπεί η κυβερνητική πολιτική και σ’ αυτό το δρόμο επιβάλλεται να κινηθεί η Αριστερά.