Τάξις και Ηθική

Σπάρτακος 78, Φλεβάρης 2005


Τάξις και Ηθική

Του Μιχάλη Καλαμαρά

 

Η ηθικολογία είναι ένα από τα κεντρικά γνωρίσματα της δεξιάς και ο Καραμανλής το χρησιμοποιεί για να σταθεροποιηθεί στην εξουσία και να δημιουργήσει ένα ευνοϊκό πολιτικό, δημοσιογραφικό και επιχειρηματικό περιβάλλον.

 

ΝΔ, η νεοφιλελεύθερη συντηρητική παράταξη

Η Νέα Δημοκρατία είναι ένα από τα πιο δεξιά συντηρητικά κόμματα της Ευρώπης. Για την παλιότερη δεξιά, με πολλούς πολιτευτές της ακόμη ενενεργεία, δε χρειάζεται να πούμε τίποτα. Για τη νεότερη και πρόσφατη δεξιά αρκεί να θυμηθούμε την κυβέρνηση Μητσοτάκη, που ένας μεγάλος αριθμός των στελεχών της είναι στελέχη και της σημερινής κυβέρνησης, τώρα πια προβιβασμένα, και τη δράση της ΟΝΝΕΔ του ’80 και των αρχών του ’90, δράση που ολοκληρώνεται στη φυσιογνωμία του Καλαμπόκα. Γιατί η ΝΔ είναι ακριβώς αυτό. Είναι ένα πρόγραμμα των αφεντικών ατόφιο και η δια πυρός και σιδήρου εφαρμογή του. Είναι η επίθεση στα δικαιώματα και τις κατακτήσεις της εργατικής τάξης, που σημαίνει μια νεοφιλελεύθερη πολιτική, και η επιτυχία αυτής της επίθεσης χάρη στον χωρίς ενδοιασμούς αυταρχισμό. Είναι η ελευθερία για την αστική τάξη, την “αγορά”, και η ελευθερία για το κράτος της, τους μπάτσους.

Προσήλωση στα αφεντικά και ανοιχτή καταστολή, αν χρειαστεί, για την εφαρμογή του προγράμματός τους. Ακριβώς αυτό θα δούμε από τη ΝΔ, αργά ή γρήγορα, μόλις η “ήπια προσαρμογή” γίνει “έκτακτα μέτρα για την οικονομία” και “άνοιγμα του ασφαλιστικού”. Όμως η δεξιά για να ανέβει στην εξουσία και να διατηρηθεί σε αυτή αναπτύσσει μια πολιτική πολύ ευρύτερη. Πέρα από το να διακηρύσσει ότι η ιστορία έχει τελειώσει και ότι όλοι συγκλίνουμε στο κέντρο, ότι όλα τα θέματα είναι “εθνικά”, αναπτύσσει τη συντηρητική διάσταση της πολιτικής της.

Ο συντηρητισμός της ελληνικής δεξιάς συνίσταται σε ένα μείγμα εθνικισμού, θρησκοληψίας και ηθικολογίας και πραγματικά της έχει σταθεί σε πολλές κρίσιμες στιγμές, όπως το βρώμικο ’89. Είναι ένας βασικός όρος κυριαρχίας για τη ΝΔ, ένα βασικό στοιχείο της πολιτικής της ταυτότητας, που συχνά η αριστερά το έχει υποτιμήσει, αν δεν έχει υποκλιθεί κιόλας στη δύναμή του. Ο συντηρητισμός δεν είναι απλώς ένας αποπροσανατολισμός, ένα εξωτερικό περίβλημα για το νεοφιλελευθερισμό, ένα κόλπο, αλλά είναι οργανικό κομμάτι της παρέμβασης της δεξιάς και αναπόσπαστο τμήμα της προσωπικής στάσης και άποψης που έχει ένας δεξιός. Η δεξιά, ως πολιτική παράταξη, με τον συντηρητισμό καταφέρνει να απευθύνεται στα λαϊκότερα, κυρίως, κοινωνικά στρώματα. Επικοινωνεί μαζί τους και κατορθώνει στο όνομα των κοινών αξιών τους να ταυτίζονται με τα δεξιά πολιτικά “τζάκια” άνθρωποι που δεν έχουν στον ήλιο μοίρα και ούτε πρόκειται να βρουν ποτέ. Οι διαφορές στην περιουσία και την πολιτική εξουσία χάνονται στο όνομα του ίδιου αξιακού κώδικα, με ένα χειροφίλημα στον ίδιο παπά και με ένα δάκρυ για τα εθνικά μας δίκαια Το παράδειγμα των πρόσφατων αμερικανικών εκλογών είναι χαρακτηριστικό. Ο σούπερ δισεκατομμυριούχος Μπους μετατρέπεται σε “μέσο αμερικάνο” μοιραζόμενος τις ίδιες αξίες με αυτόν. Έτσι η “λαϊκή δεξιά”, και στην πραγματικότητα στην Ελλάδα δεν υπάρχει και κάποια άλλη δεξιά, πείθει με πολύ στέρεο τρόπο όχι απλώς βαφτίζοντας το νεοφιλελευθερισμό “νέες θέσεις εργασίας” ή λέγοντας μερικά καθαρά ψέματα στους αγρότες αλλά παρουσιάζοντας, στο ηθικό, αξιακό επίπεδο, τον πολιτευτή της σαν ένα από αυτούς.

Η ηθική σταυροφορία του Καραμανλή

Χωρίς αμφιβολία τα σημαντικότερα, σταθερότερα και παραδοσιακότερα στηρίγματα του συντηρητισμού είναι ο εθνικισμός και η θρησκοληψία, το έθνος και η θρησκεία. Η δεξιά του Καραμανλή τα αξιοποίησε και πάτησε πάνω στο βαθμιαία ανερχόμενο συντηρητικό ρεύμα στην ελληνική κοινωνία για να ανέβει στην εξουσία. Η πιο χαρακτηριστική στιγμή είναι η αντιπαράθεση για τις ταυτότητες όπου ο Καραμανλής πήρε καθαρά και ξάστερα το μέρος του Χριστόδουλου και πραγματικά για την εκλογή του οφείλει πολλά στην εκκλησία και το μηχανισμό της. Δεν είναι επίσης τυχαίο με ποια κυβέρνηση έγιναν οι επιθέσεις στους Αλβανούς μετανάστες μετά την ήττα της εθνικής ποδοσφαίρου, ούτε μπορούμε να ξεχάσουμε πώς στηλίτευε η ΝΔ το ζεϊμπέκικο του Παπανδρέου με τον Τζεμ ή πώς χάιδεψε τα εθνικιστικά αυτιά τοποθετούμενη για το σχέδιο Ανάν.

Όμως εκεί που ανάλωσε ο Καραμανλής τον περισσότερο πολιτικό του χρόνο, αυτό που τον χαρακτήρισε σαν αντιπολιτευόμενο και τον χαρακτηρίζει σαν πρωθυπουργό είναι η απέραντη ηθικολογία. Ο Καραμανλής ήταν και είναι ο αντιδιαπλεκόμενος πολιτικός, ο ηγέτης της μάχης κατά της διαπλοκής και της διαφθοράς. Αυτό που κυρίως είχε να προσάψει στο Σημίτη είναι πώς ήταν ο “αρχιερέας της διαπλοκής”. Ο Καραμανλής θέλει να εμφανιστεί ως ο πολιτικός χωρίς εξαρτήσεις και αναδεικνύει σε κεντρικό πολιτικό θέμα το πώς γίνονται οι αναθέσεις δημοσίων έργων και οι προμήθειες του δημοσίου. Συγκρότησε μάλιστα εξεταστική επιτροπή για τα εξοπλιστικά προγράμματα και ψήφισε το νόμο για το βασικό μέτοχο. Συνυφασμένο με αυτό είναι και το θέμα που άνοιξε για το ποιοι από τους δημοσιογράφους τα παίρνουν και ποιοι όχι.

Όμως η ηθικολογία δε σταματάει στα ζητήματα της διαφθοράς και της διαπλοκής. Το μότο που ανέδειξε η νέα κυβέρνηση, που επέλεξε να το προβάλει, είναι το “σεμνά και ταπεινά”. Από την πρώτη στιγμή οι υπουργοί της δεξιάς έσπευσαν να μας επισημάνουν, καλώντας τις κάμερες, ότι πάνε πρωί στα υπουργεία τους και δεν είναι τεμπέληδες. Τους επισημάνθηκε από το Μαξίμου ότι πρέπει να αποφύγουν τη χλιδή και την πρόκληση και ότι για διακοπές ούτε να το σκέφτονται. Οι πολύτεκνοι αναδείχτηκαν στην κατεξοχήν αναξιοπαθούσα κοινωνικά ομάδα, αυτοί που πραγματικά υποφέρουν και το κράτος δεν τους στηρίζει. Το πρότυπο γυναικάς για τη δεξιά είναι η γυναίκα-κουνέλα. Ο πρωθυπουργός μας, όπως και ο Μητσοτάκης παλιότερα, είναι ένας σωστός οικογενειάρχης, με τη γυναικούλα του και τα παιδάκια του που τα βγάζει βόλτα. Οι υποθέσεις των απαλλαγών από το στρατό ανασκαλεύονται για να τεθεί το ερώτημα ποιος δε θέλησε να υπηρετήσει τη μαμά πατρίδα, ποιος είναι ο λουφαδόρος. Δεν έχουμε παρά να περιμένουμε το κομμάτι που λείπει από το παζλ, την προστασία του νοικοκυραίου από το έγκλημα, τη μηδενική ανοχή για όσους παρανομούν, τις πρωτοβουλίες της κυβέρνησης “για να σώσει τα παιδιά μας από την κόλαση των ναρκωτικών”.

Πέρα από τις δικές της ενέργειες, η ηθικολογία της ΝΔ δημιουργεί μια ευρύτερη πολιτική και κοινωνική δυναμική, ένα πρόσφορο κλίμα. Είναι μέσα σε αυτό το κλίμα που αναπτύσσεται η προβληματική “τι έχεις μέσα στο παντελόνι σου;”. Μεγαλοδικηγόρος κάνει ανενόχλητος την “βαρυσήμαντη καταγγελία” ότι άλλος μεγαλοδικηγόρος είναι ομοφυλόφιλος και μέσα σε ένα ομοφοβικό παραλήρημα χαρακτηρίζει την ομοφυλοφιλία “αντικοινωνική συμπεριφορά”. Και η ηθική αγωνία της κοινωνίας μας ολοκληρώνεται με εκπομπές για το δημογραφικό πρόβλημα και την έκτρωση που είναι φόνος καθώς και με οδυρμούς για την νεανική εγκληματικότητα.

Η δεξιά με την ηθικολογία της μας οδηγεί σταθερά από την πολιτική στην ηθική, από το πρόγραμμα στις αξίες. Αντικαθιστά την εξήγηση για το τι φταίει και την αιτιολόγηση μιας πολιτικής πρότασης με ηθικές κατηγορίες. Προσπαθεί να επανερμηνέψει όλη την κοινωνική πραγματικότητα με όρους ηθικής. Δεν υπάρχουν πολιτικές αντιπαραθέσεις και κοινωνικές δομές. Υπάρχουν ικανοί και ανίκανοι, διεφθαρμένοι και αδιάφθοροι, έντιμοι και ξεπουλημένοι, αλαζόνες και ταπεινοί, δουλευταράδες και τεμπέληδες, καλοί και κακοί. Και ο Καραμανλής, η κυβέρνηση, φέρει τη ρομφαία της κάθαρσης, είναι ο τιμωρός και κριτής. Έτσι, δεν απευθύνεται στα λαϊκότερα κοινωνικά στρώματα λέγοντας τι προτείνει για την οικονομία ή την εξωτερική πολιτική αλλά ούτε και αρκείται στην παλιά καλή πατρίδα, θρησκεία και οικογένεια. Κάνει ακριβώς την ηθικολογία πολιτική.

Η ηθικολογία βέβαια δεν είναι αποκλειστικότητα της δεξιάς. Και στους άλλους χώρους εμφανίζεται. Δεν μπορούμε όμως παρά να διακρίνουμε τη μεγάλη, ποιοτική διαφορά. Εκεί έχει ένα ρόλο εντελώς δευτερεύοντα ενώ στη δεξιά είναι μια κεντρική πολιτική επιλογή. Είναι κάποτε και η κεντρική πολιτική επιλογή. Στο επίπεδο του δημόσιου, μαζικής απεύθυνσης λόγου, όπως ο Μητσοτάκης παλιότερα, πολύ πιο έντονα και επιθετικά τότε, και ο Καραμανλής σήμερα αυτό που κυρίως φωνάζει για το ΠΑΣΟΚ είναι: “κλέφτες!” και βάζει μπρος μια σειρά από εξεταστικές επιτροπές, νέους νόμους και καταγγελίες. Αν οι εκσυγχρονιστές προσπάθησαν να επιβάλουν τις πολιτικές τους επιλογές ως αυτονόητες αναπτύσσοντας έναν τεχνοκρατικό, διαχειριστικό λόγο, τον τόνο στη δεξιά τον δίνει ο λόγος περί ηθικής.

Μάχη υπέρ της γαλάζιας διαπλοκής

Την ηθικολογία της δεξιάς, αυτή την εικόνα των τίμιων, δουλευταράδων, με πολυμελή οικογένεια “αρσενικών αντρών” δεν μπορεί παρά να την χλευάσει κανείς. Πρόκειται για μια από κάθε άποψη μαγική εικόνα. Αντί για το ιδροκόπημα των “αυτοδημιούργητων” ξέρουμε καλά πως πίσω από κάθε περιουσία και κάθε αξίωμα υπάρχει ένα έγκλημα, μια καλή κληρονομιά ή ένας έξυπνος γάμος. Πίσω από τις “ευτυχισμένες” οικογένειες διακρίνεται ο αυταρχισμός και η καθηκοντολογία της οικογενειακής ζωής ή καμουφλάρεται η ομοφυλόφιλη επιθυμία. Πίσω από το μεσήλικα γραβατωμένο χαμογελαστό πολιτευτή της “φιλελεύθερης δημοκρατικής παράταξης” διακρίνουμε το ροπαλοφόρο ρέιντζερ των νιάτων του.

Και ειδικότερα, όμως, η μάχη της ΝΔ “κατά της διαπλοκής” δεν μπορεί να γίνει ούτε για μια στιγμή πιστευτή. Δεν είναι μόνο ότι αποπολιτικοποιεί και οικοδομεί, στα πλαίσια ενός ευρύτερου ηθικολογικού και συντηρητικού λόγου, οργανικούς ιδεολογικούς δεσμούς με τμήματα της ελληνικής κοινωνίας. Είναι ότι έχει μια πολύ πιο άμεση χρησιμότητα για την κυβέρνηση. Η ΝΔ επιδιώκει να στήσει το δικό της σύστημα διαπλοκής στο χώρο των επιχειρήσεων και των ΜΜΕ, θέλει αναδιανομή της πίτας υπέρ του δικού της επιχειρηματικού μπλοκ στήριξης και προσπαθεί να φτιάξει ένα ευνοϊκό τοπίο για αυτήν στα ΜΜΕ. Η δεξιά εχθρεύεται γενικά τα ισχυρά ΜΜΕ και ειδικά αυτά που τόσα χρόνια στήριζαν το ΠΑΣΟΚ και δεν έχουν περάσει με την νέα κυβέρνηση. Όλοι οι νόμοι και τα διατάγματα που πέρασαν ή ετοιμάζονται και οι καταγγελίες δημοσιογράφων ευνοούν τα δικά της επιχειρηματικά και δημοσιογραφικά παιδιά. Το ΠΑΣΟΚ ήταν με το Μπόμπολα, το Λαμπράκη και τον Κόκαλη, η ΝΔ είναι με το Βαρδινογιάννη και τον Αλαφούζο. Έτσι το ερώτημα αν πράγματι οι Πασόκοι είναι “κλέφτες” καθίσταται άσχετο. Γιατί “μάχη κατά της διαπλοκής” σημαίνει σταθεροποίηση της ΝΔ στην εξουσία, εγκατάσταση του δικού της συστήματος εξουσίας και εύνοια για μια διαφορετική πτέρυγα της αστικής τάξης. Η “μάχη κατά της διαπλοκής” αποδεικνύει για άλλη μια φορά ότι μπορεί η αστική τάξη, μέσω του κράτους της, να είναι ενωμένη απέναντι στους εργάτες όμως στα άλλα ζητήματα ο αγώνας μεταξύ των αστών είναι ανελέητος.

Ούτως ή άλλως στα πλαίσια του καπιταλισμού η πιθανότητα μιας πραγματικής ανεξαρτησίας της πολιτικής εξουσίας από τους επιχειρηματίες είναι ανύπαρκτη. Το κράτος είναι εξορισμού διαπλεκόμενο με την αστική τάξη. Για την ακρίβεια, το κράτος δε διαπλέκεται απλώς με την αστική τάξη. Είναι το κράτος της. Αλλά και στο ζήτημα της σχέσης συγκεκριμένων πολιτικών με συγκεκριμένους επιχειρηματίες τα πράγματα δεν μπορούν να είναι αλλιώς σε συνθήκες συγκέντρωσης του πλούτου και μιας πολιτικής εξουσίας που δεν είναι πραγματικά δημοκρατική. Η “διαπλοκή” λοιπόν είναι ζήτημα δομικό και είμαστε καταδικασμένοι να γινόμαστε μάρτυρες περιοδικών καθάρσεων χωρίς να αγγίζονται οι όροι αναπαραγωγής της αλληλεξάρτησης και της συναλλαγής, ο ίδιος δηλαδή ο καπιταλισμός.

Ηθικολογία; Όχι, ευχαριστώ!

Για άλλη μια φορά μάταια θα στραφεί κανείς για κάποια αντίσταση στην ηθική σταυροφορία της δεξιάς στην κοινοβουλευτική αριστερά. Στο κάλεσμα από το Ρουσόπουλο για συστράτευση κατά της διαπλοκής ΚΚΕ και ΣΥΝ απάντησαν ψηφίζοντας το μισό νομοσχέδιό του για το “βασικό μέτοχο” που προσπαθεί να δημιουργήσει το επιθυμητό για την κυβέρνηση τοπίο στα ΜΜΕ και τις επιχειρήσεις. Και ενώ το ΚΚΕ κράτησε τουλάχιστον στο επίπεδο του δημόσιου λόγου του ίσες αποστάσεις από τους αντιμαχόμενους, ο ΣΥΝ συντάχτηκε πραγματικά με τη ΝΔ στη μάχη κατά της -πράσινης- διαπλοκής. Ειδικά ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπός του, υπουργός Δικαιοσύνης στη συγκυβέρνηση, Φώτης Κουβέλης ήταν σαν υφυπουργός του Ρουσόπουλου. Η –κοινοβουλευτική- αριστερά, λοιπόν, στο δρόμο του πολύ πιο δραματικού ’89, αποδέχεται τη λογική της ηθικολογίας και της κάθαρσης και βρίσκει γέφυρες συνεργασίας με τη δεξιά. Είτε το κάνει γιατί θέλει να δώσει διαπιστευτήρια ηθικής, είτε γιατί το θεωρεί ευκαιρία να χτυπήσει το ΠΑΣΟΚ –ενισχύοντας τη δεξιά, και τα δύο είναι το ίδιο επικίνδυνα.

Αντίθετα είναι αναγκαία η ευθεία αντιπαράθεση με όλο το πλέγμα του συντηρητισμού. Στα ζητήματα του εθνικισμού και της θρησκείας ήδη η αριστερά αποφεύγει να αντιπαρατεθεί. Αποφεύγει να αναμετρηθεί και με την ηθικολογία. Οι σειρήνες της υποτιθέμενης κάθαρσης φαίνεται να γοητεύουν σταθερά την αριστερά και συστηματικά βρίσκει την ευκαιρία για ανίερες συμμαχίες με τη δεξιά αντί όταν τίθενται ζητήματα διαφθοράς να δείχνει τη σημασία της ηθικολογίας για την επικράτηση της δεξιάς, να καταγγέλλει συμμετρικά το ΠΑΣΟΚ και τη δεξιά, να αναδεικνύει τη δομική διάσταση του πράγματος και να δείχνει ότι το έδαφος πάνω στο οποίο ευδοκιμεί η ηθικολογια είναι η διάλυση του κοινωνικού ιστού για την οποία μεγάλες ευθύνες έχει και η σοσιαλδημοκρατία.

Γιατί τελικά η δεξιά δεν είναι ταυτόσημη μόνο με τις ανοιχτές επιθέσεις στην εργατική τάξη και τον αυταρχισμό. Το ’89 και η σημερινή πολιτική της ΝΔ αξίζει να μας διδάξουν. Η περιοδική κήρυξη “κάθαρσης” και η κυριαρχία της ηθικολογίας στο δημόσιο, κεντρικό πολιτικό λόγο έχει αποδειχτεί εξαιρετικά χρήσιμο εργαλείο, ένας βασικός όρος για την άνοδο και την επικράτηση της δεξιάς. Γιατί πρέπει τελικά να αντιμετωπίσουμε συνολικά τη δεξιά, ως διασταύρωση, ως οργανική συγχώνευση εφοπλιστή, μπάτσου και παπά. Και ο παπάς εδώ όχι μόνο με την κυριολεκτική έννοια αλλά και ως ο υποκριτής ηθικολόγος.


Σπάρτακος 78, Φλεβάρης 2005

Αρχείο Σπάρτακου


https://wp.me/p6Uul6-yL


 

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s