ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ: ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ ΣΤΗΝ ΙΔΙΩΤΙΚΟΠΟΙΗΣΗ
Της Ζέττας Μελαμπιανάκη
«Έχω αρκετές σκέψεις και προτάσεις. Η μια αφορά την αιώνια φοίτηση. Η δεύτερη, είναι το έτερο έκτρωμα του πανεπιστημίου τα δωρεάν βιβλία. Το είχε εφεύρει η χούντα και μετά το πήραμε ως κεκτημένο δικαίωμα και αυτό. Μέγιστο σφάλμα…Πρέπει να αποδεσμευτούμε απ’ αυτό, να τους δίνουμε μια λίστα και να τους πούμε παιδιά αυτή είναι βγάλτε άκρη. Πηγαίνετε στις βιβλιοθήκες, δανειστείτε, κάντε ότι σας φωτίσει ο Θεός… Πιο ακριβοί (από τα βιβλία) είναι οι καφέδες που πίνουν απέναντι από το πανεπιστήμιο κάθε μέρα.»
Θάνος Βερεμής, καθηγητής παν/μιου, πρόεδρος του Εθνικού Συμβουλίου Παιδείας
(συνέντευξη στην Ελευθεροτυπία 15-1-05)
Την Παρασκευή 21 Γενάρη έγινε η πανηγυρική εναρκτήρια συνεδρίαση του Εθνικού Συμβουλίου Παιδείας (Ε.ΣΥ.Π.) με τη συμμετοχή του Σ.Ε.Β., της Εκκλησίας, του Οικονομικού και Επαγγελματικού Επιμελητηρίου, της Γ.Σ.Ε.Ε., της ΟΛΜΕ, της ΔΟΕ και όλων των κομμάτων, πλην του ΚΚΕ.
Την ίδια ώρα, φοιτητές, μαθητές και εκπαιδευτικοί διαδήλωναν προς το Ζάππειο, με συνθήματα κατά του στημένου διαλόγου, για την υπεράσπιση της Δημόσιας Δωρεάν Παιδείας. Η ΠΟΣΔΕΠ έκανε 24ωρη απεργία, οι καθηγητές των ΤΕΙ στάση εργασίας, φοιτητικοί σύλλογοι κατέβηκαν με αποφάσεις Γενικών Συνελεύσεων, πολλοί μαθητές από γυμνάσια και λύκεια διαδήλωσαν παρ’ όλο που τα σχολεία λειτουργούσαν, ενώ αρκετοί Σύλλογοι Δασκάλων και ΕΛΜΕ συμμετείχαν στο συλλαλητήριο με στάσεις εργασίας αν και οι ΟΛΜΕ-ΔΟΕ δεν είχαν πάρει ανάλογες αποφάσεις.
Το Ε.ΣΥ.Π. ξεκίνησε τις εργασίες του στις 21 του Γενάρη ο «διάλογος» θα συνεχιστεί για πέντε μήνες περίπου μέχρι να καταλήξει σε αποφάσεις για αλλαγές σε όλες τις βαθμίδες. Όμως, τα πράγματα δεν εξελίσσονται τόσο καλά για την κυβέρνηση που έλπιζε σε συναινετικό κλίμα για να περάσει την πολιτική της στην εκπαίδευση. Μετά την πρώτη συνεδρίαση, οι πρόεδροι των Ομοσπονδιών των εκπαιδευτικών, δήλωναν πως έχει γίνει φανερό ότι η κυβέρνηση επιχειρεί να χρησιμοποιήσει το διάλογο για να εξωραΐσει την πολιτική της και απειλούσαν με αποχώρηση. Ήδη προετοιμάζεται νέος γύρος κινητοποιήσεων για τη δεύτερη συνεδρίαση του Ε.ΣΥ.Π. που θα γίνει στις 16 Φλεβάρη.
ΠΡΟΣΧΗΜΑΤΙΚΟΣ ΔΙΑΛΟΓΟΣ
Το Ε.ΣΥ.Π. δεν είναι ένας χώρος διαλόγου, όπου θα τεθούν στο τραπέζι όλες οι απόψεις για τα προβλήματα της Παιδείας και όλες οι προτάσεις για τη λύση τους. Είναι ένα όργανο επίφασης διαλόγου, που έχει στόχο να σχεδιάσει την πορεία της εκπαίδευσης προς την ιδιωτικοποίηση και τις ανάγκες της αγοράς. Χαρακτηριστικό των προθέσεων της κυβέρνησης της Ν.Δ. είναι η μείωση των δαπανών για την Παιδεία από τον προϋπολογισμό του 2005, (από 3,61% στο 3,58%). Στην ατζέντα του «διαλόγου» φυσικά δε βρίσκονται τα «τετριμμένα» ζητήματα όπως η ύπαρξη, ακόμα και σήμερα, εκατοντάδων κενών στα σχολεία της Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, η μείωση των μόνιμων διορισμών, η πραγματική μείωση των μισθών των εκπαιδευτικών, το Λύκειο-εξεταστικό κέντρο, κλπ. Κορμός της αντίληψης της κυβέρνησης δεν είναι η Παιδεία σαν κοινωνικό αγαθό που το κράτος οφείλει να παρέχει δωρεάν, αλλά η Παιδεία σαν εμπόρευμα. Δηλαδή μια Παιδεία που είναι ατομική υπόθεση του καθενός , έχει σκοπό το κέρδος και λειτουργεί με κριτήριο τον ανταγωνισμό της αγοράς, μετριέται και αξιολογείται διαρκώς. Άρα ο νέος διδάσκεται ότι απαιτούν οι επιχειρήσεις και οι ανάγκες τους, ενώ το κράτος δεν έχει καμιά υποχρέωση να διασφαλίζει, με τους τίτλους σπουδών που παρέχει, εργασία στους απόφοιτους οποιασδήποτε βαθμίδας.
Αυτά φαίνονται στις αλλαγές που θα προωθήσει η κυβέρνηση και είναι αλληλένδετες σε όλες τις βαθμίδες, με κεντρικό μοχλό την «αξιολόγηση» της εκπαίδευσης.
Πιο συγκεκριμένα, στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση, προετοιμάζεται η εφαρμογή της αξιολόγηση της σχολικής μονάδας και των μαθητών. Το υπουργείο επιδιώκει την εξοικείωση των μαθητών από μικρή ηλικία με το εξεταστικό κάτεργο και προτίθεται να εφαρμόσει γραπτές εξετάσεις δυο φορές το χρόνο. Με τον τρόπο αυτό θα αξιολογείται και το σχολείο αλλά και οι εκπαιδευτικοί, με βάση τα αποτελέσματα των μαθητών. Από κει, αλλά και από αυτοτελή αξιολόγηση θα εξαρτάται η χρηματοδότηση των σχολείων με πολλαπλές αρνητικές συνέπειες για τα σχολεία των λαϊκών γειτονιών, η μοριοδότηση των εκπαιδευτικών για αποσπάσεις, μεταθέσεις κ.λπ. ενώ τα παιδιά με «διαγνωσμένη» την αποτυχία θα οδηγούνται στην εγκατάλειψη. Η πρόθεση για εισαγωγή δεύτερης ξένης γλώσσας στο Δημοτικό σχολείο πέρα από την επιβάρυνση του εργάσιμου σχολικού χρόνου των μαθητών, ηχεί σαν κακόγουστο αστείο, όταν το ΥΠΕΠΘ φέτος αρνείται να καλύψει ακόμα και τις στοιχειώδεις ανάγκες για εκπαιδευτικούς αγγλικής. Ακόμη, η κυβέρνηση συζητά την περίπτωση ανάθεσης σχολικών λειτουργιών στους Δήμους και τις Νομαρχίες (αυτό είναι το φιλανδικό μοντέλο της κ.Γιαννάκου) πιθανόν του «ολοήμερου σχολείου» με ότι αυτό σημαίνει για την ιδιωτικοποίηση πλευρών του δημόσιου σχολείου. Τέλος αναζητά φόρμουλες αυτοχρηματοδότησης των σχολείων με επιχειρηματικές δραστηριότητες ή με την εισαγωγή χορηγών που θα μπορούσε το όνομα τους να υπάρχει και σε μια ταμπέλα του σχολείου ( βλ. Έθνος 13/1).
Στη Δευτεροβάθμια εκπαίδευση, μετά την «κατάργηση» των φροντιστηρίων με το εξεταστικό σύστημα του Αρσένη (που έδιωξε τους μαθητές από το Λύκειο και πολλαπλασίασε παραπαιδεία), έρχεται νέο σύστημα εισαγωγής πανελλαδικού χαρακτήρα, με αλλαγή ξανά του τρόπου εξετάσεων, κατάργηση των ΤΕΕ και αντικατάσταση τους από τα Επαγγελματικά Λύκεια (που σημαίνει διαχωρισμός ανάμεσα σ΄ αυτούς που «παίρνουν» τα γράμματα και στους άλλους), επέκταση του «ολοήμερου» παιδοφυλακτήριου στα Γυμνάσια για να συνηθίζουν τα παιδιά στα εξαντλητικά, αντίστοιχα εργασιακά ωράρια των εργαζόμενων γονέων.
Ταυτόχρονα, πριν καν ξεκινήσει ο «διάλογος», ήρθε η εξαγγελία για κατάθεση νομοσχεδίου με θέμα την ίδρυση Ινστιτούτων Δια Βίου Εκπαίδευσης (ΙΔΒΕ). Αυτά θα ιδρύονται από τα πανεπιστήμια, θα λειτουργούν με δίδακτρα και θα εξυπηρετούν την ανάγκη του κεφαλαίου για φτηνή, εξατομικεύμενη, συνεχή επανακατάρτιση του εργατικού δυναμικού για να ανταποκρίνεται στις ανάγκες των εργοδοτών. Η εκπαίδευση θα υποκατασταθεί από ανάπτυξη συγκεκριμένων εξειδικεύσεων που ανταποκρίνονται στις εκάστοτε ανάγκες της αγοράς. Η δια βίου κατάρτιση (και όχι εκπαίδευση), μεταφράζεται σε ατομική υποχρέωση των εργαζόμενων να περνούν διαστήματα κατάρτισης – εργασίας – ανεργίας – επανακατάρτισης, σε μια χωρίς τέλος εργασιακή περιπλάνηση με ελαστικές σχέσεις εργασίας, ανασφάλεια και περιορισμένα δικαιώματα.
ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ ΣΤΗΝ ΙΔΙΩΤΙΚΟΠΟΙΗΣΗ
Η Δημόσια Δωρεάν Παιδεία χρειάζεται αύξηση των δαπανών για να είναι δωρεάν, μαζικούς διορισμούς μόνιμων εκπαιδευτικών, υποχρεωτικό 12χρονο σχολείο (και όχι εξεταστικό κέντρο), ελεύθερη πρόσβαση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση.
Δεν χρειάζεται «αξιολόγηση». Η αξιολόγησή τους, δεν είναι μέσο για να παρέμβει το κράτος και να διορθώσει τις αδυναμίες όπως κάποιοι αφελώς ισχυρίζονται. Στις χώρες της Ευρώπης, όπου εφαρμόστηκε, όχι μόνο δεν βοήθησε, αλλά με μοχλό τον έλεγχο της χρηματοδότησης οδήγησε σε μια ακόμα πιο ταξική Παιδεία. Η αξιολόγηση οδηγεί σε κατηγοριοποίηση σχολείων ανάλογα με την απόδοση τους, στη χειραγώγηση των εκπαιδευτικών, στην ασφυκτική σύνδεση των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων με επιχειρήσεις και σπόνσορες.
Δε χρειάζεται αποκέντρωση και ξεφόρτωμά της στους Δήμους με το πρόσχημα της «εμπλοκής των τοπικών κοινωνιών». Η Δημόσια Δωρεάν Παιδεία ως κοινωνικό αγαθό είναι κατάκτηση των εργαζόμενων. Ο ενιαίος χαρακτήρας της η παροχή ενιαίας, πραγματικής, δωρεάν εκπαίδευσης στον καθένα ανεξάρτητα από τις οικονομικές του δυνατότητες έρχεται σε αντίθεση με την «αποκέντρωση» που απαλλάσσει το κράτος από την υποχρέωσή του να παρέχει ισότιμα Παιδεία σε όλους με χρηματοδότηση από τον κρατικό προϋπολογισμό. Η «αποκέντρωση» και η ανάθεση στους Δήμους, οδηγεί στην ταξική διαφοροποίηση ανάμεσα σε περιοχές και στην ιδιωτικοποίηση, αφού οι Δήμοι (μη διαθέτοντας έτσι κι αλλιώς τα απαραίτητα χρήματα) θα ανοίξουν την πόρτα σε σπόνσορες για τη χρηματοδότηση των σχολικών μονάδων.
Το επόμενο διάστημα θα δοθούν κρίσιμες μάχες στην εκπαίδευση. Η απονομιμοποίηση του «διαλόγου» της κυβέρνησης με την αποχώρηση των Ομοσπονδιών της εκπαίδευσης από το Ε.ΣΥ.Π. είναι απαραίτητη. Οι αντιδράσεις στους χώρους της εκπαίδευσης είναι δεδομένο ότι θα ενταθούν, με πρωτοπορία τους φοιτητές και τους μαθητές, αφού οι επείγουσες για την κυβέρνηση αλλαγές είναι αυτές που θα γίνουν στην Τριτοβάθμια εκπαίδευση (βλέπε το σχετικό άρθρο σελ….). Χρειάζεται συντονισμός αυτών των αντιστάσεων για να ασκηθεί η μεγαλύτερη δυνατή πίεση προς όλες τις κατευθύνσεις.
Δυστυχώς, οι δυνάμεις της Αριστεράς δε αναδεικνύονται ιδιαίτερα βοηθητικές και προωθητικές για το κίνημα. Ο Συνασπισμός συμμετέχει μέχρι στιγμής στο Ε.ΣΥ.Π., δηλώνοντας ότι είναι και μέσα (με τους «θεσμούς») και έξω (με το κίνημα), ενώ το ΚΚΕ, ενώ σωστά απέχει από τη διαδικασία, συνεχίζει την καταστροφική τακτική των χωριστών συγκεντρώσεων και των κινητοποιήσεων γύρω από το ΠΑΜΕ.
Όμως, οι δυνάμεις της Ριζοσπαστικής Αντικαπιταλιστικής Αριστεράς στους χώρους της εκπαίδευσης είναι αρκετά ισχυρές. Το στοίχημα που μπορούν να κερδίσουν το επόμενο διάστημα, είναι να εκφραστεί η αγανάκτηση που υπάρχει στη βάση των εκπαιδευτικών και η απαίτηση της αποχώρησης των Ομοσπονδιών της εκπαίδευσης από το «διάλογο»-κοροϊδία, προς την κατεύθυνση των απεργιακών κινητοποιήσεων. Στις 21 Γενάρη, λίγοι Σύλλογοι και ΕΛΜΕ συμμετείχαν στο συλλαλητήριο με στάσεις εργασίας (αφού οι ΔΟΕ-ΟΛΜΕ αδράνησαν), πλαισιώνοντας πολλούς φοιτητές και μαθητές. Στις 16 Φλεβάρη, η εικόνα θα είναι διαφορετική, καθώς 15 ΕΛΜΕ και 11 Σύλλογοι της Πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης, κάλεσαν σε συγκέντρωση με απεργιακό συντονισμό. Αποτέλεσμα αυτής της πίεσης ήταν και το γεγονός ότι η ΟΛΜΕ κήρυξε στάση εργασίας για τις 16 Φλεβάρη.
Αυτή η πρωτοβουλία απεργιακού συντονισμού των ΕΛΜΕ και των Συλλόγων της Πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης, στις 16 Φλεβάρη (στην πρώτη κανονική συνεδρίαση του Ε.ΣΥ.Π.) και στις 1 Μάρτη (προπαρασκευαστική της Συνόδου των υπουργών Παιδείας της Ε.Ε.) έχει μεγάλη σημασία για το κίνημα, αφού μπορεί να λειτουργήσει σαν καταλύτης που θα αναγκάσει τις Ομοσπονδίες της εκπαίδευσης να σταματήσουν να στηρίζουν την κυβέρνηση με την αδράνειά τους και να βγουν επιτέλους, μαζί με τους μαθητές και τους φοιτητές, στο δρόμο.
Στις 10 Μαρτίου θα γίνουν Ολομέλειες Προέδρων των ΟΛΜΕ-ΔΟΕ μετά από γύρο Γενικών Συνελεύσεων. Τα Δ.Σ. των Ομοσπονδιών έχουν απομακρύνει τις ημερομηνίες των Γενικών Συνελεύσεων, ελπίζοντας ότι μέχρι τότε η πίεση της βάσης θα έχει ξεθυμάνει. Δεν πρέπει να τους κάνουμε τη χάρη. Οι Γενικές Συνελεύσεις πρέπει να αξιοποιηθούν, για να βγουν από τους Πρωτοβάθμιους Συλλόγους και τις ΕΛΜΕ, αποφάσεις επαναλαμβανόμενων συντονισμένων απεργιακών κινητοποιήσεων για την υπεράσπιση της Δημόσιας Δωρεάν Παιδείας.