του Παναγιώτη Σηφογιωργάκη
Το αποτέλεσμα των αμερικανικών εκλογών
Anybody but Bush
Η επανεκλογή Bush, καθαρά αυτή τη φορά και όχι στα δικαστήρια, θεωρείται ότι χρησιμεύσει ως επιβεβαίωση της εξωτερικής πολιτικής του … του τρόμου και θα λύσει τα χέρια του για επέκταση της «εκστρατείας» του κατά του «άξονα του κακού». Δεν μπορούμε όμως να είμαστε σίγουροι ότι μια τυχόν ήττα θα μας επιφύλασσε το αντίθετο. Η γραμμή του αντιπάλου του, δημοκρατικού Kerry δεν μας επιτρέπει να κάνουμε άλλες υποθέσεις.
Το Φλεβάρη του 1848 η ένοπλη εξέγερση των παρισινών εργατών εκθρόνισε το Λουδοβίκο Φίλιππο και έφερε στην εξουσία μια προσωρινή κυβέρνηση, που ύστερα από δισταγμούς, εισήγαγε ριζοσπαστικές μεταρρυθμίσεις των οποίων τη σημασία σήμερα είναι, μάλλον, δύσκολο να συλλάβουμε: 10ωρο, κατάργηση της δουλείας στις αποικίες, ίδρυση εθνικών εργαστηρίων για την καταπολέμηση της ανεργίας, ελευθερία τύπου και τέλος «καθολική ψηφοφορία» για τον άρρενα πληθυσμό· ένα δικαίωμα που ποτέ μέχρι τότε δεν είχε εφαρμοστεί ούτε στη Βρετανία, ούτε στις Ηνωμένες Πολιτείες. Εισοδηματικά κριτήρια περιόριζαν τους έχοντες δικαίωμα ψήφου σε περίπου 190.000 στη διάρκεια της συνταγματικής μοναρχίας του Luis-Philippe. Τώρα 9 εκατομμύρια άνδρες αποκτούσαν το δικαίωμα της ψήφου.
Η εθνική ψηφοφορία του Απριλίου υπήρξε αψεγάδιαστη. Όμως … κέρδισαν οι εχθροί των μεταρρυθμίσεων. Η γαλλική αγροτιά ψήφισε μαζικά υπέρ των πολιτικών κομμάτων που ήταν αποφασισμένα να βάλουν στο γύψο το επαναστατικό προλεταριάτο του Παρισιού. Το νέο καθεστώς, παρότι εκλεγμένο μέσα από καθολική ψηφοφορία, στράφηκε εναντίον της και έβαλε έτσι πλαφόν στην εκπροσώπηση των εργαζόμενων τάξεων. Αυτό μαζί με άλλα αντιδραστικά μέτρα προκάλεσαν μια εξέγερση που ο Alexis de Tocqueville αποκάλεσε ως την «πιο εκτεταμένη και πιο απαράμιλλη εξέγερση που έχει συμβεί στην ιστορία μας». Τις «Μέρες του Ιούνη» η εργατιά του Παρισιού ξεσηκώθηκε εναντίον του ίδιου του αποτελέσματος των δημοκρατικών εκλογών. Ο στρατηγός Eugène Cavaignac, ενδεδυμένος με δικτατορικές εξουσίες, έπνιξε την εξέγερση στο αίμα (3.000 σφαγιασμένοι εργάτες, 4.000 εξόριστοι στην Αλγερία). Την εσώτερη λογική της εργατικής εξέγερσης, ιδρυτικής πράξης του ανεξάρτητου από την μικροαστική δημοκρατία εργατικού κινήματος, έχει αποτυπώσει ο Καρλ Μαρξ στην «18 Μπρυμέρ του Λουδοβίκου Βοναπάρτη» και τα δραματικά γεγονότα της σφαγής του Ιούνη απαθανατίσει λογοτεχνικά ο Φλωμπέρ στην «Αισθηματική Αγωγή».
Ο παραλληλισμός με τις αμερικανικές εκλογές ή με οποιεσδήποτε άλλες δεν περιορίζεται στο απλοϊκό και κούφιο από μόνο του «The Wrong Side Wins»· αυτό που θέλουμε να πούμε είναι ότι πλανάται κανείς πλάνην οικτράν, αν θεωρεί ότι ο Bush έχοντας απέναντι έναν πιο ριζοσπάστη από τον Kerry υποψήφιο που θα υποσχόταν άμεση υποχώρηση των αμερικανικών στρατευμάτων από το Ιράκ, που θα ήταν υπέρ του γάμου των gay, που θα υποσχόταν ένα δημόσιο σύστημα υγείας, που θα υπέγραφε τη συνθήκη του Κιότο κτλ, κτλ, κτλ, θα έχανε τις εκλογές που κέρδισε τώρα. Ένας τέτοιος υποψήφιος θα ήταν αντιμέτωπος όχι μόνο με το Πεντάγωνο, αλλά και με τη Wall Street, θα ξέμενε από χρηματοδότηση, θα αποκλειόταν από τα ΜΜΕ, θα βούλιαζε κάτω από την υστερία της moral majority. Γι’ αυτό εξ αρχής παίρνουμε αποστάσεις από τις απλουστεύσεις όπως ότι έφταιγε ο Kerry που δεν ήταν αρκετά ριζοσπαστικός κ.α. Ο αντίπαλος του Nixon, McGovern μοιάζει μέσα από τον παραμορφωτικό φακό της χρονικής απόστασης με εξτρεμιστή, αριστεριστή που δεν πατούσε στο έδαφος μπροστά στο νεοφιλελεύθερο Kerry της σήμερον. Δεν είχε κατορθώσει να κερδίσει τις εκλογές παρ’ όλο το κίνημα ενάντια στον πόλεμο στο Βιετνάμ.
Όμως με τέτοιου είδους αναλογίες είναι καλό να αντισταθμίσουμε και τα ευφυολογήματα περί της μοναδικά σκοταδιστικής Αμερικής, βυθισμένης στα σκατά των τηλεοπτικών προφητών, του λευκού προτεσταντικού φονταμενταλισμού, των κατόχων όπλων, της ηλίθιας μάζας που θέλει να καθοδηγείται από ένα βλάκα πρόεδρο σαν κι αυτή. Δεν ήταν ο Ντε Γκωλ που σάρωσε στην γαλλικές εθνικές εκλογές το ’68 και έδωσε τέρμα στην «αναστάτωση» του Μάη μια και καλή και δημοκρατικά; Αυτό δεν έγινε στην Νότια Καρολίνα ή το Τέξας, αλλά στην εκκοσμικευμένη, laique, sic και intellectuele Γαλλία. Αν οι εκλογές μπορούσαν ν’ αλλάξουν τον κόσμο, θα ήταν παράνομες. Και μερικοί στην Ελλάδα στη ριζοσπαστική αριστερά καλό θα ήταν πριν συνεχίζουν να δικαιολογούν τον αντιαμερικανισμό τους με το «πνευματικό σκότος» των Αμερικανών που αναγνωρίζονται στο τέρας που ονομάζεται Bush, καλό θα ήταν να μας πουν τι ποσοστά έχουν πάρει στις εκλογές και αν έχουν περάσει κάποια βόλτα από τα συλλαλητήρια του Χριστόδουλου…
H σημασία του αποτελέσματος
Στην ερμηνεία των πολιτικών εξελίξεων και ειδικά των μετατοπίσεων των διαθέσεων της κοινωνίας, δεν είναι χρήσιμο να εφαρμόζουμε απόλυτες ηθικές αρχές και μονοδιάστατα απομονωμένα από τα κοινωνικά και ιστορικά συμφραζόμενα κριτήρια. Για παράδειγμα, μερίδα «αριστερών» σχολιαστών ολοφύρεται για το αποτέλεσμα με βασική επιχειρηματολογία της την εξής: Πριν λέγαμε ότι ο Bush εκλέχτηκε παράνομα και άρα ο εγκληματικός πόλεμος στο Ιράκ δεν είχαν τη συγκατάθεση του αμερικανικού λαού. Τώρα αναδρομικά είναι σαν να επιβραβεύεται για τις ενέργειές του. Αυτό το χαρακτηριστικό είδος φορμαλισμού ξεχνά ότι ο παγκόσμιος περίγελως των εκλογών του 2000 εξελίχθηκε σε «ηγέτη που ενώνει το έθνος» σε μια μέρα με την 11η του Σεπτέμβρη, όταν ο ιππότης Gore τασσόταν ταπεινά στο πλευρό του προέδρου «του», εκείνον δηλαδή που είχε πάει στα δικαστήρια για την κλοπή των ψήφων στη Φλώριδα.
Οι ίδιοι σχολιαστές θα έπρεπε να συγκρίνουν τις σφυγμομετρήσεις την περίοδο πριν και στη διάρκεια του πολέμου στο Ιράκ υπέρ ή κατά της «απελευθέρωσης» της χώρας με τις σημερινές: από το 85-90% η υποστήριξη έχει πέσει γύρω στο 50, ενώ η αντίθεση στη συνεχιζόμενη κατοχή του Ιράκ είναι άλλο τόσο. Και γνωρίζουμε ότι πάντα βρίσκονται λόγοι για να υποστηρίξεις έναν πόλεμο που κάνει η «πατρίδα σου» και στον οποίο βέβαια θυσιάζει την τάξη σου. Ας θυμίσουμε την κρίση στο Αιγαίο το ’87 και το πόσοι στην Ελλάδα εξέφραζαν διαφωνίες με το «Βυθίσατε το Πίρι Ρέις» του Ανδρέα. Ίσα-ίσα οι αντιαμερικάνοι, αντιιμπεριαλιστές θα πήγαιναν πρώτοι-πρώτοι να πολεμήσουν για τη μαμά-Ελλάδα. Και για να πάμε πιο πίσω στην ελληνική ιστορία χρειάστηκε μια δεκαετία συνεχούς πολέμου για να φθαρεί ο Βενιζέλος και η «Μεγάλη Ιδέα».
Ο Kerry: ένας Βush «ασθενής»
O Michael Moore και ο Bruce Springsteen δεν κατάφεραν να δώσουν αρκετή ώθηση τελικά στον Kerry. Δεν ήταν το ροκ ή το σινεμά αυτό που του έλλειπε όσο ότι τελικά ήταν κάποιος που υποσχόταν να κάνει την πολιτική του Bush, αλλά όχι τόσο καλά όσο αυτός. Ο Kerry, όπως και οι Clinton και Gore, πριν απ’ αυτόν απευθύνθηκε πρώτα και κύρια στη λεγόμενη μεσαία λευκή τάξη. Η συνέπεια ήταν ότι εξ αρχής ήταν υποχρεωμένος να τοποθετηθεί στο προνομιακό πεδίο που καθόριζε η ατζέντα του ίδιου του Bush, όπως για παράδειγμα το ζήτημα της ασφάλειας. Η αναφορά στα προβλήματα της εργατικής τάξης, η υπεράσπιση του δικαιώματος των γυναικών στην αυτοδιάθεση του σώματός τους, τα δικαιώματα των μειονοτήτων (έγχρωμοι, ομοφυλόφιλοι κτλ) ήταν λοιπόν απαγορευμένα θέματα. Ακόμη και στο ζήτημα του πολέμου ήταν τόσο αντιφατικός και σε τελευταία ανάλυση υπέρ της εισβολής στο Ιράκ που αφαιρούσε μ’ αυτό τον τρόπο κάθε πρόσχημα από τη φιλελεύθερη διανόηση και την μεγάλη μερίδα της αριστεράς που τον υποστήριξε μέχρις εσχάτων ως μοναδική σωτηρία απέναντι στον «τέρας». Υπήρξε ήπιος, μετριοπαθής, συμβιβαστικός.
Αντίθετα ο Bush έκανε έκκληση στις χριστιανικές αρχές και αρετές και πήρε την πρωτοβουλία για ταυτόχρονα με τις εκλογές δημοψηφίσματα σε 11 πολιτείες (στις οποίες είχε εκ των προτέρων εξασφαλισμένο, βέβαια, το αποτέλεσμα) ενάντια στο γάμο των gay. Μ’ αυτό τον τρόπο κατάφερε να συσπειρώσει και να κινητοποιήσει και για τις εκλογές τη βάση των ρεμπουπλικανών.
Πόλωση
Ωστόσο παρόλο που η νίκη του Bush υπήρξε αναμφισβήτητη (αν και καταγγελίες για ατασθαλίες και σκόπιμες βλάβες σε εκλογικά μηχανήματα σε υποβαθμισμένες περιοχές με πληθυσμό που παραδοσιακά ψηφίζει τους Δημοκρατικούς υπήρξαν και αυτή τη φορά), η διαφορά με τον Kerry υπήρξε, αν θέλουμε να είμαστε αντικειμενικοί, μικρή. Αυτό ήταν αποτέλεσμα της πόλωσης που προηγήθηκε. Η πτώση της αποδοχής του πολέμου και η δυσφορία πλατιών κομματιών της αμερικάνικης κοινωνίας με τη νεοφιλελεύθερη πολιτική της κυβέρνησης Bush ψαλίδισε τη δημοτικότητά του που βρισκόταν στα ύψη πριν 2 χρόνια. Ωστόσο το αίσθημα της ανασφάλειας με την τρομοκρατία και η κινητοποίηση του πλειοψηφικού προτεσταντικού στοιχείου έδωσαν αέρα νίκης στον Bush.
Η συμπαράταξη της Wall Street, των κύριων ταμπλόιντ και του αντιπολεμικού κινήματος με τον Kerry δεν ήταν αρκετή για να του εξασφαλίσουν τη νίκη. Όμως δεν είναι όλοι το ίδιο χαμένοι από τους υποστηρικτές του Kerry: το αντιπολεμικό κίνημα έχει τις μεγαλύτερες επιπτώσεις. Η επένδυση δυνάμεων και το σκόρπισμα απογοήτευσης από την ήττα το αποδυνάμωσαν περισσότερο από την ίδια τη νίκη του Bush.
Τι κέρδισε το κίνημα από την υποστήριξη στον Kerry;
Αυτή τη στιγμή πρέπει να αποτιμήσουμε ως αρνητικός τον απολογισμό συμπαράταξης των κινημάτων με την καμπάνια του Kerry. Πρώτα και κύρια, γιατί σήμανε τη σιωπή τους, την ουσιαστική διακοπή τους στο όνομα του «μικρότερου κακού» και του «Anybody but Bush». Όχι μόνο δεν άσκησαν πίεση στον Kerry για να πάρει πιο ριζοσπαστικές θέσεις, αλλά υπέκυψαν στη λογική του ότι δεν πρέπει να ειπωθούν περισσότερα για να μην τρομάξει το εκλογικό σώμα. Υπάρχει μια τεράστια διαφορά ανάμεσα σε μια ριζοσπαστική πολιτική πρακτική που χρησιμοποιεί τις εκλογές για προπαγάνδιση των διεκδικήσεων των κινημάτων και καταγγελία της πολιτικής των κυρίαρχων και σε μια πολιτική αυτολογοκρισίας με πρόσχημα την electability. Η ανάθεση σε κάποιον νεοφιλελεύθερο εκπρόσωπο των μεγάλων πολυεθνικών corporations των τυχών του κινήματος κάθε άλλο παρά προωθεί τα ίδια τα κινήματα. Η σφοδρότητα της επίθεσης στα εργασιακά δικαιώματα και η πολεμική παράκρουση της κυβέρνησης Bush έχουν σαφώς διαφορές με τη διαχείριση του Clinton, μόνο που αυτές αφορούν τα μέσα και όχι την ουσία: τα συμφέροντα που Ρεμπουπλικάνοι και Δημοκρατικοί, αμφότεροι εξυπηρετούν είναι τα ίδια, αυτά της ελάχιστης μειοψηφίας των τραπεζιτών, των χρηματιστών και των μεγαλομετόχων των πολυεθνικών. Η απουσία ενός πολιτικού φορέα ανεξάρτητου από την αστική τάξη είναι εμφανέστερη παρά ποτέ στις σημερινές Η.Π.Α.
Οι αργόσυρτες και σκόλιες διαδρομές της συνείδησης
Κάποιες από τις μικρές για τα μεγέθη της χώρας οργανώσεις της επαναστατικής αριστεράς, όπως η Solidarity, (στην οποία συμμετέχει και μια από τις τάσεις της 4ης Διεθνούς) και η ISO υποστήριξαν ξανά τις υποψηφιότητες Nader-Camejo (όπου ο δεύτερος είναι γνωστός ριζοσπάστης ακτιβιστής και αντιδήμαρχος του Σαν Φραντζίσκο) με σκοπό την καταγραφή μιας ψήφου πέρα από τα δύο κατεστημένα αστικά κόμματα. Ο Nader είχε το προσόν ήταν … γνωστός. Ωστόσο αυτή τη φορά οι απόψεις του (οι οποίες ποτέ δεν διακρίνονταν από κάποια έμφαση την ταξική πάλη και το εργατικό κίνημα) ήταν αρκετά προβληματικές. Η απευθείας υποστήριξή του από ρεμπουπλικανικά λόμπι σε διάφορες πολιτείες για τους ευνόητους λόγους, φυσικά, αποτέλεσε ένα σοβαρό πρόβλημα για τους υποστηρικτές του. Γι’ αυτό άλλες οργανώσεις (μεταξύ των οποίων η άλλη ομάδα που υποστηρίζει την 4η Διεθνή, η Socialist Action) επέλεξαν να υποστηρίξουν άλλους υποψήφιους που κατέβαιναν σε επιμέρους πολιτείες.
Το ανεξάρτητο δίδυμο Nader-Camejo κάτω από την πίεση της προεκλογικής πόλωσης δεν κατάφερε να συγκεντρώσει το ποσοστό και τις ψήφους που είχε πετύχει η υποψηφιότητα Nader στις προηγούμενες εκλογές.
Σε κάθε περίπτωση αυτή η εναλλακτική υποψηφιότητα ήταν απόλυτα ανεπαρκής σε σχέση με τις ανάγκες, αλλά και το επίπεδο του κινημάτων αυτή τη στιγμή στις Η.Π.Α..
Η συνεχής μαζική κινητοποίηση του αντιπολεμικού κινήματος, η αναβίωση του ριζοσπαστικού φοιτητικού κινήματος αλλά και σημαντικοί απεργιακοί αγώνες σε διάφορους κλάδους έχουν αλλάξει σημαντικά τα δεδομένα τα τελευταία χρόνια.
Η δημιουργικότητα, η ποικιλομορφία έκφρασης, ο δυναμισμός αυτών των κινημάτων δεν μπορούν αυτόματα να δημιουργήσουν τους όρους για ένα αυθεντικό ανεξάρτητο εργατικό πολιτικό κόμμα εθνικής εμβέλειας.
Η χώρα που έδωσε το Σιάτλ, περιμένει ακόμη να δει ένα εργατικό κόμμα να γεννιέται.
Η «άλλη» Αμερική (και δεν είναι καθόλου ασήμαντη) που αγωνίζεται, συσσωρεύει εμπειρίες και δυνάμεις. Στο δρόμο της πολιτικής ανεξαρτητοποίησης των καταπιεζόμενων δεν υπάρχουν ωστόσο συντομεύσεις δια μέσου του Λευκού Οίκου.
[…] Το αποτέλεσμα των αμερικανικών εκλογών… […]