του Δημήτρη Χείλαρη
Το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος για το σχέδιο Ανάν ήταν αναμενόμενο. Η επικράτηση του Όχι στη Νότια Κύπρο και του Ναι στη Βόρεια δεν εξέπληξε κανένα. Το ενδιαφέρον εστιαζόταν μόνο στα ποσοστά.
Η συντριπτική υπεροχή του Όχι ανάμεσα στους Ελληνοκυπρίους σίγουρα δεν μπορεί να ιδωθεί ως μια ενιαία και ομοιογενής πολιτική συμπεριφορά. Είναι φυσικό πολλοί κάτοικοι του νησιού να αντιμετωπίζουν με καχυποψία τα διάφορα μεγαλεπίβολα σχέδια που τους υπόσχονται ειρήνη και ευμάρεια. Δεν μπορούμε, όμως, να παραβλέψουμε ότι η κυριότερη δυναμική αυτού του ελληνοκυπριακού Όχι πήγαζε από εθνικιστικά κριτήρια και μια φοβική συμπεριφορά απέναντι στους Τουρκουκυπρίους. Δεν μπορούμε να αγνοήσουμε ότι οι μεγάλες συγκεντρώσεις του Όχι οργανώθηκαν από τις πιο εθνικιστικές δυνάμεις της Κύπρου (ακροδεξιά τάση του ΔΗΣΥ) και οι «αυθόρμητες» μαθητικές πορείες ήταν γεμάτες από ρατσιστικά συνθήματα κατά των Τούρκων.
Τα ποσοστά των δημοσκοπήσεων που δείχνουν ότι ένα περίπου 30% των ελληνοκυπρίων δεν επιθυμεί να συμβιώσει με τους Τουρκοκύπριους είναι τραγικά και επιβεβαιώνουν αυτή την εικόνα. Η αριστερά και τα αντιπολεμικά κινήματα δεν έχουν κανένα λόγο να πανηγυρίζουν γι’ αυτό το Όχι. Εκτός αν κάποιοι πιστεύουν ότι ο αντι-ιμπεριαλιστικός αγώνας μπορεί να δοθεί υπό τις σημαίες των μητροπολιτών, των εθνικά ευαίσθητων ακροδεξιών και των αριστεροδεξιών πατριωτών αλλά με διαιρεμένη την εργατική τάξη του νησιού.
Οι ευρωπαίοι και αμερικάνοι ιμπεριαλιστές έκαναν ότι μπορούσαν για να περάσει το σχέδιο επειδή θέλουν στην Κύπρο μια κατάστασης ελεγχόμενης σταθερότητας ώστε να μπορούν να την εντάξουν στους γενικότερους σχεδιασμούς τους στην περιοχή. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι το τουρκοκυπριακό Ναι είναι μια έστω έμμεση υποστήριξη στα σχέδια τους. Οι εκατοντάδες χιλιάδες τουρκοκύπριοι ψήφισαν Ναι, χωρίς να τους πάρει τηλέφωνο κανένας Πάουελ και σε καμιά περίπτωση δεν συναινούν με τις πολεμικές του εξορμήσεις στο Ιράκ και την Παλαιστίνη. Ίσα-ίσα που αρκετοί από αυτούς (και όχι βέβαια από τους Γκρίζους Λύκους) συμμετείχαν στις κοινές αντιπολεμικές πορείες στις αγγλικές βάσεις της Δεκέλειας.
Το αποτέλεσμα τους δημοψηφίσματος είναι καταλυτικό για να απονομιμοποιηθεί ένα από τα βασικά επιχειρήματα πάνω στα οποία χτίστηκε ο ελληνικός εθνικιστικός μύθος ότι δήθεν ο τουρκοκυπριακός λαός ήταν πλήρως ταυτισμένος με τις κυρίαρχες επιλογές των κυβερνήσεων του. Πόσες φορές δεν έχουμε ακούσει για τα «φιλειρηνικά και δημοκρατικά αισθήματα του ελληνικού λαού» σε αντίθεση με την απέναντι πλευρά; Τώρα, λοιπόν τι έχουν να πουν; Δεκάδες χιλιάδες τουρκοκύπριοι εκδήλωσαν με κάθε τρόπο την επιθυμία τους για μια κοινή πατρίδα, για ειρήνη και συμβίωση. Ήρθαν σε άμεση σύγκρουση με τις κυρίαρχες εθνικιστικές λογικές και διεκδίκησαν δημοκρατικά και κοινωνικά δικαιώματα παρά τις απειλές των ακροδεξιών «γκρίζων λύκων». Και μια απλή ματιά στις μεγάλες συγκεντρώσεις του τουρκοκυπριακού Ναι μας φανερώνει τη μεγάλη θέληση για να σπάσουν την απομόνωση και να διεκδικήσουν μια καλύτερη ζωή.
Δεν υποτιμούμε το γεγονός ότι στις εκδηλώσεις αυτές οι τουρκοκύπριοι κράταγαν τις σημαίες της Ε.Ε. Είναι κάτι που δεν μπορούμε να παραβλέψουμε. Τα διλήμματα που μπαίνουν, όμως, στους λαούς δεν είναι υποθετικά, αφηρημένα και εργαστηριακά. Δυστυχώς, για τους τουρκοκύπριους οι προοπτικές που ανοίγονται μπροστά τους είναι είτε η διατήρηση της εξάρτησης από την Τουρκία είτε το άνοιγμα προς την Ευρωπαϊκή Ένωση. Το καθήκον μια επαναστατικής αριστερής πρότασης είναι να ζυμώσει την ιδέα μιας τρίτης απελευθερωτικής και σοσιαλιστικής προοπτικής. Για κάτι τέτοιο όμως οι τουρκοκύπριοι πρέπει να δουν ότι έχουν συμπαραστάτες σ’ αυτό τον αγώνα τους από την αριστερά και τα κοινωνικά κινήματα. Κάτι δηλαδή που δεν είδαν από την ελληνική και ελληνοκυπριακή αριστερά. Το ΑΚΕΛ προτίμησε να παίξει με τους συσχετισμούς, το ΚΚΕ να συμμαχήσει με τις πατριωτικές αντιιμπεριαλιστικές δυνάμεις και να μην αναφερθεί καν στο τουρκοκυπριακό αγώνα και η πλειοψηφία της ελληνικής επαναστατικής αριστεράς να αναπαράγει τον επιλεκτικό λόγο του ελληνικού εθνικισμού υπό το περίβλημα μιας «ριζοσπαστικής» φρασεολογίας.
Σ’ αυτές τις συνθήκες, μετά την απόρριψη του σχεδίου, είναι κρίσιμο να απευθυνθούμε πάνω απ’ όλα στους τουρκοκύπριους αγωνιστές της ειρήνης και της επαναπροσέγγισης και να τους προτρέψουμε να μην απογοητευθούν£ να συνεχίσουν το αγώνα για μια κοινή πατρίδα ελληνοκυπρίων και τουρκοκυπρίων£ να διευρύνουν τις προσπάθειες για κοινές εκδηλώσεις και πρωτοβουλίες ενάντια στον εθνικισμό κα τον ιμπεριαλισμό.
[…] Μετά το δημοψήφισμα, τι; […]