της σύνταξης
Οι εξελίξεις στο ΠΑΣΟΚ που πήραν τη μορφή χιονοστιβάδας έχουν αναταράξει ολόκληρο το πολιτικό σκηνικό. Η ανάρρηση του Γ. Παπανδρέου στην ηγεσία του κόμματος προβάλει σαν ο «άσσος που βγαίνει το μανίκι» προκειμένου το ΠΑΣΟΚ να ανατρέψει το πολιτικό κλίμα και να διεκδικήσει με σοβαρούς όρους την επανεκλογή του.
Το σύνθημα «ανατροπές παντού», οι αυτοκριτικές για «αλαζονεία της εξουσίας», η επαγγελία της «συμμετοχικής δημοκρατίας», η έμφαση στην έννοια της «δημοκρατικής παράταξης» (ενός πολιτικού χώρου «ευρύτερου» από το ΠΑΣΟΚ), η ρητορική περί «κοινωνίας των πολιτών» δίνουν το στίγμα μιας περαιτέρω προσπάθειας ποιοτικής αλλαγής της φυσιογνωμίας του ΠΑΣΟΚ, αλλά και των μεταβολών που συντελούνται στο σύνολο του πολιτικού συστήματος.
Το εγχείρημα της εφαρμογής στην πράξη της συμμετοχικής δημοκρατίας με την «εκλογή» του προέδρου από τη βάση του κόμματος δεν ήταν μόνο ένα πρωτοφανές στην μεταπολιτευτική πολιτική περίοδο θεαματικό επικοινωνιακό τρυκ, αλλά μια πρόγευση για το ΠΑΣΟΚ του μέλλοντος: ένα ΠΑΣΟΚ με ανεξέλεγκτη ηγεσία, χωρίς οργανωμένη βάση όπου τα μέλη εξισώνονται με τους «φίλους» του κόμματος.
Η κινητοποίηση της βάσης «από τα πάνω», με εκστρατεία δια μέσου των μεγάλων ΜΜΕ για να αποκτήσει ο νέος αρχηγός τη «λαϊκή εντολή» είναι εκδήλωση «αρχηγισμού» στον υπέρτατο βαθμό. Δημοκρατία χωρίς εναλλακτικές επιλογές, πολλαπλά ψηφοδέλτια και χωρίς προηγούμενη συζήτηση σε μαζική κλίμακα πάνω στις πολιτικές επιλογές δεν εννοείται. Αυτή δημοκρατία στα πλαίσια του πολιτικού θεάματος είναι μια ακόμη διαδικασία χειραγώγησης των μαζών. Στην καλύτερη περίπτωση είναι μια έκδοση σε μεγάλη κλίμακα των πρακτικών της εκκλησίας στη διαδικασία «εκλογής» των μητροπολιτών. Μετά τη «σφαγή» ανάμεσα στους «άγιους» στην ιερά σύνοδο, το ποίμνιο μπορεί να φωνάξει τελετουργικά «άξιος» στο νέο μητροπολίτη. Έτσι είναι και η «συμμετοχική δημοκρατία» του Γ. Παπανδρέου: μια τελετουργία για το ποίμνιο.
Ωστόσο δεν πρέπει να ξεπέσουμε σε συνωμοτικές θεωρίες και να αναγάγουμε τη δυναμική του Γ. Παπανδρέου απλώς σε τεχνικές εξαπάτησης και χειραγώγησης αλλά να αναζητήσουμε τους βαθύτερους κοινωνικούς, οικονομικούς, πολιτικούς και ιδεολογικούς όρους που οδηγούν σημαντικούς τομείς των καταπιεσμένων να ανταποκρίνονται σ’ αυτές (βλέπε και παρακάτω).
Όλες οι «τομές και ανατροπές» τις οποίες, υποτίθεται, φέρνει ο Γ. Παπανδρέου αφορούν από τη μία στο προφίλ, το «φαίνεσθαι» της πολιτικής (να μοιάζουν ότι οι πολιτικοί είναι πιο κοντά στον πολίτη) και, από την άλλη, τις μεθόδους διαπραγμάτευσης με τις διάφορες κοινωνικές ομάδες και διαχείρισης των κοινωνικών συγκρούσεων (έμφαση στις μη κυβερνητικές οργανώσεις, την κοινωνία των πολιτών κτλ). Αλλά δεν αφορούν στην ουσία της ασκούμενης πολιτικής. Αυτή παραμένει η νεοφιλελεύθερη ορθοδοξία των ιδιωτικοποιήσεων, των ευέλικτων εργασιακών σχέσεων, των φοροαπαλλαγών για τους εργοδότες κ.ο.κ…
Σ’ αυτό το σημείο μπορούμε να δούμε τη βαθύτερη σύγκλιση που διαπιστώνεται ανάμεσα στα δύο μεγάλα κόμματα εξουσίας. Η Ν.Δ. μπροστά στην «επικοινωνιακή καταιγίδα» του Γ. Παπανδρέου προσπαθεί ν’ απαντήσει με τα ίδια όπλα επικοινωνιακής πολιτικής. Σε προγραμματικό επίπεδο οι διαφορές τείνουν να εξαφανιστούν: για παράδειγμα, η επιδίωξη της ίδρυσης ιδιωτικών πανεπιστημίων βρίσκεται στις προτεραιότητες και των δύο κομμάτων.
Οι «μεταγραφές υποψηφίων» ένθεν και εκείθεν με το ΠΑΣΟΚ να συμμαχεί με τους εκπροσώπους του νεοφιλελεύθερου εφιάλτη της περιόδου της διακυβέρνησης Μητσοτάκη, Μάνο και Ανδριανόπουλο και τη Ν.Δ. να προσεταιρίζεται τον Παπαθεμελή μας οδηγούν στη διαπίστωση της πρωτοφανούς διάλυσης κάθε ιδεολογικής διαχωριστικής γραμμής ανάμεσα στα δύο κόμματα εξουσίας που μετατρέπει την μεταπήδηση των πολιτικών στελεχών του ενός κόμματος στο άλλο σε κάτι τόσο συνηθισμένο όσο και στο ποδόσφαιρο η μεταγραφή παικτών από την μια ομάδα στην άλλη.
Το σκάνδαλο Παχτά που κλόνισε το ΠΑΣΟΚ και οι αποκαλύψεις για τις προθέσεις της Ν.Δ. για το ασφαλιστικό, όμως, έσπασαν την βιτρίνα αποκαλύπτοντας την πραγματικότητα της πολιτικής τους.
Από την άλλη, ωστόσο, είναι εμφανής η απουσία μιας ουσιαστικής εναλλακτικής πολιτικής πρότασης που να εκφράζει τις ανάγκες της κοινωνικής πλειοψηφίας. Η αριστερά στις δύο κοινοβουλευτικές της εκδοχές μοιάζει να είναι εντελώς ανήμπορη να διεκδικήσει την έκφραση έστω και ενός τμήματος της κοινωνικής δυσαρέσκειας εξαιτίας της αντεργατικής και αντικοινωνικής πολιτικής που έχει εφαρμόσει για πάνω από μια δεκαετία η σοσιαλδημοκρατία.
Είναι γεγονός ότι η Αριστερά πρόθυμα σύρθηκε πίσω από τη δεξιά στον χαρακτηρισμό της Παπανδρεάδας σαν «επικοινωνιακό τρυκ». Οι φωνές του Κωνσταντόπουλου και της Παπαρήγα ότι η TV κάνει πλύση εγκεφάλου υπέρ του Γιώργου είναι μια αμυντική αντίδραση. Εκτός του ότι αυτή η αντίληψη κρύβει μια βαθιά υποτίμηση για το πώς διαμορφώνεται η κοινωνική συνείδηση£ δεν λογαριάζει καθόλου το αν αντίστοιχη επιλεκτική αναφορά των ΜΜΕ είχε τέτοια θεαματικά αποτελέσματα εάν επρόκειτο για άλλο πολιτικό χώρο. Κανείς δεν αρνείται το ρόλο των ΜΜΕ σαν μηχανισμούς χειραγώγησης, τι επίδραση είχε, όμως, στην κοινωνία το αντίστοιχο σόου που είχε στηθεί από τα κανάλια για την εκλογή Καραμανλή στην ηγεσία της Ν.Δ.; Γιατί όταν κάνει συνέδριο η Ν.Δ., το ΚΚΕ ή ο ΣΥΝ δεν ενδιαφέρεται κανείς ενώ όταν το ΠΑΣΟΚ κάνει οποιαδήποτε «επικοινωνιακή κίνηση γίνεται χαμός». Αυτή η Αριστερά ποτέ της δεν κατάλαβε τι είναι πραγματικά το ΠΑΣΟΚ και πάντα στέκονταν είτε υστερική είτε αμήχανη απέναντι του. Είναι δεδομένο ότι ακόμη και τώρα δεν έχει καταλάβει τους δεσμούς του ΠΑΣΟΚ με τις μάζες και σίγουρα δεν είναι σε θέση να το αντιμετωπίσει. Η επίκληση της «τηλεοπτικής δημοκρατίας» δεν μας εξηγεί γιατί οι προλετάριοι θα ψηφίσουν µαζικά ΠΑΣΟΚ και όχι Αριστερά.
Είναι αναγκαίο να κατανοήσουµε τη διαγραφόμενη υπερψήφιση του ΠΑΣΟΚ από την πλειοψηφία του κόσμου της μισθωτής εργασίας.
Δύο είναι κυρίως οι λόγοι γι’ αυτό:
- Η απαξίωση των σοσιαλιστικών οραμάτων για την υπέρβαση του καπιταλισμού (έστω και με μεταρρυθμιστικό- κοινοβουλευτικό τρόπο) ανάμεσα στις πλατιές εργατικές μάζες. Η ιδεολογική και πολιτική υποχώρηση της εργατικής τάξης είναι τέτοιας έκτασης που κάνει την αντιμεταρρυθμιστική πλέον σοσιαλδημοκρατία να φαντάζει σαν η μοναδική λύση.
- Κατά συνέπεια η επιλογή της πλειοψηφίας των εργαζομένων να ψηφίσουν για μια ακόμη φορά ΠΑΣΟΚ είναι δείκτης ενός πρωτόγονου και ακατέργαστου ταξικού ενστίκτου αποτροπής της επανόδου της δεξιάς στην εξουσία. Οι μάζες των εργαζομένων, θεωρώντας ότι το ΠΑΣΟΚ αντιπροσωπεύει μια ηπιότερη εκδοχή της νεοφιλελεύθερης διαχείρισης, το προτιμούν έναντι της Ν.Δ. που πιστεύουν ότι ερχόμενη στην κυβέρνηση θα σαρώσει τα πάντα.
Οι ευθύνες της αριστεράς γι’ αυτήν την κατάσταση είναι προφανείς. ευθύνες μιας αριστεράς που για δεκαετίες υπεδείκνυε το «σοσιαλιστικό στρατόπεδο» των γκουλάγκ και του γραφειοκρατικού ολοκληρωτισμού σαν στρατηγική επιλογή£ μιας αριστεράς που δε δίστασε να συγκυβερνήσει με τη Ν.Δ. του Μητσοτάκη, την αγριότερη και κυνικότερη εκπρόσωπο της νεοφιλελεύθερης λαίλαπας, στο όνομα θολών αταξικών επιδιώξεων (κάθαρση κλπ).
Η αναγκαιότητα μιας ανεξάρτητης από το σημερινό πολιτικό σύστημα αριστεράς, αντικαπιταλιστικής, κινηματικής, δημοκρατικής, φεμινιστικής και οικολογικής που εμπνέει με τη δράση της και πείθει για την αξία των οραμάτων της για μια άλλη κοινωνία χωρίς εκμετάλλευση και καταπίεση ανθρώπου από άνθρωπο είναι υπό τη συγκεκριμένη αυτή σκοπιά σαφής.
Σ’ αυτή την προσπάθεια οι μικρές και διασπασμένες μέχρι τώρα δυνάμεις της ελληνικής ριζοσπαστικής αριστεράς είναι απαραίτητο να συγκλίνουν σ’ ένα κοινό πολιτικό σχέδιο£ αυτό της συγκρότησης μιας πολιτικής δύναμης που θα αξιώσει να βάλει τις βάσεις για μια τέτοια αριστερά.
[…] Κύριος άρθρο […]