Συνέντευξη με τον Θεολόγο Ψαραδέλλη

Σπάρτακος 73, Φλεβάρης 2004


– Αισθάνεσαι δικαιωμένος, τώρα που αθωώθηκες;

Εγώ αθωώθηκα, όπως και οι Γ.Σερίφης, Α. Σωτηροπούλου και Α.Παπαναστασίου. Κατά ένα σημαντικό μέρος, αυτό οφείλεται και στη βοήθεια των συνηγόρων μου, αλλά και όλων των μαρτύρων που ήρθαν να με υπερασπίστουν. Όμως, το θέμα δεν είναι απλώς δικονομικό. Από τους τέσσερείς μας, οι δύο, η Σωτηροπούλου και ο Σερίφης, πρόκειται να ξαναδικαστούν, ενώ για τον τελευταίο μάλιστα η απαλλακτική πρόταση του εισαγγελέα, στηριζόμενη στην παραγραφή, σημαίνει πως τον άφηνε έκθετο, πράγμα πολύ επίφοβο, έστω και αν το δικαστήριο δεν το δέχτηκε, αφού τον απάλλαξε για λόγους αμφιβολιών. Ωστόσο, δεν είναι μόνο δικαστικό θέμα, γιατί και για άλλους κατηγορούμενους δεν αποδείχτηκε η ενοχή τους, ενώ καταδικάστηκαν, έως και ισόβια.

– Εννοείς ότι είναι πολιτικό ζήτημα;

Ναι. Από πολλές απόψεις. Το ένα είναι τα ίδια τα αδικήματα. Στην αρχή της δίκης το δικαστήριο έκρινε ότι δεν ήμασταν πολιτικοί αλλά ποινικοί κρατούμενοι και ότι τα αδικήματα για τα οποία μας κατηγορούσαν ήταν αδικήματα του κοινού ποινικού δικαίου. Αυτό δεν με ξάφνιασε, γιατί έχω περάσει από δίκη πολλές φορές, πριν από τη διχτατορία και δύο φορές κατά τη διάρκειά της. Πάντα οι κατηγορίες ήταν για αδικήματα του κοινού ποινικού δικαίου, του τύπου «παρακώλυση συγκοινωνιών», π.χ. στα πλαίσια διαδηλώσεων. Κανένα καθεστώς δεν παραδέχεται ότι δικάζει πολιτικούς αντιπάλους. Έτσι έκανε και το ΠΑΣΟΚ.

Αν είχαν αναγνωρίσει τον πολιτικό χαρακτήρα της δίκης θα έπρεπε να δικαστούμε από δικαστήριο ενόρκων. Αυτό δεν το ήθελαν γιατί δεν το εμπιστεύονται. Όμως, παρά τις προσπάθειές τους, δεν μπόρεσαν να εμποδίσουν να μιλήσουμε πολιτικά στη διάρκεια της δίκης. Και ο πολιτικός χαρακτήρας είναι σημαντικός για όλους τους κατηγορούμενους. Γιατί είναι αυτοί που παραδέχονται τη συμμετοχή τους στη 17 Νοέμβρη και που πρέπει να τους δούμε ως αγωνιστές της άκρας αριστεράς που ακολούθησαν έναν λανθασμένο και αδιέξοδο δρόμο. Που έκαναν μια πολιτική επιλογή με την οποία εγώ, εμείς σαν πολιτικό ρεύμα, ήμασταν πάντα αντίθετοι. Εγώ, ακόμα και στη διάρκεια της δικτατορίας δεν συμφώνησα με τους συντρόφους που έβαζαν βόμβες και το είχα πει τότε ξεκάθαρα.

Όμως είναι και αυτοί που δηλώνουν αθώοι: και αυτών πρέπει να υπερασπίσουμε τα δικαιώματά τους, το σεβασμό των δημοκρατικών τους δικαιωμάτων και να ζητήσουμε μια «δίκαιη δίκη», όπως λένε, στο εφετείο, που σημαίνει τουλάχιστον ότι θα αναγνωρίζεται ο πολιτικός χαρακτήρας των ενεργειών για τις οποίες κατηγορούνται. Γιατί είναι πολιτικό ζήτημα, όχι μόνο οι πράξεις που αποδίδονται στους κατηγορούμενους, αλλά και τα δημοκρατικά τους δικαιώματα, πράγμα που μάλιστα αφορά γενικότερα την κοινωνία.

Είναι, ακόμα, και η αλληλεγγύη που οργανώθηκε. Σε διεθνές επίπεδο ήμουν ο κατηγορούμενος με τη μεγαλύτερη υποστήριξη, ίσως χάρη και στην 4η Διεθνή, πολλά από τα στελέχη της οποίας με ήξεραν και προσωπικά από τον καιρό της διχτατορίας που είχα δραπετεύσει από την Ελλάδα. Μια διακήρυξη που ζητούσε την απελευθέρωσή μου υπογράφηκε από γνωστές προσωπικότητες. Οι παλιοί μου σύντροφοι, Αλέν Κριβίν, Κατρίν Σαμαρύ, Μικαέλ Λεβύ, Ελένη Βαρίκα και άλλοι ήρθαν μάρτυρες στη δίκη μου. Θέλω να τους ευχαριστήσω όλους και ιδιαίτερα και τον µυλ Περί, που έγραψε στη Monde Diplomatique ένα άρθρο που είχε μεγάλη απήχηση και ήρθε να με επισκεφτεί και να καταθέσει. Αλλά και στην Ελλάδα με υποστήριξαν οι τροτσκιστές σύντροφοι, το Δίκτυο για τα πολιτικά και κοινωνικά δικαιώματα, η Συσπείρωση ενάντια στην κρατική τρομοκρατία, κ.ά. Με υποστήριξαν επίσης μη οργανωμένοι σύντροφοι, φίλοι, η οικογένειά μου, άνθρωποι της αριστεράς που εκφράστηκαν αυθόρμητα υπέρ μου. Τους ευχαριστώ όλους, ακόμα περισσότερο που, δεδομένο του κλίματος, για πολλούς μπορεί να είχε προσωπικό κόστος. Δεν είχα υποστήριξη από την παραδοσιακή αριστερά. Δεν θεώρησε σκόπιμο ούτε καν να καταγγείλει τις παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των κατηγορουμένων: παραβίαση του τεκμηρίου αθωότητας, ειδικό δικαστήριο, ιδιαίτερο καθεστώς φυλάκισης πριν από τη δίκη, κλπ.

Τέλος, και είναι το πιο σημαντικό προφανώς, όλα αυτά εγγράφονται σε μια παγκόσμια κατάσταση. Έτσι, η πίεση των ΗΠΑ είναι πολύ ισχυρή και η ελληνική κυβέρνηση υποκύπτει, ανάμεσα στα άλλα και λόγω του εκβιασμού των Ολυμπιακών Αγώνων. Ο κίνδυνος που διαγράφεται είναι, με τα λόγια ενός από τους συνηγόρους μου στην αγόρευσή του, ο κίνδυνος του «μυθριδατισμού»: συνηθίζουμε όλο και περισσότερο στις παραβιάσεις των πολιτικών, κοινωνικών και δημοκρατικών δικαιωμάτων, με την ελπίδα να ζήσουμε σε μεγαλύτερη ασφάλεια! Όμως, υπάρχει και το αντίστροφο, το οποίο ακριβώς φοβούνται: είναι όλο αυτό το κίνημα αντίστασης, ενάντια στην καπιταλιστική και ιμπεριαλιστική παγκοσμιοποίηση, είναι η εναντίωση στον πόλεμο, πράγμα που φαίνεται ακόμα και από την ενδυνάμωση των πολιτικών δυνάμεων, όπως η 4η Διεθνής, που εντάσσονται σε αυτά.

– Τί νομίζεις ότι πρέπει να κάνουμε σήμερα απέναντι στους κρατούμενους;

Υπάρχει προφανώς η ανάγκη της αλληλεγγύης, ιδιαίτερα απέναντι στα δικαιώματα των θυμάτων της καταστολής και τα κινήματα αλληλεγγύης το κάνουν αυτό. Όμως, έχω να παρατηρήσω, επιπλέον, την ιδιομορφία της σημερινής κατάστασης. Γιατί, αντίθετα από την εμπειρία μου στις φυλακές επί διχτατορίας, σήμερα ο κρατούμενος είναι ιδιαίτερα ατομικοποιημένος, απομονωμένος, μόνος. Έχει μεγάλη ανάγκη την επανασύνδεσή του σε ανθρώπινες σχέσεις, τόσο στο εσωτερικό της φυλακής όσο και με την έξω κοινωνία. Με αυτή την έννοια θεωρώ ότι η οργάνωση της αλληλεγγύης, έξω και μέσα στη φυλακή, έχει μια ιδιαίτερη σημασία, πέρα από την κλασική της, πολιτική, σε σχέση με έναν κόσμο ανθρωπιάς και αλληλεγγύης που οραματιζόμαστε.


Σπάρτακος 73, Φλεβάρης 2004

Αρχείο Σπάρτακου


https://tpt4.org/?p=3544

There is one comment

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s