Οι αντινομίες της αντικαπιταλιστικής αριστεράς

Σπάρτακος 72, Νοέμβρης 2003


του Τάκη Θανασούλα

Η αντικαπιταλιστική αριστερά εξακολουθεί να πορεύεται μοναχικά και διασπασμένα. Όλες οι οργανώσεις αναφέρονται στη βαθιά οικονομική κρίση του καπιταλιστικού καθεστώτος, την υποχώρηση και καταπάτηση των δημοκρατικών και κοινωνικών δικαιωμάτων, την επίθεση στα εργατικά και συνταξιοδοτικά δικαιώματα των εργαζόμενων, την ανάγκη δημιουργίας ενός πολιτικού κόμματος που θα εκπροσωπεί τα άμεσα και μακροπρόθεσμα συμφέροντα της μισθωτής πλειοψηφίας. 

Όλες όμως οι οργανώσεις, με απόλυτο τρόπο, πιστεύουν ότι η αλήθεια είναι με το μέρος τους και με την πρακτική τους αποδείχνουν ότι η δημιουργία ενός επαναστατικού υποκειμένου θα είναι το προϊόν της δικής τους γραμμικής ανάπτυξης. Αδυνατούν να κατανοήσουν ότι τα κόμματα είναι η έκφραση κοινωνικών και πολιτικών αναγκών της μισθωτής πλειοψηφίας, ότι δημιουργούνται σε στιγμές που η απογοήτευση και η δυσφορία έχει κορυφωθεί, ότι η πρωτοπορία δεν πρέπει να αποκοπεί από τις κύριες δυνάμεις του εργατικού στρατού και αυτός από την οπισθοφυλακή, ότι είναι ανόητο να αυτοχαρακτηρίζεσαι ως πρωτοπορία πριν οι εργαζόμενοι σε αναγνωρίσουν ως τέτοια, ότι είναι κωμικοτραγικό να φαντάζεσαι ότι είσαι κόμμα και να λειτουργείς ως κόμμα, όταν σε πανεθνική κλίμακα είσαι άγνωστος και η συνδικαλιστική σου παρουσία στους χώρους δουλειάς δεν μεταφράζεται σε μία έστω μειοψηφική εκπροσώπηση στα δευτεροβάθμια και τριτοβάθμια συνδικαλιστικά όργανα.

Η σημερινή συγκυρία

Είναι ανάγκη να κατανοήσουμε την αντιφατική κίνηση της περιόδου που διανύουμε για να χαράξουμε την πολιτική μας. Σε θεωρητικό επίπεδο ο νεοφιλελευθερισμός κατάφερε να επιβεβαιώσει με τον πιο πανηγυρικό τρόπο ότι είναι μια απολογητική θεωρία του καπιταλισμού όπως και ο κευνσιανισμός. Οι ιδιωτικοποιήσεις των πιο κερδοφόρων επιχειρήσεων του δημόσιου τομέα, η απελευθέρωση στη κίνηση των διεθνών κεφαλαίων, η απορύθμιση των εργασιακών σχέσεων στοχεύουν αποκλειστικά στην ενίσχυση της κερδοφορίας των επιχειρήσεων και στην ακόμη μεγαλύτερη εξαγωγή υπεραξίας. Ούτε η μείωση των τιμών ούτε η καταπολέμηση της ανεργίας επιτεύχθηκαν όπως ευαγγελίζονταν οι υποστηριχτές του. Οι κοινωνικές και εισοδηματικές ανισότητες εθνικά και διεθνώς εντάθηκαν. Το χρηματιστικό κεφάλαιο έχει επιβάλλει τις πολιτικές του σε οποιαδήποτε εθνική κυβέρνηση, οι ανταγωνισμοί ανάμεσα στις πολυεθνικές επιχειρήσεις οξύνονται, ενώ οι αναπτυσσόμενες χώρες καθώς και εκείνες του τρίτου κόσμου εξαναγκάζονται να προσανατολίσουν την παραγωγή τους, στη διεθνή αγορά, για να μπορούν να εξοφληθούν τα χρέη τους με αποτέλεσμα στο εσωτερικό τους, η φτώχεια και η εξαθλίωση να αυξάνονται από το ντάμπινγκ που επιβάλλουν στα προϊόντα τους οι μεγάλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις του Π.Ο.Ε. Η επίτευξη των στόχων της διεθνούς αστικής τάξης υλοποιείται από τα συντηρητικά και σοσιαλδημοκρατικά κόμματα. Η σοσιαλδημοκρατία ιδιαίτερα μετά την κατάρρευση του σταλινισμού της Ανατολικής Ευρώπης ευθυγραμμίστηκε απόλυτα με τις πολιτικές των αστικών τάξεων με αποτέλεσμα οι διαφορές της από τα συντηρητικά αστικά κόμματα να είναι ποσοτικές έως ανύπαρκτες. Επιβεβαιώνεται για μια ακόμη φορά ότι σε περιόδους οικονομικής κρίσης και όξυνσης των ταξικών αντιθέσεων οι ηγεσίες των κομμάτων του αστικού μετώπου μετατοπίζονται προς τα δεξιά, ενώ η κοινωνική τους βάση παρουσιάζει τάσεις μετατόπισης προς τα αριστερά. Κάτω από αυτή την οπτική γωνία πρέπει να δούμε την κυριαρχία της εκσυγχρονιστικής πτέρυγας στο ΠΑΣΟΚ αλλά και την ουσιαστική διάλυση των κομματικών του οργανώσεων για να αποφύγουν την αμφισβήτηση και τη διαμαρτυρία των μελών. Αυτό το κόμμα εκπροσωπεί τα συμφέροντα των ανώτερων δημόσιων υπαλλήλων, της εργατικής γραφειοκρατίας και αριστοκρατίας και υψηλών εισοδηματικά μεσαίων στρωμάτων της ελληνικής κοινωνίας. Ως κυβέρνηση είναι πιο υποταγμένο και δουλικό απέναντι στην εθνική και διεθνή κεφαλαιοκρατία αλλά ταυτόχρονα διαθέτει μεγαλύτερη επιρροή και πρόσβαση, από τα αστικά κόμματα, στη μισθωτή πλειοψηφία για να μπορεί να την ποδηγετεί και να καταστέλλει οποιαδήποτε αγωνιστική της διάθεση. Αποδέχεται τη διαμαρτυρία και αγανάκτηση των εργαζόμενων, ταυτίζεται μαζί τους, υπόσχεται λύσεις αλλά στη πραγματικότητα επαναφέρει από τη πίσω πόρτα την πολιτική που εκπροσωπεί τα συμφέροντα της άρχουσας τάξης. Η πολιτική του ΠΑΣΟΚ είναι αποκαλυπτική αν αναλογισθούμε τις υπαναχωρήσεις του για το νόμο Σιούφα, αναφορικά με το συνταξιοδοτικό, όταν έγινε κυβέρνηση το 2003 ή τι κάνει σήμερα, μετά τη γενική απεργία τον Απρίλη του 2001, για τη φαλκίδευση της διαδοχικής ασφάλισης. Ένας εργαζόμενος ασφαλισμένος στο ίδιο ταμείο θα λαμβάνει τουλάχιστον 30% μεγαλύτερη σύνταξη από ένα συνάδελφό του που εργάστηκε τα ίδια χρόνια, ήταν όμως ασφαλισμένος σε περισσότερα ταμεία. Αυτή είναι πολιτική αδίστακτων απατεώνων για να περιορισθούν οι δαπάνες των ασφαλιστικών ταμείων που οι αστικές κυβερνήσεις κατάκλεψαν τα αποθεματικά τους εμφανιζόμενες σήμερα ότι τα επιδοτούν!!!

Οι δημοσκοπήσεις επιβεβαιώνουν την αποστασιοποίηση, από την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ, των κοινωνικών στρωμάτων που το στήριζαν, των συνταξιούχων, των ανέργων, των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα και των αγροτών. Αν η αποστασιοποίησή τους θα μετατραπεί σε ρήξη, είναι ένα ανοιχτό ζήτημα που θα καθοριστεί από τους συσχετισμούς που θα δημιουργήσουν, μέσα από την καθημερινή πάλη σε κοινωνικό επίπεδο, ιδιαίτερα μετά τις επερχόμενες εκλογές, οι δυνάμεις που αντιστέκονται έμπρακτα στη πολιτική της ηγεσίας του ΠΑΣΟΚ. Αυτό επειδή το ΚΚΕ και ο ΣΥΝ, όπως αποδείχνουν οι ίδιες δημοσκοπήσεις, θεωρούνται από την πλευρά των μαζών συμπληρωματικές δυνάμεις της σοσιαλδημοκρατίας. Όλες οι ενδείξεις μαρτυρούν ότι ούτε στις κοινωνικές σχέσεις ούτε στην κατάσταση του πολιτικού πνεύματος των μαζών υπάρχει στήριγμα για αυτή τη πολιτική. Με ενωμένες τις δυνάμεις ΠΑΣΟΚ και Ν.Δ. κάνουν ό,τι μπορούν με τη βοήθεια καλπονοθευτικών εκλογικών συστημάτων για να εξαπατήσουν και να δελεάσουν πολιτικά τις λαϊκές μάζες και να αλλοιώσουν τη πραγματική τους θέληση.

Το ελληνικό κοινωνικό Φόρουμ

Η δημιουργία του είναι αποτέλεσμα της αντανάκλασης των διεθνών κινητοποιήσεων των εργαζόμενων ενάντια στη νεοφιλελεύθερη πολιτική, τον πόλεμο και το ρατσισμό. Αναλογιζόμενοι την πορεία που έχει διανυθεί από τις ευρωπορίες στο ΕΑμστερνταμ το 1997 μέχρι σήμερα, πρέπει να οδηγηθούμε στην εκτίμηση ότι για σημαντικά, πλην όμως μειοψηφικά, τμήματα των εργαζόμενων σε διάφορες χώρες, έχει αρχίσει μία διαδικασία συνειδητοποίησης ότι ο κοινοβουλευτισμός δεν μπορεί να δώσει λύσεις στα προβλήματα που τους καταδυναστεύουν. Στην εποχή μας η νομοθετική εξουσία είναι ένα άθροισμα ψήφων για τη νομιμοποίηση των αποφάσεων της εκτελεστικής εξουσίας. Εκφράζει επίσης την απογοήτευσή τους για τα παραδοσιακά κόμματα της αριστεράς αλλά και για την αναποτελεσματικότητα και τη γραφειοκρατική λειτουργία των συνδικάτων. Οι δυνάμεις αυτές στη πράξη επιδιώκουν με κάθε τρόπο οι εργαζόμενοι να μην αποκτήσουν συνείδηση της δύναμής τους – άλλες υποτάσσοντας στα κομματικά τους συμφέροντα την ανάπτυξη του κινήματος, έχοντας ως κύριο καθήκον τους την εξαφάνιση κάθε διαφορετικής πολιτικής δύναμης, και άλλες παρά τη συμφιλιωτική πολιτική τους επιδιώκοντας να αυξήσουν την κοινοβουλευτική τους επιρροή για να διαπραγματεύονται καλύτερα με την αστική τάξη. Ο ΣΥΝ διαισθανόμενος την υπόγεια δυσφορία και αγανάκτηση των μαζών, παρά τη συμφιλιωτική του πολιτική και λόγω της ανάγκης του να συνδεθεί αγωνιστικά με μειοψηφικά τμήματα των εργαζομένων, συμμετείχε ενεργά στη δημιουργία του. Οι κινητοποιήσεις του Ναυπλίου επιβεβαίωσαν τις ελπίδες που γέννησε το Φόρουμ και οι αντιπολεμικές διαδηλώσεις, κατά τη διάρκεια του πολέμου στο Ιράκ, τη δυναμική που περικλείει. Δεκάδες χιλιάδες εργαζόμενοι για πρώτη φορά μετά τη μεταπολίτευση κινητοποιήθηκαν χωρίς να νοιώθουν την ανάγκη να βρίσκονται κάτω από κομματικά πανό. Η συμπάθειά τους προς το Φόρουμ δεν έχει μετατραπεί σε έμπρακτη αγωνιστική συμμετοχή. Κατά την άποψή μας θα κριθεί από την ανοιχτή και δημοκρατική λειτουργία των τοπικών επιτροπών που ήδη υπάρχουν και από την ικανότητά τους να υπερασπίσουν αποφασιστικά τα συμφέροντα των λαϊκών μαζών σε κοινωνικό επίπεδο. Η τοποθέτηση του ΚΚΕ αλλά και της αντικαπιταλιστικής αριστεράς απέναντι στο Φόρουμ, δείχνει έλλειψη κατανόησης των υπόγειων και μοριακών διεργασιών που συντελούνται αλλά και μια λανθασμένη αντίληψη για τη σχέση κόμματος και τάξης. Οι δυνάμεις της αντικαπιταλιστικής αριστεράς που βρίσκονται μέσα στο Φόρουμ εξαντλούνται σε συνδυασμούς κορυφών. Υποβαθμίζουν την ενεργό συμμετοχή των μελών τους στη λειτουργία και ανάπτυξη των τοπικών φόρουμ, ενώ δίνουν ιδιαίτερη βαρύτητα στη συμμετοχή τους στη συντονιστική επιτροπή. Αντί οι τοπικές επιτροπές να εκλέγουν τη συντονιστική επιτροπή και να καθορίζουν οι ίδιες τα πολιτικά ζητήματα που θα απασχολήσουν το φόρουμ πανελλαδικά, συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο. Οι σύντροφοι που συμμετέχουν στις τοπικές επιτροπές αναπαράγουν τη λογική των οργανώσεών τους που κυριαρχεί σε κεντρικό επίπεδο. Δεν αντιλαμβάνονται ότι είναι άγονο να κάνουμε έκκληση στους εργαζόμενους, ένα ωραίο πρωί και σε μια δοσμένη ώρα, να δημιουργήσουν τοπικά φόρουμ. Μόνο όταν συμμετέχουν σε μία ενέργεια και νοιώθουν την ανάγκη θα το πράξουν. Η κάθε μία οργάνωση χρησιμοποιεί το Φόρουμ για να συγκεντρώσει υπογραφές για ίδια χρήση ή πρωταρχικά ενδιαφέρεται για τη στρατολόγηση μελών και όχι την ανάπτυξη του. Στις τοπικές εκδηλώσεις απαιτείται η αντιπροσώπευση στο κεντρικό πάνελ όλων των οργανώσεων. Αρκετοί σύντροφοι είναι αρνητικά προδιατεθειμένοι απέναντι στους «πασόκους» χωρίς να αντιλαμβάνονται ότι δεν απαγορεύουμε σε κανένα να αγωνίζεται πλάι μας. Το μόνο πράγμα που πρέπει να απαιτούμε από τους αληθινούς ή πιθανούς συμμάχους μας είναι να αγωνίζονται πραγματικά.

Κανείς δεν αντιλαμβάνεται ότι το ζητούμενο δεν είναι η μηχανική ένωση όλων των οργανώσεων αλλά η συγκέντρωση ευρύτερων δυνάμεων μέσα στην πάλη και για την πάλη. Όλοι αντιλαμβάνονται το Φόρουμ ως «μέτωπο» αλλά δεν το κατανοούν ως την απευθείας και άμεση οργάνωση της πάλης. Διαφορετικά δεν θα είχαμε ατέρμονες συζητήσεις για την ανάγκη καθόδου στις εκλογές των δυνάμεων του Φόρουμ για να εκφράσουμε την πολιτική του δυναμική, που σίγουρα δεν είναι το μηχανικό άθροισμα των οργανώσεων που μετέχουν στο Φόρουμ. Οι εκλογές είναι μία στιγμή της ταξικής πάλης που δεν πρέπει να μας αφήνει αδιάφορους αλλά το σκεπτικό της καθόδου μας θα πρέπει να καθορίζεται όχι από την ανάγκη αντιπροσώπευσης του κινήματος αλλά της προώθησης της πολιτικής επιρροής των συμβαλλόμενων. Η ενιαιομετωπική μορφή δράσης δεν έχει την παραμικρή σχέση με εκλογικές συμπράξεις. Βέβαια δεν υπάρχει μάγος ούτε εντεύθεν ούτε εκείθεν του Ατλαντικού που να έχει βρει τον τρόπο να προωθήσει την πολιτική επιρροή πολιτικών δυνάμεων προγραμματικά αντιτιθέμενων, που επιθυμούν να δημιουργήσουν κοινό εκλογικό πρόγραμμα και, που στη πρώτη δυσκολία θα συντριβεί, με αρνητικές επιπτώσεις για την ίδια την πορεία των ίδιων και του Φόρουμ. Τουλάχιστον η εμπειρία του ενιαίου Συνασπισμού είναι πρόσφατη και αρκούντως διδακτική. Βαρύτερο από το να κάνεις λάθος είναι να επαναλαμβάνεις το λάθος σου.

Ο κομφουζιονισμός της αντικαπιταλιστικής αριστεράς

Τα βασικά επιχειρήματα όσων είναι εχθρικοί ή δύσπιστοι απέναντι στο Φόρουμ είναι ή επίκληση της ανυπαρξίας προγραμματικού πολιτικού πλαισίου και της συμμετοχής ρεφορμιστών όπως ο ΣΥΝ και διάφορες άλλες δυνάμεις. Παρ’ όλα αυτά όμως δεν είναι λίγοι εκείνοι που εντελώς ανόητα αντί να κάνουν κριτική σε κάθε μία επιμέρους δύναμη του Φόρουμ για τις απόψεις της, χρησιμοποιούν την άποψη μίας δύναμης για να ξεμπερδέψουν με όλους, θεωρώντας αυτή την άποψη αποδεκτή από το σύνολο των δυνάμεων που συμμετέχουν στο Φόρουμ!!! Βλέπετε η διαλεκτική είναι πολύ πλούσια για να χωράει όλα τα τεμπέλικα μυαλά. Είναι εμφανής η αδυναμία τους να κατανοήσουν την ενιαιομετωπική τακτική που δεν είναι άλλη από το χτυπάμε μαζί και βαδίζουμε χωριστά. Με βάση αυτή την αντίληψη δεν απαιτούνται ούτε κοινά προγράμματα, ούτε μόνιμοι οργανισμοί, ούτε άρνηση να κριτικάρουμε τους συμμάχους της στιγμής. Οι κοινοί στόχοι δεν απαιτούν και κοινές επιδιώξεις. Η άποψη για την ανάγκη ύπαρξης πολιτικού πλαισίου για να δράσουμε είτε απομονώνει τις αντικαπιταλιστικές δυνάμεις από τους εργαζόμενους, όταν η συμφωνία γίνεται αναμεταξύ τους, είτε προσανατολιζόμενη προς ένα ρεφορμιστικό μηχανισμό, υποτάσσει πάντα τις διαφορές και την ελεύθερη διαπάλη των ιδεών, στην αφηρημένη αρχή της ενότητας που, στη πραγματικότητα αποδείχνεται ότι είναι ενότητα με τους σοσιαλπατριώτες ενάντια στους επαναστάτες. Οι δύο αυτές απόψεις θεωρούν την ενότητα αυτών των μηχανισμών σαν ένα απόλυτο αγαθό, πάνω από τα συμφέροντα της επαναστατικής πάλης. Η από κοινού δράση με τους ρεφορμιστές είναι επιτακτική ανάγκη μόνο για εκείνους που έχουν καταλάβει καλά την ανάγκη να ελευθερωθούν οι εργαζόμενοι από τις ρεφορμιστικές ηγεσίες των σοσιαλπατριωτών. Αυτό δεν πρόκειται να συμβεί με την αντιπαράθεση προγραμμάτων έξω από την καθημερινή πάλη αλλά μέσα στη πάλη, δεν πρόκειται να συμβεί με την προπαγάνδα επαναστατικών συνθημάτων για την επανάσταση αλλά με την επιδίωξή μας να προωθούμε την πολιτική της επανάστασης, επειδή οι εργαζόμενοι μόνο όταν αυτενεργούν, αλλάζουν τη συνείδησή τους, πυκνώνουν τη συμμετοχή τους σε πολιτικές οργανώσεις και συνδικάτα. Οι μάζες δεν πείθονται από θεωρίες παρά μόνο μέσα από τη δική τους δραστηριότητα. Η αντίληψη της αντικαπιταλιστικής αριστεράς για τις συνεργασίες υποδηλώνει και μία σημαντική διαφορά μας για την επαναστατική στρατηγική και τη δημιουργία του επαναστατικού υποκειμένου. Προσεγγίζουμε τις τοπικές επιτροπές του Φόρουμ αλλά και τις επιτροπές δράσης οποιασδήποτε μαζικής ενιαιομετωπικής μορφής δράσης ως τη πρωτόλεια μορφή οργάνωσης της επαναστατικής τάξης πριν την εμφάνιση της δυαδικής εξουσίας. Το συμβούλιο των επιτροπών δράσης, δηλαδή η οργάνωση μάχης της επαναστατικής τάξης, θα οικοδομηθεί πολύ πιο γρήγορα και αποφασιστικά μέσα στις αλλαγμένες συνθήκες αν με επιμονή έχουμε δημιουργήσει, προηγούμενα, ένα πλατύ δίκτυο τοπικών επιτροπών. Δεν υπάρχει άλλος δρόμος που να συνδέει την επαναστατική ταχτική και στρατηγική. Η αντίληψή μας για το επαναστατικό υποκείμενο δεν είναι μπλανκιστικής προέλευσης. Θεωρούμε ότι η οργάνωση μάχης της επαναστατικής τάξης δεν θα συμπέσει με το κόμμα γιατί το κίνημα είναι ασύγκριτα μεγαλύτερο από το κόμμα. Η οργάνωση μάχης δεν θα συμπέσει ούτε με τα συνδικάτα γιατί τα συνδικάτα αγκαλιάζουν ένα ασήμαντο μέρος της τάξης και είναι υποταγμένα στην αντιδραστική γραφειοκρατία. Το επαναστατικό υποκείμενο πρέπει να ανταποκρίνεται στη φύση του ίδιου του κινήματος, να καθρεφτίζει την αγωνιζόμενη μάζα να εκφράσει τη πιο σταθερή θέλησή της. Δεν θα είναι παρά η άμεση ηγεσία της επαναστατικής τάξης. Η προετοιμασία της οικοδόμησής του αρχίζει από σήμερα. Ο σεχταρισμός αναδεικνύοντας ως κυρίαρχο και πρωταρχικό όχι ό,τι τον ενώνει με το κίνημα αλλά εκείνα που τον χωρίζουν, είναι ιστορικά αποδεδειγμένο ότι αν δεν διαδραματίσει αρνητικό ρόλο στη δημιουργία του επαναστατικού υποκειμένου, στη καλύτερη περίπτωση θα είναι στην οπισθοφυλακή και όχι την πρωτοπορία του κινήματος.

Τάκης Θανασούλας


Σπάρτακος 72, Νοέμβρης 2003

Αρχείο Σπάρτακου


https://tpt4.org/?p=3419

There is one comment

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Twitter

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Twitter. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s