του Μ.Π.
Σε κρίσιμο σημείο έχει εισέλθει η ακροαματική διαδικασία της δίκης της 17Ν καθώς ολοκληρώνονται οι καταθέσεις των μαρτύρων κατηγορίας και ακολουθούν τα επόμενα στάδια της αποδεικτικής διαδικασίας, δηλαδή οι καταθέσεις των μαρτύρων υπεράσπισης και η εξέταση των πειστηρίων.
Σε προηγούμενο άρθρο μας αναφερθήκαμε στις μεθοδεύσεις που διαμόρφωσαν το κλίμα «νομιμότητας» στο πρώτο στάδιο της δίκης, όταν κρίθηκαν σημαντικά θέματα που προσδιόρισαν σε μεγάλο βαθμό την εξέλιξη της δίκης και τους στόχους του δικαστηρίου. Ότι ακολούθησε, δηλαδή οι καταθέσεις των μαρτύρων κατηγορίας, ενσωματώθηκε ήδη στο «ασφαλές» αποπολιτικοποιημένο δικονομικό πλαίσιο που με συνοπτικές διαδικασίες έγκαιρα (πριν από την έναρξη της δίκης) είχε επιβληθεί.
Παρόλα τα παραπάνω, η παρέλαση επί εβδομάδες των μαρτύρων κατηγορίας δεν κατάφερε τίποτα περισσότερο παρά να επιβεβαιώσει την ουσιαστική έλλειψη αποδείξεων σχετικά με το κατηγορητήριο έτσι όπως έχει συνταχθεί. Δεκάδες μάρτυρες, συνειδητά ή ασυνείδητα, προσπάθησαν να «ενισχύσουν» τις πρώτες καταθέσεις τους ώστε να επιβεβαιωθούν αδύνατες πλευρές του κατηγορητηρίου. Σε ορισμένες δε περιπτώσεις, στην προσπάθειά τους αυτή είχαν τη σκανδαλώδη υποστήριξη του προέδρου του δικαστηρίου ή των εισαγγελέων. Επιβλήθηκε μάλιστα η καινοφανής θεωρία των «ποσοστιαίων αναγνωρίσεων» εκ μέρους της έδρας σε μια απέλπιδα προσπάθεια να περισωθεί το κύρος των ελαττωματικών αναγνωρίσεων εκ μέρους των αυτόπτων μαρτύρων. (1)
Τα παραπάνω βέβαια είναι λίγο-πολύ γνωστά, εκείνο όμως που πρέπει να ξεχωρίσουμε είναι ότι πολλοί από τους μάρτυρες αυτούς κατηγορίας, κατάφεραν τελικά το αντίθετο από ό,τι επιδιώκονταν: Σε πολλές περιπτώσεις χωρίς να το θέλουν ανέδειξαν πανηγυρικά το πολιτικό στοιχείο στη δράση της οργάνωσης 17Ν. Θα αναφέρουμε ενδεικτικά μεταξύ άλλων, τη δήμαρχο Αθηναίων, Ντόρα Μπακογιάννη, τη χήρα του Βρανόπουλου, και κυρίως τον εφοπλιστή Περατικό, οι οποίοι καταθέτοντας και επιχειρώντας να ανασκευάσουν το «κατηγορητήριο» των προκηρύξεων, (αυτό εξάλλου δεν ήταν δικονομικά απαραίτητο), επιβεβαίωσαν με τον πιο κατηγορηματικό τρόπο τον πολιτικό χαρακτήρα της δράσης αυτής της οργάνωσης άσχετα με την άποψη που μπορεί να έχει ο καθένας γι’ αυτήν τη δράση.
Ένα δεύτερο στοιχείο που δεν πρέπει να περάσει απαρατήρητο, είναι το κλίμα που διαμορφώνεται σταδιακά από τα ΜΜΕ και από παράγοντες της δίκης (εντός και εκτός δικαστηρίου), εναντίον των συνηγόρων των κατηγορούμενων και εναντίον των μαρτύρων υπεράσπισης. Η προσπάθεια αυτή έχει ξεκινήσει βέβαια από το περασμένο καλοκαίρι των συλλήψεων, αναμένεται όμως ότι θα ενταθεί όσο πλησιάζουμε προς το τέλος της δίκης σε πρώτο βαθμό. Ο εκβιασμός που ουσιαστικά επιχειρείται εδώ, είναι ότι «όποιος δεν είναι με την δημοκρατικά συντεταγμένη Πολιτεία μας είναι με τους τρομοκράτες». Στο πλαίσιο αυτής της τακτικής, ο Πέτσος που παρίσταται στη δίκη και ως πολιτική αγωγή, έφτασε στο σημείο με γραπτή του δήλωση που ζήτησε να καταχωρηθεί στα πρακτικά, να μιλήσει για «συνοδοιπόρους» επιτιθέμενος στην υπερασπιστική τακτική των δικηγόρων της υπεράσπισης και στην ουσία απευθυνόμενος έξω από το δικαστήριο σε μια προσπάθεια να τρομοκρατήσει τους μάρτυρες που θα εκδήλωναν την πρόθεσή τους να καταθέσουν υπέρ των κατηγορούμενων. Δίκαια λοιπόν μίλησε για συνειδητή επιστροφή σε ένα εμφυλιοπολεμικό κλίμα αυταρχισμού ο καθηγητής Βένιος Αγγελόπουλος που θα καταθέσει ως μάρτυρας υπεράσπισης του Γιωτόπουλου και ο οποίος αναδεικνύεται μέρα με την ημέρα ως μια εμβληματική προσωπικότητα του χώρου της υπεράσπισης στοιχειωδών πολιτικών και κοινωνικών δικαιωμάτων που πλήττονται από τον εντεινόμενο «πόλεμο κατά της τρομοκρατίας».
Πρέπει στο σημείο αυτό να τονίσουμε και πάλι, ότι η δίκη αυτή μας αφορά πρωτίστως, γιατί μαζί με ό,τι την συνοδεύει ως επικοινωνιακή διαχείριση εκ μέρους ενός τεχνοκρατικά ανασυγκροτημένου μηχανισμού καταστολής(2), αποτελεί την πρόβα τζενεράλε, την πρακτική εφαρμογή του νέου μοντέλου προληπτικής καταστολής, που φτάνει πλέον μέχρι τη δίωξη φρονήματος, στην προσπάθειά του να ανακόψει στην γέννησή τους δυναμικές πλευρές αμφισβήτησης πριν γίνουν απειλητικές για ένα σύστημα παγκόσμιας διακυβέρνησης που στηρίζεται πια ανοιχτά στο φόβο και στη διαχείριση της ανασφάλειας.
Ως φρονηματική δίωξη χαρακτήρισε την σύλληψη πριν λίγες μέρες του Κ. Αβραμίδη, μέλους της Συσπείρωσης Ενάντια στην Κρατική Τρομοκρατία, ο δικηγόρος του Κώστας Παπαδάκης καταγγέλλοντας την αστυνομική αυθαιρεσία που απειλεί ανοιχτά τον ευρύτερο κύκλο της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς και τον αντιεξουσιαστικό χώρο. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο ίδιος Κ. Παπαδάκης που έχει έναν πρωταγωνιστικό ρόλο σ’ αυτή τη δίκη υπερασπιζόμενος και τον Β. Τζωρτζάτο, κατήγγειλε κατά τη διάρκεια της δίκης, ότι συχνά τα βράδια φεύγοντας αργά από το γραφείο του συναντά έξω από την πόρτα ένοπλους αστυνομικούς.
Σε μια τέτοια ατμόσφαιρα, η παρέμβαση στη δίκη του Gilles Perrault, γνωστού γάλλου συγγραφέα, που με άρθρο του από τις στήλες τoυ Monde Diplomatique(3), μίλησε για «νομικά τερατουργήματα» και για «εκδίκηση των ελλήνων δικαστών στο όνομα του αγώνα κατά της τρομοκρατίας», αναφερόμενος ιδιαίτερα στο αντιστασιακό παρελθόν και στο πολιτικό προφίλ του Θεολόγου Ψαραδέλλη και του Γιάννη Σερίφη, προκάλεσε έντονες αντιδράσεις και μέσα στο δικαστήριο αλλά και σε κυβερνητικούς και άλλους κύκλους, καθώς θεώρησαν προς στιγμή ότι το εσωτερικό κίνημα διαμαρτυρίας και αντίδρασης στις μεθοδεύσεις μπορεί να αποκτήσει επικίνδυνα διεθνή διάσταση. Εξάλλου, και για τους δυο αυτούς τελευταίους, το εξόφθαλμα χονδροειδώς κατασκευασμένο κατηγορητήριο κατέρρευσε με τις πρώτες ερωτήσεις από την μεριά των συνηγόρων τους προς τους μάρτυρες κατηγορίας.
Γίνεται όλο και πιο φανερό, ότι έχουμε ξεκάθαρα πλέον μια δίκη εντυπώσεων. Όπως γράφαμε και στο προηγούμενο τεύχος του ΣΠΑΡΤΑΚΟΥ, πολλά έχουν επενδυθεί στην υπόθεση της καταδίκης όλων των συλληφθέντων άσχετα με το βαθμό εμπλοκής τους στην 17Ν. Γι αυτό και οι πρακτικές που ακολουθούνται σε αυτήν τη δίκη είναι πραγματικά πρωτοφανείς και σε κατάφορη αντίθεση με κάθε δικονομικό κανόνα: πειστήρια συνεχίζουν να εισφέρονται στην αποδεικτική διαδικασία από τα εγκληματολογικά εργαστήρια της Αντιτρομοκρατικής, δυο μήνες μετά την έναρξη της δίκης και ανάλογα με την πορεία της! Έχει προηγηθεί βέβαια μια τεχνητή διόγκωση της αποτελεσματικότητας των «επιστημονικών μεθόδων διαλεύκανσης του εγκλήματος», υπόθεση που είναι έτσι κι αλλιώς προβληματική καθώς προλειαίνεται το έδαφος για σταδιακή μετάθεση, στην πράξη, του βάρους της απόδειξης της ενοχής από την «ελέγξιμη» και κάπως οριοθετημένη κατηγορούσα αρχή, στο απροσπέλαστο στον δημοκρατικό έλεγχο επιστημονικό εργαστήριο της αστυνομίας.(4) Ήδη πριν την έναρξη της διαδικασίας στο ακροατήριο, λεγόταν σε όλους τους τόνους ότι αυτή η δίκη θα ήταν μια δίκη πειστηρίων. Εκατοντάδες αποτυπώματα παλιά και καινούργια για κάθε γούστο, των οποίων η ταυτοποίηση θα γινόταν με «ειδικές» εξελιγμένες μεθόδους για το σκοπό αυτό εισηγμένες από το εξωτερικό, «ειδικά» μηχανήματα για των έλεγχο των αναρίθμητων κλειδιών που βρέθηκαν και πάνω από όλα, η κορωνίδα των ανά τον κόσμο εγκληματολογικών εργαστηρίων, ο έλεγχος του DNA!(5) Στην ουσία δηλαδή, αυτό το δικαστήριο δεν θα έχει σοβαρότερο άλλο έργο να επιτελέσει, παρά την επιμέτρηση τελικά της ποινής σε κάθε ένα κατηγορούμενο.
Τελειώνοντας, πρέπει να επισημάνουμε ότι η δίκη αυτή διεξάγεται μέσα σε ένα καθεστώς ελεγχόμενης πληροφόρησης ή και σιωπής. Αυτό είναι προφανές ότι αποτελεί επιλογή που επιβλήθηκε εύκολα από το περασμένο καλοκαίρι όταν όλα τα σκίαζε η φοβέρα και παγιώθηκε όταν το ενδιαφέρον μετατοπίστηκε στον πόλεμο κατά του Ιράκ. Σήμερα τα πράγματα δεν είναι όπως τότε. Υπάρχει μια αξιοσημείωτη ανασυγκρότηση δυνάμεων από όλο το φάσμα της αριστεράς και του χώρου της αντιεξουσιαστικής αμφισβήτησης, που δεν έσπευσαν να πλειοδοτήσουν σε δηλώσεις νομιμοφροσύνης και που αντιλαμβάνονται την ευρύτερη σημασία της τρομοϋστερίας για τις μελλοντικές εξελίξεις.(6) Η αίθουσα του δικαστηρίου όμως παραμένει άδεια και μετά την τυπική λήξη των πολεμικών επιχειρήσεων στο Ιράκ. Το γεγονός αυτό παραπέμπει σε ένα πολιτικό ζήτημα που αφορά κυρίως την στάση της ευρύτερης κοινοβουλευτικής και μη Αριστεράς απέναντι στην συγκεκριμένη υπόθεση αλλά και σε μια σειρά άλλα ζητήματα άμεσα ή έμμεσα σχετιζόμενα.
Αλλά γι’ αυτά στο επόμενο τεύχος.
Ιούνης 2003
Μ.Π.
Σημειώσεις
(1) Δες σχετικά με αυτό την καταλυτική κριτική που κάνει ο Βένιος Αγγελόπουλος καθηγητής μαθηματικών στο Πολυτεχνείο, από τις στήλες της ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗΣ της 1/6/03.
(2) Θα το ονομάζαμε απερίφραστα «κουκούλι της καταστολής πολιτικών και κοινωνικών δικαιωμάτων», μέσα στο οποίο κινούνται με σκανδαλώδη προκλητικότητα συντηρητικοί πολιτικοί, ειδικού προφίλ δημοσιογράφοι, εκσυγχρονιστές πρώην αριστεροί διανοούμενοι, και άλλοι οι οποίοι συνοδοιπορούν ad hoc και όποτε είναι απαραίτητο με ακροδεξιά στοιχεία, απόστρατους αξιωματικούς και γενικότερα εκείνο το εσμό που χαίρεται πάντα σε τέτοιου είδους αναμπουμπούλες.
(3) Le Monde Diplomatique Νο 509 Μάιος 2003 και στην ελληνική έκδοση της Κυριακάτικης Ελευθεροτυπίας 11/5/03. Ο συγγραφέας του άρθρου θα είναι μάρτυρας υπεράσπισης στη δίκη.
(4) Δες σχετικό άρθρο στην ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ της Κυριακής της 17(!) Νοεμβρίου 2003 του Jefrey Kluger του ΤΙΜΕ, με τον φανφαρόνικο τίτλο: Πως η επιστήμη διαλευκαίνει τα εγκλήματα(sic).
(5) Εδώ πια συναντούμε την ασυγκράτητη ευφορία της σύγχρονης τεχνολογικής αισιοδοξίας περί «διαβάσματος του βιβλίου της µωής», πέρα από το γελοίο όμως της υπόθεσης, και εν όψει του «Αγώνα κατά της Τρομοκρατίας», στην ουσία επιχειρείται η ανοχή και η νομιμοποίηση μεθόδων ελέγχου των πληθυσμών μέσω της προβολής της αναγκαιότητας διεξαγωγής γενετικών πληθυσμιακών μελετών, δηλαδή συγκρότησης διευρυμένων αρχείων DNA, η ανεξέλεγκτη διαχείριση των οποίων θα μπορεί να εγκληματοποιεί ολόκληρες ανεπιθύμητες κοινωνικές ομάδες. Δες ενδεικτικά συνέντευξη του καθηγητή βιοχημείας Χρήστου Γεωργίου στην Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία της 24ης Νοεμβρίου 2003 σελ.58.
(6) Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι μεσούσης αυτής της δίκης, οι γνωστοί «ειδικοί περί την τρομοκρατία» Τέλλογλου και Λαμπρόπουλος από το ΒΗΜΑ, στην ουσία στοχοθέτησαν Αραβικούς και Μουσουλμανικούς πληθυσμούς που ζουν στην Ελλάδα, μιλώντας για το ενδεχόμενο τρομοκρατικών ενεργειών εκ μέρους δυναμικών τους πυρήνων και εν όψει της Ολυμπιάδας, αδιαφορώντας για το ενδεχόμενο ενός νέου κύματος ξενοφοβίας εναντίον των Αράβων αυτή τη φορά. (Το ΒΗΜΑ της 25ης Μαίου 2003.)
[…] Σε κρίσιμη φάση η δίκη της 17 Νοέμβρη […]