Τελευταία(;) ευκαιρία για τον Τσάβες

Σπάρτακος 65, Ιούνης


Μια ακόμη (τελευταία;) ευκαιρία για τον Τσάβες

Η Λατινική Αμερική ζει στο χείλος του νευρικού κλονισμού. Πρώτα στην Παραγουάη, μετά στο Εκουαδόρ, στην Αργεντινή και τώρα στη Βενεζουέλα, οι πρόεδροι διαδέχονται ο ένας τον άλλον σε διαστήματα ωρών, αποδεικνύοντας τη θεσμική αστάθεια των χωρών της ηπείρου και το ζελατινοειδή χαρακτήρα του τύπου κοινωνίας που έπεται των μετασχηματισμών που αυτοί οι ίδιοι πρόεδροι είχαν υποσχεθεί ότι θα έφερναν σταθερότητα και ασφάλεια.

του Emir Sader*

Στην περίπτωση της Βενεζουέλας, ο Χούγκο Τσάβες είχε εκλεγεί με το 70% της λαϊκής ψήφου (το 2000) μετά την αποδοκιμασία -ορθώς- των ελίτ της χώρας ως χαρακτήρων σε μια «πετρελαϊκή φάρσα». Όντως σπατάλησαν τον πετρελαϊκό πλούτο της χώρας διατηρώντας υψηλές τις τιμές του πετρελαίου χωρίς να επιδιώξουν την εκβιομηχάνισή της ή να επιδιώξουν την απελευθέρωση της χώρας από τους περιορισμούς που συνδέονται με την εξάρτησή της από τις διακυμάνσεις των πετρελαϊκών τιμών. Η κυβερνήση του Τσάβες, δια μέσου του υπουργού του, Άλι Ροντρίγκεζ, σημερινού γενικού συντονιστή του ΟΠΕΚ, συνέβαλε σε μια αύξηση των πετρελαϊκων τιμών με την επανεισαγωγή των επιτρεπόμενων ορίων παραγωγής. Χάρη σ’αυτούς τους πόρους, η κυβέρνηση Τσάβες έγινε ικανή να εφαρμόσει μια αναδιανεμητική κοινωνική πολιτική, να προχωρήσει στην αναθεώρηση του συντάγματος της χώρας, να διοργανώσει εκλογές και δημοψηφίσματα που σέβονταν πλήρως τους κανόνες της φιλελεύθερης δημοκρατίας.

Αυτοί οι μετασχηματισμοί δεν άλλαξαν τα θεμέλια της εξουσίας στην Βενεζουελανική κοινωνία. Τα ΜΜΕ παρέμειναν ένα συμπαγές μέτωπο αντιπολίτευσης γύρω απ’το οποίο αρθρώνεται η αντίσταση στην κυβέρνηση, μην αφήνοντας σ’αυτήν την τελευταία άλλο χώρο πλην των ραδιοφωνικών και τηλεοπτικών παρεμβάσεων του ίδιου του Τσάβες. Οι υποστηρικτές του Τσάβες δεν έχουν κατορθώσει να εγκατασταθούν στο στρατηγικά κεντρικό τομέα της πετρελαιοβιομηχανίας, της οποίας οι τεχνικοί και συνδικαλιστές εξακολουθούν να πρόσκεινται σε συνδικαλιστικές ομοσπονδίες παραδοσιακά συνδεδεμένες με τα κόμματα του παληού καθεστώτος όπως η Δημοκρατική Δράση.

Ο Τσάβες είχε δρομολογήσει μια σειρά διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων: ένα πακέτο μέτρων, που είχαν ήδη εγκριθεί από το κοινοβούλιο, επιζητούσαν πρωτίστως μια βαθιά αγροτική μεταρρύθμιση, αλλά εκτείνονταν, επίσης, σε μια σειρά άλλων τομέων συμπεριλαμβανομένης της πετρελαϊκής και αλιευτικής βιομηχανίας. Ωστόσο η εξωτερική και εσωτερική κατάσταση είχε ήδη αρχίσει να αλλάζει για τον Τσάβες. Στο βαθμό που η οικονομία των ΗΠΑ περνούσε από την αναπτυξη στην ύφεση, οι τιμές του πετρελαίου άρχιζαν να πέφτουν. Επιπλέον, το εσωτερικό εργοδοτικό μποϋκοτάζ εμβαθυνόταν, με την έξοδο κεφαλαίων απ’ τη χώρα και το κλείσιμο παραγωγικών επιχειρήσεων.

Απ’ την άλλη πλευρά, μέσω του «βοναπαρτιστικού» μιλιταριστικού του στυλ -για να χρησιμοποιήσουμε τους όρους των κλασσικών αναλύσεων ο Τσάβες σταδιακά απομονωνόταν, οδηγώντας στην ταυτόχρονη εμφάνιση διαφόρων μετώπων εναντίον του: άρχιζε να χάνει την υποστήριξη ομάδων που αρχικά βρίσκονταν στο στρατόπεδό του. Ήρθε σε ευθεία σύγκρουση με την ιεραρχία της καθολικής εκκλησίας που ήταν εχθρική απέναντί του απ’ την αρχή, και, στο βαθμό που η επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης επιβάρυνε την εσωτερική κοινωνική κατάσταση, άρχιζε να χάνει σε λαϊκή υποστήριξη.

Η αντιπολίτευση

Οι κινητοποιήσεις κατά του Τσάβες απέκτησαν πνοή με την υιοθέτηση του πακέτου μέτρων του Δεκεμβρίου του 2001 (οι 49 νόμοι τους οποίους ο Καρμόνα, το «αφεντικό των αφεντικών», θέλησε να καταργήσει αμέσως στη διάρκεια των 35 ωρών του ως πρόεδρος). Αυτές οι κινητοποιήσεις καθοδηγούνταν από ένα ενιαίο μέτωπο των μεγάλων εταιρειών, που έδιναν το γενικό πρόσταγμα στην αντιπολίτευση, συγκεντρώνοντας γύρω τους τις διάφορες ιδιωτικές εταιρείες, τα ανώτερα στελέχη των επιχειρήσεων κρατικής ιδιοκτησίας, την εκκλησιαστική ιεραρχία, τη γενικευμένη δυσφορία των μεσαίων τάξεων και υπολόγιζαν στην εξωτερική υποστήριξη της Ουάσιγκτον.

Στην έκταση που οι υποστηρικτές του συνασπισμού του Τσάβες στο κοινοβούλιο θρυμματίζονταν -στην παρούσα κατάσταση μπορούσε να υπολογίζει μόνο στους μισούς, μόλις, βουλευτές- οι διαφωνούσες ομάδες πολλαπλασιάζονταν ακόμη και στο εσωτερικό της κυβέρνησης. Πέρα από αυτό, τα λαϊκά στρώματα και ιδιαιτέρως οι φτωχότεροι τομείς, που συνιστούσαν τη βάση του καθεστώτος και είχαν επωφεληθεί από τα υιοθετημένα πολιτικά μέτρα, παρέμεναν ανοργάνωτα, χωρίς καμία δυνατότητα έκφρασης.

Η απεργία των πετρελαϊκών εταιρειών ήταν ο πυροδότης μιας αποφασιστικής αναμέτρησης. Ο Τσάβες δε μπορούσε να ανεχτεί ένα σταμάτημα της παραγωγής, το οποίο θα μπορούσε καθοριστικά να στραγγαλίσει οικονομικά την κυβέρνησή του, ενώ ταυτοχρόνως τα ανώτερα στελέχη σ’αυτές τις επιχειρήσεις δε μπορούσαν να αποδεχτούν τη νέα διοίκηση που ορίστηκε από τον πρόεδρο χωρίς τον κίνδυνο να απωλέσουν τον έλεγχο των κύριων πόρων της χώρας, που θα περιέρχονταν κάτω απ’ τον άμεσο έλεγχο του Τσάβες.

Προσπαθώντας να υπονομεύσει το καθεστώς Τσάβες και τον στρατηγικό οικονομικό του άξονα, η αντιπολίτευση άρχιζε να σημειώνει μερικές επιτυχίες -ακόμη κι αν ήταν οριακές στην αρχή- μέσα στις ένοπλες δυνάμεις. Πράγματι η υποστήριξη των τελευταίων ήταν, μαζί με το πετρέλαιο και χαρισματική προσωπικότητα του Τσάβες, η ουσιαστική βάση της νομιμότητας του καθεστώτος. Καθώς ο Τσάβες εξασθένιζε, η αντιπολίτευση άρχιζε να υποκινεί «συναυλίες κατσαρόλας» και να κινητοποιεί μεγαλύτερο πλήθος ανθρώπων από 150.000 ως 500.000 σύμφωνα με τις εκτιμήσεις.

Πραξικόπημα και αντι-πραξικόπημα

Το πραξικόπημα εξαπολύθηκε από ανώτατους αξιωματικούς των ενόπλων δυνάμεων, έπειτα από ένα αριθμό θανάτων που προκλήθηκαν από την καταστολή της διαδήλωσης της Τρίτης 11 Απριλίου 2002. Κάποια από τα θύματα πυροβολήθηκαν από κυβερνητικά στρατεύματα, άλλα χτυπήθηκαν καθαρά από ελεύθερους σκοπευτές και υπάρχουν ενδείξεις ότι αυτοί τοποθετήθηκαν από στρατιωτικούς τομείς της αντιπολίτευσης (και του δημάρχου του Καράκας). Η κυβέρνηση που εγκαθιδρύθηκε από το πραξικόπημα επιδίωξε τους στόχους της χωρίς σεβασμό προς οποιαδήποτε θεσμική διαδικασία και είχε ολοφάνερα φιλοεργοδοτικό προσανατολισμό. Έτσι, όρισε άμεσα ένα μεγάλο εργοδότη ως πρόεδρο και παρουσίασε ένα πρόγραμμα για την πετρελαιοβιομηχανία: αναστολή των πωλήσεων στην Κούβα, αποστασιοποίηση από τον ΟΠΕΚ και επαναπροσέγγιση με τις ΗΠΑ. Και όλα αυτά σε μια δυναμική που οδηγούσε στην ιδιωτικοποίηση του πετρελαϊκού τομέα.

Οι λαϊκές κινητοποιήσεις καθυστέρησαν λίγο δείχνοντας πόσο φτωχά οργανωμένη ήταν η λαϊκή βάση του Τσάβες. Εντούτοις, όταν οι κινητοποιήσεις αυτές άρχσαν, γρήγορα γενικεύτηκαν σ’ολόκληρη τη χώρα και το κυβερνητικό μέγαρο βρέθηκε υπό πολιορκία Στο μεταξύ στρατιώτες πιστοί στον Τσάβες εξεγέρθηκαν, το κοινοβούλιο συγκλήθηκε και ομόφωνα διεκδίκησε το δικαίωμα του αντιπροέδρου να πάρει τη θέση του στην κυβέρνηση, ενώ ο OAS (Οργανισμός Αμερικανικών Κρατών) καταδίκασε το πραξικόπημα και επανεπιβεβαίωσε τη θεσμική νομιμότητα της κυβέρνησης Τσάβες. Ο εργοδοτικός πρόεδρος παραιτήθηκε και συνελήφθη, ενώ ο Τσάβες επέστρεψε. Στο λόγο του είπε ότι ήταν έτοιμος να ανασχηματίσει την κυβέρνησή του, ενώ ανακοίνωσε ότι οι υπεύθυνοι για το πραξικόπημα, ειδικά εκείνοι που είχαν σχέση με τον τύπο, θα τιμωρούνταν.

Προοπτικές

Τι περιθώρια ελιγμών διαθέτει ακόμη ο Τσάβες; Αυτά εξαρτώνται κατά πρώτον από την ικανότητά του να διαβεβαιώσει ότι το σχέδιό του για τη λαϊκή πλειοψηφία μπορεί να γίνει ένα σχέδιο για το σύνολο της χώρας, καταφέροντας ένα χτύπημα στον άξονα εκείνων των δυνάμεων που έχουν ήδη δείξει την αποφασιστική τους διάθεση να τον ανατρέψουν. Επίσης εξαρτώνται από την ικανότητα της αντιπολίτευσης να ξαναπάρει την πρωτοβουλία και να ανανεώσει την επίθεσή της. Τα περιθώρια ελιγμών του Τσάβες έχουν βέβαια μειωθεί σε σχέση με τις ένοπλες δυνάμεις, το κοινοβούλιο και την πετρελαιοβιομηχανία. Είναι πιθανόν ότι το αρχικό σχέδιο έχει εξαντληθεί, επειδή προϋπέθετε μια σαφή πόλωση μεταξύ των λαϊκών μαζών και των ελίτ, που οδηγεί σε μορφές αντιπαράθεσης τις οποίες ο Τσάβες δε μπορεί πια να αντιμετωπίσει αν ενδιαφέρεται να ανακυκλώνει την εικόνα του ως εκείνου του ηγέτη που είναι ικανός να διαπραγματεύεται τα σχέδια του με ευρύτερους τομείς.

Επιπλέον, τόσο οι παραδοσιακές ελίτ, όσο και ο ίδιος ο Τσάβες έχουν λάβει πια υπόψη τους τη συμπαγή λαϊκή και στρατιωτική αντίδραση. Θα δούμε τι μαθήματα θα αντλήσουν απ’αυτήν. Ο Τσάβες έχει ήδη κάνει μια χειρονομία διαπραγμάτευσης, αποδεχόμενος τη παραίτηση των διοικητών της πετρελαιοβιομηχανίας που είχε ο ίδιος διορίσει και των οποίων ο διορισμός είχε οδηγήσει στην απεργία κατά της κυβέρνησης. Παρολαυτά στο βαθμό που τα χτυπήματα κατά της βάσης του πολλαπλασιάζονται, η ομάδα γύρω από τον Τσάβες έχει περιοριστεί στο σκληρό της πυρήνα, εκείνους τους ελάχιστα διατεθειμένους για διαπραγμάτευση.

Οι ερχόμενες εβδομάδες θα δείξουν αν οι πληγές απ’ τις οποίες υποφέρει το σχέδιο του Τσάβες θα συνεχίσουν να αιμορραγούν και αν ο θάνατος του έχει απλά αναβληθεί ή αν μπορεί να δώσει μια νέα κινητήρια δύναμη στο σχέδιο που τον έφερε στην εξουσία. Το ηπειρωτικό πλαίσιο είναι ευνοϊκό γι’αυτόν. Η τιμή του πετρελαίου θα υψωθεί. Επομένως θα είναι στο εσωτερικό επίπεδο που θα παιχτούν τα πράγματα, το οποίο εξαρτάται από την ικανότητά του να οργανώσει τη βάση του, να διαιρέσει την αντιπολίτευση, να τιμωρήσει εκείνους που συνδέονταν πιο στενά με το πραξικόπημα και να διαπραγματευτεί με τους άλλους. Πρέπει να καταφέρει να διατηρήσει τα ουσιώδη από το πρόγραμμά του ενώ ταυτόχρονα να το «συσκευάσει» και να το μορφοποιήσει κατά τέτοιο τρόπο ώστε προοδευτικά να διευρύνει τη συναίνεση παρά να αυξήσει τον αριθμό των αντιπάλων του, όπως συνέβη στους πρόσφατους μήνες.

Emir Sader

* Ο Emir Sader είναι βραζιλιάνος κοινωνιολόγος


Σπάρτακος 65, Ιούνης

Αρχείο Σπάρτακου


https://tpt4.org/?p=2990

There is one comment

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s