Ορισμένες Σημειώσεις Για Μία Περιοδολόγηση Των Πρώτων Χρόνων Του Κομμουνιστικού Κινήματος
του Φίλιππου Καλογερίδη
Tην ιστορία των πρώτων χρόνων, μετά από το 1918, του ελληνικού σοσιαλιστικού και κομμουνιστικού κινήματος το πιο κρίσιμο διάστημα, όπου ε»μφανίζεται, μορφοποιείται και τελικώς επιβάλλεται η σταλινική κυριαρχία δεν μπορεί κανείς να την προσεγγίσει με βάση την μαρξιστική μεθοδολογία, παρά μόνο μέσα από την διαλεκτική της σύγκρουσης των διαφόρων τάσεων, φραξιών και απόψεων, από την συνύπαρξη των οποίων έγινε δυνατή κατ’ αρχήν η δημιουργία του ΣΕΚΕ και φυσικά αποφασιστικό ρόλο προς τούτο έπαιξε η εντυπωσιακή ακτινοβολία και επιρροή που άσκησε στο νεαρό εργατικό κίνημα η ρωσική επανάσταση.
Ταυτόχρονα, όμως, η πρώιμη ιστορία του καθορίστηκε και από την άρνηση αυτής της συνύπαρξης, που αναπτύχθηκε στο έδαφος των υλικών όρων της ίδιας της πραγματικότητας, κυρίαρχα στοιχεία της οποίας ήταν ο συγκλονισμός του ελληνικού καπιταλισμού από την μικρασιατική εκστρατεία, οι συνέπειες από την καταστροφή της, η πληθυσμιακή έκρηξη και η σχεδόν οριστική διαμόρφωση των ελλαδικών του ορίων.
Ιστορία τάσεων και φραξιών!
Έτσι χωρίς υπερβολή η ιστορία του ΣΕΚΕ ΚΚΕ από την ίδρυση του, το Νοέμβρη του 1918 μέχρι και το τέλος του 1927, που κλείνει με τον εξοστρακισμό από τις γραμμές του της Ενωμένης Αντιπολίτευσης, δεν είναι τίποτ’ άλλο παρά ιστορία φραξιών και τάσεων, που εντάσσονται κατά κύριο λόγο σε δύο βασικά ρεύματα: στο σοσιαλδημοκρατικό και το κομμουνιστικό.
Η καθυστερημένη εμφάνιση των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής στον ελλαδικό χώρο, οι βαλκανικοί πόλεμοι, αλλά και οι εμφύλιες διαμάχες μεταξύ των κυρίαρχων τάξεων για την επικυριαρχία της μιας ή της άλλης μερίδας στο νεαρό ελληνικό καπιταλισμό, η ανάδειξη μιας εξαιρετικά επιθετικής ομάδας καπιταλιστών του ελλαδικού χώρου αλλά και του ελληνικού κεφαλαίου της διασποράς, που επιβλήθηκε τελικώς και οδήγησε στη μικρασιατική εκστρατεία, συνέπεσαν με την ρωσική επανάσταση και τις προσδοκίες που αυτή προκάλεσε στις καταπιεσμένες τάξεις όλων των άλλων χωρών.
Ο πρώιμος ελληνικός ιμπεριαλισμός και η ανάδυση του κομμουνισμού
Η ταχύτητα των εξελίξεων και η γοργή είσοδος της Ελλάδας στην ιμπεριαλιστική εποχή συνετέλεσαν ώστε να μην προλάβει να δημιουργηθεί και να ανδρωθεί ένα μαζικό σοσιαλδημοκρατικό κόμμα, σε συνθήκες αντίστοιχες με αυτές που επικρατούσαν στην περίοδο πριν από τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο στη Δυτική Ευρώπη, όπως συνέβη σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες προ του 1914 και ο ελληνικός κομμουνισμός να προκύψει μέσα από αυτό, με αποτέλεσμα το Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα Ελλάδος (ΣΕΚΕ) που συγκροτήθηκε στο τέλος του 1918 – με προφανώς περιορισμένη απήχηση – να εμπεριέχει ευθύς εξ αρχής το σπέρμα της κρίσης.
Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι σ’ αυτό συσπειρώθηκαν όλες οι σοσιαλιστικές ομάδες και οργανώσεις της εποχής, με μοναδική εξαίρεση την ομάδα του Γιαννιού, η οποία κινούνταν σε φιλοβενιζελικές θέσεις και φυσικά των λεγομένων κοινωνιολόγων που είχαν ήδη ενσωματωθεί στον βενιζελισμό.
Από το 1918 λοιπόν μέχρι και το 1927 η σύγκρουση της σοσιαλδημοκρατίας με τον κομμουνισμό ήταν συνεχής, πήρε διάφορες μορφές, δημιούργησε αρκετές φράξιες, τάσεις και εν συνεχεία οργανώσεις.
Ένα “κενοτάφιο” για την ελληνική σοσιαλδημοκρατία
Είναι χαρακτηριστικό επ’ αυτού το άρθρο του Κ. Σκλάβου στο πρώτο τεύχος του Σπάρτακου τον Γενάρη του 1928 (με τον τίτλο “Θεωρητικές δεισιδαιμονίες και ελληνική πραγματικότης”) και του Π. Πουλιόπουλου στο επόμενο (Φλεβάρης 1928, τεύχος 2), που επιβεβαιώνει και ενισχύει τις απόψεις αυτές (με το τίτλο “Η Αντιπολίτευση και το Κόμμα Προβλήματα της κομμουνιστικής αντιπολίτευσης στην Ελλάδα”).
Ο Σκλάβος, λοιπόν, συνοψίζοντας τις αντιλήψεις του ευρύτερου σοσιαλδημοκρατικού ρεύματος βασικό κρέντο του οποίου ήταν οι αποφάσεις της συνδιάσκεψης του Φεβρουαρίου 1922 του ΣΕΚΕ που με διάφορες μορφές αναπαρήχθηκαν στα επόμενα χρόνια – επισημαίνει συγκεκριμένα:
“Η ελληνική δεξιά καθορίζοντας ότι το κίνημα μας περνά περίοδο οργάνωσης και προπαγάνδας, εννοούσε ότι η περίοδος αυτή είναι απολύτως όμοια μ’ εκείνην που το δυτικοευρωπαϊκό κίνημα πέρασε μέχρι του 1914. Οργάνωση και προπαγάνδα ήταν τα καθήκοντα του δυτικοευρωπαϊκού προλεταριάτου πριν απ’ τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο. Οργάνωση και προπαγάνδα έπρεπε νάναι τα καθήκοντα της σημερινής περιόδου του εργατικού κινήματος της χώρας μας. Όπως η μέχρι του 1914 περίοδος ήταν ειρηνική και νόμιμος για τη σοσιαλδημοκρατία της Δ. Ευρώπης, έτσι και το πρώτο προλεταριακό κόμμα της χώρας μας είχε ανάγκη “μακράς νομίμου υπάρξεως.
Στο βάθος των εσφαλμένων αυτών θεωριών που προδίνουν την μικροαστική ταξική βάση των φορέων των, διακρίνει κανείς μία μηχανική αντίληψη όσον αφορά τη διαλεκτική πορεία του ελληνικού εργατικού κινήματος, μία μηχανική μεταφορά του σχήματος της δυτικοευρωπαϊκής εξέλιξης στα ελληνικά πράγματα.
Η ελληνική δεξιά πίστεψε ότι η ανάπτυξη του επαναστατικού εργατικού κινήματος της χώρας μας θα πραγματοποιηθεί αναπόφευκτα κατ’ εικόνα και ομοίωση του δυτικοευρωπαϊκού προτύπου. Το επαναστατικό εργατικό κίνημα της Δ. Ευρώπης πέρασε μια μακρά περίοδο “νομίμου υπάρξεως” κατά τη διάρκεια της οποίας οργάνωσε σε μεγάλες επαγγελματικές οργανώσεις το δυτικοευρωπαϊκό προλεταριάτο, το συνέδεσε με τις διεκδικήσεις του σοσιαλισμού. Μια παρόμοια περίοδο έπρεπε να περάσει και το ελληνικό επαναστατικό εργατικό κίνημα για να επιτύχει την οργάνωση και την προπαγάνδα των εργατών.
Κατά την ελληνική δεξιά μια περίοδος Β’ Διεθνούς, μια σοσιαλδημοκρατική εποχή ήταν ιστορικώς απαραίτητη στη χώρα μας. Έτσι καταλήγουμε στην ιστορική αναγκαιότητα του ρεφορμισμού.
Η ίδια μηχανική αντίληψη για τη διαλεκτική πορεία του επαναστατικού κινήματος χαρακτηρίζει την ελληνική δεξιά και όσον αφορά τις ιδέες της για τη δημιουργία του Κομμουνιστικού Κόμματος της χώρας μας, το οποίο κατά την εξέλιξη του έπρεπε αναπόφευκτα πάλι να ακολουθήσει τη διαλεκτική πορεία της δημιουργίας του κομμουνιστικού κόμματος της Ευρώπης.
Κατά το ευρωπαϊκό πρότυπο το κομμουνιστικό κόμμα της Ελλάδος έπρεπε να ωριμάσει μέσα σ’ ένα σοσιαλδημοκρατικό κόμμα , ν’ αποτελέσει σχίσμα μιας ελληνικής σοσιαλδημοκρατίας. Αλλά σοσιαλδημοκρατικά κόμματα και σοσιαλδημοκρατίες δεν υπήρχαν και δεν ήταν δυνατόν να υπάρχουν στη χώρα μας.
Για την ανάπτυξη όμως ενός ελληνικού κομμουνιστικού κόμματος ήταν απαραίτητη πρώτα η δημιουργία της ελληνικής σοσιαλδημοκρατίας (…).
Η ελληνική δεξιά λόγω της ταξικής της βάσης, στάθηκε ανίκανη να αντιληφθεί ότι μέσα στη μεταπολεμική περίοδο έπαψε πια να ισχύει το σχήμα της προπολεμικής εξέλιξης, ότι η διαλεκτική πορεία του εργατικού κινήματος και του προλεταριακού κόμματος δεν ήταν δυνατόν παρά νάχει διαφορετική και μάλιστα αντίστροφη κατεύθυνση”.
ΣΕΚΕ: Η διαλεκτική της κρίσης και το σφαγείο της “Μεγάλης Ιδέας»
Έτσι η διαλεκτική της κρίσης των πρώτων 8 χρόνων του ΣΕΚΕ ΚΚΕ δεν είναι παρά η σύγκρουση αντίρροπων δυνάμεων για την ηγεμονία – της σοσιαλδημοκρατίας ή του κομμουνισμού – του πρώτου μαζικού εργατικού πολιτικού οργανισμού στην Ελλάδα, που ορθώς χαρακτηρίζεται ως “ένα εργατικό αντικαπιταλιστικό κόμμα. Ωστόσο δεν είναι ένα επαναστατικό προλεταριακό κόμμα: το πρόγραμμα του έχει τη σφραγίδα του μικροαστικού ριζοσπαστισμού και πατσιφισμού” (Κ.Δ.Κ.: Βασικά µητήματα του Εργατικού Κινήματος, Πρωτοπορειακή Βιβλιοθήκη, 1957).
Παράλληλα, όχι μόνο δεν πρόκειται για αμελητέο παράγοντα, αλλά αντιθέτως για καθοριστικό των εξελίξεων, το γεγονός πως η μικρασιατική εκστρατεία και η εν συνεχεία καταστροφή της “Μεγάλης Ιδέας”, δημιούργησε την πρώτη στην ιστορία του ελληνικού εργατικού κινήματος επαναστατική κατάσταση – τις προϋποθέσεις δηλαδή για την κατάρρευση των ρεφορμιστικών αυταπατών και την ανατροπή του ίδιου του καπιταλισμού – που φυσικά το σοσιαλδημοκρατικό ρεύμα που ηγεμόνευε την δεδομένη περίοδο στο ΣΕΚΕ δεν ήταν δυνατόν να εκμεταλλευτεί. Οι αποφάσεις του Φεβρουαρίου του 1922 και όχι μόνο αυτές, ήταν πολύ χαρακτηριστικές ως προς αυτό. Και τούτο έχει ξεχωριστή σημασία για την βαθύτερη κατανόηση της δυναμικής των αντιπαραθέσεων. Όπως επισημαίνεται στο προαναφερόμενο ντοκουμέντο του ΚΔΚΕ (πρόγονης οργάνωσης της ΟΚΔΕ Σπάρτακος): “Όταν το καλοκαίρι και το φθινόπωρο του 1922 η κατάρρευση του μικρασιατικού μετώπου, η επιστροφή των στρατιωτών, η εισροή των προσφύγων δημιουργούνε ένα πλατύ κύμα επαναστατικού αναβρασμού στη χώρα, η διοίκηση αυτή, πανικόβλητη μπροστά στην επαναστατική κρίση που ξεσπούσε καλεί του εξεγερμένους φαντάρους να εγκαταλείψουνε τα “αναρχικά κινήματα”, να γυρίσουνε ήσυχα στα σπίτια τους και να ζητήσουνε ευθύνες με τους βουλευτές που θα στείλουνε αύριο στη Βουλή. Η ίδια ηγεσία ρίχνει το σοβινιστικό σύνθημα του “αμυντικού πολέμου” στη Θράκη”.
Οι πρώτες τέσσερις φάσεις του νεαρού κινήματος
Με βάση, λοιπόν, την εξέλιξη, την μορφή, αλλά και τα στοιχεία της σύγκρουσης μεταξύ των δύο χαρακτηριστικών ρευμάτων, μπορεί κανείς να διακρίνει σ’ αυτήν την πρώιμη περίοδο του κινήματος τέσσερις συγκεκριμένες φάσεις. Η περιοδολόγηση των πρώτων οκτώ χρόνων είναι εξαιρετικά χρήσιμη – όχι με ένα ακαδημαϊκό τρόπο – αλλά για γίνει κατανοητή επί της ουσίας η εξέλιξη της κρίσης, οι αντιφάσεις και οι αντιθέσεις που την χαρακτήριζαν, αλλά και οι προϋποθέσεις που δημιουργήθηκαν ώστε: “Το πρώτο σταλινικό συγκρότημα του Κ.Κ.Ε. εκπροσωπούμενο από τους Χαιτά, Ευτυχιάδη και µαχαριάδη, ύστερ’ από μια δραματική πάλη με τη μαρξιστική αριστερά που υιοθετεί σ’ αυτή την περίοδο τις απόψεις της τροτσκιστικής αριστεράς στο Ρωσικό Κ.Κ. κατορθώνει να κυριαρχήσει στο κόμμα και να διαγράψει την προλεταριακή μαρξιστική του τάση χρησιμοποιώντας όλες τις μέθοδες και τα μέσα γραφειοκρατικού σταλινικού μηχανισμού (συκοφαντίες, παραποιήσεις, στραγγάλισμα της εσωκομματικής δημοκρατίας κλπ) με την ενίσχυση των Σμέραλ και Ρέμελε, αντιπροσώπων της Κομμουνιστικής Διεθνούς που ήρθανε στην Ελλάδα, και των Ν. Μπουχάριν και Γ. Κολλάρωφ στην Εκτελεστική Επιτροπή της Κ.Δ.” (ο.π.π.). Ειδικότερα:
Α) Το “αριστεροδεξιό” ζικ ζακ του σοσιαλδημοκρατικού ρεύματος και η πρώτη εμφάνιση του Κομμουνισμού.
Η πρώτη φάση αρχίζει από το Νοέμβριο του 1918 και κλείνει το Νοέμβριο του 1922 με την διενέργεια του έκτακτου συνεδρίου του ΣΕΚΕ(Κ) σ’ αυτή την περίοδο η κυριαρχία της σοσιαλδημοκρατία είναι εμφανής και εναλλάσσεται από την αριστερή στην δεξιά εκδοχή της, με αποκορύφωμα τις αποφάσεις της Συνδιάσκεψης του Φεβρουαρίου του 1922. Ταυτόχρονα όμως σ’ αυτό το διάστημα λειτουργεί ως χρονική μήτρα για την άρνηση της στην επόμενη φάση. Συγκεκριμένα εκδίδεται ο Κομμουνισμός και δημιουργείται η Ένωση του Κομμουνισμού έξω από το κόμμα και από τον Σεπτέμβριο του 1921 ως φράξια εντός του κόμματος που από το 1923 είναι γνωστή ως <Αρχείο του Μαρξισμού>, καθώς επίσης και οι κομμουνιστικοί πυρήνες στο μικρασιατικό μέτωπο, το ηγετικό τμήμα των οποίων θα αποτελέσει την μετέπειτα “παλαιοπολεμίστικη φράξια”.
Β) Η πτώση της κομματικής σοσιαλδημοκρατίας. Μία επώδυνη μετάβαση.
Η δεύτερη φάση ανοίγει από το τέλος του 1922 και εκτείνεται μέχρι και τον Φεβρουάριο του 1924 που συγκαλείται το Εθνικό Συμβούλιο του ΣΕΚΕ(Κ). Σ’ αυτό το διάστημα πραγματοποιείται τον Σεπτέμβριο του 1923 το έκτακτο εκλογικό συνέδριο του ΣΕΚΕ(Κ) – οι δύο προαναφερόμενες φράξιες κερδίζουν το έδαφος, που χάνει η ευρύτερη σοσιαλδημοκρατική παράταξη και τούτο αποτυπώνεται στην εκλογή της νέας Κ.Ε. από το έκτακτο συνέδριο, ενώ σε ένα έντονα ρευστό κομματικό περιβάλλον κάνει την εμφάνιση της και μία τρίτη φράξια που λίγο αργότερα θα βρεθεί εκτός του κόμματος, στο Πειραιά και φέρει την επωνυμία Κομμουνιστική Ένωση Ελλάδος με εφημερίδα το Κομμουνιστικό Βήμα και κυριότερο εκπρόσωπο της τον δικηγόρο Ε. Παπαναστασίου, με έντονα αριστερίστικα χαρακτηριστικά. Λίγο πριν οργανωθεί το Εθνικό Συμβούλιο του Φεβρουαρίου η σοσιαλδημοκρατική δεξιά βρίσκεται εκτός του κόμματος. Και σ’ αυτό το διάστημα αναδεικνύονται στην κομματική ηγεσία στελέχη όπως ο Σ. Μάξιμος, ο Ν. Σαργολόγος, ο Γ. Κορδάτος, ο Θ. Αποστολίδης, ενώ στο κομματικό προσκήνιο κάνουν την εμφάνιση τους οι Ε. Σταυρίδης, Π. Πουλιόπουλος, Π. Γιατσόπουλος, Β. Νικολινάκος, Κ. Σκλάβος, Α. Χαιτάς, Ν. Ευαγγελόπουλος, Γ. Μοναστηριώτης, Γ. Νίκολης.
Γ) Ο κομμουνισμός επισημοποιείται και η “Αριστερή Δημοκρατία” χάνει την πρώτη της μάχη.
Η τρίτη φάση αρχίζει από τις αρχές του Φεβρουάριο του 1924, στη διάρκεια του οποίου συγκαλείται το Εθνικό Συμβούλιο του κόμματος, επισημοποιείται η αριστερόστροφη πορεία του ΚΚΕ, και φτάνει μέχρι και τον Σεπτέμβριο του 1926, που πραγματοποιείται μετά το τέλος της δικτατορίας του Πάγκαλου η περίφημη “Σύσκεψη Παραγόντων” του ΚΚΕ και είναι η απαρχή για την δημιουργία του πολιτικού μορφώματος που γνωρίζουμε αρχικά ως Ενωμένη και ακολούθως ως Αριστερή Αντιπολίτευση του ΚΚΕ. Στη σύσκεψη ηττήθηκε η άποψη για την “Αριστερή Δημοκρατία” ή “Πραγματική Δημοκρατία”, μετά από σκληρή μάχη που έδωσαν τα στελέχη που αργότερα θα συγκροτήσουν την Ενωμένη Αντιπολίτευση, με προεξάρχοντα τον Πουλιόπουλο και επανήλθε η άποψη για την “εργατοαγροτική κυβέρνηση”. Η σχετική μάλιστα αρθρογραφία για τη νέα άποψη στο Ριζοσπάστη έγινε από τον Ν. µαχαριάδη ή Κούτβη. Παράλληλα στο ίδιο διάστημα στη Σοβιετική Ένωση ήδη μετά τον θάνατο του Λένιν η σύγκρουση του Τρότσκι με την νεοανερχόμενη γραφειοκρατία έχει αρχίσει και παίρνει ήδη έντονες μορφές κάνει την εμφάνιση της στο ΚΚΕ μία νέα ομάδα στελεχών, που δεν έχει αναδειχθεί σε κανένα πολιτικό ή μαζικό αγώνα, επανδρώνει τον νεότευκτο μηχανισμό, η ισχύς της εξαρτάται άμεσα από τον μηχανισμό της Κομουνιστικής Διεθνούς, που “σταλινοποιείται” ταχύτατα, και έχει πολιτογραφηθεί με την επωνυμία “Κούτβηδες” – το όνομα προέρχεται από το Κομμουνιστικό Πανεπιστήμιο Ανατολικών Λαών (KOUTV), στο οποίο τα μέλη της φοίτησαν.
Δ) Ο σταλινισμός στο προσκήνιο και η απομάκρυνση της μαρξιστικής αριστεράς.
Η τέταρτη και τελευταία φάση μπορεί να προσδιοριστεί σχηματικά από την επομένη της περίφημης “Σύσκεψης Παραγόντων” και σηματοδοτείται από την παραίτηση του Π. Πουλιόπουλου από την γραμματεία της Κ.Ε., μετά την σύγκρουση που έδωσε σ’ αυτήν. Ωστόσο η θεωρία των σταδίων που θα επισημοποιηθεί περίπου 8 χρόνια αργότερα με την 6η ολομέλεια της Κ.Ε. του ΚΚΕ, το Γενάρη του 1934, κάνει την πρώτη της εμφάνιση, έστω κι αν χάνει την πρώτη της μάχη. Η φάση αυτή θα λήξει στο τέλος του 1927 με την διαγραφή των Πουλιόπουλου Γιατσόπουλο και την αποχώρηση των Σκλάβου Μάξιμου Χαίνογλου και όλου του ρεύματος της επαναστατικής μαρξιστικής αριστεράς, που ακολουθεί τις δύο τάσεις, με την συγκρότηση πλέον εκτός του κομματικού οργανισμού της Ενωμένης Αντιπολίτευσης.
Η κυριαρχία των “κούτβηδων” στον κομματικό οργανισμό, που μετά την απομάκρυνση της αντιπολίτευση γίνονται κυρίαρχοι περιγράφεται με τον πιο χαρακτηριστικό τρόπο σε επιστολή των Μάξιμου, Χαίνογλου, Σκλάβου, που δημοσιεύεται στο τεύχος 3 4, Μάρτης Απρίλης 1928. Αναφέρεται συγκεκριμένα “Αποδείχθηκε πως μέσα στο επίσημο και υπεύθυνο μπροστά στο Κόμμα Πολιτικό Γραφείο υπήρχε ένα δεύτερο πολιτικό γραφείο με την ιδιαίτερη σύνδεση του, με τους ιδιαίτερους του δεσμούς, με τους δικούς του παράγοντες με τη ΔΙΚΗ ΤΟΥ ΑΛΛΗΛΟΓΡΑΦΙΑ ΜΕ ΤΗ ΔΙΕΘΝΗ. Μια συστηματοποιημένη φράξια που κατασυκοφαντούσε συστηματικά τα αντίθετα στις γνώμες της μέλη του Π. Γραφείου, υπονόμευε την εργασία τους και κατέβαλε κάθε προσπάθεια να διευθύνει αυτή ανεπίσημα την πολιτική εργασία του κόμματος. Μια φράξια από στρατηλάτες αφανείς ή παραγνωρισμένους, με απαιτήσεις τρομακτικές, με προσόντα ανύπαρκτα, μια φράξια τέλος που περίμενε την πρώτη ευκαιρία βαθύτερης διαφωνίας για να αναλάβει υπεύθυνα τη διοίκηση του Κόμματος και να αποδείξει την μεγάλη της ικανότητα και πείρα στο έργο της κατασυκοφάντησης των αγωνιστών του”.
Η κυριαρχία του μηχανισμού της σοβιετικής γραφειοκρατίας στο νεαρό ακόμη ΚΚΕ είναι ήδη εμφανής, αλλά θα χρειαστεί τέσσερα ακόμη χρόνια το 1931 μέχρι να παγιωθεί τόσο στην κομματική πολιτική όσο και στο εσωκομματικό καθεστώς το σύστημα της αποκρουστικής σταλινικής παραμόρφωσης της ρωσικής επανάστασης και της λενινιστικής Κομμουνιστικής Διεθνούς.
Πειραιάς: Η μήτρα του κομμουνιστικού ρεύματος
Αξίζει, ακόμη, να σημειωθεί και μία διαπίστωση ιδιαίτερα κρίσιμη για την εμφάνιση, ανάπτυξη και εξέλιξη του κομμουνιστικού ρεύματος στο διάστημα της πρώιμης περιόδου του κόμματος. Κατά βάση “εστία” παραγωγής και αναπαραγωγής, σε σχετικά μαζικές διαστάσεις, της κομμουνιστικής αντίληψης στον κομματικό οργανισμό αποτελεί ο βιομηχανικός Πειραιάς, τόσο πριν όσο και κυρίως μετά την μικρασιατική καταστροφή. Η Κομμουνιστική Ένωση 1920 21 (περιοδικό “Κομμουνισμός”), η Κομμουνιστική Ένωση Ελλάδας 1924 26 (εφημερίδα “Κομμουνιστικό Βήμα”) αλλά και η βασική δύναμη της Ενωμένης Αντιπολίτευσης 1927 28 (περιοδικό “Σπάρτακος”), γεννήθηκαν ή αναπτύχθηκαν μέσα στο συνειδητό προλεταριάτο του Πειραιά.
Στο προαναφερόμενο άρθρο του ο Πουλιόπουλος δίνει επ’ αυτού μία σαφή και εξαιρετικά αποκαλυπτική εξήγηση: “Οι προλετάριοι που αποτελούσανε την κομμουνιστική οργάνωση στον Πειραιά από την πρώτη γένεση του Κόμματος, είναι ένα κομμάτι από το σώμα του πειραιώτικου προλεταριάτου, πούναι το συμπαγέστερο σε μάζα και αριθμό προλεταριάτο για όλη την Ελλάδα και τη Βαλκανική, και που στη χώρα μας ζει και εργάζεται με τις πιο ξεκάθαρα προλεταριακές συνθήκες, κι έχει άρα το καθαρότερο προλεταριακό ένστιχτο. Η εξέγερση τους τόσο ενάντια στις παλιές σοσιαλδημοκρατικές διοικήσεις όσο και στην τωρινή ψευτοκομμουνιστική είχε πάντα ένα υγιές, γνήσιο προλεταριακό κίνητρο: την ανησυχία τους για την διαρκή κρίση του κόμματος τους και την ανικανοποίητη τους τάση να του δώσουν αληθινά προλεταριακή μορφή διώχνοντας από μέσα του όλα τα υπολείμματα του μη προλεταριακού μικροαστικού ψευτοεπαναστατισμού που επιχειρεί σήμερα με τη μορφή του “λενινισμού” της διοικούσας ομάδας (και που χωρίς να μας απατούν τα ψευδώνυμα, είναι ο ίδιος μικροαστικός ψευτοεπαναστατισμός των πρώτων διοικήσεων του Σοσιαλεργατικού). Οι παρεκτροπές των αντιπολιτευτικών κινημάτων στον Πειραιά (σχίσμα, εκμετάλλευση κοινών τυχοδιωκτών) είναι συνέπεια του χαμηλού επιπέδου προλεταριακής συνείδησης. Πρέπει να καταδικαστούν, χωρίς όμως να καταδικαστούνε οι ρίζες των κινημάτων εκείνων”.
ΚΚΕ και “Σύσκεψη Παραγόντων” 70 χρόνια αργότερα!
Και μία τελευταία παρατήρηση. Αναφορικά με την “Σύσκεψη των Παραγόντων” και το πολιτικό της αποτέλεσμα είναι χαρακτηριστική η κριτική που ασκείται στο επίσημο Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ (Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα 1996). Υπερασπίζεται συγκεκριμένα το σύνθημα της “Αριστερής Πραγματικής Δημοκρατίας” σημειώνοντας πως “ήταν μία προσπάθεια εφαρμογής στις ελληνικές συνθήκες της “επαναστατικής δημοκρατικής δικτατορίας του προλεταριάτου και της αγροτιάς”, δηλαδή της αστικοδημοκρατικής επανάστασης”. Παρόμοια άποψη εκφράζεται και στη “Σύντομη Ιστορία του ΚΚΕ, Σχέδιο, Μέρος Α’ 1918 1949” (Έκδοση της ΚΕ του ΚΚΕ, 1988) με την παρατήρηση ότι “απετέλεσε προσπάθεια του ΚΚΕ για τη διαμόρφωση σωστής στρατηγικής”. Ίσως έχει μία ορισμένη σημασία το γεγονός ότι τόσο από τον ίδιο το Ν. µαχαριάδη στις “Θέσεις για την Ιστορία του ΚΚΕ”, που έγραψε το 1939 στις φυλακές της Κέρκυρας, αλλά και στο “Βοήθημα για την Ιστορία του ΚΚΕ”, που εκδόθηκε το 1951, με απόφαση της 2ης Ολομέλειας της Κ.Ε., δεν γίνεται η παραμικρή νύξη για την “Σύσκεψη Παραγόντων” και την καταδίκη του συνθήματος της “Αριστερής Πραγματικής Δημοκρατίας”. Αυτό συμβαίνει μόλις το 1996 !
[…] Ορισμένες σημειώσεις για μία περιοδολόγηση των πρώτων… […]