του Πάνου Τότσικα
Ο σημερινός ρόλος της «Τοπικής Αυτοδιοίκησης»
Ο χώρος της πόλης, αποτελεί πεδίο σύγκρουσης στρατηγικών και συμφερόντων, αντανάκλαση των κυ-ρίαρχων οικονομικών δομών και κοινωνικών σχέσεων.
Η Τοπική αυτοδιοίκηση (Τ.Α) θεωρείται, μαζί με το Κοινοβούλιο και τα Συνδικάτα, ένας από τους βασικότερους θεσμούς της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας. Στην ουσία αποτελεί ένα εξάρτημα του κρατικού Εμηχανισμού, τον οποίο ως γνωστόν διαχειρίζεται η εκάστοτε κυβέρνηση.
Οι πολιτικές που αφορούν την Τοπική Αυτοδιοίκηση, όπως και οι κύριες επιλογές της, λαμβάνονται σχεδόν πάντα σε κυβερνητικό κομματικό επίπεδο , υπό την πίεση των κυρίαρχων νόμων της αγοράς και των πολύπλοκων οικονομικών συμφερόντων.
Οι αποφάσεις που η ίδια η Τ.Α. λαμβάνει, αφορούν δευτερεύουσας σημασίας ζητήματα.
Τα τελευταία χρόνια, ενώ οι αρμοδιότητες της Τ.Α. έχουν διευρυνθεί, ο έλεγχός της από την Κεντρική εξουσία παραμένει ασφυκτικός, στον βαθμό που δεν της παραχωρούνται οι απαραίτητοι οικονομικοί πόροι, με αποτέλεσμα να μην έχει εξασφαλισμένη την οικονομική αυτοδυναμία της για να υλοποιήσει τα όποια άμεσα ή μακροπρόθεσμα προγράμματά της. Ετσι, εκ των πραγμάτων ωθείται και υιοθετεί τις κυρίαρχες επιλογές της ιδιωτικοποίησης, της κερδοσκοπικής επιχειρηματικότητας, της φορομπηξίας, της ανταγωνιστικότητας, με ορατό αποτέλεσμα την προώθηση αντιλαϊκών μέτρών, την πολλαπλή φορολόγηση των πολιτών, την αναδιάταξη των εργασιακών σχέσεων και την επέκταση της καταστολής.
Όλα τα παραπάνω, συμβαίνουν σε συνθήκες ουσιαστικής απουσίας πολιτικού διαλόγου και κοινωνικού ελέγχου, δεδομένου ότι το Δημοτικό Συμβούλιο μετατρέπεται συνήθως σε αρένα ανούσιων αντιπαραθέσεων, ενώ εκτός του Δημοτικού Συμβουλίου, απουσιάζουν κατά κανόνα οι διαδικασίες συμμετοχής των πολιτών στα ζητήματα που τους αφορούν.
Η σημερινή φυσιογνωμία της Αττικής
Η Αττική, από την δεκαετία του `50 μέχρι σήμερα, χαρακτηρίζεται από την υπερβολική συγκέντρωση πληθυσμού και δραστηριοτήτων, από την υπερεκμετάλλευση της γης και την εμπορευματοποίηση του χώρου, μέσα στον οποίο αναπτύσσονται οι δραστηριότητες αυτές.
Κύρια χαρακτηριστικά γνωρίσματα της Αττικής αποτελούν, η πυκνοδόμηση και η πυκνοκατοίκηση, ιδιαίτερα έντονες σε ορισμένες περιοχές, οι σοβαρές ελλείψεις σε εγκαταστάσεις τεχνικής υποδομής και κοινωνικού εξοπλισμού, τα τεράστια κυκλοφοριακά προβλήματα και η ανεπάρκεια των δημόσιων μεταφορικών μέσων, η ιδιαίτερα αυξημένη ατμοσφαιρική ρύπανση των κεντρικών περιοχών, οι αδιάκοπες οικιστικές επεκτάσεις, νόμιμες και αυθαίρετες, η καταπάτηση της δημόσιας γης, η υποβάθμιση των δασικών εκτάσεων και των ορεινών περιοχών εξ αιτίας των συνεχόμενων πυρκαγιών και των καταπατήσεων, η κατάληψη των ακτών από κάθε είδους εγκαταστάσεις και δραστηριότητες και η παραχώρησή τους σε ιδιώτες.
Ακόμη, η «ποιότητα ζωής» ενός σημαντικού τμή-ματος κατοίκων της Αθήνας και της Αττικής διαμορφώνεται σε συνθήκες ανεργίας, υποαπασχόλησης και κοινωνικού αποκλεισμού (κυρίως κάποιων ειδικών κατηγοριών), ενώ το «κράτος πρόνοιας» διαρκώς συρρικνώνεται.
Όλα τα παραπάνω έχουν δημιουργήσει μια σειρά έντονων κοινωνικών, πολεοδομικών και περιβαλλοντικών προβλημάτων, τόσο στο Λεκανοπέδιο όσο και στην ευρύτερη περιοχή της Αττικής, τα οποία , στο βαθμό που δεν αντιμετωπίζονται ριζικά, αναπαράγονται και διαιωνίζονται, καθιστώντας την Αθήνα μια πόλη ιδιαίτερα προβληματική.
Οι ρίζες των προβλημάτων της Αθήνας και της Αττικής
Τα προβλήματα της Αθήνας και της Αττικής, όπως και οι συνθήκες ζωής των κατοίκων της, συνδέονται με τις επιλογές όσων είχαν την ευθύνη της άσκησης κεντρικής και τοπικής εξουσίας τις τελευταίες δεκαετίες.
Όπως αναφέρεται και στον πρόλογο του Ρυθμιστικού Σχεδίου Αθήνας (ΡΣΑ 1985): «…δεν είναι πολεοδομικά τα βασικά αίτια που δημιούργησαν τα προβλήματα – ή το πρόβλημα- της Αθήνας, ούτε δημιουργήθηκαν μέσα στα γεωγραφικά της όρια. Είναι βαθύτερα τα αίτια και ανάγονται σε όλη την έκταση του κοινωνικο-οικονομικού αλλά και του πολιτικού γίγνεσθαι της μεταπολεμικής Ελλάδας (κι ακόμα παλιότερα)…»
Ακόμη, το Ρ.Σ.Α. ’85 επεσήμανε: «… Γνωρίζουμε ότι ρύθμιση του χώρου, προστασία του Αττικού τοπίου, βελτίωση του περιβάλλοντος, πολεοδομία, σημαίνει σύγκρουση με πολλά συμφέροντα, όλα εκείνα τα συμφέροντα που είχαν τη δύναμη να φέρουν τόσο μεγάλη καταστροφή μέσα σε τόσο λίγο χρόνο…»
Οι Ολυμπιακοί Αγώνες του 2004
Οι Ο.Α. του 2004, από την εποχή της διεκδίκησης αλλά κυρίως μετά την ανάληψη, εμφανίστηκαν σαν μια «μεγάλη ευκαιρία», σαν μια «μεγάλη πρόκληση» για την αντιμετώπιση μεταξύ άλλων- και των χρόνιων προβλημάτων της Αττικής. Ακόμα, δημιουργήθηκαν ελπίδες, για την αναβάθμιση των δημόσιων χώρων της Αθήνας και ιδιαίτερα για το παραλιακό μέτωπο του Φαληρικού όρμου, για την βελτίωση των υποδομών της κ.λ.π., με στόχο την ανάδειξή της σε έναν «ανταγωνιστικό πόλο» στον χώρο της Αν. Μεσογείου.
Σήμερα, τέσσερα χρόνια μετά την ανάληψη, διαπιστώνεται και από ευρύτερους κύκλους, πέραν των αρχικώς διαφωνούντων και αντιτιθέμενων, ότι οι Ολυμπιακοί Αγώνες δεν πρόκειται να αποτελέσουν «ευλογία» για την Αθήνα. Ήδη, όλο και περισσότεροι διαπιστώνουν, ότι οι Ολυμπιακοί Αγώνες αντί για «εθνικό όραμα», αποτελούν «εθνικό βρόχο» και ότι μπορεί να καταλήξουν σε «εθνική καταστροφή».
Πριν ακόμα από την ανάληψη των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004 από τη χώρα μας, είχαν εκφραστεί σοβαρές και τεκμηριωμένες αντιρρήσεις από κινήσεις πολιτών, οικολογικές οργανώσεις και πολιτικά κόμματα, οι οποίες εστιάζονταν κυρίως στις σημαντικές για την Αττική περιβαλλοντικές και πολεοδομικές επιπτώσεις καθώς και στις επιπτώσεις για την οικονομία της χώρας. Ακόμα υπήρχαν κριτικές για το σημερινό, εμπορευματοποιημένο χαρακτήρα των Ολυμπιακών Αγώνων, για την μετατροπή του αθλητισμού σε επιχειρηματική δραστηριότητα κ.λ.π.
Από τη στιγμή που ανατέθηκε η διοργάνωση των Ολυμπιακών Αγώνων στην Αθήνα, κυριάρχησε η άποψη ότι ο σχεδιασμός, η διαχείριση και η υλοποίηση αυτού του τεράστιου για τα δεδομένα της χώρας μας εγχειρήματος, θα πρέπει να γίνουν με διαφανείς διαδικασίες με κύριο στόχο να περιοριστούν οι αρνητικές συνέπειες από τη διεξαγωγή τους . Μέχρι σήμερα ωστόσο, ουσιαστικά δεν έγινε κάτι τέτοιο και την ευθύνη την φέρουν κυρίως τα κοινοβουλευτικά κόμματα και οι δημοτικές και νομαρχιακές τους παρατάξεις.
Για μια εναλλακτική Κινηματική Παρέμβαση στην Αθήνα και την Αττική
Εδώ και μερικούς μήνες έχει ξεκινήσει μια διαδικασία για τη διαμόρφωση ενός νέου, αυτόνομου δημοτικού σχήματος στην Αθήνα και στην ευρύτερη περιοχή της.
Θεωρώντας ότι οι υπάρχουσες δημοτικές παρατάξεις δεν μπορούν να εκφράσουν τους στόχους, τις διαθέσεις και τις επιθυμίες ενός σημαντικού τμήματος πολιτών, μια ομάδα πρωτοβουλίας προχώρησε στην διοργάνωση κάποιων ανοιχτών συζητήσεων για ζητήματα που σχετίζονται με την πόλη, την Τοπική Αυτοδιοίκηση, τα κινήματα πολιτών, τις επιπτώσεις των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004 στην Αθήνα κ.ά. Από τις συζητήσεις που έχουν γίνει προκύπτει η αναγκαιότητα συσπείρωσης και συντονισμού γύρω από ένα ανεξάρτητο «πόλο», όλων εκείνων των πολιτών οι οποίοι μέσα από τοπικές ή θεματικές συλλογικότητες έδωσαν σημαντικές μάχες για ζητήματα που αφορούν την πόλη και το περιβάλλον, τα κοινωνικά και πολιτικά δικαιώματα, την κοινωνική αλληλεγγύη κ.ά.
Η δημιουργία μιας νέας συλλογικότητας στον χώρο της πόλης και της Τ.Α., εκτιμάται ότι δεν πρέπει να αποτελεί ένα «μέτωπο κοινωνικών και πολιτικών φορέων» αλλά ένα χώρο συνάντησης και κοινής δράσης ανένταχτων ανθρώπων που συμμετέχουν σε κινήσεις πολιτών, περιβαλλοντικούς και πολιτιστικούς φορείς, πολιτικές οργανώσεις καθώς και ανθρώπων οι οποίοι θεωρούν ότι ή όποια κομματική ένταξή τους δεν μπορεί να είναι εμπόδιο για την από κοινού αντιμετώπιση των ζητημάτων που αφορούν το μέλλον της Αθήνας και της Αττικής.
Επιδίωξη της ομάδας πρωτοβουλίας «για μια εναλλακτική-κινηματική παρέμβαση στην Αθήνα και την Αττική», όπως αυτοπροσδιορίζεται το υπό διαμόρφωση δημοτικό σχήμα, είναι η αυτόνομη παρέμβαση στον χώρο της πόλης και της Τ.Α. με μακροπρόθεσμο ορίζοντα και όχι η απλή εκλογική σύμπραξη πολιτικών οργανώσεων και ανένταχτων πολιτών.
Με αυτή την έννοια, στόχος του νέου δημοτικού σχήματος είναι η στήριξή του στην αυτόβουλη δράση όσων το συναποτελούν και όχι στην συναίνεση, κάποιων πολιτικών οργανώσεων που ενδεχομένως το στηρίζουν.
Τα παραδείγματα της «Συντονιστικής Επιτροπής κατά της αναθεώρησης του άρθρου 24 τους Συντάγματος» και της «Πρωτοβουλίας Πολιτών ενάντια στην Ολυμπιάδα 2004» είναι νομίζουμε χαρακτηριστικά.
Κλείνοντας, επισημαίνουμε ότι ή όξυνση των υφιστάμενων αντιθέσεων στο κοινωνικό επίπεδο και η γενικευμένη κρίση στο χώρο της πόλης, δημιουργούν ένα διαφορετικό πλαίσιο παρέμβασης.
Το ζητούμενο δεν είναι η εναλλακτική διαχείριση του παρόντος ασφυκτικού θεσμικού πλαισίου για την Τ.Α. αλλά η υπέρβασή του στην πράξη. Το ζητούμενο είναι η διαμόρφωση ενός νέου πλαισίου λειτουργίας της Τοπικής Αυτοδιοίκησης με βάση τις αρχές της άμεσης δημοκρατίας, που να προωθεί την αυτενέργεια των πολιτών, την ουσιαστική προστασία του περιβάλλοντος, τον σεβασμό της διαφορετικότητας, την κοινωνική αλληλεγγύη και την ισότιμη συνύπαρξη διαφορετικών πολιτισμών.
[…] Αθήνα: τοπική αυτοδιοίκηση και παρέμβαση πολιτών […]