Μια κριτική στη πολιτική στάση του ΣΕΚ

Σπάρτακος 62, Νοέμβρης 2001

του Γιάννη Γκολφινόπουλου

Η έκταση και το κοινωνικό και πολιτικό βάρος του διεθνούς κινήματος, ιδιαίτερα μετά τη μάχη της Γένοβας, έχει επιδράσει καταλυτικά στο πολιτικό σκηνικό δίνοντας τη δυνατότητα στην αριστερά, σε όλες τις εκδοχές της να βγει επιθετικά στο προσκήνιο. Η είσοδος στις γραμμές του κινήματος ολοένα και περισσοτέρων αγωνιστών/τριών , η πολιτική ριζοσπαστικοποίηση που λαμβάνει χώρα ιδιαίτερα στη νεολαία έχουν διαμορφώσει το πραγματικό έδαφος για τη συνάντηση πολιτικών συνιστωσών με διαφορετικό παρελθόν, αναφορές και μορφές δράσης, για τον συντονισμό τους σε παγκόσμιο επίπεδο απέναντι στον κοινό εχθρό.

Οι ευεργετικές αυτές επιπτώσεις είναι πια ορατές και στην ελλάδα καθώς η ανάγκη να εκφραστεί η αντίσταση στη νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση στα πλαίσια του διεθνούς κινήματος συσπείρωσε τις πολιτικές εκείνες δυνάμεις που κατανόησαν τον ιστορικό χαρακτήρα και την εμβέλεια του εγχειρήματος.

Κατά τρόπο εντελώς παράδοξο, η ηγεσία του ΣΕΚ, που επεξεργάζεται και αποφασίζει την πολιτική του κόμματος, μολονότι ομνύει στο όνομα του διεθνούς κινήματος έχει χαράξει και ακολουθεί με γρανιτένια συνέπεια ένα » μοναχικό» δρόμο.

Η μοναξιά του σχοινοβάτη

O δρόμος της απομόνωσης και του σεκταρισμού έγινε φανερός ήδη από την περίοδο της προετοιμασίας για την Γένοβα εκπλήσσοντας δυσάρεστα πολλούς συντρόφους. Η επιτροπή ΓΕΝΟΒΑ 2001 συγκροτήθηκε στο περιθώριο όλης της συζήτησης για τη δημιουργία μιας ενωτικής επιτροπής στη βάση μιας ισότιμης πολυφωνίας ομάδων και οργανώσεων, και στην πραγματικότητα ενάντια σ’ αυτή τη συζήτηση. Η υποκλοπή υπογραφών (στην πραγματικότητα προσπάθεια για υποκλοπή συναίνεσης) αγωνιστών/τριών του κινήματος και η άρνηση μέχρι το τέλος να συζητήσει με άλλες οργανώσεις τις ριζοσπαστικής αριστεράς για μια κινηματική συνεύρεση, να ποια ήταν η πολιτική της ηγεσίας του ΣΕΚ. Αυτή η έμφαση στην »δική της» ιδιαίτερη παρουσία κατ’ αντιπαράθεση με όλους τους άλλους (πάγιο χαρακτηριστικό κάθε σεκταριστή) της δημιουργεί μιαν αδήριτη ανάγκη να «υπερβάλλει» λέγοντας «ψεματάκια»! Έτσι, από τις σελίδες του περιοδικού «σοσιαλισμός από τα κάτω» ο φιλαλήθης Λέανδρος Μπόλαρης μας πληροφορεί πως «η πρωτοβουλία Γένοβα 2001 ήταν το μεγαλύτερο κομμάτι» της ελληνικής συμμετοχής στην Γένοβα, χωρίς να θεωρεί αναγκαίο να τεκμηριώσει αυτό που ισχυρίζεται. Ωστόσο, αν και δεν είναι ανάγκη να μεταφερθεί η αντιπαράθεση στο πεδίο των αριθμών είναι αμφίβολο αν μπορεί να ισχυρίζεται κανείς πως η επιτροπή Γένοβα 2001 (όπως άλλωστε και η Ελληνική Επιτροπή) ήταν «μεγαλύτερα κομμάτια» από την αποστολή του ΚΚΕ. Στη συνέχεια ο συντάκτης σ’ ένα ακτιβιστικό κρεσέντο μας πληροφορεί πως το πρωί της Παρασκευής η επιτροπή Γένοβα 2001, μαζί με το μπλοκ του Globalize Resistance, κατευθύνθηκαν στην κόκκινη ζώνη και συγκρούστηκαν. Είναι αλήθεια πως δεν γνωρίζουμε αν κάποια στελέχη του ΣΕΚ βρίσκονταν στην Γένοβα απ’ την Παρασκευή, και από τη σκοπιά της σύγκρουσης εκείνης της ημέρας δεν μας ενδιαφέρει, όπως και κανέναν άλλωστε, ωστόσο η αλήθεια είναι πως το καραβάνι της Γένοβα 2001 δεν συμμετείχε στην πορεία της Παρασκευής, γιατί απλούστατα δεν είχε ακόμα φτάσει! Το ότι η συμμετοχή που είχαν προγραμματίσει ήταν για την πορεία του Σαββάτου μπορεί κανείς να το πληροφορηθεί ακόμα και από το ίδιο το φυλλάδιο της επιτροπής Γένοβα 2001. Τα υπόλοιπα είναι απλώς παραμυθάκια. Στην πορεία της Παρασκευής το μπλοκ της Ελληνικής Επιτροπής συναντήθηκε και εντάχθηκε οργανικά στην την πιο ριζοσπαστική πτέρυγα του GSF. Εντάχθηκε οργανικά στους σχεδιασμούς για την διαδήλωση εκείνης της ημέρας και στάθηκε πλάι πλάι με τους Τούτι Μπιάνκι, τα Κοινωνικά Κέντρα, την νεολαία της Κομμουνιστικής Επανίδρυσης και την Κομμουνιστική Επαναστατική Λίγκα (LCR). Μάλλον δεν τα πήγαμε και τόσο άσχημα για προϊόν «ισορροπιών της ηγεσίας του ΣΥΝ με την πτέρυγα Παπαγιαννάκη- Δαμανάκη» όπως βαθυστόχαστα μας πληροφορεί στο ίδιο τεύχος ο Πάνος Γκαργκάνας. Είναι φανερό, ή ο Πάνος Γκαργκάνας επιχειρεί να συκοφαντήσει την Ελληνική Επιτροπή ή οι Παπαγιαννάκης- Δαμανάκη μεταλλάχθηκαν σε δίδυμο φλογερών επαναστατών! Για το δεύτερο σενάριο ας μου επιτραπούν πάντως κάποιες αμφιβολίες.

Γιατί λοιπόν το ΣΕΚ επιλέγει μια τέτοια στάση; Γιατί οτιδήποτε ξεπερνά τις στενές πολιτικές και οργανωτικές προδιαγραφές της ηγεσίας του ρίχνεται στο λάκκο με τη λάσπη; Μα για να δικαιολογηθεί στα μάτια των μελών ο αγιάτρευτος σεκταρισμός της.

Αντιπολεμικό κίνημα: σεκταρισμός non stop

Αυτή η πολιτική βρίσκει τη φυσική συνέχειά της μέσα στο αντιπολεμικό κίνημα που αναπτύσσεται σε ολόκληρο τον κόσμο και βεβαίως και στην Ελλάδα. Έτσι, ενώ η κουβέντα γύρω απ’ το συντονισμό των δυνάμεων της αριστεράς στο πεδίο του διεθνούς κινήματος, το μόνο πεδίο που είναι ικανό να μπλοκάρει τα σχέδια του ΝΑΤΟ και να φέρει πραγματικές νίκες, ανάβει, ενώ είναι η ώρα να ρίξουμε όλες τις δυνάμεις μας σε μια δράση ενωτική, η ηγεσία του ΣΕΚ μας αφήνει και πάλι άναυδους. Η πρόταση συντονισμού που είδε το φως της δημοσιότητας από την Εργατική Αλληλεγγύη απευθύνεται στην ΕΕΔΥΕ και στο ΔΗΚΚΙ!! Προφανώς, από θέση αρχής κανείς δεν μπορεί να είναι ενάντιος σε συμμαχίες που αφορούν αυτές τις δυνάμεις, όμως εδώ δεν πρόκειται γι’ αυτό. Εδώ το ερώτημα προβάλλει αμείλικτο. Στη βάση ποιας εκτίμησης η ηγεσία του ΣΕΚ επιλέγει αυτές τις «εκλεκτικές συγγένειες»; Αν η απάντηση στον πόλεμο του Μπους μπορεί να δοθεί από το διεθνές κίνημα που ήδη αγωνίζεται σε κάθε γωνιά του πλανήτη (και όντως μόνο από αυτό μπορεί να δοθεί αποτελεσματικά), τότε τι εκφράζει αυτή η πολιτική συμμαχιών;

Δηλαδή, γιατί η προσπάθεια συντονισμού με την ΕΕΔΥΕ και το ΔΗΚΚΙ πηγαίνει πλάι πλάι με το γύρισμα της πλάτης στις προσπάθειες της υπόλοιπης αριστεράς; Το πιο αδύναμο στοιχείο εξάλλου της αντιπολεμικής δράσης του ΚΚΕ (με εξαίρεση βέβαια το κυνικό «ούτε κλαίμε ούτε γελάμε») είναι η μη κατανόηση της κεντρικότητας του διεθνούς συντονισμού των κινημάτων, η πολύ «δειλή» του ένταξη ως τώρα στο παγκόσμιο κίνημα. Για το ΔΗΚΚΙ είναι αλήθεια πως οι έννοιες «διεθνές», αλλά και «κίνημα», είναι ακόμα ένα μακρινό μέλλον. Αυτός λοιπόν ο αντιιμπεριαλιστικός πυρετός που έχει καταλάβει τελευταία την ηγεσία του ΣΕΚ, απ’ ό,τι φαίνεται έχει δώσει πολύ σημαντικά δείγματα προσεταιρισμού της κυνικότητας του μέσου τηλεθεατή, ρίχνοντας την πολιτική σοβαρότητα με την πλάτη στο καναβάτσο. Τι άλλο μπορεί να πει κανείς για μια οργάνωση επαναστατών όταν, ενώ το σύνολο της ριζοσπαστικής πτέρυγας του κινήματος συγκροτεί έναν πειστικό αντιπολεμικό λόγο ρίχνοντας φως μεταξύ άλλων και στις εγκληματικές ευθύνες του ιμπεριαλισμού στην ισχυροποίηση του φονταμενταλισμού, αυτή επιλέγει να δημοσιεύει την αντιπολεμική »δραστηριότητα» των φιλάθλων της ΑΕΚ που φώναζαν από κερκίδας »Οσάμα, Οσάμα»!!!; Πολιτικές δυνάμεις όπως το Δίκτυο, η ΔΕΑ, η ΟΚΔΕ- ΣΠΑΡΤΑΚΟΣ, το Ξεκίνημα είναι λιγότερο διεθνιστικές και μαχητικές από την ΕΕΔΥΕ και το ΔΗΚΚΙ; Λιγότερο και από τους οπαδούς της ΑΕΚ; Ας αφήσουμε προς το παρόν το ερώτημα να πλανάται

SWP VS SEK

Εδώ θα ήταν πολύ χρήσιμο να συγκρίνει κανείς την τακτική του ΣΕΚ με τα παραδείγματα της Βρετανίας και της Σκότιας. Το SWP (αδελφή οργάνωση του ΣΕΚ) τόσο στην Αγγλία όσο και στη Σκότια, ανταποκρίνεται θετικά στις ιστορικές προκλήσεις για συντονισμό και σύγκλιση στο πεδίο των αγώνων που έρχονται, προκλήσεις που θέτουν στην ατζέντα ακόμα και το σχηματισμό κοινών οργανώσεων. Τα παραδείγματα της Socialist Alliance στην Αγγλία καθώς και του SSP (Scottish Socialist Party) στη Σκότια είναι πολύ χτυπητά για να μην τα βλέπει κανείς. Και οι δύο αυτές πολιτικές οργανώσεις αποτελούν προϊόντα ανασύνθεσης της αριστεράς και σ’ αυτές συμμετέχουν οργανώσεις που πριν δέκα χρόνια ας πούμε θα ήταν αδιανόητο να συνεργαστούν (ISG, τμήμα της τέταρτης διεθνούς, το SWP, η οργάνωση του Militant, το KΚ-MB, διάσπαση του ΚΚΒ κ.α). Και δεν υπάρχει κανείς που να μπορεί να διαφωνήσει με το προφανές, ότι ήταν αυτή η ειλικρινά ενωτική πολιτική που επιτρέπει σήμερα στην αριστερά της Βρετανίας να βγαίνει δυναμικά στο πολιτικό προσκήνιο, να συναντά ξανά την εργατική τάξη και τη ριζοσπαστική νεολαία. Το SWP έχει μπει για τα καλά στο δρόμο της ανασύνθεσης, ενώ το ΣΕΚ για τα καλά στο δρόμο της απομόνωσης. Η ανάγκη του ΣΕΚ να αποδείξει πως αποτελεί μια ηγεμονεύουσα δύναμη στην αριστερά, η φαντασίωση της ηγεσίας του ότι μπορεί να δράσει (ενν. το ΣΕΚ) καταλυτικά στο κίνημα και τις πολιτικές εξελίξεις από μόνο του (ποιος ξέρει, ίσως φουσκώνοντας αρκετά), αυτό είναι το γόνιμο χώμα στο οποίο ευδοκιμούν τα θλιβερά ψέματα και οι μικρομεγαλισμοί.

Το σταυροδρόμι

Ακόμα περισσότερο, μια τέτοια πολιτική δεν μπορεί παρά να σύρει αυτό το κόμμα έξω από τις ζωντανές διαδικασίες του διεθνούς κινήματος. Το κίνημα αυτό μπορεί να πείθει και να μαζικοποιείται, μπορεί να διαφυλάσσει την πολύτιμη ενότητα του μόνο στο βαθμό που αποδέχεται τους όρους ενός ισότιμου και ειλικρινούς διαλόγου, τόσο πάνω στις μεθόδους της δράσης όσο και πάνω στις μορφές συγκρότησης.

Αυτό προϋποθέτει έναν ουσιαστικό σεβασμό όλων των υπολοίπων συνιστωσών, προϋποθέτει μια για πάντα την εγκατάλειψη βλακωδών ηγεμονισμών, της τακτικής του »μυστικά και ψέματα». Αυτό είναι το πρότυπο της συνεργασίας και της αλληλεγγύης που βγαίνει μέσα απ’ το Σηάτλ, αυτό το πρότυπο πολλαπλασιασμένο βγήκε μέσα απ’ τη Γένοβα. Η συμπόρευση αυτή, παρά τις πολλές διαφορετικές απόψεις, η λογική του αγωνιζόμαστε από κοινού ακόμα κι αν έχουμε διαφορετικούς στόχους και στρατηγικές, ήταν το θεμέλιο του Κοινωνικού Φόρουμ της Γένοβας (GSF), ήταν αυτό που έδωσε στο κίνημα τη δυνατότητα να είναι τόσο μαζικό, τόσο πολυσυλλεκτικό κι όμως τόσο δημοκρατικό και τόσο μαχητικό. Και μόνη η ύπαρξη του GSF, ενός κινηματικού δηλαδή μορφώματος που μπόρεσε να αγκαλιάσει περίπου χίλιες διαφορετικές οργανώσεις είναι ένα επίτευγμα, μια πολύ μεγάλη παρακαταθήκη για το μέλλον. Στην πραγματικότητα είναι μια απόδειξη ότι η υπόθεση του κινήματος είναι μια υπόθεση βαθιά δημοκρατική, που δίνει τη δυνατότητα έκφρασης σε κάθε έναν/μία, μια απόδειξη κολοσσιαίας σημασίας αν σκεφτεί κανείς τις δεκαετίες της κυριαρχίας του σταλινισμού και την συκοφάντηση οποιασδήποτε δημοκρατίας μέσα στα κινήματα. Μπροστά σ’ αυτό το παράδειγμα λοιπόν, οι »τρικλοποδιές» (παλιότερα το ονόμαζαν και οπορτουνισμό) της ηγεσίας του ΣΕΚ φαντάζουν τραγικά αστείες.

Ωστόσο, είναι βέβαιο πως κανείς δεν μπορεί να σφυρίζει αδιάφορα μπροστά στις τάσεις και τα ερωτήματα που αναδύονται από τις ίδιες τις ιστορικές εξελίξεις, με λίγα λόγια κανείς δεν μπορεί να γυρίσει την πλάτη στη συζήτηση που απασχολεί τα πιο σημαντικά κομμάτια της διεθνούς ριζοσπαστικής αριστεράς (οι διαδηλώσεις της Νίκαιας και της Γένοβας αποτέλεσαν και πεδίο συνάντησης ριζοσπαστικών πολιτικών οργανώσεων απ’ όλη την Ευρώπη). Η αναγκαιότητα οικοδόμησης μιας εναλλακτικής προοπτικής για τους καταπιεσμένους/ες του κόσμου, πάνω στα ερείπια του σταλινισμού και ενάντια σε μια σοσιαλδημοκρατία που μετατοπίζεται ολοένα και δεξιότερα ανοίγει (στην πραγματικότητα έχει ήδη ανοίξει!!!) το δρόμο για μια ευρεία συνάντηση ριζοσπαστικών πολιτικών ρευμάτων, κάνει δυνατή την γέννηση και την ισχυροποίηση μιας νέας κινηματικής αριστεράς.

Το διεθνές κίνημα αποτελεί το ιδρυτικό εκείνο γεγονός που επιτρέπει στους καταπιεσμένους/ες να ονειρευτούν και να δημιουργήσουν έναν άλλο κόσμο.
Όποιος αποδέχεται λοιπόν μια τέτοια προοπτική οφείλει να καταθέτει τις απόψεις του στο φως της πιο πλέριας και ουσιαστικής δημοκρατίας παίρνοντας μια ξεκάθαρη θέση. Τέτοιου είδους κόλπα, όπως αυτά που επιλέγει η ηγεσία του ΣΕΚ έχουν ένα μεγάλο παρελθόν στην αριστερά αλλά δυστυχώς γι’ αυτήν καθόλου μέλλον. Hic Rhodus, hic saltus!!

Γιάννης Γκολφινόπουλος


Σπάρτακος 62, Νοέμβρης 2001

Σπάρτακος αρχείο



https://tpt4.org/?p=2643

There is one comment

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Twitter

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Twitter. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s