Για τη Διεθνιστική Εργατική Αριστερά

Σπάρτακος 59, Μάης 2001


Συνέντευξη με τον Αντώνη Νταβανέλλο

  • Ερώτηση: Πες μου καταρχήν λίγα για το πλαίσιο που οδήγησε στη διάσπαση του ΣΕΚ

Απάντηση: Η κρίση στο ΣΕΚ και την IST (Διεθνιστική Σοσιαλιστική Τάση) έχει τις ρίζες της ως τα μέσα της δεκαετίας του ’90.

Στις αρχές της δεκαετίας είχαμε σημαντική ανάπτυξη. Στις συνθήκες μετά το ’89 η θέση της IST για τον κρατικό καπιταλισμό ήταν η μόνη που έδινε περιθώρια οικοδόμησης. Το ΣΕΚ αντιμετώπισε σωστά τα καθήκοντα της περιόδου της ΝΔ και έχτισε –ως ΟΣΕ τότε- μια οργάνωση που δρούσε έντονα, σκεφτόταν και συζητούσε σοβαρά. Το μόνο «γκρίζο» σημείο που μπορώ, εκ των υστέρων, να δω, είναι μια υποτίμηση των συνεπειών της διαλυτικής κρίσης των σταλινικών ΚΚ στη Δύση πάνω στο οργανωμένο εργατικό κίνημα.

Αν και η απαισιοδοξία οδηγούσε τότε στην απάθεια την επαναστατική αριστερά, εμείς φτάσαμε στην κρίση μέσα από την υπεραισιόδοξη ανάλυση. Οι εκτιμήσεις για «επανάληψη του ’30 σε αργό ρυθμό» για «δεκαετία πολέμων και επαναστάσεων» οδήγησαν στο στόχο να μετατρέψουμε άμεσα μικρές και άπειρες οργανώσεις σε επαναστατικά κόμματα. Η υπεραισιοδοξία οδήγησε στον οργανωτικό τυχοδιωκτισμό και αυτός με τη σειρά του στη χαλάρωση, την απάθεια, την κρίση.

  • Ερώτηση: Το πρόβλημα, όμως, δεν είναι μόνο ζήτημα εκτίμησης. Είναι και πώς αυτή μεταφράζεται στη ζωντανή πραγματικότητα της οργάνωσης. Και μπορεί να αφήνει μονιμότερα χαρακτηριστικά.

Αυτές οι «υπερβολές» ήταν ιδιαίτερα έντονες στην Ελλάδα. Δυστυχώς αυτά δεν είναι περασμένα – ξεχασμένα. Δηλητηριάζουν το παρόν. Επιβιώνουν στις σημερινές «στροφές» της ηγεσίας, που θεωρεί θεμιτό να αλλάζει τελείως κατευθύνσεις χωρίς αυτοκριτική, χωρίς να αναλαμβάνει τις ευθύνες της και, κυρίως, χωρίς να επιτρέπει ένα εσωτερικό καθεστώς ομαλής πολιτικής συζήτησης.

Είναι γεγονός ότι σε αυτή την πορεία αναπτύξαμε χαρακτηριστικά που είναι σε αντίθεση με τις ιδεολογικές παραδόσεις της Τάσης μας (αλλαζονική αντιμετώπιση των άλλων ρευμάτων, αποστείρωση της εσωτερικής πολιτικής συζήτησης, πλειοψηφικό σύστημα εκλογής οργάνων, δυσανεξία στην πολιτική διαφωνία, διοικητισμός της καθοδήγησης κ.λπ.). Αυτά πρέπει να εξηγούνται με το άνοιγμα της ψαλλίδας ανάμεσα στις κεντρικές εκτιμήσεις της καθοδήγησης και την πραγματικότητα, τα καθήκοντα παρέμβασης και οικοδόμησης που θα αντιμετώπιζαν οι σ. στην πράξη. Δυστυχώς με το πέρασμα του χρόνου αυτά αποκρυσταλλώθηκαν, έγιναν ιδέες και μόνιμες επιλογές που είναι δύσκολο να αλλάξουν.

  • Ερώτηση: Ναι, αλλά ανάλογα προβλήματα βλέπουμε σε όλη την Τάση. Όχι μόνο στην Ελλάδα…

Δυστυχώς επίσης, είναι διεθνή χαρακτηριστικά. Στην περίπτωση διαγραφής της ISΟ, η IST, μια τάση πιο «χαλαρή» από την 4η Διεθνή, απέδειξε ότι έχει πολύ «βαρύ χέρι» όταν αντιμετωπίζει διαφωνίες. Οι ερμηνείες του Άλεξ Καλλίνικου (περί ευθυνών του ISΟ στη διάσπαση του ΣΕΚ κ.λ.π.) είναι δικαιολογίες. Όλοι ξέρουμε ότι η διαφωνία SWP – ISO ξεκίνησε από παλαιότερα, έχει σχέση με τα προβλήματα οικοδόμησης στη δεκαετία ’90 και τα χαρακτηριστικά και τη λειτουργία της IST. Επίσης, όλοι ξέρουμε ότι δεν είναι μεμονωμένο «επεισόδιο»: η ηγεσία του SWP (και πιο δραστήρια ο Άλεξ Καλλίνικος) έχουν «αναμειχθεί» σε έξι (6) διασπάσεις οργανώσεων της IST τα τελευταία χρόνια, που όλες οδήγησαν σε διαλυτικές κρίσεις.

Παρόλα αυτά, επιμένουμε στην εκτίμηση ότι αυτά τα φαινόμενα είναι αποτέλεσμα της απόστασης της πολιτικής της IST με την πραγματικότητα, δεν υιοθετούμε κάποια γενικότερη κατηγορία (γραφειοκρατικοποίηση, κ.λ.π.).

Είναι αλήθεια ότι όλες οι οργανώσεις της IST έχουμε διαφορές με την 4η Διεθνή στο ζήτημα της αναγνώρισης των μόνιμων φραξιών και των καταστατικών κατοχυρώσεων της εσωκομματικής δημοκρατίας. Στη ΔΕΑ, όπως θα διαπίστωσες και στο συνέδριό μας, αυτή η συζήτηση έχει ανοίξει, όμως έμεινε να κριθεί στο επόμενο συνέδριο.

  • Ωστόσο, στις μεταξύ σας συζητήσεις και διενέξεις, εννοώ με το ΣΕΚ, αυτό που σας προσάπτεται είναι ότι, μπροστά σε μια νέα ελπιδοφόρα περίοδο, εξαιτίας ενός νέου κινήματος ενάντια στην καπιταλιστική παγκοσμιοποίηση, εσείς στην ουσία παραιτείστε ή είστε «κουρασμένοι».

Σε καμία περίπτωση. Το αποδεικνύουμε άλλωστε με τη δράση μας για τη Γένοβα. Η διαφορά μας με το ΣΕΚ και την ηγεσία της IST δεν είναι ασφαλώς ποιοί αναγνωρίζουν και ποιοί όχι τη σημασία των Σιάτλ, Νίκαιας, Γένοβα κ.λ.π.

Δύο είναι τα κεντρικά ζητήματα:

α. Το γενικό πλαίσιο στο οποίο εντάσσεται αυτή η εξέλιξη. Το ΣΕΚ στο συνέδριό του διατύπωσε τη θέση: «ζούμε την αρχή ενός νέου επαναστατικού κύματος, σαν το 1848, το 1917, το 1968 …». Σαν συνέπεια, το αντικαπιταλιστικό κίνημα παρουσιάζεται σαν η αυθόρμητη «παραγωγή» μιας νέας επαναστατικής πρωτοπορίας, την οποία η υπάρχουσα επαναστατική αριστερά δεν έχει παρά να την οργανώσει, να την … μαζέψει. Διαφωνούμε με αυτή την εκτίμηση, που υποτιμά τα καθήκοντα τακτικής, πολιτικής και οργάνωσης των μαχών του κινήματας.

β. Το πώς θα συνδεθούμε με το αντικαπιταλιστικό κίνημα. Η τάση του ΣΕΚ να μετατρέψει τους πυρήνες του σε «πυρήνες ακτιβιστών», σε όργανα του κινήματος, που τη μία εβδομάδα θα είναι «πρωτοβουλία Γένοβα» και την άλλη «πρωτοβουλία κατά των ναρκωτικών» κ.ο.κ. μέχρι που, με τη διαρκή επανάληψη, οι συμμετέχοντες «ακτιβιστές» να πεισθούν να γίνουν μέλη του ΣΕΚ, συνδυάζει και τα δύο λάθη: διαλύει την αναγκαία οργανωμένη παρουσία των επαναστατών σοσιαλιστών μέσα στο κίνημα, ενώ δυστυχώς επιβιώνει ο σεχταρισμός (γιατί μέσα στο «κίνημα» δεν λειτουργεί μόνο μία οργάνωση), τα καπελώματα, οι τεχνικές χειραγώγησης κ.λ.π.

Θεωρούμε ότι αντίθετα, στην περίοδο που ζούμε, έχουμε ανάγκη από την πιο ειλικρινή και πιο θαρραλέα ανάπτυξη της τακτικής του Ενιαίου Μετώπου. Όπως θα διαπίστωσες στο συνέδριό μας, η ΔΕΑ θα δώσει όλες της τις δυνάμεις σε αυτή την κατεύθυνση. Το αποδεικνύουμε σήμερα με τη συμμετοχή μας στην πρωτοβουλία για τη Γένοβα αλλά και συνολικότερα.

  • Εσείς πώς βλέπετε την περίοδο;

Ζούμε μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα, κρίσιμη περίοδο. Τα βασικά της χαρακτηριστικά πιστεύουμε ότι είναι:

  • Η προχωρημένη ταξική πόλωση, που πιστεύουμε ότι στην Ελλάδα θα είναι αποκαλυπτική στη συνέχεια της μάχης για το ασφαλιστικό.
  •  κρίση των μαζικών ρεφορμιστικών κομμάτων της αριστεράς, ειδικότερα με την καταγραφή σε μαζικό επίπεδο του ότι οι διαφορές στην πολιτική μεταξύ των σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων και της δεξιάς έχουν στενέψει απελπιστικά.
  • Η αναθέρμανση των εργατικών αγώνων, που αν και παραμένουν αμυντικοί, παίρνουν πλατειές διαστάσεις και δίνουν τον τόνο στις πολιτικές εξελίξεις.
  • Τέλος, η ανάπτυξη του κινήματος ενάντια στη νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση (Σιάτλ, Πράγα, Νίκαια, Γένοβα…) αποτελεί ένα σπουδαίο παράγοντα: στηρίζει ένα νέο διεθνισμό, δίνει το χρήσιμο «σύμβολο» πάλης, ενοποιεί τις διαφορετικές θεματολογίες αντίστασης και –ίσως κυρίως- αναδεικνύει ως ενιαίο εχθρό όλων μας το καπιταλιστικό σύστημα.

Πρόκειται για μια περίοδο με τεράστιες ευκαιρίες για τους επαναστάτες, αλλά και μεγάλες πολιτικές δυσκολίες. Σήμερα δύο χαρακτηριστικά πρέπει να απορριφθούν -ταχύτατα: ο σεχταρισμός, που οδηγεί στην υποτίμηση των ευκαιριών, αλλά και ο «διαλυτισμός», η τάση που οδηγεί στην ανικανότητα συστηματικής και μόνιμης οικοδόμησης οργανώσεων και κομμάτων της επαναστατικής αριστεράς στις σύγχρονες συνθήκες.

  • Αυτό το νέο περιβάλλον, ωστόσο, επηρεάζει και τους τρόπους ύπαρξης των πολιτικών πρακτικών, ακόμα και της ριζοσπαστικής ή της επαναστατικής αριστεράς. Ορισμένα από αυτά τα ζητήματα εμείς προσπαθήσαμε να τα αναλύσουμε με την ανασύνθεση έως και την ανάγκη νέων συσπειρώσεων, μεταλλάξεων, κλπ. Ως τώρα, το ρεύμα σας, κατά πολύ αγνοούσε αυτές τις διαδικασίες. Τώρα πώς αναλύετε το τοπίο;

Είναι αλήθεια ότι οι παραδοσιακές διαφορές μεταξύ των ρευμάτων της επαναστατικής αριστεράς είναι σε διαδικασία υποβάθμισης, ενώ πιο σημαντικά γίνονται τα ζητήματα αναπόκρισης στις σημερινές προκλήσεις. Συμφωνούμε ότι ο «χάρτης» της επαναστατικής αριστεράς ξαναγράφεται.

Η ενιαιομετωπική δράση μας μέσα στο κίνημα θα είναι το βασικό κριτήριο για τις νέες σχέσεις μεταξύ μας. Όμως, η οργανωμένη και ειλικρινής συζήτηση ανάμεσα στις οργανώσεις και τα ρεύματα δεν πρέπει να υποτιμηθεί. Υπάρχουν νεώτερα προβλήματα που είναι πολύ σημαντικά (π.χ. πόλεμος στα Βαλκάνια, συγκυρία της οικονομικής κρίσης κ.λ.π.) αλλά και προβλήματα «κληρονομημένα» από το παρελθόν. Είναι π.χ. σαφές ότι η ΔΕΑ δίνει μεγαλύτερη έμφαση στην εξωστρέφεια και την οργανωτικότητα, απ’ ό,τι οι οργανώσεις της 4ης Διεθνούς στην Ελλάδα.

Δεν θεωρούμε σωστή μια τακτική «διάχυσης» των οργανώσεών μας σε μετωπικά σχήματα τύπου Attac ή σε πολιτικά σχήματα ομπρέλες (τύπου SSP – Σκωτίας). Όμως εννοούμε ειλικρινά ότι η ενιαιομετωπική δράση στο κίνημα και η τίμια και συστηματική πολιτική συζήτηση, μπορούν να οδηγήσουν σε ανασυγκροτήσεις, που θα κάνουν το εγχείρημα της οικοδόμησης ενός επαναστατικού σοσιαλιστικού κόμματος πιο εφικτό.

Αθήνα, 24/4/2001


Σπάρτακος 59, Μάης 2001

Αρχείο Σπάρτακου


https://tpt4.org/?p=2457

There is one comment

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Twitter

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Twitter. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s