Γαλλία: Τα μαθήματα των δημοτικών εκλογών

Σπάρτακος 59, Μάης 2001


του Χρίστου Ιωνά

Οι δημοτικές εκλογές της 11 (και 18) Μαρτίου φαίνονταν ότι θα επιβεβαίωναν την κυβέρνηση Ζοσπέν, μαζί με τους υποστηρικτές της –PS (σοσιαλιστές), PCF (κομμουνιστές) και Πράσινους- στην ορθότητα της πολιτικής τους. Έτσι, οι ηγέτες της πληθυντικής αριστεράς θα μπορούσαν να κοροϊδεύουν πάλι τη διασπασμένη γαλλική δεξιά, καθώς θα έχανε πολλές δημαρχίες προς όφελος της ροζέ, της «κόκκινης» και της πράσινης αριστεράς. Το «ροζ» κύμα είχε προαναγγελθεί από τους εκλογικούς προφήτες. Όμως, νά που τα αποτελέσματα του πρώτου, και κυρίως του δεύτερου, γύρου διέλυσαν τις προγνώσεις αυτές. Και κυρίως, ένα χρόνο πριν από τις βουλευτικές και τις προεδρικές εκλογές, αποκάλυψαν μια πολιτική κατάσταση πολύ σύνθετη της οποίας το κλειδί, σε τελευταία ανάλυση, βρίσκεται στην κινητοποίηση των εργαζομένων ενάντια στην φιλελεύθερη πολιτική που έχει ενορχηστρώσει το MEDEF (ο γαλλικός σύνδεσμος εργοδοτών) και που εκτελείται από την κυβέρνηση. Χωρίς κινητοποίηση, ο κίνδυνος μεγαλώνει είτε να επανέλθει η δεξιά είτε να επιταχυνθεί η αντεργατική πολιτικής της αριστεράς που όλο και λιγότερο ασχολείται με τις ρίζες της ή και απλώς με το ρεφορμιστικό της χαρακτήρα, πράγμα που το είδαμε και στη συμφωνία για την ανεργία που υπέγραψαν ενάντια στους ανέργους οι εργοδότες και η CFDT κάτω από τις ευλογίες της κυβέρνησης.

Εκλογική αποδοκιμασία της κυβερνητικής αριστεράς

Η λαϊκή κύρωση πήρε συμβολική χροιά με την ήττα γνωστών υπουργών της κυβέρνησης: Ζακ Λανγκ (παιδείας), Γκαϊσό (μεταφορές), Γκιγκού (κοινωνικές υποθέσεις), Βουανέ (περιβάλλον). Αλλά το ίδιο φαίνεται και με την απώλεια πολλών πόλεων: το Σοσιαλιστικό Κόμμα χάνει 57 πόλεις άνω των 10.000 κατοίκων (και κερδίζει 42), το ΚΚ χάνει 32 (και κερδίζει 6). Στις χαμένες πόλεις συγκαταλέγονται σημαντικοί δήμοι όπως Στρασβούργο, Επινέ, Μπλουά, Αρζαντέιγ, Ντρανσύ, Αιξ-εν-Προβένς. Και ας μην ξεχνάμε και τις πόλεις που έλεγχε η δεξιά και που προορίζονταν, σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, να περάσουν στην αριστερά: Τουλούζ, Καν, …, που παρέμειναν στη δεξιά. Όπως το βλέπει κανείς και όπως το έλεγε ο Αλέν Κριβίν της LCR (4η Διεθνής): «Ο Λιονέλ Ζοσπέν, το ΣΚ και η αριστερά δεν προσφέρουν τίποτα για να ονειρευτείς: το μόνο που υπάρχει, για αυτούς, είναι η διαχείριση» (Le Parisien, 15/3/2001). Έτσι, εύκολα καταλαβαίνει κανείς γιατί τα αποτελέσματα αυτά έκαναν την «πληθυντική αριστερά» να στραβομουτσουνιάσει, καθώς αναγκάστηκε απότομα να προσγειωθεί από την εφησυχασμένη της υπερχοψία του διαχειριστή του καπιταλισμού. Γιατί ο βαθύτερος λόγος που καθιστά πραγματική την ήττα είναι η λαϊκή δυσαρέσκεια απέναντι στην πολιτική Ζοσπέν: αυτό εκδηλώθηκε κυρίως με μια έντονη αποχή (36,7% στον πρώτο γύρο, μεγαλύτερη κατά 3,5% σε σχέση με τις δημοτικές εκλογές του 1995). Στο δεύτερο γύρο, η απουσία λαϊκής κινητοποίησης ήταν σαφής: διατήρηση της αποχής συν μια εν μέρει απουσία μεταφοράς των ψήφων της άκρας αριστεράς.

Έτσι εκδηλώθηκε ο θυμός των εργαζομένων: καταδίκη μιας πολιτικής που μεταφράζεται σε πλήρη ευθυγράμμιση προς τη λογική της φιλελεύθερης εργοδοσίας. Εάν υπάρχει μείωση της ανεργίας, αυτό γίνεται κυρίως επειδή δημιουργούνται πρόσκαιρες θέσεις απασχόλησης και διευθετήσεις διαιώνισης της ανασφάλειας (απασχόληση νέων, λεγόμενες «συμβάσεις αλληλεγγύης», …). Οι εργοδοτικές επιθέσεις ενάντια στη σύνταξη στα 60, χωρίς οποιαδήποτε δέσμευση του Ζοσπέν να διατηρήσει και να βελτιώσει το σημερινό σύστημα. Πάγωμα των μισθών (με την προκλητική πρόταση για αύξηση 0,5% έναντι των απωλειών στο δημόσιο τομέα!). Και όλα αυτά ντυμένα με υπεροπτικά λόγια που επιτρέπουν σε μερικούς υπουργούς να τρέχουν να παρελαύνουν στο Πόρτο Αλέγκρε την ίδια ώρα που άλλοι, κάπως πιο συνετά, συμμετείχαν στο Νταβός. Όλα αυτά είναι που καταδικάστηκαν από τους εκλογείς και το αποτέλεσμα είναι πολύ ανησυχητικό για τα κόμματα της κυβερνητικής αριστεράς.

Μια πληθυντική αριστερά που επλήχθη βαριά

Το Σοσιαλιστικό Κόμμα επλήχθη, με την ήττα συμβολικών της προσωπικοτήτων, όπως ο Ζακ Λανγκ, η Ελισαμπέτ Γκιγκού ή η Κατρίν Τρωτμάν. Ο Ζοσπέν δεν θα μπορέσει να μείνει σε επιφανειακά μέτρα, όπως η απόφασή του να απαγορεύσει τη συσσώρευση των λειτουργιών του δημάρχου και του υπουργού! Στην πραγματικότητα, ένα χρόνο πριν από τις κρίσιμες εκλογικές αναμετρήσεις, είναι το σχέδιο του Σοσιαλιστικού Κόμματος στην ολότητά του που μοιάζει να αμφισβητείται. Αυτό είναι που και ο Ζοσπέν θέλει να εξετάσει, σε πρώτη φάση σε ένα σεμινάριο του οποίου το δίλημμα είναι πολύ απλό: πρέπει να ικανοποιηθούν μερικές διεκδικήσεις, πράγμα που θα κινδύνευε όμως να ανοίξει ένα βαθύτερο κίνημα, ή μήπως πρέπει να συνεχίσουν στην ίδια πορεία, πράγμα που ταιριάζει πολύ περισσότερο με το πνεύμα της «αριστεράς του χαβιαριού».

Οι Πράσινοι φαινομενικά είναι οι λιγότερο χαμένοι αυτών των εκλογών: ωστόσο, η αποτυχία στον πρώτο γύρο της ηγέτιδάς τους, της υπουργού Βουανέ, καθώς και ο πολύ μικρός αριθμός δημαρχείων που ελέγχονται από τους Πράσινους, δείχνουν μια αδυναμία που αναδεικνύεται ακόμα πιο ωμά δεδομένου του ότι η πείνα τους για εξουσία είναι πλέον σαφέστατη, όσο σαφής είναι και η παραμέλησή τους για κινητοποιήσεις σε τόσο σημαντικά θέματα όπως η μεταφορά πυρηνικών απόβλητων.

Οι πιο μεγάλοι χαμένοι είναι αναμφισβήτητα το ΚΚ. Εάν διατηρεί έναν αριθμό δήμων ασύγκριτα μεγαλύτερο από των Πράσινων, ωστόσο η νέα υποχώρηση που υφίσταται είναι ακόμα πιο ζωτική και από την πτώση του στις βουλευτικές: πράγματι, είναι τα ορμητήρια του «δημαρχιακού κομμουνισμού», δηλαδή η ίδια η αίγλη που μπορούσε να διατηρεί το ΚΚ μέσα από τη διαχείριση μεγάλων εργατικών πόλεων ή λαϊκών συνοικιών, που πλέον έχει θιγεί. Ιστορικές πόλεις σαν το Αρζαντέιγ (ΚΚ από το 1934), η Κολόμπ ή η Σέτ, περνάν στη δεξιά και η πτώση είναι εντυπωσιακή σε πολλούς δήμους που «σώθηκαν» παρά τρίχα. Επίσης σε αποτυχία οδηγείται και ο «αγροτικός κομμουνισμός», με την απώλεια πόλεων όπως η Μονλυσόν, οχυρό του κέντρου της Γαλλίας.

Είναι η θέση του ΚΚ που περισσότερο καταδικάστηκε από τους παραδοσιακούς του εκλογείς και που έτσι ρίχνει φως και στο βαθύ αδιέξοδο της οργάνωσης αυτής. Απέναντι σε αυτό, η απάντηση του γραμματέα της, Ρομπέρ Υ, είναι για κλάμματα: επιμένει στο ότι το ΚΚ πρέπει να παραμείνει στην κυβέρνηση, ότι δεν υπάρχει άλλος δυνατός δρόμος, αλλά τα λόγια του για την ανάγκη να συμμετέχει ενεργά στο κοινωνικό κίνημα δεν έχουν πλέον καμία φερεγγυότητα: «Να κινητοποιήσουμε όλες τις δυνάμεις που αντιπαρατίθενται στο φιλελευθερισμό, ακόμα και σε αυτόν που ονομάζεται ‘κοινωνικός’, να ποιός είναι κατά τη γνώμη μου ο μοχλός που μπορεί να επιτρέπει να κάνουμε διαφορετικά για να κάνουμε περισσότερα. Αυτή είναι η βούληση που μας ζωογονεί. Σε αυτό το πνεύμα είναι που πρέπει να εργαστούμε, στην πλειοψηφία και στην κυβέρνηση, σε στήριξη και σε σύγκλιση με το λαϊκό κίνημα» (Humanite, 23 Μαρτίου). Χωρίς σχόλια!

Επιπλέον, η γραμμή αυτή επιχειρηματολογείται με μια απαισιοδοξία για την αριστερά, που θα αντιπροσώπευε μόνο το 44% των Γάλλων και που θα εκλεγόταν μόνο χάρη στο εκλογικό σύστημα το κληροδοτημένο από τη δεξιά! Σε αυτό προστίθενται και μερικές επιθέσεις ενάντια στους Πράσινους. Δηλαδή, γενικά, ό,τι πρέπει για να ολοκληρώσει την απογοήτευση των μελών του… Απέναντι σε αυτό, η παγωμάρα και η γρίνια αυξάνουν μέσα στο ΚΚ. Πλάι σε αντιδράσεις νοσταλγίας με χρωματισμούς «τάξη ενάντια σε τάξη», οι ανανεωτές κομμουνιστές, που κρατήθηκαν αρκετά καλά στις εκλογές αυτές (προσωπικότητες όπως ο Ερμιέ στη Μασαλία, ο τέως υπουργός Ραλίτ στο Ωμπερβιλιέ ή ο Μπραουζέκ που επανεξελέγη από τον πρώτο γύρο στο Σεν Ντενίς) νίπτουν τας χείρας τους και απαιτούν να ξαναορίσει το ΚΚ ένα νέο σχέδιο: Ο Μπραουζέκ, σε άρθρο του στη Le Monde, περιγράφει μάλιστα τον τύπο ηγέτη που χρειάζεται το ΚΚ σήμερα και όλοι μπορούν να αναγνωρίσουν το πορτρέτο του δημάρχου του Σεν Ντενίς, εργατική πόλη που υποδέχτηκε το ποδοσφαιρικό Μουντιάλ, και η οποία επανεξέλεξε το δήμαρχό της, εκλέγοντας ταυτόχρονα και δημοτικούς συμβούλους από την LCR και την LO!

Μια δεξιά που ξαναστολίζεται

Η γαλλική δεξιά είναι βαθιά διασπασμένη: απουσία σχεδίου, πόλεμος αρχηγών. Αυτό ήταν προφανές και πριν από τις εκλογές και για αυτό εξάλλου ετοιμαζόταν να χάσει με μοιρολατρεία. Αλλά είναι προφανές και μετά τις εκλογές, παρά τα αρκετά καλά αποτελέσματα. Ο πίνακας δεν αλλάζει: ο Σιράκ συνδέεται όλο και περισσότερο με σκάνδαλα, ο Σεγκέν, υποτιθέμενος διάδοχος, βλέπει να του κόβονται τα πόδια μετά τη μνημειώδη του ήττα στο Παρίσι, η Αλιό Μαρί, η γκωλίστρια ηγέτιδα, είναι σημαδεμένη σαν μεγαλοαστή αντίθετα ακριβώς από τον μυθικό και επιζητούμενο λαϊκό γκωλισμό. Το άλλο ρεύμα της δεξιάς, η UDF, βλέπει να υπάρχουν πλέον δυνατότητες να περιορίσει οριστικά το κόμμα που αναφέρεται στον γκωλισμό και να ηγηθεί, έτσι, επιτέλους της δεξιάς πάνω σε φιλελεύθερες θέσεις, απλές και σκληρές. Νά και γιατί, άλλωστε, ακόμα και μετά τις εκλογές, ο ηγέτης της αρνήθηκε κάθε ενωτικό σχέδιο με τους γκωλικούς για τις εκλογές του 2002.

Αυτό είναι πάντως το πλαίσιο που εξηγεί, περισσότερο από μια κοινωνιολογική και κοινωνική άνοδο της αριστεράς, την καταστροφική απώλεια των δύο κύριων γαλλικών πόλεων, της Λυόν (απερχόμενος δήμαρχος ο Μπαρ) και του Παρισιού, όπου είχε εγκατασταθεί με τον Σιράκ και μετά τον Τιμπερί μια πραγματική μαφία της οποίας σήμερα έχουν αποδειχτεί οι σκανδαλώδεις πρακτικές. Είναι επομένως ο σιρακισμός και η φιλοδοξίες επανεκλογής του που έχουν πλέον εξασθενίσει κατά πολύ.

Μέσα από τις εκλογές αυτές εμφανίστηκαν άλλωστε και ορισμένες αρκετά επικίνδυνες πλευρές της δεξιάς: η θέληση να ιδιοποιηθεί ένα τμήμα των ψηφοφόρων της άκρας δεξιάς την οδήγησε να ξαναπιάσει στους λόγους της ορισμένα από τα προσφιλή στον Λε Πεν θέματα και η έμφαση που έδωσε στην ασφάλεια, ιδιαίτερα στο δεύτερο γύρο, της επέτρεψε πράγματι να πάρει ορισμένους ψήφους από την άκρα δεξιά. Εξάλλου, ο Πωλ Αλιές στη Le Monde (22 Μαρτίου) επεσήμαινε επίσης και την άνοδο μιας νέας μορφής πελατειακής δεξιάς, που είναι ακόμα πιο επικίνδυνη καθώς αναδύεται μέσα σε ένα πλαίσιο άρνησης των κλασικών ή ταξικών ιδεολογιών…

Ωστόσο: η γαλλική δεξιά παραμένει χωρίς συνολικό σχέδιο και ο πραγματικός της εκπρόσωπος εξακολουθεί να είναι το MEDEF, δηλαδή ο εθνικός σύνδεσμος της μεγάλης εργοδοσίας…

Μια επικίνδυνη άκρα δεξιά

Βέβαια, η διάσπαση σε δύο οργανώσεις του Front National, του Λε Πεν που προδόθηκε από το δεκανέα του Μεγκρέ, έχει εξασθενίσει τους γάλλους φασίστες. Ωστόσο, η περιρρέουσα ιδεολογία βιάστηκε πολύ να τους θάψει: οι αντιφασιστικές οργανώσεις ή η LCR υπογράμμιζαν ήδη πως οι φασιστικές ιδέες παραμένουν ζωντανές. Οι εκλογές αυτές το απέδειξαν: η άκρα δεξιά κάνει σημαντικά σκορ και η απώλεια της Τουλόν (7% για τον τέως δήμαρχο!) δεν μπορεί να κρύψει αποτελέσματα του 10% σε πολλές πόλεις ούτε και τη διατήρηση των φασιστών σε τρεις συμβολικούς δήμους: Οράνζ (από τον πρώτο γύρο), Βιτρόλ και Μαρινιάν. Είναι επομένως σημαντικό να κρατήσει η κινητοποίηση ενάντια στους φασίστες και κυρίως ενάντια στις ιδέες τους, που κινδυνεύουν να εφαρμοστούν τοπικά από ομάδες της κλασικής δεξιάς.

Μια αναγνωρισμένη άκρα αριστερά

Κρατήσαμε τα καλά νέα για το τέλος! Η ριζοσπαστική και επαναστατική αριστερά παρουσίαζε μερικές εκατοντάδες λίστες, συχνά άλλωστε ανταγωνιστικές μέσα στις ίδιες πόλεις (η LO και η LCR δεν σύναψαν συμφωνία για να παρουσιαστούν μαζί), σε μια χώρα που διαθέτει 36.000 κοινότητες. Οι λίστες αυτές πέτυχαν πολύ σημαντικά αποτελέσματα και αυτό είναι ένα από τα μαθήματα των εκλογών αυτών και όχι μόνο για εμάς, αλλά και για πολλούς από τους κλασικούς σχολιαστές της πολιτικής ζωής. Μαζί με την αποχή, υπήρξε μια ψήφος αληθινά αριστερή και αν τα αποτελέσματά της προστεθούν πάνε σε ορισμένες κοινότητες ώς το 15 ή και 20%! Από την πλευρά των επαναστατικών οργανώσεων, η LCR και η LO εκλέγουν η κάθε μία πολλές δεκάδες συμβούλους. Επί πλέον, στις συζητήσεις στο εσωτερικό των δύο αυτών οργανώσεων, υπογραμμίζεται ένα σημαντικό στοιχείο: η LCR, που εκλογικά είναι λιγότερο προβεβλημένη από την LO (η ηγέτιδα της τελευταίας Αρλέτ Λαγκιγιέ αναγραφόταν σε όλες τις αφίσες της LO σαν η υποστηρίχτριά τους!), έχει αποτελέσματα σχεδόν ίδια με τη δεύτερη. Επιπλέον, οι λίστες της LCR, που ήταν ανοιχτές σε αγωνιστές και αγωνίστριες από συλλόγους και συνδικάτα, επέτρεψαν να συζητηθούν θέματα για το πλαίσιο της δημοτικής ζωής, εκεί όπου η LO παράμεινε πιο καταγγελτική γενικά: υπάρχει επομένως ένα σημαντικό μήνυμα για την ενότητα των επαναστατών και για τη μορφή που θα έπρεπε να πάρει κατά τις επόμενες εκλογικές καμπάνιες…

Επίσης εμφανίστηκε το φαινόμενο υποψήφιων της ριζοσπαστικής αριστεράς χωρίς σύνδεση με οργανώσεις (και μάλιστα μερικές φορές αντι-οργανώσεων), έστω και αν η θεματική τους καμπάνια δεν απείχει και πολύ: μια τέτοια λίστα πήρε στην Τουλούζ ένα 12,4% (LCR 2,4%, LO 1,7%). Η συζήτηση πρέπει να συνεχίσει τοπικά με τους αγωνιστές από τέτοιες πρωτοβουλίες: αυτό είναι που προτείνει η LCR (που μόλις πήρε ένα 5,7% σε μια αναπληρωματική εκλογή για βουλευτική έδρα στην Τουλούζ, φτάνοντας στην τρίτη θέση μετά το Σοσιαλιστικό Κόμμα και τη δεξιά και περνώντας μπροστά από το ΚΚ και όλους τους άλλους συνδυασμούς…).

Ας υπογραμμίσουμε βέβαια και το γεγονός ότι στο δεύτερο γύρο ένας σημαντικός αριθμός των ψήφων της άκρας αριστεράς απείχε και δεν μεταφέρθηκε στον υποφψήφιο της αριστερά, ΣΚ ή ΚΚ: η LO έδινε παντού γραμμή για αποχή, η LCR και οι δικές της λίστες («100% αριστερά») είχε επίσης δώσει ορισμένες τέτοιες οδηγίες για μερικές χαρακτηριστικές περιπτώσεις της πολιτικής της κυβέρνησης (έτσι π.χ. ηττήθηκε ο Λανγκ στο Μπλουά όπου η LCR είχε πάρει 8,5% στον πρώτο γύρο…).

Και τώρα;

Αυτό που είναι στην ημερήσια διάταξη είναι η αυξανόμενη σημασία που έχουν πάρει οι τοπικοί αγώνες. Πράγμα αναγκαστικό, αν λάβει κανείς υπόψη του το βάρος των κοινοτήτων μετά την αποκέντρωση, ιδιαίτερα σαν τρομερό μέσον για να κατανεμηθεί η δημοσιονομική λιτότητα! Αυτό είναι που οδήγησε και θα οδηγήσει σε αυξανόμενη συμμετοχή σε αγώνες για τις συγκοινωνίες, για την τοπική απασχόληση, για το δικαίωμα στη στέγη και για την υποστήριξη στους λαθρομετανάστες. Η πρώτη συνεδρίαση του νέου δημοτικού συμβουλίου στο Παρίσι, με δήμαρχο του Σοσιαλιστικού Κόμματος, συνοδεύτηκε έτσι από την συγκέντρωση της κίνησης «Δικαίωμα στη Στέγη» για να θυμήσει στο δήμαρχο τις εκλογικές του υποσχέσεις! Ας σημειώσουμε ακόμα ότι το θέμα της συμμετοχικής δημοκρατίας (Πόρτο Αλέγκρε) προβλήθηκε δημοσίως χάρη στις παρεμβάσεις του ATTAC κατά την προεκλογική περίοδο.

Αλλά, βέβαια, αυτό που θα είναι καθοριστικό κατά τους ερχόμενους μήνες, θα είναι η ικανότητα της επαναστατικής αριστεράς και των μαχητικών συνδικαλιστών να ωθήσουν τη σύγκλιση των αγώνων (συντάξεις, απασχόληση, εκπαίδευση…), έτσι ώστε να ανατραπεί ο συσχετισμός δυνάμεων σε βάρος του MEDEF και των κυβερνήσεων που το υπηρετούν, αριστερών ή δεξιών.

Χρίστος ΙΩΝΑΣ

29/3/2001


Σπάρτακος 59, Μάης 2001

Αρχείο Σπάρτακου


https://tpt4.org/?p=2464

There is one comment

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s