Αιχμές
Μην ανησυχείτε ! Οι άγρυπνοι Εθνοσωτήρες πληθαίνουν
Δεν μας έφτανε όλο το σκυλολόι των εθναμυντόρων από τον Παπαθεμελή ώς το Σαββόπουλο και τα αριστερά τους δεκανίκια σαν το σ.Μιχάλη Ράπτη, που συστρατεύθηκαν με εθνική ομοψυχία για να μας σώσουν από το «Ισλαμικό Τόξο» και τους «γυφροσκοπιανούς», στο στρατόπεδό τους έσπευσαν να ενταχθούν και κάποιοι αυτοαποκαλούμενοι «τροτσκιστές» που μάλιστα τελευταία βάλθηκαν με τα όλα τους να προβάλουν το έργο του Παντελή Πουλιόπουλου.
Στο τελευταίο φύλλο της «Εργατικής Δράσης», που εκδίδουν είναι αλήθεια με πάρα πολύ θάρρος και αρκετά ανυπόγραφα άρθρα τους, επιτίθενται, το επαναλαμβάνουμε με πάρα πολύ θάρρος, ενάντια στους δειλούς μικροαστούς αριστεριστές που μαζεύουν υπογραφές υποστήριξης στους λιποτάκτες από τις χώρες της πρώην Γιουγκοσλαβίας, διαμαρτύρονται για το ελληνικό εμπάργκο κατά της Π.Γ.Δ. της Μακεδονίας, που δεν συμμερίζονται τις υγιείς αντιιμπεριαλιστικές αντιδράσεις της νεολαίας (που το παπαδαριό και όλα τα φασιστοειδή τη σέρνουν στα πατριωτικά συλλαλητήρια). Όντως ξεσκεπάζουν πέρα για πέρα τον άτιμο το ρόλο μας που θέλουμε να δώσουμε τη Μακεδονία στους «Σλάβους» και οι «Έλληνες» της Μακεδονίας να μαζευτούνε κάτω από τα όρια της Λάρισας.
Το να δηλώνεις εργάτης, προλετάριος ή κομμουνιστής ατόφιος δεν σου δίνει και το δικαίωμα να κουβαλάς στο κεφάλι σου στόκο αντί φαιάς ουσίας. Αλλά το να αυτοχαρακτηρίζεσαι και συνεχιστής του Τρότσκι και του Πουλιόπουλου, όταν το στόκο που κουβαλάς τον έχεις ζυμώσει με τόση εθνικιστική μούχλα, δεν είναι ούτε θάρρος ούτε θράσος, αλλά απλή και απήθμενη ηλιθιότητα που αυτόματα σε απαλλάσσει από οποιαδήποτε παραπέρα ευθύνη.
Γιάννης Φελέκης
H αυτοδιάθεση της λογικής
Είναι γνωστό ότι η αριστερά βρέθηκε θεωρητικά απροετοίμαστη μπροστά στην άνοδο των εθνικισμών. Συνέπεια, ήταν σύγχυση και δόγματα. Και αυτό αντανακλά το νέο κείμενο της Μαχόμενης Αριστεράς για τα Βαλκάνια, που πραγματικά αποτελεί μνημείο σύγχυσης. Το πιο χαρακτηριστικό είναι αυτό που αναφέρεται στο δικαίωμα της αυτοδιάθεσης. Έτσι, ενώ σε μία παράγραφο αναφέρονται τα εξής: «το αίτημα της ‘αυτοδιάθεσης’ δεν ερχόταν έτσι να διορθώσει αδικίες και να αναθεωρήσει σχέσεις ανισοτιμίας και καταπίεσης μεταξύ των εθνοτήτων, που είχαν επιβάλει, στην πορεία του εκφυλισμού τους, τα προηγούμενα καταπιεστικά καθεστώτα. Ερχόταν, αντίθετα, να κατεδαφίσει και όποια βήματα είχε κάνει στο παρελθόν το εργατικό κίνημα, για τη συμφιλίωση και την ένωση των βαλκανικών λαών, να επαναφέρει τις ναζιστικές θεωρίες και πρακτικές, τις ‘φυλετικής καθαρότητας’ και των ‘εθνικών εκκαθαρίσεων’…..».
Ώς εδώ κανένα πρόβλημα. Είναι κι αυτή μια άποψη συζητήσιμη. Όμως λίγο πιο κάτω το κείμενο συνεχίζει ως εξής: «μοναδική διέξοδος για να μπει φραγμός σε αυτούς τους κινδύνους (του διαμελισμού της Π.Γ.Δ.Μ., που διευκολύνει και τις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις, όπως αναφέρεται πιο πάνω), είναι η αναγνώριση χωρίς τα δηλητηριώδη παραμύθια για το Μέγα Αλέξανδρο, του δικαιώματος της αυτοδιάθεσης, για τους λαούς που βρίσκονται στην επικράτεια της Π.Γ.Δ.Μ….»
Για κάποιον ανεξήγητο λόγο, η πρώτη διαπίστωση αναιρείται ολοκληρωτικά. Από τα σύνορα της Π.Γ.Δ. της Μακεδονίας και κάτω η αυτοδιάθεση από αντιδραστική μετατρέπεται σε μόνη λύση. Γιατί; Εκεί δεν κατεδαφίζει τη συμφιλίωση των λαών; Δεν επαναφέρει ναζιστικές θεωρίες; Ποιά θα ήταν η άποψη του κειμένου, αν είχε ξεσπάσει πόλεμος μεταξύ της Σερβίας και της Π.Γ.Δ.Μ.; Ο λαός της θα εντασσόταν μαζί με τους άλλους (Σλοβένους, Κροάτες, Βόσνιους, Αλβανούς…..) που δεν τους κάνουμε σεβαστό το δικαίωμα στην αυτοδιάθεση γιατί είναι αντιδραστικό, ή για πρώτη φορά θα καταγγέλαμε τη Σερβία ότι δεν αποδέχεται την αυτοδιάθεση σαν μόνη λύση. Τελικά, αν για κάποιο λόγο η μια περίπτωση διαφέρει από την άλλη και οι συγγραφείς ορθώς δεν εμμένουν δογματικά στην πρώτη διαπίστωση, γιατί δεν μας ενημερώνουν για τις διαφορές;
Το παραπάνω σχόλιο είναι ένα από τα πολλά που θα μπορούσαν να γίνουν για το κείμενο της Μαχόμενης Αριστεράς, το οποίο παρόλα αυτά απ’ότι φαίνεται, αποτελεί ένα βήμα μπροστά. Γιατί, ενώ στην περίπτωση του πολέμου στη Γιουγκοσλαβία επικρατεί μια συγχυσμένη σταλινική δαιμονολογική αντίληψη για τα αίτια και την εξέλιξη του πολέμου που υποτάσσει την τοπική πραγματικότητα στα αντι-ιμπεριαλιστικά κλισέ, στην περίπτωση της ελληνομακεδονικής διένεξης λειτουργούν τα υγιή αντανακλαστικά της πάλης ενάντια κυρίως στο δικό μας εθνικισμό. Βέβαια η αντίφαση που αναφέρθηκε στο σχόλιο, καθώς και άλλες, δείχνουν ότι τα υγιή αυτά αντανακλαστικά, δε βασίζονται σε μέθοδο και ανάλυση, αλλά σε ένα χειροτεχνικό αυθορμητίστικο κριτήριο, που δεν αφήνει περιθώρια προβλεψιμότητας, για τη στάση της Μαχόμενη Αριστερά, αν και όταν προκύψουν πιο σοβαρά ζητήματα, όπως π.χ. με την ελληνική μειονότητα της Νοτίου Αλβανίας, την Τουρκία ή την Κύπρο.
Π. Τ.
Επειδή μερικά πράγματα είναι δύσκολο να μην τα σχολιάσεις…
Ο αδιόρθωτος
Στο «Πριν» στις 8 Μαϊου και στο άρθρο του Α.Αναγνωστάκη για την αριστερά και τις ευρωεκλογές, αναφέρεται το εξής εκπληκτικό: «Διάλυση της ΕΟΚ και γι’αυτό εργατικός διεθνισμός και αντικαπιταλιστικός πατριωτισμός, σαν θετική διέξοδος στον αντιδραστικό κοσμοπολιτισμό του κεφαλαίου», αφού στριμώχνεται εμφανώς σαν άλλοθι ένας «εργατικός διεθνισμός», ακολουθεί η ουσία.
«Αντικαπιταλιστικός πατριωτισμός»! Το ότι αυτός ο ορισμός αντιπροσωπεύει τον πυρήνα της αντίληψης νεοναζιστικών ομάδων θα έπρεπε να αποτελεί τουλάχιστον εμπόδιο για την αναφορά του από τον συγγραφέα του άρθρου.
Φυσικά δεν μας εξηγεί τί είναι αυτό που προσθέτει ο «αντικαπιταλιστικός πατριωτισμός» στον «εργατικό διεθνισμό». Ποιά είναι εντέλει η διέξοδος από τον «αντιδραστικό κοσμοπολιτισμό του κεφαλαίου»; Οι εθνικοανεξαρτησιακές σταλινικές θεωρίες για συσπείρωση της ελληνικής εργατικής τάξης γύρω από την αυτόνομη εθνική ανάπτυξη, την αδέσμευτη εξωτερική πολιτική ίσως αύριο του σοσιαλισμού, σε μια μόνο χώρα, ή η ενότητα του παγκόσμιου έθνους των εργαζομένων και ο διεθνής συντονισμός των αγώνων του; Από τον αντιδραστικό εθνικισμό ποιός μας σώζει; Ο αντικαπιταλιστικός πατριωτισμός; Αν αναρωτιέται κανείς-καμία για το γιατί η ελληνική κοινωνία και ιδιαίτερα η εργατική τάξη αλλώθηκαν τόσο εύκολα από εθνικιστικές και ρατσιστικές αντιλήψεις, βρίσκει την απάντηση στην προαναφερθείσα άποψη του Α.Α..
Η ιστορική πολιτική του ΚΚΕ, την οποία επάξια συνεχίζει ο Α.Α., με τη λογική της «φτωχής πλην τίμιας Ελλαδίτσας», της περιχαράκωσης απέναντι σε κάθε τι το ξενόφερτο, το δυτικόφερτο και τον δαιμονολογικό αντιιμπεριαλισμό, άνοιξε το δρόμο στις εθνικιστικές αντιλήψεις και έριξε μεγάλο κομμάτι της εργατικής τάξης στα χέρια των παπάδων και των εθνικόφρονων ζόμπι των συλλαλητηρίων, αντί να οικοδομήσει την ενότητα των εργαζομένων πέρα από έθνη, για θετική διέξοδο από τον αντιδραστικό εθνικισμό ή άλλες φορές αντιδραστικό κοσμοπολιτισμό του κεφαλαίου.
Π. Τ.
Οι αδιόρθωτοι
Σεβασμός στις γυναίκες που ούτως ή άλλως βιάσθηκαν; Άγνωστη λέξη. Σεβασμός στις σεξουαλικές προτιμήσεις των ανθρώπων: αυτά μετά το σοσιαλισμό.
Κάτι μάθαμε όμως. Οι Έλληνες και προπάντων οι κομμουνιστές είναι οι πιο άντρες, όχι σαν κάτι άλλους που αυτοκτονούν με ζαρτιέρες. [Πάντως, οι κακές γλώσσες λένε ότι η Daily Miror έχασε την πρώτη θέση στο Τοπ Τεν του κιτρινισμού από το Πριν].
Και η απάντηση… μετά από 3 τεύχη (είπαμε, γρήγοροι είναι αλλού, όχι στην αυτοκριτική): Πρώτο καταλυτικό επιχείρημα: «Το παρεξηγήσατε το σχόλιο». Άραγε πώς θα αντιδρούσε ένας Γύφτος αναγνώστης σε κάποιο σχόλιο για «παλιόγυφτους». Θα το παρεξηγούσε ή θα το έπαιρνε για άλλο ένα «αστείο» απ’αυτά που ακούει όλη του τη ζωή και του μοιάζουν για βρισιές; Δεύτερο καταλυτικό επιχείρημα: «Το έγραψε γυναίκα». Το ξέρουμε σύντροφοι ότι υπάρχουν και δεξιοί εργάτες, τόσο το χειρότερο για αυτούς. Άλλωστε, όποιος μένει ακίνητος δεν νιώθει τις αλυσίδες του.
Τελικά ήρθε και η αυτοκριτική.. Άστοχο το σχόλιο. Πού νά’ταν και εύστοχο! Πάντως, κρίμα για μια αριστερή εφημερίδα.
Π. Τ.
Ο Άρειος Πάγος στην πρωτοπορία της επαναστατικής σκέψης
Και νά που ο Άρειος Πάγος βάλθηκε να καταρρίψει (επιβεβαιώνοντάς τες) τις ρεφορμιστικές σαχλαμάρες περί ανεξαρτησίας της δικαιοσύνης, κλπ. Από αυτή την άποψη, βρίσκεται στην πρωτοπορία της πολιτικής σκέψης. Την ώρα που πλέον «η διάκριση των εξουσιών», η «ανεξαρτησία της δικαιοσύνης», μαζί με τις υπόλοιπες κοινοτοπίες της αστικής ιδεολογίας, ιδιαίτερα της «εθνικής», έχουν καταντήσει οι σύγχρονες δηλώσεις εθνικοφροσύνης και νομιμότητας, ο Άρειος Πάγος -δηλαδή κορυφαίοι δικαστές που ασφαλώς ξέρουν για τί μιλάνε- αυτονομείται και κάνει του κεφαλιού του, ακριβώς πολιτικά: Γιατί, κ.Κουβελάκη, λέει, να ελέγχεις εσύ τους εισαγγελείς και όχι εμείς, η «ανεξάρτητη από εσένα δικαιοσύνη»; Γιατί, κ.κ. αριστεριστές, αναρχοκομμουνιστές και γυφροσκοπιανοί, να σας αφήσουμε να δράτε χωρίς έλεγχο, επειδή δηλαδή δήθεν σας ανέχονται οι άλλες «εξουσίες» (εκτελεστική και νομοθετική). Για αυτό είμαστε και εμείς εδώ, για να αποδείξουμε ότι η «δικαστική εξουσία» είναι «ανεξάρτητη» από τις πιέσεις της κοινωνίας, των πολιτών, του κόσμου ή του Θεού.
Σε αυτό, οι δικαστές αποδεικνύονται πιο διορατικοί πολιτικά ακόμα και από τον κ. Κουβελάκη, ο οποίος φαίνεται να είναι ο μόνος ίσως υπουργός του ΠΑΣΟΚ που έχει πάρει στα σοβαρά τις διακηρύξεις του κόμματος. Παρά την ιδιαίτερη συμπάθεια με την οποία δεν μπορούμε παρά να δούμε τις υποκειμενικές προσπάθειες του κ. Κουβελάκη, πρέπει ωστόσο να πούμε ότι το δικαστικό (και όχι μόνο -γιατί είναι π.χ. και η μαφία των φυλακών, κλπ.) κατεστημένο που του αντιπαρατίθεται έχει όλα τα ατού στο χέρι: όχι μόνο διαθέτει την υλική δύναμη, την «πραγματική εξουσία» (με την έννοια ότι ελέγχει ή συνδέεται με τις πηγές τόσο της οικονομικής όσο και της πολιτικής δύναμης), αλλά και ξέρει ότι απέναντί του δεν συναντάει παρά αποψιλωμένες ιδεολογικά στρατηγικές.
Η επικράτηση της ιδέας της «ανεξάρτητης δικαιοσύνης» όχι μόνο είναι μια ανόητη ιδέα (πρέπει να έχει κανείς τεράστιες παρωπίδες για να την πιστέψει), αλλά είναι και μια επικίνδυνη ιδέα. Αν είστε δικαστής και τα έχουν βάλει μαζί σας, ξέρετε ωστόσο πως όσο επιχειρούν να σας πλήξουν με σημαία τη δική σας «ανεξαρτησία» η μάχη είναι μακροχρόνια ήδη κερδισμένη από εσάς. Ακόμα και αν δίπλα σας ξεφυτρώσει κανένας Σαρτζετάκης, μπορείτε πάντα να διαμαρτυρηθείτε για τις επιρροές που τον παρασέρνουν και, πάντως, μακροχρόνια είναι σίγουρο ότι η «ανεξαρτησία του σώματος» θα τον καταστήσει και αυτόν «ανάδελφο».
Όσο για εμάς, είμαστε αναγκασμένοι να συμφωνήσουμε στην ανάλυση με τον Άρειο Πάγο: η «ανεξαρτησία της δικαιοσύνης» είναι ένα παραμύθι για τη διαιώνιση της αστικής κυριαρχίας και του κράτους της. Μόνο που, αντίθετα από τους Κόκκινους, εμείς έχουμε προγραμματικά να παλέψουμε ακριβώς για το αντίθετο: για να μην είναι η δικαιοσύνη «ανεξάρτητη» από τα οράματα, τη θέληση, τις ελπίδες της κοινωνίας και των ανθρώπων, για να μην είναι ένα από τα βασικά εμπόδια στη χειραφέτηση των εργαζομένων, των γυναικών, των μειονοτήτων.
Η. Α.
Ναρκωμάνια
Αν η νάρκωση είναι μια διαδικασία αντιφατική, τόσο καταπράυνση όσο και αποκοίμιση, οδυνηρή αλλά και επουλωτική, η επικαιρότητα δείχνει ότι υπάρχει αναγκαστικά και μια δεύτερη νάρκωση, η νάρκωση της νάρκωσης, η νάρκωση εις το τετράγωνο. Και αυτή η δεύτερη νάρκωση πλησιάζει ακόμα περισσότερο στο όπιο του λαού, για το οποίο μιλούσε ο Μαρξ (αναφερόμενος στη θρησκεία -στην όποια θρησκεία, δηλαδή ακριβώς στη νάρκωση σαν τέτοια). Γιατί, αντίθετα απ’ό,τι η ίδια η ναρκωμένη κοινωνία πιστεύει, το ίδιο το ναρκωτικό δεν υπεισέρχεται παρά μόνο σαν άλλοθι στη νάρκωσή της. Η τελευταία είναι εξόχως κοινωνική, δηλαδή συμβολική, και όχι φυσιολογική, διαδικασία.
Έξαρση με τα «ναρκωτικά»; Η έξαρση εντοπίζεται ακριβώς στην έξαρση της ιδέας για τα «παιδιά-μας-που-κινδυνεύουν» και που πρέπει να τα πήξουμε με πρόσθετες ηθικολογίες για «τα ναρκωτικά» (στην οικογένεια, στο σχολείο ή στην τηλεόραση). Όχι πως τα «ναρκωτικά» δεν είναι ένας εύφορος καπιταλιστικά και αναπτυσσόμενος κλάδος της οικονομίας, με πολύ εξελιγμένη διαδικασία παραγωγής, υψηλή προστιθέμενη βιομηχανική αξία και τεράστια οργάνωση στο επίπεδο της κυκλοφορίας (εμπόριο), αλλά και τεράστια ώθηση που δίνει σε επιστήμες και τέχνες (όπως η «ψυχολογία», η «ιατρική», η «αστυνομία», η «παιδαγωγική», κλπ.). Ούτε πως δεν αποτελούν πρόβλημα, τουλάχιστον για αυτόν που πεθαίνει από τη νοθευμένη δόση, ή για αυτόν που συλλαμβάνεται, ή ακόμα και για αυτόν που του κλέβουν το σπίτι για να βρεθεί η δόση. Όμως όλα αυτά είναι γνωστά, «δεδομένα» και αναγκαία: η εποχή της ποτοαπαγόρευσης στην Αμερική αποτελεί το πρότυπό τους.
Αυτό που είναι λιγότερο σύνηθες είναι οι μορφές που τείνουν να πάρουν ορισμένες αντιδράσεις στη νάρκωση: Π.χ. ο κ. Κουβελάκης ξαφνικά δηλώνει (είναι άραγε τόσο αφελής, δεν ξέρει για τί συμφέροντα πρόκειται;) ότι θέλει να αποποινικοποιήσει το χρήστη. Στο οποίο μια σειρά από υποστηρικτές της «πατρίδας-θρησκείας-οικογένειας» (και… ναρκωτικών) του ορμάνε και του λένε (πολύ ορθά) ότι μια τέτοια λογική μπορεί να έχει τρομαχτικές επιπτώσεις:
Αν αποποινικοποιήσετε στα σοβαρά το χρήστη, τότε είναι δύσκολο να κρατήσετε την ποινικοποίηση της χρήσης, γιατί πώς μπορείτε να μην με χαρακτηρίσετε εγκληματία (ή παραβάτη) αν αυτό που κάνω συνεχίζετε να το χαρακτηρίζετε έγκλημα (ή παράβαση); Όμως, αν αποποινικοποιήσετε τη χρήση, τότε δύσκολα μπορείτε να κρατήσετε την ποινικοποίηση και την απαγόρευση του αντίστοιχου εμπορίου, όχι μόνο γιατί ασφαλώς δεν θα μπορείτε να με κατηγορήσετε εμένα που αγοράζω αλλά και επειδή τότε και αυτός που μου πουλάει δεν θα διαφέρει από οποιονδήποτε άλλον έμπορο εί μη μόνο από ειδικές κατασταλτικές διατάξεις που έτσι θα είναι αδικαιολόγητες. Αλλά, αν πάψετε να ποινικοποιείται το εμπόριο, αυτό σημαίνει ότι, νομιμοποιώντας το, θα πρέπει και να το ρυθμίσετε όπως κάθε άλλο κλάδο, πράγμα που σημαίνει στην πράξη ότι θα πάψουν να υπάρχουν «ναρκωτικά», αφού θα ενταχθούν σε μια συνήθη κατηγορία αγαθών (όπως π.χ. τα τσιγάρα, ο καφές ή το αλκοόλ, ή κλπ.). Αν όμως συμβούν αυτά, έχετε συνειδητοποιήσει τί φουρνέλο βάζετε στην οικονομία, στην κοινωνία, στην πολιτική;
Γιατί, ασφαλώς, χωρίς την απαγόρευση, δεν θα μπορεί να υπάρχει πρόσοδος επικινδυνότητας, δηλαδή οι τιμές θα πέσουν κατακόρυφα. Αν πέσουν όμως οι τιμές και τα αντίστοιχα κέρδη, τότε όλος αυτός ο αξιοσέβαστος κλάδος κινδυνεύει, ακόμα περισσότερο που ένα τμήμα των δραστηριοτήτων του θα μπορέσει να αναληφθεί από πιο συνήθη και νόμιμα εμπορικά κυκλώματα (φαρμακεία, γιατρούς, ή και περίπτερα). Βέβαια, μπορείτε να πείτε ότι, στο κάτω-κάτω, πρόκειται για «υπόκοσμο» και καλύτερα να βαρέσει διάλυση. Όμως, προσοχή, κ.κ. Κουβελάκηδες, γιατί οι επιπτώσεις δεν θα περιοριστούν εδώ:
Χωρίς παράνομα κυκλώματα ναρκωτικών, φαντάζεστε τί θα συμβεί με κλάδους όπως π.χ. η δίωξη των ναρκωτικών; Πόσοι άνθρωποι θα χάσουν τη δουλειά τους ή, αν δεν τη χάσουν, θα στερηθούν πάντως της ευκαιρίας να εκπαιδευθούν στη δίωξη του εκγλήματος; Και οι φυλακές; Θα αποψιλωθούν από πρεζόνια, βαποράκια και εμπόρους. Αλλά, με άδειες τις φυλακές, φαντάζεστε τί θα γίνει με τους δεσμοφύλακες; Θα μείνουν άραγε χωρίς δουλειά; Αλλά δεν είναι μόνο οι δεσμοφύλακες, είναι ένας ολόκληρος κόσμος που ασχολείται με τον κλάδο: ψυχίατροι, νοσοκόμοι, δικαστές, παιδαγωγοί, ακόμα και ερευνητές στα πανεπιστήμια που, έτσι, κινδυνεύουν να χάσουν τη δουλειά τους. Έως και η τηλεόραση μπορεί να χάσει ένα από τα προσφιλή της θέματα για βυζαντινολογίες. Χωρίς απαγόρευση των ναρκωτικών, θα αντιμετωπίζαμε πολύ σοβαρό κοινωνικό πρόβλημα, με την απορρεόμενη ενδεχόμενη ανεργία όλων αυτών των ανθρώπων και, εν πάση περιπτώση, με την αφαίρεση κάθε νοήματος από τη ζωή τους.
Αλλά ούτε εδώ θα σταματήσει μια τέτοια χιονοστιβάδα. Γιατί τί θα γίνει με τους νέους; Αν θα μπορούν να βρουν τη δόση τους νόμιμα και φτηνά, τότε ασφαλώς η πρώτη επίπτωση θα είναι μια κάθετη πτώση της παρεπόμενης «εγκληματικότητας» (εννοώ εδώ καταρχήν την ανάγκη να κλέψεις για να προμηθευτείς τη δόση σου). Η μείωση όμως της παρεπόμενης εγκληματικότητας αφενός θα ενισχύσει έντονα τις βλαβερές επιπτώσεις στους κλάδους που προαναφέραμε (κατασταλτικούς και προληπτικο-ψυχολογικούς) και αφετέρου θα αφαιρέσει ένα τεράστιο κίνητρο στους ανθρώπους για να παίρνουν «ναρκωτικά»: γιατί, αν αυτά καταντήσουν συνήθη, σαν τον καφέ ή το οινόπνευμα, τότε δεν θα προσφέρουν κανενός είδους ούτε φυγή ούτε αντίθεση και άρα ιδιαίτερο νόημα. Ακόμα περισσότερο που, σε τέτοια κατάσταση πεζότητας, αναγκαστικά θα περιοριστεί και η ηθικολογία ενάντια στα ναρκωτικά, αφού θα χάσει μια ουσιαστική της διάσταση, να έχει δηλαδή έναν «απόλυτο», απλησίαστο, μυθικό, εχθρό. Κατά συνέπεια, θα περιοριστεί και η χρήση των ναρκωτικών. Γιατί, όχι μόνο η προσφορά θα είναι λιγότερο επωφελής, αλλά και η κατανάλωση θα χάσει το βασικό της νόημα, θα γίνει κάτι σαν το οινόπνευμα, όπου ως γνωστόν δεν υπάρχει (ιδιαίτερο) «πρόβλημα» αλκοολισμού στους νέους.
Οι επιπτώσεις όμως αυτές κινδυνεύουν να προχωρήσουν και πιο πέρα: Γιατί, αν όλοι αυτοί οι νέοι που σήμερα παίρνουν ναρκωτικά μειωθούν και αν αυτοί που παραμείνουν χρήστες μετατραπούν σε αξιοσέβαστους πολίτες (όπως οι καπνιστές), ενώ ταυτόχρονα όλος αυτός ο σημερινά ανθηρός κλάδος των ναρκωτικών περάσει σε τρομερή ύφεση, τότε θα υπάρξει μια τεράστια πίεση στην αγορά εργασίας. Γιατί, αν όλοι αυτοί οι άνθρωποι θελήσουν να δουλέψουν και δεν υπάρχει πλέον ηθικολογικό κώλυμμα και δεδομένης της γενικότερης ύφεσης της καπιταλιστικής οικονομίας, τότε η ανεργία κινδυνεύει να αυξηθεί ακόμα περισσότερο (επιπλέον δηλαδή και από το δυναμικό του κατασταλτικού μηχανισμού που έτσι ενδέχεται να καταστεί περιττό, πλεονάζον ή άνευ αντικειμένου).
Αλλά δεν είναι μόνο αυτές οι «οικονομικές» επιπτώσεις. Γιατί, για παράδειγμα, χωρίς παράνομα κυκλώματα, η αστυνομία θα χάσει μια πολύτιμη πηγή πληροφοριοδοτών και ένα τμήμα των νέων που σήμερα εκβιάζονται από τον κατασταλτικό μηχανισμό θα μπορέσει να αποδεσμευθεί. Αλλά, έτσι, κινδυνεύει ένας ολόκληρος μηχανισμός πληροφοριοδοτών και χαφιέδων, που είναι πολύ σημαντικός για τη διατήρηση της «τάξης» και «ασφάλειας». Και, ακόμα και αν αφήσουμε στην άκρη την αστυνομία, επίσης κινδυνεύουμε, έτσι, να διαλύσουμε πολύ ισχυρούς «κοινωνικούς ιστούς» που πλέκονται στην παρανομία του εμπορίου και της χρήσης ναρκωτικών. Και, ναι μεν ο «κοινωνικός ιστός» τί μας ενδιαφέρει, έχει δε το καλό ότι εμποδίζει το σχηματισμό άλλων.
Το τελευταίο είναι ίσως και το πιο κρίσιμο για τη διατήρηση «του πολιτισμού μας»: Γιατί, αν πάψει να υπάρχει αυτή η διέξοδος προς τα «ναρκωτικά», τότε πώς να ναρκωθεί η νεολαία; Φαντάζεστε δηλαδή να αφήσετε όλους αυτούς τους νέους χωρίς να τους προσφέρετε κάποια διέξοδο; Δουλειά δεν έχετε να τους προσφέρετε, ανθρωπιά δεν έχετε να τους προσφέρετε, κουλτούρα δεν έχετε να τους προσφέρετε, αν αφαιρέσετε και τα ναρκωτικά, τότε θα τους αφήσετε όλους ελεύθερους να γίνουν αναρχοκομμουνιστές και να αμφισβητούνε τα πάντα, γονιούς, δασκάλους, παπάδες, όσια και ιερά; Για φανταστείτε τί μπορεί να συμβεί!
Γιατί δεν είναι μόνο κοινωνικά, οικονομικά, πολιτικά, που κινδυνεύει η «πατρίδα» από μια τέτοια νομιμοποίηση των ναρκωτικών (αφήνω και την εθνική διάσταση; γιατί πώς τότε θα μπορούσαμε να κατηγορήσουμε «τα Σκόπια» για συμμετοχή σε ναρκωτικά). Είναι κυρίως ιδεολογικά και ηθικά: Αν ξεμείνουμε χωρίς φλυαρίες περί ναρκωτικών, αν στερηθούμε αυτού του μπαμπούλα που έχουμε για να φοβίζουμε, και αν αναγκαστούμε να ξαναρχίσουμε με εκείνα τα «εαμοβούλγαροι», τότε είναι σαφές πως θα ξαναφέρουμε το κοινωνικό ζήτημα στο κοινωνικό επίπεδο, χάνοντας τη φαντασιακή μας κατασκευή.
Ξεκινώντας λοιπόν από την απλή ιδέα της «αποποινικοποιήσης του χρήστη», που ασφαλώς μοιάζει λογική, είδαμε ωστόσο ότι η αντίδραση που προκαλεί δεν είναι παράλογη, ίσα-ίσα. Γιατί, αν έχουν ένα νόημα τα ναρκωτικά είναι εξορισμού να είναι «απαγορευμένα». Αν πάψει η κοινωνία να τα κυνηγάει τότε θα καταντήσουμε σαν όλες τις γνωστές κοινωνίες (εκτός από τη δική μας στις τελευταίες δεκαετίες) όπου δεν υπήρχε «πρόβλημα με τα ναρκωτικά», παρόλο που ίσως χρησιμοποιούσαν πάντα «ναρκωτικά». Και αντίστροφα, αν κάπου κάνει κάποιος μια μικρή παραχώρηση που μπορεί να αφήσει να εννοηθεί ότι τα ναρκωτικά δεν είναι ο διάβολος για να χρειάζεται εξορκισμούς, κινδυνεύει να καταστρέψει όλο αυτό το οικοδόμημα.
Το μόνο θέμα που τίθεται, τελικά, είναι η πολιτική θέση, το τί δηλαδή ο καθένας θέλει. Γιατί οι υστερικές κραυγές περί ναρκωτικών ασφαλώς θα υπέφεραν από μια εξαφάνισή τους. Χωρίς ναρκωτικά, δεν μπορεί να υπάρξει και υστερία ενάντιά τους. Και αντίστροφα, χωρίς υστερία ενάντια στα ναρκωτικά και, επομένως, χωρίς απαγόρευση και κυνήγι τους, δεν υπάρχουν και ναρκωτικά -ή δεν αποτελούν πρόβλημα. Σε αυτό είναι που όλες οι αντιδραστικές ομάδες των «ηθικολόγων», «γονιών», «θεραπευτών», «δεσμοφυλάκων», κλπ., έχουν μια θαυμαστή συνοχή. Καιρός να την αποκτήσουμε και εμείς, έστω και από την ανάποδη.
Η. Α.
Ρουάντα: Μια σφαγή που έρχεται από την αποικιοκρατία
Η σφαγή που έκανε ο στρατός της Ρουάντα και οι μάχες μεταξύ του στρατού αυτού και του Πατριωτικού Μετώπου της Ρουάντα έχουν, ώς τώρα, προκαλέσει πάνω από 200.000 θανάτους, χωρίς να λογαριάσουμε τις εκατοντάδες χιλιάδες πρόσφυγες. Η φρίκη εκτίθεται σε όλες τις οθόνες με σκληρά σχόλια για το εθνικό μίσος στην Αφρική (τίποτα το ανάλογο δεν θα μπορούσε να συμβεί στην Ευρώπη…). Στην άκρη βρίσκονται οι απειλές επέμβασης του ΟΗΕ, του οποίου ξέρουμε τη «φιλανθρωπία» (αν και ακόμα και οι ηγέτες του αρχίζουν να αμφιβάλλουν). Με άλλα λόγια, η βία μπορεί να συνεχίσει για καιρό, εκτός αν αντιμετωπιστεί το κακό στη ρίζα του.
Όμως, τί λένε ορισμένες μαρτυρίες εθνολόγων ή Ρουαντέζων; Τα έθνη «χούτους» και «τούτσις» είναι κυρίως εφευρέσεις των εθνολόγων που ήρθαν μαζί με τους αποικιοκράτες, στην αρχή Γερμανούς, κατόπιν Βέλγους, και που καθόρισαν, για τις ανάγκες της αποικιακής κυριαρχίας, το μύθο ενός έθνους τούτσι νομάδικης προέλευσης, ευφυών γιγάντων, που καλούνται να κυριαρχήσουν έναντι του έθνους χούτου των μικρών ηλίθιων βοσκών. Αυτά, χοντρικά, για το μύθο, που συνοδευόταν τότε από σωματικές μετρήσεις και γενικά ταπεινωτικές παρατηρήσεις.
Οι Γερμανοί αποικιοκράτες, και κατόπιν οι Βέλγοι, μπόρεσαν να στηριχτούν σε μια βασιλική διοίκηση τούτσι που απέκλειε τους μικρούς μαύρους χούτους. Έως την ανατροπή της ανεξαρτησίας, κατά τη δεκαετία του ’60. Πριν να εγκαταλείψουν τη χώρα, οι αποικιοκράτες φρόντισαν ωστόσο να καλλιεργήσουν την εθνική βία, σπρώχνοντας τους «χούτους» στην εξέγερση και καθιερώνοντας «ταυτότητες» όπου δηλώνεται και η εθνική ένταξη.
Μήπως, τότε αυτό που συμβαίνει σήμερα είναι ένα είδος εκδίκησης του Πατριωτικού Μετώπου της Ρουάντα «τούτσι» ενάντια στην κυριαρχία «χούτους», μετά την ανεξαρτησία; Όμως, όχι. Για τουλάχιστον δύο λόγους: Πρώτα-πρώτα, επειδή είναι παγκοίνως γνωστό ότι η κυβέρνηση της Ρουάντα διέθετε έναν στρατό που τρομοκρατούσε τόσο τους χούτους όσο και τους τούτσι. Έπειτα, επειδή το ΠΜΡ δεν είναι εθνικό μέτωπο (τούτσι), αντίθετα από την εικόνα που μας σερβίρουν. Οι στρατιώτες του στρατού της Ρουάντα το ξέρουν καλά, αυτοί που δολοφονούν τους αντιπολιτευόμενους, τόσο Τούτσι όσο και Χούτους.
Έτσι, στη σύγκρουση αυτή, αυτό που επείγει είναι η ήττα του στρατού της Ρουάντα, που στηριζόταν έως πρόσφατα από τη γαλλική κυβέρνηση. Αυτή είναι μια απαραίτητη προϋπόθεση, για να μπορέσει ο λαός της Ρουάντα να στρατευτεί στο δρόμο μιας πλήρους και αναγκαίας απο-αποικιοκρατοποίησης.
Ε. Φ.
Η λίστα του Guelfo Zamboni
Να δει κανείς ή να μη δει, το φιλμ του Σπίλμπεργκ; Η συζήτηση μοιάζει περίεργη, ακόμα περισσότερο που δεν είναι τόσο για το φιλμ ο λόγος όσο για τη χρησιμοποίησή του και για ό,τι συνδέεται με το «φαινόμενο Σπίλμπεργκ». Ακόμα και στην περίπτωση ενός τόσο επώδυνου θέματος, ξαναβρίσκουμε την εμπορευματοποίηση που συνδέεται με τις ταινίες του Σπίλμπεργκ: μετά την επιδρομή των «ρούχων δινοσαύρων» και «παιχνιδιών δινοσαύρων» (Jurassic Park), μαθαίνουμε ότι οι κάτοικοι του μέρους όπου γυρίστηκε «η Λίστα» οργανώνουν επισκέψεις για τουρίστες και δείχνουν μαρτυρίες για το πέρασμα του Σπίλμπεργκ. Όσο για τη χρησιμοποίηση της ταινίας στην Ελλάδα, θα θέλαμε να χρησιμεύσει στο να γίνει πιο γνωστή η θέση που είχε η εβραϊκή κοινότητα στη χώρα. Ίσως στο μέλλον έτσι να μην βλέπουμε πια στα γήπεδα ρατσιστικά και ψευδή συνθήματα ενάντια στους Εβ- ραίους.
Επίσης, ίσως γίνει περισσότερος λόγος για αυτή την πλευρά της αντίστασης στους ναζί που ήταν στην Ευρώπη η βοήθεια προς τον εβραϊκό πληθυσμό απέναντι στα να- ζιστικά σχέδια εξόντωσής τους -και για το σημαντικό ρόλο που έπαιξαν οι εβραίοι αγωνιστές στην ένοπλη αντίσταση. Τότε, στην Ελλάδα, ίσως να μιλήσουν και για κάποιον που πέθανε πρόσφατα, στις αρχές Μαρτίου, και που ο θάνατός του επισκιάστηκε από της Μελίνας. Είναι ο Ιταλός Guelfo Zamboni: ήταν γενικός πρόξενος στην κατεχόμενη από τους ναζί Θεσσαλονίκη. Και στο πόστο του αυτό, είχε καταφέρει να γλιτώσει από τους ναζί 280 Εβραίους που είχαν καταδικαστεί σε στρατόπεδα εξόντωσης. Όπως ο Σίντλερ, τιμήθηκε από το Ισραήλ με τον τίτλο του «δίκαιου άνδρα».
Ο διακριτικός θάνατος του ανθρώπου αυτού, εν πλήρους εθνικιστικής αψιμαχίας περί Μακεδονίας, θα έπρεπε να κάνει να σωπάσουν όλοι αυτοί οι μεγάλοι σοφιστές μιας «καθαρής» εθνικής καταγωγής της Μακεδονίας και να μας θυμίσει το εξής αναμφισβήτητο ιστορικό δεδομένο: το 1913, σε 157.889 κατοίκους, υπήρχαν 61.439 Εβραίοι (που τότε θεωρούνταν ισπανικής προέλευσης), 45.889 Τούρκοι, 39.956 Έλληνες, όπως και Βούλγαροι, Αρμένιοι, κ.α. [αριθμοί από μια μελέτη της Rena Molto]. Σε αυτή την ποικιλομορφία ακριβώς στηριζόταν ο πλούτος της πόλης, μιας από τις κυριότερες πόλεις της ανατολικής Μεσογείου. Είναι πιο σημαντικό να θυμηθούμε αυτή την πρόσφατη ιστορία από τα 2.000, 3.000, 4.000 (5.000;) χρόνια ελληνικής Μακεδονίας.
Κ. Τ.
Ιταλία: Μεγάλα αφεντικά ενάντια σε μεγάλα αφεντικά
Πολλά ειπώθηκαν για το ρόλο των τηλεοπτικών σταθμών στη νίκη του Μπερλουσκόνι -μάλλον σωστά. Αλλά είναι μια άμεση πολιτική ευθύνη που πρέπει κυρίως να διευκρινίσουμε: είναι η ευθύνη του PDS του Ακίλε Οκέτο, που, μετά τη νίκη της αριστεράς στις δημοτικές, έθαψε τελείως κάθε ταξική αναφορά, η οποία όμως ήταν αναγκαία για να κερδίσει, ιδιαίτερα απέναντι στη μηχανή Μπερλουσκόνι.
Ποιό προφίλ έδωσε το PDS στην καμπάνια του; Μα την εικόνα ενός διαχειριστή που ενδιαφέρεται για τα εργοδοτικά συμφέροντα. Μήπως είναι μια αριστερίστικη υπερβολή; Ακούστε: «Το PDS και τα συνδικάτα είναι ένα στοιχείο σταθερότητας του συστήματος. Η εξυγείανση της οικονομικής κατάστασης και των δημοσίων οικονομικών επιβάλλει μια επώδυνη θεραπεία αυστηρότητας και μια κυβέρνηση της αριστεράς που να κάνει μια πολιτική της δεξιάς είναι περισσότερο σε θέση να την καταστήσει αποδεκτή». Η ανάλυση αυτή της πολιτικής του PDS, ήδη από το Δεκέμβρη, προέρχεται από τον τέως ηγέτη της οργάνωσης των εργοδοτών!
Πρέπει να πούμε ότι οι εγγυήσεις σεβασμού απέναντι στην αστική λογική είχαν δοθεί από πολύ καιρό, ήδη από το PCI. Αυτό που είναι καινούργιο, στις εκλογές αυτές, είναι ότι όχι μόνο το PDS υποσχόταν να συνεχίσει την αστική πολιτική (ιδιωτικοποιήσεις), αλλά και επιπλέον κατάφερε να πείσει μια σειρά από μεγάλους επιχειρηματίες να είναι υποψήφιοι της Συσπείρωσης της Αριστεράς. Παρόλο που δεν ήταν πάνω από 20, αυτοί οι μεγαλοεργοδότες και υποψήφιοι της αριστεράς είχαν πάντως μια μη αμελητέα στήριξη από ένα τμήμα του στρατοπέδου των εργοδοτών. Ωραία νίκη για το PDS: Μάλλον για τους εργοδότες: «Η ένωση αυτή της αριστεράς είναι τελικά η κατάληξη όλων αυτών που η φωτισμένη αστική τάξη προσπαθούσε να πετύχει εδώ και τριάντα χρόνια»… δηλώνει ο τέως αντιπρόεδρος της Olivetti!
Τότε, για μια ακόμα φορά, ο ρεφορμισμός έδειξε ώς ποιό σημείο ο κρετινισμός του μπορεί να είναι εγκληματικός: Όταν απέναντι στηνόταν μια επικίνδυνη επιχείρηση «καθαρός συνασπισμός» τύρω από τη δημαγωγική μηχανή Μπερλουσκόνι, το χειρότερο που είχε να κάνει κανείς ήταν να αναζητήσει τη συμμαχία με τους εργοδότες, που αντιπροσωπεύουν στα μάτια πολλών το σύμβολο των σχέσεων διαφθορά μέσα στο αστικό στρατόπεδο!
Γιατί τότε να εκπλήσσεται κανείς που οι νέοι κάτω των 24 χρονών κατανεμήθηκαν ως εξής: Εθνική Συμμαχία (φασίστες): 23%. Ιταλική Δύναμη (Μπερλουσκόνι): 21%. PDS: 14%…
Προφανώς, στη νέα περίοδο, μπροστά στις αντιφάσεις, στη δημαγωγία και στους κινδύνους της νέας κυβέρνησης, μόνο με μια πολύ ανυποχώρητη πολιτική στο πρόγραμμα θα μπορέσει η αριστερά να επαναφέρει τη νεολαία στις γραμμές της. Και δεν είναι προς αυτή την κατεύθυνση που το PDS μοιάζει να θέλει να τραβήξει, αν πιστέψουμε τον Μπρούνο Τρεντίν, ο οποίος προσπαθεί να μετριάσει τον κίνδυνο που αποτελεί η νέα κυβέρνηση. Δηλαδή, οι χιλιάδες νέοι που χαιρετίζουν τη νίκη «τους» με το φασιστικό χαιρετισμό, είναι απλώς φολκλόρ. Όπως και οι επιθέσεις ενάντια στους μετανάστες, εδώ και μερικά χρόνια…
Μ. Τ.
Τηλεόραση = φασισμός ;
Είναι προφανώς το ερώτημα που τίθεται (ή επανατίθεται) μετά την εκλογική νίκη του τέους μέλους της στοάς Ρ2, μεγάλου Ευρωπαίου αφεντικού που σε λίγες εβδομάδες έγινε ο αρχηγός μιας πλειάδας φασιστών. Ακόμα και αν μπορεί κανείς να ελπίσει μια γρήγορη διάσπαση του συνασπισμού αυτού, παραμένει ωστόσο το ζήτημα σε πολλά χείλη: Πώς μπορέσαμε να πέσουμε τόσο χαμηλά; Και βέβαια, σκέφτεται τους 3 τηλεοπτικούς σταθμούς του Μπερλουσκόνι και τον έλεγχο που αυτοί έχουν σε εκατομμύρια Ιταλούς.
Εν συντομία: είτε ένας σταθμός ελέγχεται από το κράτος, και επομένως είναι συχνά μονολιθικός, είτε είναι ιδιωτικός (πώληση προϊόντων, μεταξύ των οποίων και πολιτικά), ο τηλεθεατής είναι το ενδεχόμενο παθητικό θύμα μιας αντι-πολιτειακής επιχείρησης. Οι συζητήσεις για μια «τηλεκρατία» πληθαίνουν, ακόμα περισσότερο που αυτό που συμβαίνει στην Ιταλία έχει ήδη συμβεί στη Βραζιλία (ο Κόλορς, πρόεδρος που προωθήθηκε από το σταθμό TV Globo) και θα μπορούσε να συμβεί και αλλού. Είναι επομένως μια πολύ σημαντική συζήτηση, που αφορά όλους τους δημοκράτες και ιδιαίτερα τους επαναστάτες: ποιά θα είναι η θέση της τηλεόρασης στη σοσιαλιστική κοινωνία;
Δύσκολη συζήτηση: βέβαια, όλος ο κόσμος συμφωνεί στο ότι η νίκη του Μπερλουσκόνι είναι ο καρπός μιας αποτυχίας του ιταλικού πολιτικού συστήματος, της ανικανότητας της αριστεράς να προτείνει μια εναλλακτική λύση που θα είχε προεκτείνει τη νίκη της στις δημοτικές εκλογές… Ωστόσο, ο «κ. Καθαρός», που διευθύνει τώρα την Ιταλία, είναι εξίσου διεφθαρμένος, αν όχι και περισσότερο, από τους προκατόχους του και η παράθεση των προγραμμάτων που πρότεινε ο συνασπισμός του θα μπορούσε να προκαλέσει γέλιο στους περισσότερους ψηφοφόρους του αν τα μελετούσαν προσεκτικά. Έτσι, είναι βέβαιο ότι, σε κατάσταση κρίσης, η δύναμη της οθόνης είναι τρομερή και κυρίως στο εξής: αντί να δείχνει σαν λύση τα όρια της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας, τις αρετές της άμεσης δημοκρατίας, η σύγχρονη τηλεόραση, κλειδί ενός συστήματος που ανακατεύει βιομηχανία, διάφορα μέσα επικοινωνίας και μαζικό θέαμα, έχει σαν αληθινό στόχο να εξουδετερώσει τον ενεργό πολίτη. Η συστηματοποίηση των δημοσκοπήσεων δείχνει αυτή τη μετατροπή του λαού σε ανώνυμο πλήθος, μέσα στο πλαίσιο ενός ξέφρενου ανταγωνισμού ανάμεσα σε κανάλια.
Από την άποψη αυτήν, θα μπορούσε κανείς να σκεφτεί ότι το πιο επικίνδυνο για τη δημοκρατία τηλεοπτικό «προϊόν» δεν είναι μια πολιτική εκπομπή όπου ένας φασιστάκος τόσο διακριτικός όσο ο Φίνι ή τόσο χονδροειδής όσο ο Λε Πεν έρχονται να ξεράσουν την προπαγάνδα τους. Όχι: ο πολλαπλασιασμός των «σειρών», με το υπόδειγμα βίας ή μικροαστικής ανέλιξης, και ίσως ακόμα περισσότερο των τηλεοπτικών παιχνιδιών -παραμορφωμένη εικόνα της άμεσης δημοκρατίας- μας φαίνεται πολύ πιο επικίνδυνα.
Τότε, τί μένει για να σώσουμε; Μερικές ταινίες για κουλτουριάρηδες; Το μετεωρολογικό δελτίο; Όχι: η τηλεόραση μπορεί να είναι η ευκαιρία σαν εξαιρετικό μέσο δημοκρατικών συζητήσεων, όταν αποφασίζει να σέβεται τους κανόνες της συζήτησης. Το είδαμε πρόσφατα στη Γαλλία, όταν σε πλήρη κινητοποίηση των νέων μια ζωντανή εκπομπή συγκέντρωσε νέους, υπερασπιστές του κυβερνητικού σχεδίου -μαζί και έναν υπουργό, ο οποίος τελικά διακήρυξε στον παρουσιαστή (που και αυτός ήταν παλαιότερα ηγέτης αγώνων σε λύκειο) ότι καταλάβαινε πως το νομοσχέδιο του Μπαλαντύρ έπρεπε να αποσυρθεί! Πράγμα που δεν άργησε να γίνει!
Τότε, ναι, η τηλεόραση μπορεί να παίξει το ρόλο μιας τέτοιας προώθησης ή ζωντανής σκυτάλης απέναντι στις συζητήσεις που γίνονται μέσα στην κοινωνία. Μπορούμε να αναφερθούμε, με αυτή τη λογική, και σε εμπειρίες συνεταιριστικών τηλεοπτικών σταθμών σε κλίμακα πόλης ή και συνοικίας. Εξού και η ανάγκη να επεξεργαστούμε ένα πλαίσιο διεκδικήσεων γύρω από τη λειτουργία και τη χρήση της τηλεόρασης. Όπως το θύμιζε ο φιλόσοφος Paul Virilio, πρέπει πάντα να παίρνουμε την Ιταλία στα σοβαρά, γιατί ήδη από τον καιρό του Μουσολίνι, ήταν στην πρωτοπορία των αναπαραστάσεων.
Χ. Ι.
Διαβολικό λάθος – διόρθωση
Αν κάποιοι από σας έψαξαν στην άκρη της οδού Ιπποκράτους το «αγγελικό βιβλιοπωλείο» για το οποίο μιλήσαμε στις Αιχμές του Νο37, θα σκέφτηκαν είτε ότι ο συντάκτης υπήρξε θύμα της πρόωρης ζέστης, είτε ότι ο βιβλιοπώλης, πιστός αναγνώστης του Σπάρτακου, άλλαξε αμέσως τη βιτρίνα του από φόβο απέναντι στις δίκαιες κατηγορίες των εξαγριωμένων λαϊκών μαζών.
Πράγματι, είναι πιο απλό και πιο τρομερό: ένα διαβολικό ρευστό έκανε να παρεκλίνει η μηχανή. Ο συγκεκριμένος βιβλιοπώλης δεν βρίσκεται στην οδό Ιπποκράτους αλλά στην οδό Τρικούπη, την παράλληλη μ’αυτή και ο γενναίος βιβλιοπώλης επιδεικνύει πάντοτε το ίδιο ήρεμα την πολύτιμη φιλολογία του.
Πήγατε άραγε μια βόλτα στη Γιορτή του Βιβλίου στο Πεδίο του Άρεως; Αποκεί περνά πολύς κόσμος και αρκετοί φεύγουν με βιβλία. Κάτι που είναι ικανοποιητικό για την πολιτιστική υγεία; Όχι βέβαια, όταν βλέπουμε ότι κάποιος αριθμός εκδοτών προσφέρει πριν απ’όλα εγκυκλοπαίδειες (αρκετά συζητήσιμες), βιβλία για τον κήπο (εκατοντάδες!), μεθόδους για ξένες γλώσσες (μιλήστε Αγγλικά σε 24 ώρες!), όπως και κάποια διαβολικά έργα πάνω στις μεθόδους επιβίωσης της αγγλικής SAS, της ελληνικής μασονίας και άλλων εσωτερικών φλυαριών. Όταν γνωρίζουμε ότι ένας αριθμός επισκεπτών πατάει σπάνια το πόδι του σε βιβλιοπωλεία, είναι αρκετά λυπηρό να βλέπει κανείς να μπαίνουν στο ίδιο τσουβάλι τέτοιου είδους εκδοτικοί οίκοι και κείνοι που προσφέρουν βιβλία σοβαρά και αξιοσέβαστα για τον αναγνώστη. Όλοι οι επισκέπτες θα εγκαταλείψουν άραγε την Έκθεση έχοντας συνειδητοποιήσει τί είναι ένα πραγματικό βιβλίο;
Σ. Μ.
Φθονερός!
Ακριβολογώντας, ξέχασα ήδη το όνομα των τριών γενναίων βουλευτών του ΠΑΣΟΚ που θάθελαν να διώξουν από την ένθερμη εθνική οικογένεια τις 21 προσωπικότητες που ξεκίνησαν το κάλεσμα ενάντια στο ελληνικό εμπάργκο απέναντι στη Δημοκρατία της Μακεδονίας. Είμαι ασυγχώρητος, διότι είναι προφανές ότι η βαθιά ουσία της χειρονομίας τους δεν έχει τίποτα να κάνει με μια ολοκληρωτική βούληση. Όχι, πρόκειται για αυτούς τους τρεις απόγονους των ηρωικών Ελλήνων αγωνιστών της ανεξαρτησίας το ν’αφήσουν τ’όνομά τους στην Ιστορία, και αφού η μόδα είναι να κοιτάμε προς τα πίσω, φαίνεται ότι το όνειρό τους ήταν να αποκτήσουν την ίδια εκτίμηση με το McCarthy, αμερικανό χιουμορίστα με μεγάλο ταλέντο (κάτι σαν το Ζυλ Ντασέν, αν θέλουμε να θυμήσουμε μερικά παραδείγματα).
Αλλά ας είμαστε χριστιανοί: ας δώσουμε σ’αυτούς τους τρεις αρχάριους μια ευκαιρία να λυτρωθούν και να κάνουν χρήσιμο και αιώνιο έργο. Αφού ο μεγάλος φίλος του Παπανδρέου, Bill Clinton, προτείνει τον όρο Βόρεια Μακεδονία (η Ιστορία δεν μας λέει αν είναι αποτέλεσμα συζητήσεων μ’αυτόν τον παλαιοτροτσκιστή Ανδρέα), μένει στους τρεις βουλευτές μας να υποβάλουν στη Βουλή το παρακάτω ψήφισμα: «να γίνουν πολίτες επί τιμή της χώρας όλοι οι αντιεθνικιστές αγωνιστές οι οποίοι εδώ και 2 χρόνια αγωνίστηκαν για μια παρόμοια ονομασία (ή πολύ κοντινή») (δίλημμα: πρέπει να παρασημοφορήσουμε τον Μητσοτάκη;).
Και για την πρότασή μου, εύχομαι -πιστός στα κλασικά μοντέλα μου ότι θα πάω να ψάξω στην αθηναϊκή δημοκρατία περισσότερο απ’ό,τι στην μοναρχία του Αλεξάνδρου.
Σε τέτοιες περιόδους ανεργίας, δεν είναι κανείς ποτέ αρκετά προνοητικός.
Μ. Μ.